Σάββατο 19 Νοεμβρίου 2022

Η μικρή μας πόλη 1. Η ενδοτική Μαρία 2. Ο λογιστής Νίκος 3. Η υστερόβουλη Γωγώ 4. Ο Αλέκος 5. Η εφαρμογή του σχεδίου 6. Η αναχώρηση του Αλέκου 7 Η Μαρία θυμάται 8. Η απόρριψη 9. Η ώρα των αποφάσεων 10. Περίσκεψη 11. Ο Κώστας 12. Η νέα παγίδα 13. Ο Αλέκος πρωτευουσιάνος 14. Η γέννηση του παιδιού 15. Τα νέα βήματα του σχεδίου 16. Η προετοιμασία και η εκδήλωση 17. Η εξομολόγηση του Αλέκου 18. Η επόμενη φάση 19. Δημοτική σύμβουλος 20. Ο Αλέκος κάνει συνδυασμούς 21. Η κρίση έρχεται καλπάζοντας 22. Η άδοξη επιστροφή του Κώστα 23. Η κρίση εντείνεται 24. Η κρίση είναι ευκαιρία 25. Η κρίση είναι ευκαιρία 26. Η συγκέντρωση του Αλέκου 27. Η μαύρη τρύπα της Γωγώς 28. Η Μαρία διαλογίζεται 29. Ο τραγικός θάνατος 30. Η κατηφόρα συνεχίζεται 31. Η απόπειρα νέας συμμαχίας 32. Η κατάσταση χειροτερεύει 33. Το πόρισμα 34. Το κλείσιμο της αυλαίας Πρόλογος Ο επιθετικός προσδιορισμός του τίτλου δεν είναι μόνο εκτατικός. Δεν αναφέρεται κυρίως στη μικρή τάξη μεγέθους του χώρου αναφοράς. Είναι συγχρόνως και ποιοτικός. Το τελευταίο, και ως προς το μέγεθος της προσωπικότητας των ηρώων και ως προς τη σπουδαιότητα των περιγραφομένων περιστατικών. Συνήθως ένα γραπτό ανθρώπινο κείμενο περιγράφει τις εξάρσεις της ανθρώπινης δραστηριότητας. Εξάρσεις θετικές ή αρνητικές που ξεχωρίζουν από τη συνηθισμένη και καθημερινή ρουτίνα και είναι μακράν του μέσου όρου. Εδώ οι ήρωες είναι συνήθεις μέτριες υπάρξεις με επιθυμίες κι ελαττώματα των ανθρώπων της διπλανής μας πόρτας και γιατί όχι κι αυτούς που κατοικοεδρεύουν μέσα στο ίδιο μας το σπίτι. Το ίδιο και τα περιστατικά. Μικρές κακίες, μικρές πλεκτάνες, επιφανειακά αισθήματα, εύκολες μεταλλαγές τους. Τίποτα το συνταρακτικό κι αξιοπρόσεκτο. Κι όμως! Αυτή δεν είναι η καθημερινότητά μας; Έτσι δεν διαβαίνει ο χρόνος μας; Αυτό προσπάθησα να περιγράψω. Εν τέλει να προσθέσω και κάτι που θεωρώ αληθές. Το να αφηγηθείς εξτρέμ ιστορίες με θετικούς ή αρνητικούς υπερήρωες είναι πολύ πιο βατό, από να γράψεις ένα ιστόρημα με μέτριους ανθρώπους που διαβιούν συνήθη καθημερινά συμβάντα. Ο τόπος και τα πρόσωπα της ιστορίας που αφηγούμαι είναι δημιουργήματα της φτωχής μου φαντασίας 1. Η ενδοτική Μαρία Δεν της πολυάρεσε η εξέλιξη των πραγμάτων. Απλώς τα γεγονότα την πρόφτασαν, την παρέσυραν με την ορμή τους και δεν μπορούσε πλέον να τ’ αποφύγει. Έτσι ήθελε δεν ήθελε μπήκε στο παιχνίδι. Βλέπεις του είχε αδυναμία. Ανακάλυψε ο κερατάς με τόση ευκολία το ευαίσθητο κουμπί της. Το στερητικό συναισθηματικό της σύνδρομο. Στη διάρκεια όλης ζωής μέχρι τώρα της έλειπε τελείως μια σχέση πάθους. Έστω μια σχέση κατανόησης και στοργής. Η ανθρώπινη τρυφερότητα ήταν ένα αίσθημα που δεν είδε μέχρι τότε να νιώθει ένας συνάνθρωπος γι αυτήν. Μια ζωή ήταν ουσιαστικά μόνη. Και τώρα αυτός, σαν ένας σίφουνας, σαν μια ξαφνική καταιγίδα, ήρθε κι εγκαταστάθηκε στο σπίτι αλλά κι εντός της, αλλάζοντας τις συνήθειες όλης της προηγούμενης ζωής, ξυπνώντας πλευρές του χαρακτήρα της που προηγουμένως δε γνώριζε καν ότι διέθετε. Έπρεπε τώρα να τα βάλει όλα κάτω και να πάρει τις αποφάσεις της. Πώς ξεκίνησε αυτή η περιπέτεια που άλλαξε τις συνήθειες της μέχρι τώρα ζωής της; Βρισκόταν μόνη της στο σινεμά, όπου πήγε να δει μια ακόμα τρυφερή ερωτική ιστορία. Κάτι τέτοια μέχρι στιγμής τα ήξερε μόνο μέσα από τα βιβλία, μέσα από τις ταινίες στον κινηματογράφο και την τηλεόραση. Η μόνη επαφή στην πραγματική της ζωή με τον τομέα αυτόν ήταν κάτι ακριτομυθίες των λίγων φιλενάδων που είχε παλαιότερα στο λύκειο, φιλίες που δεν κράτησαν ποτέ πολύ, γιατί- για άγνωστο και μη ερμηνευμένο από την ίδια λόγο- μετά από μικρό διάστημα, αφού τέλειωσε το σχολείο έπαψαν να υπάρχουν. Με διάφορες δικαιολογίες απέφευγαν την παρέα της, μέχρι που κι ίδια το κατάλαβε και συνθηκολόγησε με τη μοναξιά της. Ίσως να έφταιγε η δειλία της. Ίσως κάτι άλλο που δεν μπορούσε να προσδιορίσει. Αφοσιωμένη στην παρακολούθηση της πλοκής του έργου, έτοιμη να ξεσπάσει σε δάκρυα συγκίνησης, αισθάνθηκε ένα ξένο χέρι να καπακώνει - όχι άγρια μα απαλά- το δικό της. Τρομαγμένη ενστικτωδώς το τράβηξε απότομα και γεμάτη περιέργεια, ανάμεικτη με φόβο, κοίταξε δίπλα της. Συνάντησε δυο λαμπερά μάτια μέσα στο μισοσκόταδο να την κοιτάζουν έντονα και ίσως λίγο προκλητικά. Χωρίς να το θέλει αιχμαλωτίστηκε απ’ την έντασή τους. Κανονικά θα έπρεπε να τον σιχτιρίσει ή γιατί όχι να του δώσει μια ανάποδη και να τον κάνει ρεντίκολο σ’ όλη την αίθουσα. Μια συντηρητική αντιμετώπιση, που προσιδίαζε περισσότερο με τον χαρακτήρα της θα μπορούσε να ήταν η αλλαγή της θέσης που καθόταν στερώντας του έτσι τη δυνατότητα να την ενοχλεί. Τίποτε δεν συνέβη απ’ όλα αυτά. Χωρίς να σκεφτεί τις συνέπειες, μη αντέχοντας να αντισταθεί στην εσωτερική παρόρμηση που άρχισε να την πνίγει έβαλε ξανά το χέρι της στην προηγούμενη θέση. Σε λίγο πάλι το δικό του, κατακτητικό και σίγουρο, σκέπασε πάλι το χέρι της και σε λίγο άρχισε τρυφερά να το χαϊδεύει. Η παρακολούθηση του έργου πήγε περίπατο. Το χάδι που έγινε πιο τολμηρό και η επίδρασή του πέρασε σ’ όλο το είναι της, κυριάρχησε και κυρίευσε το μυαλό της. Όντας πρωτάρα σε τέτοιου είδους εμπειρίες χωρίς καθόλου αντίσταση παραδόθηκε πλήρως στα νέα αισθήματα κι αφέθηκε στις δικές του ορέξεις. Όταν της πρότεινε να φύγουν δεν έφερε καμιά αντίρρηση, σηκώθηκε ως ρομπότ που υπακούει στις εντολές του κυρίου του. Το ίδιο έγινε όταν της πρότεινε να πάνε κάπου άνετα. Αυτή μόνη πρότεινε το σπίτι της. Δεν υπήρχε καμιά δυσκολία, αφού ζούσε μόνη της. Οι γονείς της είχαν νωρίς φύγει απ’ τη ζωή. Ευτυχώς προηγουμένως ο πατέρας της, με τις επαφές που διέθετε, την είχε διορίσει σε μια άνετη και σίγουρη δημόσια θέση. Δεν ήταν τεμπέλα και δεν απέφευγε τα καθήκοντά της. Αντίθετα προσπάθησε στην αρχή να προσφέρει όλη τη γκάμα των δυνατοτήτων της στη θέση που εργαζόταν, αλλά η δομή της υπηρεσίας, η κυρίαρχη γραφειοκρατία και τα μούτρα των συναδέλφων που δεν τους άρεσαν οι άνθρωποι με πρωτοβουλίες και όρεξη, δεν άφησαν τη πρόθεσή της να υλοποιηθεί. Διαφορετικά θα κινδύνευαν οι αργοί ρυθμοί με τους οποίους είχαν συνηθίσει. Γρήγορα, θέλοντας και μη προσαρμόστηκε στους γενικούς νωχελικούς ρυθμούς εργασίας των άλλων. Η ευκολία κέρδισε. Τώρα έφτασε η ώρα της αλήθειας. Δεν ήξερε τι ο άλλος καταλάβαινε, μα η ίδια ένιωθε σαν ένα οχυρό που είχε άνευ όρων παραδοθεί στον κατακτητή του. Χωρίς προκαταρτικά, δίχως ακόμα να γνωρίζει γι αυτόν τίποτε, ούτε τ’ όνομά του, του παραδόθηκε κι εκείνος άκαρδος και βιαστικός ήταν ο πρώτος που έδρεψε τον καρπό της παρθενίας της. Η ίδια πλήρως υποταγμένη στις θελήσεις του, βίωνε συγχρόνως τις πρωτόγνωρες εμπειρίες. Μετά, αφού τέλειωσε η μυσταγωγία, ο άλλος, χωρίς καμιά κουβέντα, χωρίς καμιά χειρονομία τρυφερότητας, ψυχρός κι αδιάφορος έστριψε την πλάτη του και σχεδόν αυτόματα κοιμήθηκε. Η ίδια πελαγωμένη, αδυνατώντας ν’ αφομοιώσει τον όγκο των νέων εντυπώσεων κάθισε με ανασηκωμένο τον κορμό της στα μαξιλάρια και εξέταζε τις συνέπειες των πράξεών της. Ο ύπνος κάποια στιγμή την κέρδισε κι έφτασε στην ασυνειδησία. Όχι για πολύ. Σε λίγο πάλι ξύπνησε και γυρνώντας το κεφάλι της τον είδε δίπλα της να κοιμάται άνετος με ήρεμη αναπνοή. Ο νέος εισβολέας του προσωπικού της άσυλου. Τα αισθήματά της ήταν ανάμεικτα. Φόβος αλλά κι υποταγή. Το ήξερε ότι δεν θα έφερνε αντίρρηση στην οποιαδήποτε προσταγή του. Δεν είχε κανέναν μεγάλο κύκλο να χρειάζεται να λογοδοτήσει για τις πράξεις της, αλλά πώς να το κάνουμε, υπήρχαν κάποιοι γείτονες και γνωστοί, συνάδελφοι στην εργασία της και κάποιοι συγγενείς που ίσως να ρωτούσαν. Θα έπρεπε να ετοιμάσει μια, έστω ασαφή και με γενικό περίγραμμα ιστορία για να σώσει τα προσχήματα. Δεν ένιωθε ικανή να τον πετάξει έξω. Καθώς τον κοίταζε να κοιμάται με ήρεμο το πρόσωπο του και την αναπνοή του σταθερή ένα νέο κύμα την κατέκλυσε. Ένιωσε πιεστική την επιθυμία να τον ξυπνήσει με το ζόρι, να την πάρει αγκαλιά και να ζήσει πάλι εκείνες τις έντονες συγκινήσεις που πριν λίγες ώρες για πρώτη φορά στη ζωή της είχε γευτεί. Όμως δεν τολμούσε. Φοβόταν τις αντιδράσεις του. Όχι δε θα διακινδυνέψει να της βάλει τις φωνές ή ακόμα χειρότερα να φύγει. Τώρα που δοκίμασε από τη βρύση το νερό δε μπορούσε να φανταστεί τη ζωή της χωρίς τη δόση του. Τον ήξερε, μόνο φατσικά. Ζούσε στην ίδια πόλη. Τα βήματά τους είχαν ξανασυναντηθεί στο παρελθόν σε κοινούς χώρους, χωρίς όμως να έχουν ανταλλάξει κουβέντα. Δεν ήξερε τίποτα γι αυτόν. Που δουλεύει, με τι ασχολείται, είναι ελεύθερος ή παντρεμένος; Μόλις το ενδεχόμενο αυτό πέρασε απ’ το μυαλό της την παράλυσε ο τρόμος. Όχι ο άνδρας, που δίπλα στο κρεβάτι κοιμάται τόσο ήρεμα είναι δικός της και μόνο δικός της. Εκείνη τη στιγμή ο άνδρας κινήθηκε, άνοιξε τα μάτια του και κοίταξε γύρω του. Είδε τη Μαρία και το μάτι του ζωντάνεψε. « Γεια σου! Άκου να δεις. Μ’ έχει κόψει λόρδα. Έχεις κάτι να τσιμπήσω;» «Βεβαίως! Κάνε μια στιγμή υπομονή και θα σου φέρω. Καφέ ή τσάι; Αυγά θέλεις;» «Μωρέ και πέτρες τώρα μπορώ να φάω!» Σε λίγα λεπτά η Μαρία επέστρεψε από την κουζίνα μ’ έναν δίσκο γεμάτο με όλα τα καλούδια που βρήκε στα ντουλάπια και το ψυγείο. Ο άλλος έπεσε πάνω τους σαν πεινασμένος λύκος. Η εικόνα αυτή της άρεσε! Μέσα στο έρημο σπίτι της για πρώτη φορά ένας άνδρας ήταν πάνω στο κρεβάτι της κι έτρωγε με πρωτοφανή όρεξη, αυτά που είχε η ίδια ετοιμάσει. Δεν κρατήθηκε άλλο και η ερώτηση που έκανε ακούστηκε έτσι κι αλλιώς παράξενα « Δεν ξέρω τ’ όνομά σου! Εμένα με λένε Μαρία. Το δικό σου όνομά ποιο είναι;» Σήκωσε το βλέμμα του και την κοίταξε έντονα. «Μιχάλη με λένε!» «Πού κάθεσαι Μιχάλη, τι δουλειά κάνεις, είσαι παντρεμένος;» «Ε! Ε! για στάσου, η ασφάλεια είσαι και με τρέλανες στις ερωτήσεις, πρωί-πρωί;» «Όχι άνθρωπέ μου. Είναι η φυσική περιέργεια. Ξέχασες ότι χθες κοιμήθηκες στο κρεβάτι μου. Δεν είναι φυσικό να θέλω να ξέρω τα βασικά για σένα;» «Μη βιάζεσαι. Όλα στην ώρα τους» Απάντηση στα ερωτήματα που την έζωναν δεν πήρε. 2. Ο λογιστής Νίκος Μια ζωή ζούσε με την κοινωνική στέρηση. Όλοι τον αντιμετώπιζαν σαν φτωχό συγγενή, σαν συμπλήρωμα και τσόντα στις κοινωνικές συγκεντρώσεις, στο καφενείο, στις παρέες. Παντού. Ίσως γιατί είχε έρθει από ένα φτωχό ορεινό χωριό και οι άλλοι ήταν απ’ την πόλη. Ένα είδος ρατσισμού, που τον είχε συνηθίσει λες κι ήταν αυτονόητος. Ζούσε σ’ ένα δωμάτιο πληρώνοντας στην σπιτονοικοκυρά ένα μικρό νοίκι. Οι δικοί του έστελναν πότε-πότε μερικά τρόφιμα κι ένα καρβέλι ψωμί. Είχε με πείσμα προσπαθήσει να κάνει κάτι στη ζωή του. Στο σχολείο ήταν μέτριος μαθητής, παρά το γεγονός ότι ειλικρινά προσπαθούσε να είναι συνεπής στις υποχρεώσεις του. Αλλά τα φυσικά και πνευματικά του προσόντα ήταν δεδομένα. Τα είχε σχεδόν εξαντλήσει. Εδώ δεν μπορούσε να αρθρώσει μια άνετη και λογική πρόταση στις εκθέσεις που κάθε τόσο έγραφαν στο σχολείο. Όταν αργότερα ο φιλόλογος έφερνε πίσω τα τετράδια το δικό του κείμενο ήταν γεμάτο κόκκινες μολυβιές. Όχι μόνο από τα ορθογραφικά λάθη που περιείχε, αλλά και τις άσχετες, κατά τον καθηγητή, κοινοτυπίες που έγραφε εκτός του θέματος, που του ζητούσαν ν’ αναπτύξει. Κι όμως όταν τις έγραφε νόμιζε ότι εμπεριέχουν κάτι σημαντικό, κάτι που θα κάνει εντύπωση. Τι κακή συνήθεια κι αυτός ο φιλόλογος! Να διαβάζει κάθε φορά τις δυο καλύτερες και τις δυο χειρότερες εκθέσεις και να γίνεται στην τάξη ανάλογη συζήτηση. Ποτέ δεν βρέθηκε στην πρώτη κατηγορία. Εκεί ήταν συνήθως ο Αλέκος, η Γωγώ κι ο Κώστας και σπανίως κάποιοι άλλοι. Μια μόνο φορά ήταν κι Μαρία. Τους ζήλευε για την ικανότητα να γράφουν πολύπλοκους συλλογισμούς με λεξιλόγιο που περιείχε πολλές άγνωστες σ’ αυτόν λέξεις. Πού τις βρίσκουν οι κερατάδες και σ’ αυτόν δεν του περνάνε απ’ το μυαλό; Αυτός ήταν συχνός θαμώνας της δεύτερης κατηγορίας κι όταν γινόταν συζήτηση πάνω στο δικό του κείμενο ήθελε να γίνει ένα θαύμα και να εξαφανιστεί από το χώρο. Ιδιαίτερα γιατί στην τάξη παρούσα ήταν η Γωγώ. Μια κοπέλα που κάθε φορά που την έβλεπε ή την σκεπτόταν ανέβαιναν οι χτύποι της καρδιάς, σφιγγόταν το στομάχι του και είχε μια γενική αναστάτωση. Για την Γωγώ έτρεφε προσδοκίες. Έκανε με το μυαλό του σενάρια και ζούσε μια φανταστική σχέση μαζί της. Όμως ποτέ δεν μπόρεσε να τις εκφράσει με λόγια τα αισθήματα που έτρεφε γι αυτήν. Κάθε φορά που βρισκόταν κοντά της τον έπιανε ένας απόλυτος γλωσσοδέτης. Βεβαίως μια σειρά ενδείξεις και αρκετά άλλα περιστατικά έδειχναν το ενδιαφέρον του γι αυτήν , αλλά ποτέ αυτό δεν εκφράστηκε με λόγια. Ποτέ δεν τόλμησε να της μιλήσει και να της εκφράσει τη διακαή επιθυμία του. Από τη μεριά της; Πλήρης αδιαφορία. Καμιά ανταπόκριση, απόλυτο φτύσιμο. Όταν τελείωσε το λύκειο κι έδωσε εξετάσεις με το ζόρι μπήκε απ’ τους τελευταίους στο ΤΕΙ λογιστικής της κοντινής πόλης και όσο χρόνο χρειαζόταν εγκαταστάθηκε εκεί μέχρι να πάρει το πτυχίο του. Αυτό θα ήταν το επάγγελμα του. Λογιστής στην πόλη που έβγαλε το λύκειο, είχε λίγους φίλους, περισσότερους γνωστούς και εκεί διαβιούσε το αντικείμενο του απωθημένου πόθου του. . Με τους αριθμούς τα πήγαινε καλύτερα. Ήταν τίμιος, έμπιστος και η αμοιβή που ζητούσε ήταν λογική. Έτσι στην πόλη κάποιοι επαγγελματίες και έμποροι των εμπιστεύονταν και κρατούσε τα βιβλία τους. Το εισόδημα που έβγαζε από την άσκηση του επαγγέλματός του δεν ήταν τίποτα ιδιαίτερο, αλλά για τον λιτοδίαιτο Νίκο τα λεφτά έφταναν και περίσσευαν. Αυτός οικονόμος κι ανασφαλής είχε ήδη κάνει μια πρώτη συσσώρευση στο βιβλιάριο της τράπεζας 3. Η υστερόβουλη Γωγώ Θυμόταν καθαρά τη στιγμή που κοντοστάθηκε κοντά του. Ήταν φανερό. Του έδινε την ευκαιρία, που τόσο καιρό ο κακομοίρης αποζητούσε. Ανέμενε τη δική του αντίδραση. Υπήρχε ήδη μια προϊστορία. Με χίλιους τρόπους που επέτρεπαν η φυσική του δειλία, αλλά κι οι κοινωνικές συμβατικότητες της εποχής στην επαρχιακή πόλη που ζούσαν, της είχε δείξει το προσωπικό του ενδιαφέρον. Και ο πιο απλοϊκός θα το καταλάβαινε ότι έχει δαγκώσει για τα καλά μαζί της τη λαμαρίνα, πόσο περισσότερο μια γυναίκα με την έμφυτη διαίσθηση που την είχε προικίσει η φύση. Εκείνος κόκκινος σαν το παντζάρι! Και τώρα τι κάνουμε» αναρωτήθηκε από μέσα του. Δεν υπήρχαν πλέον άλλα περιθώρια. Ή τώρα ή ποτέ! Επιτέλους, μετά από αναμονή μερικών αμήχανων δευτερολέπτων, το ξεστόμισε «Πρέπει να σου μιλήσω Γωγώ», της είπε. «Όχι όμως εδώ, σε παρακαλώ. Θέλω να σε δω μακριά από τα μάτια του κόσμου. Να σου πω τι αισθάνομαι και πως σκέφτομαι το μέλλον μας». Η αυθόρμητη αντίδρασή της θα ήταν να τον φτύσει, αλλά μετά το σκέφτηκε διαφορετικά. «Για να δούμε τι θέλει να μου πει» είπε από μέσα της. Του απάντησε «Εδώ έχεις την ευκαιρία. Πες τα μου, είμαι όλη αυτιά!» Όμως ο γνωστός γλωσσοδέτης του είχε σφραγίσει το στόμα. Έδωσε την τελευταία του μάχη « Δεν γίνεται έτσι στην ψύχρα. Σε παρακαλώ, δώσε μου μια ευκαιρία να σε δω αλλού. Να είμαστε μόνο οι δυο μας». Ήταν τέτοια η έκκλησή του, τόσο έντονη η ένταση στο πρόσωπό του, που τον λυπήθηκε. Του έδωσε την ευκαιρία. « Αύριο το απόγευμα να είσαι στην είσοδο του πάρκου. Θα προσπαθήσω να έρθω». Δεν ήταν σίγουρη αν θα πήγαινε ή θα τον έστηνε, αλλά μέχρι αύριο ήταν πολύς ο χρόνος να το ξανασκεφτεί και ν’ αποφασίσει. Δεν τρελαινόταν δα γι’ αυτόν αλλά συγχρόνως δεν τη χαλούσε να κρατούσε κι αυτήν την πόρτα ανοιχτή. Η γυναικεία φιλαρέσκεια κι η περιέργεια μάλλον θα οδηγούσαν τα βήματά της στο πάρκο. Από μέσα της όμως προειδοποίησε τον εαυτό της. «Μην του δώσεις και πολύ θάρρος, Γωγώ. Μη δεσμευτείς κακομοίρα μου σε κάτι οριστικό. Εσύ είσαι πλασμένη για σπουδαιότερα πράγματα σ’ αυτή τη ζωή. Όχι δίπλα στον μίζερο Νίκο. Να σου λείπει τέτοια μοίρα» Έτσι όταν έφτασε η ώρα τον συνάντησε στο πάρκο, αλλά απέναντί της βρήκε αυτό που ήξερε τόσα χρόνια. Έναν ψοφοδεή, αναποφάσιστο και ανίκανο πρόσωπο να της εμπνεύσει έστω και κάποια ασθενικά αισθήματα. Της είπε τις γνωστές κοινοτυπίες, που δεν συγκέντρωσαν καμιά στιγμή την προσοχή της. Παρ’ όλα αυτά η απάντηση της δεν ήταν κάθετα αρνητική. Άφησε το θέμα σε εκκρεμότητα, ασαφές και θολό. Μάλιστα κάποια στιγμή έσκυψε αστραπιαία κι ακούμπησε τα χείλη της στο μάγουλό του. Τη στιγμή του απότομου χωρισμού. Τώρα τον είχε δεμένο και διαθέσιμο για ό,τι και όταν χρειαστεί. Ήταν ένα άτομο που μπορούσε να το χειριστεί όπως θέλει και ίσως σε κάποια φάση στο μέλλον να της φαινόταν χρήσιμο εργαλείο. Ηθικές αναστολές και συμβατικοί δισταγμοί δεν ήταν στοιχεία του χαρακτήρα της. Η ίδια για άλλον ενδιαφερόταν, μόνο που εκείνος ίσως να μην το ήξερε ακόμα. Σύντομα όμως θα έπαιρνε την πρωτοβουλία για τ’ αποκαλυπτήρια του ενδιαφέροντός της, αφού προηγουμένως θα είχε εξασφαλίσει τους όρους για το αίσιον του αποτελέσματος. Δεν ήταν από τους ανθρώπους, που άφηναν στην τύχη την εξέλιξη των πραγμάτων. Αντίθετα πάντα φιλοδοξούσε να παρεμβαίνει και να τα καθορίζει τις εξελίξεις . Απλώς, κατά την προσωπική της άποψη, δεν είχε ωριμάσει η ώρα. Ήξερε πολύ καλά τα βήματα που χρειαζόταν για την επίτευξη αυτού του στόχου. Ο Νίκος, απ’ τη δική του πλευρά πετούσε στα σύννεφα. Το νόημα που έβγαλε από τη συνάντηση το ερμήνευσε σαν θετική εξέλιξη. Πως άνοιξε ο δρόμος για ουσιαστικές αλλαγές. Η αίσθηση των χειλιών της στο μάγουλό τον έκαιγε ακόμη. Έστω και με το στιγμιαίο άγγιγμά τους. Αυτό ήταν πέρα και πάνω από τις προσδοκίες του. Τον γέμιζε αισιοδοξία ότι στο μέλλον θα ανοίξουν καλύτερες προοπτικές για τους δυο τους. Αθώος κι άμοιρος της ανθρώπινης υστεροβουλίας δε γνώριζε ότι πίσω από τις άμεσες εντυπώσεις σε πρώτο πλάνο, υπήρχαν υποχθόνιοι δεύτεροι και τρίτοι σχεδιασμοί. Ο λαβύρινθος του θηλυκού μυαλού θα γεννούσε σχέδια που θα έπεφταν κάποια στιγμή κατακέφαλα πάνω του εν είδει θείας τιμωρίας για την απύθμενη αφέλεια του. 4. Ο Αλέκος Είχε έρθει στην πρωτεύουσα για αναγνώριση. Το μέρος που από μικρός ονειρευόταν να ζήσει. Περπατούσε μόνος μέσα στο πλήθος χωρίς να τον ενοχλούν τα σπρωξίματα και οι αγκωνιές που εισέπραττε από διπλανούς περιπατητές. Ήταν τόσο συγκεντρωμένος στις δικές του σκέψεις και τα σχέδιά του που οι θόρυβοι του πλήθους και των μηχανημάτων γύρω του δεν ήταν ικανοί να διασπάσουν την απόλυτη προσήλωση στους δικούς του στόχους. Ήταν μόνος μέσα στο πλήθος, ενώ γύρω του η ζωή έσφυζε με όλους τους θορύβους της. Αυτό γινόταν σε μια κρίσιμη φάση της προσωπικής του σταδιοδρομίας. Έπρεπε επιτέλους να κάνει την επιλογή. Θα μείνει στην απομόνωση της ιδιαίτερης πατρίδας του, όπου βεβαίως είχε χτίσει μια ανεκτή οικονομική κατάσταση ή θ’ ανοίξει τα φτερά του να πετάξει σε νέους τόπους; Με δεδομένη ασφαλώς την αγωνία της έναρξης μιας νέας σταδιοδρομίας από την αρχή, αλλά με την αντικειμενική δυνατότητα, κατά την προσωπική του κρίση, ν’ ανέβει σε ανώτερα επίπεδα που πάντα από μικρός ονειρευόταν, που μέσα του η φιλοδοξία για ένα τέτοιο ενδεχόμενο, του έκαιγε σαν φούρνος τα σωθικά. Όχι, αυτός δεν ήταν πλασμένος για μια ήρεμη και σίγουρη μικροαστική ζωούλα σε μια περιφερειακή πόλη, χωρίς τα ενδεχόμενα αλλά και τους γλυκούς κινδύνους έκτακτων συμβάντων και των μεγάλων αλμάτων. Νωρίς είχε θέσει τον πήχη των προσωπικών του επιδιώξεων πολύ ψηλά. Το σημερινό του ταξίδι στην πρωτεύουσα ήταν μια αναγνώριση του χώρου που θα έχτιζε στη συνέχεια το μέλλον του. Ήταν το αρχικό βήμα της νέας ζωής. Σκέφτηκε τι ήταν αυτό που τόσα χρόνια τον κρατούσε φυλακισμένο στην κακορίζικη επαρχιακή του πατρίδα και οι απαντήσεις ξανάρθαν στο μυαλό του.. Στα πρώτα χρόνια το σχολειό, και η επιθυμία της μάνας του να τον έχει κοντά της. Από πολύ νωρίς πριν ακόμα ανδρωθεί έχασε τον πατέρα του κι η μητέρα του προσκολλήθηκε πάνω του σαν βδέλλα. Όχι για οικονομικούς λόγους. Αυτούς τους κάλυπτε η προσωπική της περιουσία και η σύνταξη χηρείας που έπαιρνε από τον συγχωρεμένο. Περισσότερο συναισθηματικοί ήταν οι λόγοι. Το αγόρι της, ο ήλιος της ζωής της ήταν μοναχογιός, μονάκριβος. Αυτό παρά τη διακαή επιθυμία και του άνδρα της να κάνουν ένα τσούρμο παιδιά. Να τριγυρίζουν γύρω της. Όμως παρά τις προσπάθειες, ο καλός θεούλης δεν της έδωσε αυτήν την ευλογία. Το μοναχογιό της έτσι τον ήθελε κοντά της. Ευκαιρία να κάνει σταδιοδρομία εδώ ήταν έτοιμη στο πιάτο, μπροστά του. Δόξα το θεό ο αδελφός της είχε μεγάλη επιχείρηση, στην οποία κι αυτή από κληρονομιά είχε πόντους. Ο αδελφός της αγαπούσε τον ανιψιό του σαν δικό του παιδί. Θα μπορούσε με μια κουβέντα της να τον τακτοποιήσει μια χαρά. Όμως το μυαλουδάκι του κανακάρη της ταξίδευε σε άλλους τόπους. Κι αυτό ήταν που την φόβιζε. Μην τον χάσει τελικά. Τις σπουδές του- δόξα τη θεώ- τις έκανε στο τοπικό Πανεπιστήμιο και με μεγάλη επιτυχία. Ήταν περήφανη για το δικό της. Πάντα διακρίσεις, πάντα καλά λόγια από παντού. Μόνο χαρές της είχε δώσει. «Νάναι καλά το παιδάκι μου. Αν ζούσε ο πατέρας θα φούσκωνε σα διάνος από ευχαρίστηση». 5. Η εφαρμογή του σχεδίου Στον ετήσιο χορό που οργάνωνε ο Ναυτικός Όμιλος της πόλης η Γωγώ έβαλε σε εφαρμογή το σχέδιό της. Ήξερε τι τριγυρίζει στο μυαλό του Αλέκου. Γνώριζε την επιθυμία του για οριστική εγκατάσταση στην πρωτεύουσα. « Εκεί που συμβαίνουν τα γεγονότα, Γωγώ μου. Εκεί λαμβάνονται οι αποφάσεις. Δεν μένω μόνιμα εδώ με τίποτα. Από την Αθήνα ξεκινούν όλα Θέλω κι εγώ να γίνω κομμάτι της!» Είχε δηλώσει εδώ και καιρό -παρουσία όλης σχεδόν της παρέας -τα σχέδιά του. Και από τους πεινασμένους, για ποικιλία στη ζωή, φίλους βρήκε την επιδοκιμασία στα σχέδιά του. Όμως στην Γωγώ ακούστηκαν σαν απειλές. Άλλες ήταν οι προσδοκίες και τα σχέδια της για τον Αλέκο. Όχι, δεν θ’ αφήσει το πουλάκι να πετάξει μακριά της. Αλίμονο. Έχουν γνώση οι φύλακες! Σήμερα λοιπόν! Δεν υπάρχουν περιθώρια άλλης καθυστέρησης. Κανόνισε να είναι μαζί στο χορό. Ντύθηκε με ιδιαίτερη φροντίδα, με το κατάλληλο φόρεμα και το ιδιαίτερα αποκαλυπτικό μπούστο του το κάλυψε με μια λεπτή εσάρπα. Χόρεψαν μαζί, ήπιαν τα ποτά τους, σχολίασαν κοινούς γνωστούς, κουτσομπόλεψαν με άνεση τρίτους, αλλά όταν ο Αλέκος αποπειράθηκε να της πει τα σχέδιά του, τον έκοψε απότομα και με έντονη την ενόχληση του είπε «Αλέκο πνίγομαι εδώ μέσα! Έλα πάμε! Η ακρογιαλιά δίπλα θα είναι ήσυχη» Ο Αλέκος αφημένος, έχοντας πιει τα ποτά του, δεν έφερε καμιά αντίρρηση. Την ακολούθησε πρόθυμα. Όταν έφτασαν στα βράχια η Γωγώ κάθισε σ’ έναν απ’ αυτούς και τον τράβηξε δίπλα της. Έριξε το πρόσωπό της στο στήθος του κι άρχισε να κλαίει. Να κλαίει με τρανταχτά αναφιλητά. Λες και τα είχε έτοιμα στις παρυφές των βλεφάρων της και με μια κίνηση άνοιξε την κάνουλα που τα κρατούσαν φυλακισμένα. Τι ικανότητες μπορεί ν’ αναπτύξει η γυναίκα, που ξέρει τι θέλει και βάζει μπρος το στόχο της! Το δυνατό κλάμα της Γωγώς αιφνιδίασε τον Αλέκο. «Τι έπαθες καλή μου, τι σου συμβαίνει;» ρώτησε ο Αλέκος με πραγματική ανησυχία για τη φίλη του Γωγώ. Γνωρίζονταν βλέπεις από παιδιά. Μαζί μεγάλωσαν, μαζί πήγαν σχολείο. Η εικόνα που είχε για τη Γωγώ, μέχρι τώρα, ήταν διαφορετική. Μια κοπέλα έξυπνη, με σταθερό χαρακτήρα, προσγειωμένη, χωρίς τους συνήθεις γυναικείους περισπασμούς, έως ψυχρή στις αντιδράσεις της. Και τώρα μες την αγκαλιά του ένα αδύνατο πλάσμα να σπαράσσεται από λυγμούς και απεγνωσμένα να ζητάει στήριξη. Για τους άνδρες η εικόνα της γυναίκας που κλαίει είναι το καλύτερο φάρμακο. Τους αφοπλίζει και τους παραλύει. Πολύ περισσότερο η περίπτωση της Γωγώς. Προσπάθησε να την ηρεμήσει. Την αγκάλιασε τρυφερά προσφέροντας όλο τον κόρφο του. Κι αυτή κούρνιασε εκεί μέσα σαν κυνηγημένο πουλάκι. Σαν ένα αδύνατο πλάσμα που ζητάει απεγνωσμένα τρυφερότητα και χάδια. «Τι να σου πω Αλέκο μου; Από πού ν’ αρχίσω δεν ξέρω. Νιώθω τόσο μόνη. Όλα μ’ αποδιώχνουν. Έφτασα στον πάτο» «Τι λες καλή μου; Εσύ είσαι πρωταγωνίστρια στην παρέα. Και μήλο της έριδας για διάφορους!» « Έτσι λες; Δεν καταλαβαίνεις, Αλέκο, τίποτα» Δεν κατάλαβε πως, αλλά κάποια στιγμή το πρόσωπό της χαραγμένο από τα δάκρια, με το μακιγιάζ καταστρεμμένο ήρθε δίπλα στο δικό του. Τα καυτά της χείλια πάνω στο μάγουλό του, τα χέρια της να τον ψαχουλεύουν. Δεν ήταν και πέτρα. Η αδρεναλίνη σε περίσσεια κι η εξέλιξη ήρθε μόνη της. Ανταποκρίθηκε στην επιθυμία της. Όταν τα χείλια ενώθηκαν για πρώτη φορά το πάθος ξεχείλισε και στους δυο. Δεν ήταν ώρα για σκέψη και συγκρατημό. Από μέρους της βρήκε θερμή ανταπόκριση κι η ολοκλήρωση της ένωσής τους ήρθε σαν φυσικό επακόλουθο της κοινής επιθυμίας. Όταν μετά κάμποση ώρα η ανάσα τους έγινε φυσιολογική, άρχισαν να εισχωρούν στο μυαλό του οι πρώτες σκέψεις. Της είπε με απορία «Άκουσα το βογγητό σου και κατάλαβα. Πρώτη φορά έκανες έρωτα;» « Ναι Αλέκο! Πρώτη φορά. Να το ξέρεις! Το φύλαγα για σένα» Ενώ αυτό θα έκανε τον οποιοδήποτε άνδρα περήφανο, με την άχαρη ματαιοδοξία που τους δέρνει, σ’ αυτόν αυτομάτως εισχώρησε ένας ανεξήγητος φόβος. « Να σε ρωτήσω κάτι; Ήμασταν πλήρως απροετοίμαστοι γι αυτό που συνέβη εδώ. Την κρίσιμη στιγμή, όταν φώναξα έρχομαι γιατί με φυλάκισες στα σκέλια σου και δεν μ’ άφησες να τραβηχτώ όπως ήθελα;» «Το έκανα για σένα, χαζέ. Να μην σπάσεις την ευχαρίστησή σου. Μην ανησυχείς! Δεν είναι οι μέρες μου» Αυτό τον ηρέμησε λίγο, αλλά όχι και έσβησε απ’ το μυαλό του κάθε ανησυχία. Αργότερα αναλογιζόμενος τα συμβάντα έπρεπε να το παραδεχτεί ότι παρασύρθηκαν και οι δυο, ήταν αυθόρμητο και το ευχαριστήθηκε. Αρκεί να μην υπάρξουν προβλήματα και δεσμεύσεις. Ένα τέτοιο ενδεχόμενο θα του ήταν ιδιαίτερα δυσάρεστο και εμπόδιο στην πραγμάτωση των σχεδίων του. Διαφορετικές ήταν οι σκέψεις της Γωγώς. Όχι, θα τον άφηνα! Αυτός είναι ο άνθρωπος που θέλω. Φαντάζομαι να αισθάνεται ήδη το δεσμό που άνοιξε μεταξύ μας. Βέβαια πόνεσα φρικτά. Ευτυχώς κρατήθηκα και ο αθώος δεν το πήρε είδηση. Κάτι ένιωσα, τίποτα όμως ιδιαίτερο. Φαντάζομαι έτσι είναι η πρώτη φορά. Τώρα όμως που άνοιξε ο δρόμος θα υπάρξει και συνέχεια. Αν έρθουν βολικά τα πράγματα κι ο σπόρος που έμεινε μέσα μου φυτρώσει, τότε φίλε μου να το ξέρεις. Δεν σε σώζει τίποτα. Θα σ’ έχω δεμένο χειροπόδαρα. Θα μείνεις μαζί μου και θα πεις κι ένα τραγούδι. 6. Η αναχώρηση του Αλέκου Τίποτα δεν θα τον κρατούσε στην επαρχία. Θα έφευγε για την Αθήνα, παρά τις αντιρρήσεις της μάνας του. Πρέπει ν’ ανοίξει επιτέλους τα φτερά του. Είχε κάνει τη χαζομάρα και δήλωσε πολυτεχνική σχολή στο πανεπιστήμιο της πόλης του. Τον είχαν ζαλίσει με τις παραινέσεις οι δικοί του, έδειξε κι αυτός μια λιγοψυχιά και υποχώρησε στις πιέσεις τους. Ήταν ένα από τα λάθη της ζωής του. Ενώ στην Αθήνα διαδραματίζονταν τα πάντα, αυτός φυλακισμένος κι απομονωμένος στην επαρχία, έχανε όλες τις ευκαιρίες. Θα μπορούσε κι εδώ να πάρει πρωτοβουλίες, αλλά ένας δισταγμός, μια ανεξήγητη αναστολή τον κρατούσε αδρανοποιημένο. Είχε τόσες και τόσες καταπιεσμένες επιθυμίες. Ήθελε να δοκιμάσει καινούρια πράγματα. Ο κλειστός κύκλος της πόλης που όλοι τον ήξεραν δεν τον άφηναν να πραγματοποιήσει αυτά που επιθυμούσε. Λίγο πριν τελικά φύγει συνέβη κι αυτό με τη Γωγώ. Δεν ένιωθε καμιά ευθύνη. Ήξερε ότι η άλλη τον γούσταρε από χρόνια. Αυτό είχε φανεί με πολλούς τρόπους κι αν θέλεις το ήξεραν και τ’ άλλα μέλη της παρέας. Ο Κώστας, ο Νίκος, η Μαρία, ίσως και μερικοί ακόμα. Δεν εκβίασε τίποτα. Αυτή του πρότεινε να βγούνε στα βράχια, αυτή του χώθηκε τελικά. Πού να ξέρει ότι είναι ακόμα παρθένα; Ίσως, αν τόξερε να κρατιόταν. Θα μπορούσε να ισχυριστεί ότι στην ερωτική διαδικασία αυτή είχε την πρωτοβουλία. Βεβαίως κι αυτός πρόθυμα ακολουθούσε. Μόνο την κρίσιμη στιγμή παρ’ ότι προσπάθησε δεν μπόρεσε να τραβηχτεί. «Ελπίζω να μην έχουμε ντράβαλα». Δεν του ήταν αδιάφορη. Ο Γωγώ ήταν μια επιθυμητή γκόμενα, αλλά το timing δεν είναι καλό. Όχι μόνο δεν είναι έτοιμος για δεσμεύσεις. Αντίθετα η ιεραρχία των επιθυμιών του απέχει πολύ από πιθανότητα κάποιας αναστολής των σχεδίων του. Ετοίμασε τα μπαγκάζια του κι έβγαλε το εισιτήριο. Η μάνα κι ο θείος τον κάνανε χρυσό, αλλά είχε κλείσει τ’ αυτιά του με βουλοκέρι. Την παραμονή ήρθε στο σπίτι η Γωγώ. Έτοιμη πάλι για συγκινησιακό ξέσπασμα. Της το έκοψε με το μαχαίρι «Μην πεις τίποτα Γωγώ. Τζάμπα θα τα πεις. Πες πως ήδη έχω φύγει» «Και με μας Αλέκο τι θα γίνει» «Δεν καταλαβαίνω. Έχουμε δώσει όρκους πίστης που δεν τους τήρησα;» «Ναι, αλλά τις προάλλες συνέβη κάτι σοβαρό με μας τους δυο. Το είδες τι έκανα για σένα. Σου είμαι αδιάφορη;» «Όχι γλυκιά μου. Μια χαρά κορίτσι είσαι. Αλλά έχω άλλα σχέδια. Κι αυτό το είχα κάνει έγκαιρα γνωστό σ’ όλη την παρέα. «Ναι, αλλά εγώ σ’ αγαπάω και στο απέδειξα αυτό!» « Και τι μου ζητάς; Να μην υλοποιήσω τα όνειρά μου;» «Γιατί δε βάζεις στα σχέδιά σου και μένα; Είμαι αποφασισμένη να σ’ ακολουθήσω, αρκεί να μου το ζητήσεις.» « Όχι κορίτσι μου, δεν γίνεται αυτό. Θέλω να πάω μόνος μου. Αργότερα κανείς δεν ξέρει τι θα συμβεί.. Ας αφήσουμε το χρόνο να δείξει» «Ένα πράγμα να ξέρεις. Εγώ θέλω να συνδέσω τη ζωή μου μαζί σου. Έτσι μην ελπίζεις. Θα με βρεις πάλι στο δρόμο σου. Προς το παρόν καλό σου ταξίδι. Εδώ μια ψυχή θα σε περιμένει» Η διάθεση του Αλέκου μετά την αναχώρηση της Γωγώς από το σπίτι του δεν ήταν και στη καλύτερη μέρα. Από μέσα του είπε «Με το χρόνο θα της περάσει» Πώς να το κάνουμε; Η αγάπη δεν είναι μια πίτσα που την παραγγέλνεις από το μαγαζί και σου έρχεται έτοιμη και ζεστή. Υπάρχει και σε πνίγει ή δεν υπάρχει και σ’ αφήνει αδιάφορο. 7. Η Μαρία θυμάται Ενώ επί είκοσι επτά χρόνια η ζωή της κυλούσε ευθύγραμμα, χωρίς παλινωδίες, δίχως αξιοσημείωτες μεταβολές και συγκινήσεις, μέσα σε μια βραδιά αναποδογύρισαν τα πάντα. Ο Μιχάλης, απρόσκλητος εισβολέας στη ζωή της, άλλαξε τις ισορροπίες που υπήρχαν. Εκείνο που την «ενοχλούσε» και την κρατούσε σε συναγερμό ήταν ότι της ήταν ακόμα απαραίτητος. Παλαιότερα; Με τέτοια συμπεριφορά θα τον είχε πετάξει με κλωτσιές έξω απ’ το σπίτι της κι αν δεν έφευγε θα φώναζε την Αστυνομία. Τώρα τα ανέχεται όλα. Τη σκαιά συμπεριφορά του, την τεμπελιά του. Κοντά της βρήκε το μήνα που τρέφει τους έντεκα. Τρώει, πίνει και δεν συνεισφέρει φράγκο στα έξοδα του σπιτιού. Καλά αυτά τ’ αντέχει. Της είπε ότι δουλεύει στο λιμάνι ως έκτακτος λιμενεργάτης. Το μεροκάματο εκεί δεν είναι σταθερό. Πρέπει να το διεκδικήσεις, να είσαι πρωί στη θέση σου, τότε που κατανέμονται οι δουλειές. Σπανίως ξυπνάει πρωί κι αρκετές φορές γυρίζει λέγοντας ότι δεν του έδωσαν δουλειά. Έτσι στην αρχή από καλή διάθεση, χωρίς το σωστό υπολογισμό, του έδωσε κάποια χρήματα για τα προσωπικά του έξοδα, αλλά αυτό ήταν ένα ακόμα λάθος της. Καλόμαθε ο κερατάς και τη θεωρεί τράπεζά του. Όλο ζητάει κι άλλα, εφευρίσκοντας γελοίες κι απίθανες δικαιολογίες. Τα πράγματα σκούρυναν όταν άνευ λόγου και αιτίας εξαφανιζόταν για μια-δυο μέρες χωρίς να δώσει σημεία ζωής. Ανησυχούσε! «Πού ήσουν Μιχάλη; Γιατί δεν πήρες ένα τηλέφωνο να μου πεις τι κάνεις; Εδώ είναι ξενοδοχείο; Δεν έχω το δικαίωμα να ξέρω τι κάνεις και πού βρίσκεσαι;» τον ρώτησε με θυμό. Αυτός αντέδρασε άσχημα «Ουφ! Δεν υποφέρεσαι πια. Γκρίνια και γκρίνια. Μου φαίνεται θα τα μαζέψω και θα εξαφανιστώ» Τότε αυτή έπρεπε μα του πει «Αμήν και πότε. Στον αγύριστο». Δεν τόλμησε να κάνει αυτό το βήμα και υποχώρησε για μια ακόμα φορά. Ο άλλος το ερμήνευσε κατά πώς τον βόλευε και τα πράγματα πήραν κι άλλο την κατηφόρα. 8. Η απόρριψη Είχε ήδη φύγει. Παρά τα παρακάλια, παρά την ομολογία του έρωτά της, παρά τη θυσία που έκανε γι αυτόν, δεν μπόρεσε να τον σταματήσει. Ο εγωισμός της είχε πληγωθεί Η επιθυμία του να φύγει απ’ την πόλη μας ήταν ακατανίκητη. Σκέφτηκε: Καλά τη μάχη αυτή την έχασε. Όχι όμως και τον πόλεμο. Με το πείσμα της ήταν σίγουρη ότι θα υπάρξουν και άλλα επεισόδια. Τον θέλει! Πάει και τέλειωσε! Μαζί του θέλει να φτιάξει οικογένεια. Ο Αλέκος ήταν ο στόχος της εδώ και πολλά χρόνια. Βλέποντας προς τα πίσω τώρα πρέπει να ομολογήσει το λάθος της. Άργησε να κάνει την επίθεσή της. Έπρεπε, με την έναρξη της φοιτητικής περιόδου να φτιάξει κατάσταση. Τώρα το πουλάκι νομίζει ότι πέταξε. Άστον να το πιστεύει. Η Αθήνα δεν είναι δα κι άκρη του κόσμου. Θα τον αναζητήσει! Οι μέρες περνούσαν και την απόρριψη δεν μπορούσε να την χωνέψει. Υπήρχε μήπως καμιά άλλη; Δεν το πίστευε. Και τότε συνέβη το θαύμα! Ενώ στην περίοδο της ήταν σταθερή, χωρίς εξαίρεση, τώρα είχε από μέρες καθυστέρηση. «Λες να έγινε το θαύμα;» είπε από μέσα της. Μια δοκιμή με δείκτη που προμηθεύτηκε από ένα φαρμακείο της πόλης είχε την πρώτη θετική ένδειξη. Δεν έχασε χρόνο, ούτε πανικοβλήθηκε. Άλλωστε το είχε, ως ενδεχόμενο, επιζητήσει. Η επίσκεψη στο γιατρό επιβεβαίωσε το γεγονός. Δεν έχασε χρόνο. Απ’ τη μάνα του Αλέκου, με μια σειρά ψεύτικες δικαιολογίες, έμαθε τη διεύθυνσή του στην Αθήνα και την άλλη μέρα το μεσημέρι ήταν μπροστά στην πόρτα του, σαν φάντης μπαστούνι. Η έκπληξη του Αλέκου ήταν προφανής και χωρίς φανερή αιτιολογία ένας φόβος άρχισε να τον τυλίγει «Γεια σου Γωγώ, πώς από εδώ;» « Είμαι καλά. Εσύ τι κάνεις;» «Πέτυχα τον πρώτο μου στόχο. Με δέχτηκαν στο μεταπτυχιακό κύκλο στο Οικονομικό Πανεπιστήμιο σε θέματα Μάρκετινγκ και Προγραμματισμού. Ο κύκλος είναι διετής και δύσκολος. Εσύ τι κάνεις;» «Δεν χρειάζονται εισαγωγές. Μπαίνω κατευθείαν στο θέμα. Αλέκο είμαι έγκυος. Θυμάσαι πριν ένα μήνα στα βράχια; Τελικά είχε συνέπειες. Τι κάνουμε τώρα;» Δεν έδειξε κανέναν δισταγμό. Της απάντησε αμέσως «Θα στο πω χωρίς περιστροφές. Μία είναι η οδός κι όχι άλλη. Θα πάμε εδώ μαζί σε μια κλινική για να το ρίξεις. Σβήσε απ’ το νου σου κάθε άλλο ενδεχόμενο. Για τα χρήματα, μη φοβάσαι, θα αναλάβω εγώ!» Της ήρθε να του δώσει μια γροθιά και να του κάνει τα μούτρα κρέας. Κρατήθηκε για μια νέα προσπάθεια «Καλά, δεν νιώθεις, ρε αναίσθητε, καμιά συγκίνηση ότι μέσα μου μεγαλώνει το παιδί σου;» « Παράτα τα δακρύβρεκτα σενάρια. Μου θυμίζεις παλαιά Ελληνική ταινία. Έκανες το παν να το πετύχεις. Ήξερες ότι εγώ είχα άλλα στο μυαλό μου. Θα πάμε στην κλινική. Τελεία και παύλα!» « Βρε, ας το διάολο, αναίσθητο πλάσμα. Εγώ δεν θα σκοτώσω ότι άρχισε να ζει μέσα μου. Θέλω να ξέρω τι βρήκα και σ’ αγάπησα, ανόητε; Δεν ήσουν άξιός της. Αντίο, λοιπόν» . 9. Η ώρα των αποφάσεων Για τη Μαρία ήρθε η ώρα του απολογισμού και των αποφάσεων. Καθισμένη στο γραφείο της, χωρίς την έγνοια κάποιου καθήκοντος, μουτζούρωνε δήθεν κάποιο χαρτί, πλήρως απομονωμένη από τους γύρω με τη σκέψη της να πετάει στα περασμένα. Πρώτα στους γονείς της. Πόσο ζήλευε το ταίριασμα τους! Ο ένας κοίταζε στα μάτια των άλλον. Ποτέ δεν τους άκουσε να μαλώνουν, κάτι φυσικό και συνηθισμένο στα ζευγάρια. Αυτοί ποτέ. Γιατί να μην έχει κι αυτή ένα τέτοιο ταίρι στη ζωή ; Τι αμαρτήματα έκανε κι ο Θεός την τιμώρησε; Τα έχει και λίγο μαζί του. Γιατί τους πήρε τόσο σύντομα κοντά της; Ο πατέρας έσβησε στην καρέκλα που ξεκουραζόταν. Η μάνα από τη μέρα εκείνη άρχισε να λιώνει. Η τελευταία έγνοια της ήταν ότι η κόρη που θα μείνει μόνη. Άντεξε ένα χρόνο και έφυγε κι αυτή. Ήταν ήδη κλεισμένη στον εαυτό της. Ο πρόωρος χαμός των δικών της την έκανε να κρυφτεί στο καβούκι της. Θυμόταν τα σχολικά της χρόνια. Της άρεσε ο Κώστας γιατί ήταν ήρεμος και σεμνός. Της πήγαινε, αλλά αυτός ποτέ δεν την πρόσεξε. Το μυαλό του ήταν αλλού, δεν καταλάβαινε που. Συνεχώς διάβαζε διάφορα παράξενα βιβλία και μετά έβρισκε ακροατές να λέει τις εντυπώσεις του. Κάποιοι, που επίσης τα είχαν διαβάσει άνοιγαν μαζί του συζήτηση, που συχνά άναβε κι αποκτούσε ένταση. Έως διαπληκτισμούς. Μια φορά προσπάθησε κι αυτή κάτι να πει και φαίνεται απ’ τους άλλους ακούστηκε λίγο χαζό. Δεν τόλμησε να το ξανακάνει. Μόλις τέλειωσε το σχολείο αυτός έφυγε για σπουδές στην Αθήνα και δεν γύρισε πίσω, απ’ ό,τι αυτή ξέρει. Κάπου ακούστηκε ότι έμπλεξε σε παράξενες παρέες, αλλά δεν έμαθε τι και πως. Την ίδια περίοδο ο πατέρας της την διόρισε σε μια δημόσια υπηρεσία και παρέμεινε στη πόλη της. Η αλήθεια είναι ότι της ταίριαζε περισσότερο ο ήρεμος Νίκος, αλλά αυτός δεν είχε μάτια γι άλλη πέρα από την ψηλομύτα και εγωίστρια Γωγώ. Εκείνη με τη σειρά είχε αλλού το νου της. Τι μπέρδεμα κι αυτό, Χριστέ μου; Παρέμεινε στην πόλη γιατί σπούδασε παιδαγωγικά στο τοπικό πανεπιστήμιο. Παρότι ζούσαν στην ίδια πόλη δεν συναντήθηκαν ούτε μια φορά μετά τι Λύκειο. Κατοικούσαν σε διαφορετική γειτονιά και η ίδια δεν είχε επαφές, ούτε συμμετοχή στις τοπικές κοινωνικές εκδηλώσεις. Με εντελώς τυχαίο τρόπο έμαθε ότι η Γωγώ θα ήταν υποψήφια δημοτική σύμβουλος στον συνδυασμό της συντηρητικής παράταξης στις δημοτικές εκλογές που πρόκειται να γίνουν το επόμενο δίμηνο. Τώρα ήρθε η ώρα. Το κρίσιμο ερώτημα είναι: Υποτάσσεται σ’ αυτή τη φαύλη κατάσταση με τον κηφήνα που έβαλε στο σπίτι της ή τον πετάει οριστικά έξω. Εντάξει! Της χρειάζεται η ερωτική σχέση που άνοιξε μαζί του. « Αλλά βρε άνθρωπέ μου τώρα που άρχισα κι έμαθα δεν μπορώ να βρω έναν άλλο άνδρα; Κι άλλες πορτοκαλιές κάνουν πορτοκάλια. Θάρρος κορίτσι μου!» Τότε χωρίς καμιά αιτιολογία, πέρασε απ’ το νου της ο ήρεμος Νίκος. Θα μπορούσε να κάνει μαζί του κατάσταση; Εντάξει δεν θα είναι κάτι το συναρπαστικό. Πού ξέρεις όμως; Μπορεί τα πράγματα να πάνε καλύτερα απ’ ότι περιμένεις. Πού να βρίσκεται τώρα αυτός; Έχει χρόνια να μάθει νέα του, Αν και ζουν στη ίδια πόλη δεν έτυχε να συναντηθούν τα βήματά τους. Ας φροντίσει να μάθει τι κάνει. Προς το παρόν προηγούνται άλλα καθήκοντα. Θα κάνει το αποφασιστικό βήμα με τον προβληματικό, που χωρίς σκέψη έκανε το σφάλμα και τον έμπασε μέσα στο σπίτι. Η πρώτη πράξη. Φώναξε τον μάστορα κι άλλαξε τις κλειδαριές. Ο Μιχάλης ζούσε μια από τις εξαφανίσεις του. Η συγκατοίκηση μαζί του της είχε ήδη στοιχίσει πολλά. Δεν αναφέρομαι στην χρηματική πλευρά του θέματος. Αυτήν την είχε αφομοιώσει. Εκείνο που ήξερε από την αρχή ότι θα συμβεί είναι τα σχόλια και οι αντιδράσεις του περιβάλλοντός της. Κατάμουτρα δεν της είπαν τίποτα, αλλά ένιωσε με τις σιωπές και τις αμηχανίες στα συναπαντήματα με γείτονες. Τη γενική αποδοκιμασία. Το ίδιο στα μαγαζιά της γειτονιάς όταν πήγαινε να προμηθευτεί τις απαραίτητες προμήθειες. Δεν της κακοφαινόταν. Σε επαρχιακή πόλη ζούσε, αλλιώς την είχαν συνηθίσει. Είναι φυσικό η ξαφνική εμφάνιση ενός άνδρα που μπαινοβγαίνει στο σπίτι να σχολιαστεί. Και μάλιστα με τα χαρακτηριστικά του Μιχάλη. Εκεί μόνο που απ’ την αρχή πάτησε πόδι και του απαγόρευσε την προσέγγιση ήταν ο χώρος εργασίας της. Του το είχε πει καθαρά «Στο χώρο εργασίας μου δεν θα πλησιάσεις. Σε καμιά περίπτωση. Αν κάτι έκτακτο συμβαίνει θα με παίρνεις τηλέφωνο. Εντάξει;» Μέχρι σήμερα ο όρος αυτός είχε τηρηθεί. «Για να δούμε τώρα» είπε από μέσα της. Την άλλη μέρα το πρωί ενώ βρισκόταν στην εργασία της το τηλέφωνο χτύπησε. Το αισθάνθηκε ότι ήταν αυτός. Με φωνή αυταρχική κι ενοχλημένη την είπε «Μαρία δεν μπορώ ν’ ανοίξω την πόρτα στο σπίτι. Χάλασε η κλειδαριά ή το κλειδί» «Κάνε μερικά λεπτά υπομονή κι έρχομαι!» του απάντησε Με το φόβο μέσα της, αλλά και με σταθερή την απόφαση να λύσει το γόρδιο δεσμό έφυγε απ’ τη δουλειά, επικαλούμενη κάποια αδιαθεσία. Είχε από το βράδυ κάνει την προετοιμασία της. Σε μια δική της βαλίτσα μάζεψε όλα τα προσωπικά του είδη. Ακόμα κι όσα αυτή του είχε αγοράσει. Τον βρήκε εκνευρισμένο έξω απ’ την πόρτα της μονοκατοικίας της. «Τι συμβαίνει Μαρία;» «Θα στα εξηγήσω όλα!» Αυτό δεν μπορούσε να γίνει στο δρόμο. Γιατί δεν ήθελε δημόσιες σκηνές. Άνοιξε την πόρτα και μπήκαν στον διάδρομο. Ενώ από μέσα της έτρεμε, προσπάθησε απεγνωσμένα να μην το δείξει. Ήρεμα, αλλά αποφασιστικά του είπε «Η κοινή ζωή μας, Μιχάλη, έλαβε τέλος. Καλά την έβγαλες εδώ. Αλλά δεν πάει άλλο. Έκανες τα πάντα να μετανιώσω την ώρα και τη στιγμή που σ’ έβαλα στο σπίτι μου. Τέλος! Όλα τα δικά σου πράγματα είναι μέσα σ’ αυτή τη βαλίτσα που βλέπεις. Να μην σε ξαναδώ στο κατώφλι μου. Να ξέρεις ότι η απόφασή μου είναι οριστική» Του άλλου του ήρθε κεραμίδα στο κεφάλι. Δεν πίστευε ότι εκείνο το συγκαταβατικό και του χεριού του κοριτσάκι θα σηκώσει ποτέ το κεφάλι του. Το έπαιξε χαζός «Έλα ρε Μαρία! Πλάκα μου κάνεις. Στον Μιχάλη σου λες τέτοια λόγια; Ξεχνάς τα όμορφα πράγματα που ζήσαμε μαζί;» «Δεν ξεχνάω τίποτα. Και τα καλά και τα κακά. Ως εδώ όμως. Όλα έχουν ένα τέλος και για μας τους δυο αυτό έφτασε!» Μέχρι εδώ το έπαιξε ήρεμος. Βλέποντας όμως την άλλη αποφασισμένη άλλαξε τροπάρι «Είσαι με τα καλά σου μωρή σκρόφα ότι με το «αποφασίζω και διατάζω» θα γλυτώσεις τόσο εύκολα από μένα;» «Πάρε τη βαλίτσα σου και δρόμο!» «Σε ποιον μιλάς έτσι, ρε πουτάνα της δεκάρας;» Την άρπαξε απ’ τα μαλλιά και την έσυρε μέχρι μέσα στο σαλόνι. Της έδωσε δυο δυνατούς μπάτσους που την πόνεσαν αβάστακτα. Δάγκωσε τα χείλη της να μην φωνάξει και με μια απότομη κίνηση ξέφυγε απ’ τα χέρια του και πετάχτηκε έξω απ’ το σπίτι «Θα ειδοποιήσω την Αστυνομία. Να το ξέρεις» Κανονικά σιγά μην φοβηθεί ο Μιχάλης! Ευτυχώς γι αυτήν ο Μιχάλης είχε ανοιχτούς λογαριασμούς με τις αρχές κι απειλή έπιασε τόπο. Σε λίγο χρόνο φάνηκε στην εξώπορτα κρατώντας τη βαλίτσα. Της έριξε ένα λυσσασμένο βλέμμα λέγοντας «Κάνεις λάθος αν νομίζεις ότι έτσι εύκολα θα γλυτώσεις από μένα» Το ήξερε, αλλά το βασικό βήμα είχε γίνει κι ένιωθε για πρώτη φορά το γλυκό αίσθημα της νίκης κι της απελευθέρωσης! 10. Περίσκεψη «Και τώρα τη κάνουμε» αναρωτήθηκε μόνη της. Η επίσκεψη στην Αθήνα ήταν σκέτη απογοήτευση. Έχασε κάθε ιδέα για τον Αλέκο. Τον είχε αγαπήσει. Όμως ακόμα δεν ήξερε ότι η αγάπη και το μίσος είναι τα δυο άκρα στο ευθύγραμμο τμήμα των συναισθημάτων. Αυτό όμως λυγίζει και κάποτε γίνεται κύκλος. Έτσι τα άκρα μπορούν να πλησιάσουν πολύ κοντά, μέχρι που να κάνουν εναλλαγή θέσεων. Το θηλυκό μυαλό της φιλόδοξης Γωγώς άρχισε να δουλεύει πυρετικά και σύντομα το νέο σχέδιο είχε σχηματισθεί σε γενικές γραμμές . Την άλλη μέρα ήταν στο λογιστικό γραφείο του Νίκου. Ήξερε ότι το θύμα θα πέσει εύκολα στη φάκα που ετοίμαζε. Η ευχάριστη έκπληξη φάνηκε εύγλωττα στο πρόσωπό του. «Καλώς την Γωγώ! Χαίρομαι που σε βλέπω. Ποιος καλός άνεμος σε φέρνει εδώ;» Ο γνωστός γλωσσοδέτης είχε ξεπεραστεί. Ένα φορτίο κάποιας αυτοπεποίθησης είχε εγκατασταθεί μέσα του και φαινόταν σ’ όλες τις αντιδράσεις του. Ο κύκλος των εργασιών του είχε μεγαλώσει, είχε τη φήμη του έμπιστου, που είχε κι άκρες στην εφορία. Αυτό ήταν η αιτία για νέους κι ικανοποιημένους πελάτες «Έχω καιρό να σε δω. Τι κάνει η παλαιά παρέα;» «Α! Κι εγώ έχασα τις επαφές μου. Δεν είδα κανέναν εδώ και καιρό. Απ’ ό,τι ξέρω ο Κώστας κι ο Αλέκος είναι στην Αθήνα. Με την Μαρία έχουμε να συναντηθούμε χρόνια. Εσύ πας καλά; Απ’ ότι βλέπω το γραφείο είναι γεμάτο φακέλους. Θα αντιστοιχούνε, φαντάζομαι, σε πελάτες;» «Ναι, καλά πάω. Πες μου τι σε φέρνει εδώ;» «Ξέρεις Νίκο τελείωσα παιδαγωγικά και δεν μπορώ να περιμένω χρόνια για έναν διορισμό, που δεν ξέρω που θα είναι. Εγώ βιάζομαι και επιπλέον θέλω να μείνω εδώ στην πόλη μας. Σκέφτομαι ν’ ανοίξω δικό μου νηπιαγωγείο. Έχουμε τόσους φίλους και γνωστούς. Γιατί να τρέχω σ’ άλλους τόπους, όπου θα είμαι άγνωστη ανάμεσα σε αγνώστους. Θέλω τη γνώμη σου και τη βοήθειά σου» «Μετά χαράς! Η σκέψη σου είναι σωστή. Είμαι διαθέσιμος και θα κάνω για σένα ότι περνάει απ’ το χέρι μου» « Έχω ένα ραντεβού σε λίγο και δεν υπάρχει ο απαιτούμενος χρόνος. Πρέπει να το συζητήσουμε αναλυτικά. Είσαι να φάμε μαζί το βράδυ και με την ευκαιρία να τα πούμε αναλυτικά;» «Το ρωτάς; Που θέλεις να βρεθούμε; Κάνε μια πρόταση» «Κάτι κοντά στη θάλασσα θα προτιμούσα» Το σκέφτηκε λίγο κι είπε «Θες να πάμε στον Ναυτικό Όμιλο;» «Πολύ ωραία ιδέα. Λειτουργεί κανονικά;» «Ναι, γιατί πήγα τις προάλλες» «Δέκα το βράδυ είναι καλά; Θα έρθω μόνη μου» Δεν της ήταν καθόλου δύσκολο να τον οδηγήσει αργά στα βράχια. Είχε προηγούμενη εμπειρία. Δεν κουράστηκε να τον φέρει εκεί που ήθελε. Για τον Νίκο ήταν σαν να ζούσε ένα όνειρο. Έκανε έρωτα με την Γωγώ, κάτι που μόνο με τη φαντασία του το είχε μέχρι τώρα ζήσει. Πετούσε στα σύννεφα! Χριστέ μου! Του δόθηκε μ’ όλο της το σώμα. Μάλιστα από τις αντιδράσεις της φαίνεται ότι τα κατάφερε. Οι κραυγές της, το σφίξιμο πάνω του ήταν τρανή απόδειξη ότι τα είχε καταφέρει. Ένας φουσκωμένος κόκορας κυκλοφορούσε για μέρες στα στέκια του. Ήταν αυτός! Τον επισκέφτηκε σε λίγες μέρες φέρνοντας του κάποια από τα απαραίτητα χαρτιά για έναρξη επαγγέλματος. Ήταν όλο περιποιήσεις και υποσχέσεις ότι θα κάνει ότι περνάει απ’ το χέρι του γι αυτήν. «Νίκο μου φοβάμαι! Θα χρειαστούν πολλά λεφτά κι οι δικοί μου δεν είναι σε θέση να μου τα δώσουν» «Μην στεναχωριέσαι γι αυτό, Γωγώ. Μπορώ να βοηθήσω» «Μα πώς;» « Έχω εγώ μπόλικα λεφτά. Αν θέλεις σου δείχνω το βιβλιάριο να το επιβεβαιώσεις» Η τετραπέρατη Γωγώ αντέδρασε κάθετα. « Ούτε που να το συζητάς. Δεν θα δεχτώ ευρώ από σένα. Εγώ πρέπει να σε πληρώσω για τη βοήθεια που μου δίνεις» Πριν ο άλλος προλάβει ν’ αντιδράσει έσκυψε και του έδωσε ένα σύντομο φιλί στο στόμα «Γεια σου προς το παρόν. Θα τα πούμε πάλι» Ο Νίκος χεσμένος! 11. Ο Κώστας Από μικρός ένιωθε ξένο σώμα στην παρέα του. Αυτός είχε άλλες έγνοιες, άλλα διαβάσματα, ενώ οι περισσότεροι γύρω του ήταν μικροαστοί μεγαλωμένοι στο κυρίαρχο πλαίσιο: Πατρίς- Θρησκεία- Οικογένεια. Η ιστορία που διδάχτηκαν κυριαρχείται από το ιδανικό της μεγάλης ιδέας. Μερικοί πιστεύουν ότι κάποια στιγμή πάνω στον τρούλο της ΑγιάςΣοφιάς θα κυματίσει η γαλανόλευκη. Όχι, αυτός δεν θα πάρει απ’ αυτόν τον μπατιρισμένο ιμπεριαλισμό! Αυτός είναι πολίτης του κόσμου, είναι γεμάτος από τις μεγάλες οικουμενικές ιδέες της ισότητας, της ειρήνης και της δικαιοσύνης και του σοσιαλισμού! Τα αστικά κόμματα για το μόνο που ενδιαφέρονται είναι η διατήρηση τους στην εξουσία. Τα υπάρχοντα αριστερά κόμματα έχουν συμβιβαστεί στην ουσία με την αστική δομή της κοινωνίας κι έχουν υποστείλει τη σημαία της επανάστασης, είναι στην πράξη λακέδες της εξουσίας. Επανάσταση για την ανατροπή του αστικού καθεστώτος. Όχι! Αυτός θα μείνει πιστός στην ιδέα της παγκόσμιας επανάστασης, όπως την περιέγραψαν οι κλασικοί μεγάλοι επαναστάτες. Όπως ο Λέων Τρότσκι και η 4η διεθνής. . Μόλις τέλειωσε το Λύκειο εκείνο που επιδίωξε και πέτυχε ήταν να δραπετεύσει από το στενό κλοιό της επαρχιακής του πατρίδας. Μπήκε στην Νομική της Αθήνας. Οι δικοί του τον βοήθησαν πιστεύοντας ότι σπουδάζει. Σήμερα νομίζουν ότι μετά από λίγο καιρό, υπερνικώντας τις τελευταίες εκκρεμότητες σε μαθήματα, θα πάρει το πτυχίο της Νομικής. Όμως η πραγματικότητα ήταν εντελώς διαφορετική. Τη σχολή την είχε γράψει από την αρχή στα παλαιά του παπούτσια. Είχε πολύ καιρό να δώσει έστω κι ένα μάθημα. Αντίθετα είχε λάβει μέρος σε εκατοντάδες ακτίφ προετοιμασίας επαναστατικών πρωτοβουλιών. Το ίδιο και στις διαδηλώσεις. Το επαναστατικό του καθήκον είναι να βοηθήσει στη συνειδητοποίηση της ανάγκης για ριζική ανατροπή του αστικού καθεστώτος. Όλα τ’ άλλα είναι κουραφέξαλα. Οι δυσκολίες θα άρχιζαν όταν οι αθώοι γονείς- χρηματοδότες μάθαιναν την αλήθεια. Προς το παρόν δεν αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα. Στην πατρίδα ανέβαινε σπάνια και απέφευγε ενσυνειδήτως να συναντήσει τους παλαιούς του φίλους.. Όμως μάθαινε μέσω του μικρότερου αδελφού του τα βασικά νέα τους Ζούσε τη φάση αναμονής των επερχόμενων εξελίξεων. Σε λίγο θα βρισκόταν μπροστά στην κρίση. Να βρει δουλειά στην Αθήνα, που θα του εξασφαλίζει τα βασικά έσοδα το έβλεπε πολύ χλωμό ενδεχόμενο. Η τραγωδία θα ήταν να επιστρέψει άπραγος πίσω, χωρίς πτυχίο. Με τι μούτρα θα αντιμετωπίσει οικογένεια και γνωστούς. Πρέπει να ετοιμάσει ένα καλό σενάριο για να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα 13. Η νέα παγίδα. Ο Νίκος δέχτηκε με χαρά κι ανακούφιση το τηλεφώνημα της Γωγώς. Είχαν περάσει αρκετές μέρες σιωπής από μέρους της. Τον έτρωγε η περιέργεια να συζητήσει μαζί της την ονειρεμένη βραδιά, που ζήσανε μαζί. Να μάθει τις εντυπώσεις της. Ο ίδιος ανασφαλής, ήθελε μια επιβεβαίωση απ’ τα χείλη της. Καιγόταν, ντε! «Νίκο θα περάσω να σε δω. Πρέπει να συζητήσουμε ένα σοβαρό ζήτημα» Τον ανησύχησε ο τόνος της φωνής της. Δεν περίμενε τέτοια εισαγωγή, αλλά το μόνο που μπόρεσε να πει ήταν «Βεβαίως να έρθεις. Ακόμα και τώρα αν μπορείς. Θα σε περιμένω» «Δυστυχώς, Νίκο, δεν αισθάνομαι αυτή τη στιγμή καλά. Ίσως αν μπορείς, θα προτιμούσα αύριο το πρωί» «Βεβαίως και μπορώ. Θα σε περιμένω με ανυπομονησία» Ας τον λίγο να ψηθεί από μέσα του σκέφτηκε η Γωγώ. Αυτός; Τριβέλισε το μυαλό του μήπως καταλάβει ποιο μπορεί να είναι το πρόβλημα και δεν έβγαζε άκρη. Ας κάνει υπομονή μέχρι αύριο. «Θεέ μου μην χαλάσει η σχέση που άνοιξε μεταξύ μας». Κατά τις δέκα χτύπησε το τηλέφωνο κι ήταν η Γωγώ «Πέρασα άσχημη νύχτα Νίκο. Κοιμήθηκα προς το ξημέρωμα και μόλις τώρα ξύπνησα. Αν και δεν νιώθω καλά θα έρθω. Κατά τις δώδεκα θα είμαι εκεί. Μήπως εσύ δε μπορείς τότε;» « Όχι, όχι! Εδώ θα είμαι και θα σε περιμένω» Αυτός γεμάτος ανησυχία, αυτή ουδέτερη έως ψυχρή. Το σχέδιο προχωρούσε, όπως το είχε καθορίσει. Έφτασε στο γραφείο του Νίκου τη σωστή ώρα εξοπλισμένη με μια έκφραση ταλαιπωρημένης από χίλια βάσανα. Ο άλλος τρόμαξε. «Τι έγινε καλή μου; Τι σου συμβαίνει;» «Θα στα πω όλα με τη σειρά, Νίκο. Ελπίζω να με βοηθήσεις» « Το συζητάς; Θα κάνω ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου» «Νίκο μου! Την τελευταία βδομάδα ένιωθα αδιαθεσίες. Δεν ήμουν καλά. Τότε πέρασε η σκέψη απ’ το μυαλό μου. Μήπως η όμορφη βραδιά που περάσαμε μαζί είχε τις συνέπειές της; Πήγα στο φαρμακείο και πήρα έναν δείκτη. Έκανα το τεστ και δυστυχώς κυοφορώ. Ναι είμαι έγκυος! Μην ανησυχείς όμως. Εκείνο που σου ζητώ είναι να με βοηθήσεις να βρω έναν καλό γιατρό να πάμε για να κάνω έκτρωση. Συγνώμη που το λέω έτσι άκομψα, αλλά τι να κάνω κι εγώ η κακομοίρα; Βρίσκομαι σε δύσκολη θέση» Ο άλλος αποσβολωμένος, για αρκετά δευτερόλεπτα έμεινε άφωνος, και μετά με μια φωνή γεμάτη ενοχές και ικεσία της είπε «Εγώ φταίω για όλα Γωγώ. Εγώ σου δημιούργησα το πρόβλημα κι αναλαμβάνω όλες τις ευθύνες. Δεν μου λες κορίτσι μου; Γιατί να κάνουμε το έγκλημα και να σκοτώσουμε μια νέα ζωή που εμείς δημιουργήσαμε; Άστο να ζήσει, σε παρακαλώ!» «Και τι προτείνεις Νίκο. Σε λίγους μήνες να κυκλοφορώ στη πόλη φουσκωμένη, όντας ανύπανδρη; Τι θα πω στη Μάνα μου, τι θα πω στη γειτονιά; Μια κουβέντα είναι αυτή. Σκέφτηκες τις συνέπειες των λόγων σου;» Ο άλλος την κοίταξε μερικές στιγμές αμίλητος και μετά με αποφασιστική φωνή της είπε «Γωγώ μου! Ξέρεις από πάντα ότι εγώ σ’ αγαπούσα και είμαι για σένα διαθέσιμος. Εσύ δεν ξέρω τι αισθήματα τρέφεις για μένα. Αν δεν μ’ αγαπάς καθόλου, τουλάχιστον θα με συνηθίσεις με τον καιρό και πού ξέρεις στο μέλλον τι μπορεί να συμβεί; Οι άνθρωποι αλλάζουν, οι καταστάσεις μεταβάλλονται.. Μπορούμε να παντρευτούμε, ακόμα και εικονικά. Τότε δεν θα υπάρξει πρόβλημα. Εγώ αναλαμβάνω να σε κάνω ενώπιον Θεού κι ανθρώπων γυναίκα μου.» Η άλλη αμίλητη με μια έκφραση ανακούφισης στο πρόσωπο έδειχνε ότι το σκέφτεται. Έσκυψε πάνω του και τον φίλησε ζεστά «Πράγματι Νίκο μ’ αγαπάς και είσαι κύριος με τα όλα του. Θα προσπαθήσω να σταθώ στο πλάι σου με την εμπιστοσύνη που αξίζεις» Του άλλου γελάγανε τα μουστάκια του και η Γωγώ συνέχισε «Ο χρόνος πιέζει όμως. Δεν έχουμε καιρό για προετοιμασίες. Προτείνω να κάνουμε όσο πιο σύντομα γίνεται έναν πολιτικό γάμο μόνοι μας και αργότερα σου υπόσχομαι θα πάμε στην εκκλησία να τον ευλογήσει κι ο Θεός» «Εντάξει! Το βρίσκω λογικό. Αυτό θα κάνουμε» Μέσα σε λίγες μέρες όλα είχαν τελειώσει. Ήταν πια αντρόγυνο. Η Γωγώ ήταν ικανοποιημένη με τον εαυτό της. Τα πράγματα έγιναν όπως τα είχε σχεδιάσει. Αυτή η «εκκρεμότητα» είχε αίσιο τέλος. Με τη μάνα της τα μπάλωσε πάνω κάτω. Πάντα την χειριζόταν καλά. Μπαμπάς από χρόνια δεν υπήρχε. Τον θυμόταν αχνά, από νωρίς άρρωστος κι ετοιμόρροπος. Έφυγε και ησυχάσανε, αφού κάθε μέρα έβγαινε η ψυχή της μάνας της να τον φέρει βόλτα. Δεν τον έζησε, δεν τον αγάπησε. Ήταν σαν να μην υπήρξε. Το ζήτημα της πρόωρης, όπως προβλεπόταν, γέννας της θα το τακτοποιούσε κι αυτό. Ο Νίκος αφελής και καλοπροαίρετος πετούσε από ευτυχία στα σύννεφα. Τον έφερε στο πατρικό της. Αυτό θα ήταν το πρώτο τους σπίτι. Όταν ο άλλος προσφέρθηκε να νοικιάσει ένα μεγαλύτερο και να το επιπλώσει με το γούστο της, αυτή δεν συμφώνησε μαζί του. «Άσε Νίκο. Τα λεφτά θα χρειαστούν για την επιχείρηση που θα ανοίξουμε οι δυο μας. Ξέχασες ότι θέλω ν’ ανοίξω νηπιαγωγείο; Κάποια στιγμή και το παιδί μας θα πάει εκεί. Χρειαζόμαστε ένα κατάλληλο οίκημα με αυλή και πολλούς χώρους. Θα το ανακαινίσουμε, να γίνει κουκλί, Θα βάλουμε τον εξοπλισμό που απαιτείται» Πήρε μια ανάσα και συνέχισε απτόητη « Να το θυμάσαι. Απευθυνόμαστε στην καλή κοινωνία της πόλης, που θα είναι σε θέση να πληρώνει τα δίδακτρα. Στηρίζομαι στη δική σου βοήθεια, Νικο. Είσαι ένας πετυχημένος επαγγελματίας μ’ έναν κύκλο και όταν με το καλό γεννηθεί το παιδί θα πρέπει να ξανοιχτούμε λίγο στην κοινωνία. Να γίνουμε γνωστοί στους εν δυνάμει πελάτες». Του άφησε λίγο χρόνο να αφομοιώσει τις υποχρεώσεις που όλα αυτά συνεπάγονται « Σε ζάλισα, Νίκο μου! Αλλά όλα θέλουν την προετοιμασία τους κι αυτό το διάστημα εγώ είμαι ανίκανη για τρεξίματα. Πρέπει να είμαι προσεκτική! Τουλάχιστον μέχρι να γεννήσω, μην έχουμε κανένα ατύχημα» «Εντάξει Γωγώ. Εσύ θέλω να προσέξεις το παιδί. Να κάνεις ό,τι σου λέει ο γιατρός και τ’ άλλα άστα επάνω μου. Θα τα φροντίσω εγώ. Μην ανησυχείς!» «Μια κουβέντα είναι αυτή. Μακάρι να μπορούσα να ηρεμήσω!» 14. Ο Αλέκος πρωτευουσιάνος Συμπλήρωνε τη διετία του μεταπτυχιακού. Στην έναρξη πίστευε πώς και τι, αλλά πολύ σύντομα τον έφαγε η ρουτίνα. Ανούσιες ομιλίες μεγαλοκαθηγητών, που βαριόνταν τη ζωή τους. Πολλές φορές χωρίς ειρμό και το χειρότερο, πολλές φορές απόντες άνευ λόγου και αιτίας. Είδε μ’ έκπληξη ότι στους συμφοιτητές του αυτές οι απουσίες δεν τους ενοχλούσαν καθόλου. Το αντίθετο ήταν ευκαιρία για ραχάτι, καφέ στο βεστιάριο της σχολής και χαρτιά στο διπλανό καφενείο. Δεν άντεξε στο πειρασμό και ρώτησε έναν από τους συμφοιτητές του «Καλά τι συμβαίνει; Πληρώσαμε λεφτά για αυτό το πρόγραμμα. Ο καθηγητής μπορεί να απουσιάζει όποτε γουστάρει; Χωρίς να δίνει λογαριασμό πουθενά; Το βρίσκεις λογικό αυτό;» «Άσε ρε φίλε! Δεν κατάλαβες Χριστό, τι συμβαίνει εδώ. Εκείνο που μόνο ενδιαφέρει την πλειοψηφία είναι να πάρει το χαρτί και να το επικαλείται στη συνέχεια στο βιογραφικό του. Εσύ πιστεύεις ότι θα μάθεις κάτι εδώ μέσα. Να σου κάνω μια προσωπική εξομολόγηση; Μήπως ανοίξουν τα μάτια σου. Ό,τι έμαθα στη ζωή μου, το έμαθα μόνος μου. Το έμαθα γιατί μ’ άρεσε, γιατί εγώ έδειξα ενδιαφέρον. Προσαρμόσου, φίλε μου, στο περιβάλλον για να ζήσεις και να προκόψεις» Του έκαναν εντύπωση αυτά που άκουγε. Ο άλλος συνέχισε καταιγιστικά «Χτύπα, αγόρι μου, κανένα γκομενάκι από τα πολλά που κυκλοφορούν πεινασμένα εδώ γύρω και είναι διαθέσιμα. Να σου πω κάτι που μου είπε ο έμπειρος θείος μου, που είναι μανούλα στην πολιτική; Δεν αμείβεται η γνώση χαζέ. Οι γνωριμίες κι οι κοινωνικές επαφές δίνουν ψωμί! Όλα τ’ άλλα είναι αρχίδια στο πάτερο» Η συνομιλία του με τον ηπειρώτη απ’ τα Γιάννενα Σταμάτη ήταν το πιο συμπυκνωμένο μάθημα ζωής το τελευταίο διάστημα. Μεταπτυχιακά και μαλακίες. Έγινε κολλητός του και ζήσανε μαζί πολλά και διάφορα. Εξαιτίας του γράφτηκε στο ΠΑΣΟΚ κι άρχισε να ασχολείται με την πολιτική. « Μην κολλήσεις» τον συμβούλεψε ο δικός του. «Άσε τις ιδεολογίες για τους χαζούς και τους ιδεολόγους. Εσύ ένα νάχεις στην κούτρα σου. Τι θα με προωθήσει, ποιός είναι που θα σε βοηθήσει; Το κατάλαβες επιτέλους!» Ο Σταμάτης δεν ήταν μόνο λόγια. Προσωπικά είχε ανέβει σκαλοπάτια στην κομματική ιεραρχία και προαλειφόταν να είναι υποψήφιος στην πατρίδα του στις επόμενες εκλογές. Τελικά ας τ’ ομολογήσει: Αυτός δεν ήταν κι ο δικός του σκοπός; Με τη στήριξη του τετραπέρατου Σταμάτη και τις άκρες που είχε πήρε τον μεταπτυχιακό τίτλο με «Άριστα» και μια καθαρή φωτοτυπία του έστειλε αμέσως στη μάνα και τον θείο του, αυτούς που ανελλιπώς έστελναν το έμβασμα, αλλά και να το διαδώσουν στους κύκλους της πόλης. Αυτό δεν το ζήτησε. Ήξερε ότι θα το κάνουν από μόνοι τους. Προετοιμαζόταν για την επιστροφή του στην πατρίδα. Όχι για οριστική εγκατάσταση, αλλά πρέπει να προετοιμάσει το δρόμο για τα μελλοντικά σχέδιά του. Μέσα στο μυαλό του πέρασε η σκέψη. Τι να γίνονται, άραγε, οι φίλοι και οι συμμαθητές του; Πρέπει να επανασυνδέσει τους δεσμούς μ’ όλους, χωρίς εξαιρέσεις. Η Γωγώ τι κάνει; Εδώ θα έχει κάποιο πρόβλημα, αλλά πιστεύει ότι θα το ξεπεράσει. Η τελευταία συμβουλή του φίλου του Σταμάτη ήταν: « Καλές σχέσεις με τα τοπικά κομματικά στελέχη και τις τοπικές εφημερίδες. Γράφε και κανένα άρθρο, κακομοίρη μου. Έστω περί ανέμων και υδάτων. Αυτά αρέσουν. Κοτζάμ δόκτορας είσαι πια!» 15. Η γέννηση του παιδιού Η γέννηση του παιδιού τελικά δεν ήταν εύκολη. Για να βγει ο μικρός από την κοιλιά την ταλαιπώρησε πολύ. Τόσο που πίστεψε ότι κινδύνεψε και η ζωή της. Ευτυχώς τελικά όλα πήγαν καλά. Όταν συνήλθε και της έφεραν δίπλα το γιο της ένιωσε συναισθήματα που η υστερόβουλη και φιλόδοξη Γωγώ μέχρι τώρα δεν είχε ξανανιώσει. Αυτό το πλασματάκι δίπλα της ήταν το παιδί της. Σαρξ εκ της σαρκός της. Το αγάπησε, από την πρώτη στιγμή, απελπισμένα κι έβαλε στόχο της ζωής της να τον κάνει ευτυχισμένο. Μετά ήρθαν στο δωμάτιο οι δικοί της. Ο Νίκος κι η μάνα της. Η πρόωρη γέννα στο μυαλό του Νίκου δεν έβαλε κανένα ερωτηματικό. Ο γιατρός του είπε: Πολλές φορές τα παιδιά έρχονται πρόωρα. Ο γιος σου είναι καλά και υγιής. Αυτό είναι το μόνο που έχει σημασία. Το ίδιο και η μάνα. Μόνο που είναι κουρασμένη και σήμερα μην την ταλαιπωρήσουμε άλλο. Ο Νίκος πετούσε στα σύννεφα Ήταν πατέρας ενός γιου. «Χριστέ μου, ποια ευτυχία μου φύλαγες να γευτώ;» Με τη Γωγώ τα πράγματα ήταν κάπως ιδιόμορφα. Στο διάστημα της εγκυμοσύνης της είχαν μετρημένες επαφές μαζί της κι αυτές με το ζόρι. Η Γωγώ επικαλούνταν τους κινδύνους για το παιδί που μεγαλώνει μέσα της. Μια δικαιολογία που την καταλάβαινε και γι αυτό έκανε υπομονή. Τώρα θα αρχίσει μια νέα περίοδος. Ήδη για την γυναίκα του είχε κάνει σημαντικά βήματα. Η ανακαίνιση του κτιρίου σχεδόν τελείωνε. Το θέμα της άδειας βρίσκεται σε προχωρημένο στάδιο. Όταν έκανε μια απόπειρα να πάρει πρωτοβουλίες για την επίπλωση του κτιρίου συνάντησε την κάθετη άρνησή της « Όχι, Νίκο. Αυτό άστο σε μένα. Έχω στο μυαλό μου ένα σωρό ιδέες» Ένα ήταν το ελάττωμα της Γωγώς. Δεν υπολόγιζε τα έξοδα και τα λεφτά του δεν ήταν κι ατέλειωτα. Κάποια στιγμή πρέπει να τολμήσει να της το πει. Προς το παρόν άντεχε ακόμα. Μετά από λίγες μέρες, μάνα και γιος έφτασαν στο σπίτι. Το ζήτημα της φροντίδας του παιδιού ήταν λυμένο. Θα αναλάμβανε η μάνα της Γωγώς, μια ικανή και προκομμένη γυναίκα με πλήρη υγεία και πρόθυμη να ικανοποιεί κάθε επιθυμία της κόρης της. Σε λίγες μέρες η Γωγώ βγήκε απ’ το σπίτι σπάζοντας την παράδοση της επαρχιακής πόλης, που ήθελε τη γυναίκα να είναι κλεισμένη τις πρώτες σαράντα μέρες σ’ αυτό ασχολούμενη μόνο με το παιδί. Η πρώτη έξοδος να είναι η επίσκεψη μάνας και παιδιού στην εκκλησία για να πάρουν την ευλογία απ’ τον παπά. Η πρώτη επίσκεψη ήταν στο νηπιαγωγείο. Να πάρει τον πλήρη έλεγχο των εργασιών που πρέπει να γίνουν. Έδωσε στους εργάτες τις κατάλληλες εντολές και μετά πήγε στο γραφείο του άνδρα της. Για αυτόν η επίσκεψή της ήταν ξαφνική και όταν βρέθηκε μπροστά της εμφανίστηκε η συνήθης αμηχανία, που πάντα ένιωθε όταν ήταν δίπλα της, παρά το γεγονός ότι ήταν πλέον παντρεμένοι κι είχαν αποκτήσει παιδί. «Καλώς την. Δεν με ειδοποίησες ότι έρχεσαι. Πώς είσαι;» «Είμαι καλά. Ήρθα να με ενημερώσεις για όλες τις εκκρεμότητες για το νηπιαγωγείο. Με την άδεια πού βρισκόμαστε; «Η άδεια πρέπει να βγει στ’ όνομα σου. Γιατί εσύ είσαι πτυχιούχος. Δυστυχώς πρέπει να πάμε στο υπουργείο στην Αθήνα. Η γραφειοκρατία ζει και βασιλεύει Ό,τι ήταν να γίνει από δω το έκανα. Από την εφορία πήρα ενημερότητα» «Να πάμε! Όσο πιο σύντομα γίνεται. Να προλάβουμε τη νέα χρονιά. Ευκαιρία να δω και για τον αναγκαίο εξοπλισμό» «Καλή μου είναι ευκαιρία να σου πω ότι τα χρήματα δεν είναι άπειρα. Τα έξοδα πρέπει να είναι υπό έλεγχο» «Στο είπα απ’ την αρχή. Τα λεφτά θα στα επιστρέψω μέχρι ευρώ. Να πάρουμε δάνειο απ’ την τράπεζα» « Εσύ δεν μπορείς να πάρεις δάνειο γιατί προς το παρόν δεν έχεις εισόδημα από προσωπική εργασία. Αν πάρουμε δάνειο θα είναι στο όνομά μου» «Αν είναι να ανοίξω δουλειά θέλω να είναι στο επίπεδο που απαιτείται. Ειδάλλως να μείνω στο σπίτι» «Όχι καλή μου! Κι αυτό θα τα ξεπεράσουμε» Πράγματι μετά πολλές προσπάθειες, τις δικές της και οι διασυνδέσεις του άνδρα της, έφεραν το ποθητό αποτέλεσμα. Όλα ήταν έτοιμα. Άρχισε η διαφήμιση και σ’ ένα μήνα θα ανοίξει τις πόρτες του. «Με όσα παιδιά στην αρχή βρούμε. Δεν μπορεί τα έξοδα να τρέχουν κι έσοδα να μην έρχονται» Η αποφασιστικότητα της Γωγώς πήρε την ανταμοιβή της. Με διαδοχικές εγγραφές η πρώτη χρονιά έκλεισε με είκοσι παιδιά και τα τρέχοντα έξοδα καλύφτηκαν πλήρως. Για την επόμενη χρονιά οι προοπτικές είναι καλύτερες. Η επιμονή της Γωγώς έφερε τους καρπούς της. Κι έδειξε σ’ όλους τις οργανωτικές της ικανότητες. 16. Τα επόμενα βήματα του σχεδίου Τα είχε καταφέρει! Το νηπιαγωγείο της έγινε το πρώτο αστέρι στην πόλη. Δεν ζήταγε πλέον πελάτες. Έκανε επιλογή. Αλλά η επιτυχία δεν ήρθε μόνη της. Τα τρία χρόνια που πέρασαν ήταν χρόνια σκληρής δουλειάς και ολοκληρωτικής αφοσίωσης στο έργο. Η μάνα της; Βράχος ακλόνητος. Φύλακάς- άγγελος του εγγονού της, αλλά και άξια νοικοκυρά. Έβγαζε όλες τις υποχρεώσεις του νοικοκυριού. Από αυτήν την πλευρά ήταν τυχερή. Το αρνητικό έρμα που έσερνε στη ζωή ήταν ο άνδρας της. Γκρινιάρης, πιεστικός κι όλο παράπονα. Ήθελε συνέχεια να του κάθεται. Όχι κύριε δεν είμαστε και σκεύος ηδονής. Δεχόταν αραιά και που, όμως αυτές οι στιγμές για την ίδια ήταν μια απαίσια ταλαιπωρία. Λες κι ένιωθε τίποτα. Ποτέ μέχρι τώρα δεν την είχε απογειώσει. Σε κάποια φάση της ήταν χρήσιμος, αλλά φτάνει πια. Ως εδώ! Πρέπει να βρει ριζική λύση, γιατί δεν αντέχει πια. Άσε το άλλο. Συνεχώς γκρίνια για τα λεφτά, ότι τα ξοδεύει χωρίς συγκρατημό κι άλλα παρόμοια. Ήξερε τι παντρεύτηκε ο ηλίθιος, δεν τον υποχρέωσε κανείς. Αυτός επέμενε. Εντάξει, στην αρχή έβαλε κάποια επιπλέον λεφτά να στηθεί η επιχείρηση, αλλά ομελέτα χωρίς να σπάσεις αυγά δεν γίνεται. Τώρα αυτή έχει τον έλεγχο και πρέπει ν’ αποφασίσει τη θα κάνει. Εκεί που δεν χωρούσε καμιά έκπτωση ήταν ο γιος της. Το αγγελούδι της μεγάλωνε όμορφα κι έδειχνε ότι θα γίνει όμορφο παλικάρι. Το μόνο της παράπονο ήταν ότι δεν είχε το χρόνο που ήθελε να του αφιερώσει. Βλέπεις οι δουλειές και οι συνεχώς αυξανόμενες κοινωνικές υποχρεώσεις δεν της άφηναν ελεύθερο χρόνο. Τώρα στο μυαλό της σχηματιζόταν λίγο-λίγο το νέο περίγραμμα των ενεργειών της. Ήθελε να προσφέρει στο κοινωνικό σύνολο τις υπηρεσίες της. Αφιλοκερδώς! Μέσα της υπήρχε ένα μεγάλο απόθεμα αναξιοποίητης δράσης και μια καλά κρυμμένη φιλοδοξία ν’ αποκτήσει «όνομα» στην πόλη. Έκανε επιλογή. Όχι όπου κι όπου. Εκεί που ήταν ο καλός ο κόσμος. Προσχώρησε στην συντηρητική παράταξη και μπήκε στο ψηφοδέλτιο για τις δημοτικές εκλογές που θα γίνουν σε λίγους μήνες. Ο υποψήφιος δήμαρχος ήταν πελάτης της στο σχολείο, όπου είχε τον μικρό του γιο κι όταν εμμέσως του έδειξε ενδιαφέρον της ασμένως την δέχτηκε ως υποψήφια. Ήξερε ότι θα του φέρει πολλούς ψήφους. Ταυτότητα συμφερόντων και επιδιώξεων. Ο νόμος που διέπει όλη την κοινωνία: Δίνω και παίρνω. Πήρε το θέμα στα ζεστά κι άρχισε να σκέφτεται τις πρωτοβουλίες που θα πάρει. Ο άνδρας της στραβομουτσούνιασε στην αρχή, αλλά σύντομα δέχτηκε να βοηθήσει. Θα χρειαζόντουσαν λεφτά κι αυτός ακόμα αντέχει. Άρα είναι χρήσιμος. Για μια φορά ακόμα. Το απολυτήριο θα του το δώσει αργότερα. Λίγο πριν τις δημοτικές εκλογές συμπληρωνόταν μια δεκαετία από την αποφοίτησή της απ’ το Λύκειο. Δεν θάταν χρήσιμο να οργανώσει μια συγκέντρωση γι αυτήν την επέτειο. Όμως δεν ήταν καλό να φανεί δική της η ιδέα. Θάταν χρήσιμο να βρει έναν αχυράνθρωπο να αναλάβει την οργάνωση. Έβαλε κάτω τα πράγματα. Ποιος και πώς θα ειδοποιηθούν. Θυμήθηκε τον Περικλή, ένα φασαριόζικο συμμαθητή της, που είχε πάει στη δουλειά του μπαμπά του. Χασάπικο είχε, χασάπης έγινε. Από ακριτομυθίες ήξερε ότι οικονομικά το φυσούσε και ήταν λάτρης του ποδόγυρου. Ο κατάλληλος άνθρωπος στην κατάλληλη θέση Πέρασε δήθεν τυχαία από το μαγαζί του. «Μπουτίκ κρεάτων» παρακαλώ! Με υπαλλήλους και πελάτες. Τον πήρε το μάτι της να κάθεται στο ταμείο. Μερικά κιλά παραπάνω και λίγη φαλακρίτσα που έδειχνε ότι σε λίγο καιρό θα κυριαρχήσει στο κεφάλι του. Πρώτα ψώνισε λίγο κιμά κι ένα κοτόπουλο και πήγε στο ταμείο να πληρώσει. Η έκπληξή της φάνηκε πραγματική κι αυθόρμητη «Περικλή! Εσύ δεν είσαι; Πόσο χαίρομαι που σε είδα. Ίδιος είσαι, μωρέ, όπως τότε!» Η δική του έκπληξη ήταν σίγουρα πραγματική «Ω! Η όμορφη Γωγώ. Γκομενάρα ήσουν, γκομενάρα παρέμεινες» Της άρεσε η τραχιά του γλώσσα. Της έλειπε ο αρρενωπός άνδρας! Αυτός που θα την βάλει κάτω και θα της αλλάξει τον αδόξαστο. Θα γούσταρε πολύ κάτι τέτοιο Όμως προς το παρόν δεν θα το διακινδύνευε. «Έχω να σε δω απ’ το σχολειό!» «Κι εγώ, αλλά μαθαίνω νέα σου. Άνοιξες νηπιαγωγείο δικό σου, ε; Δε μου λες είναι αλήθεια ότι παντρεύτηκες τον Νίκο;» Την ερώτηση του την άφησε αναπάντητη. Ο άλλος δεν ήταν χαζός «Ρε Περικλή, τώρα που σε είδα μια ιδέα πέρασε απ’ το μυαλό μου. Σε δυο μήνες συμπληρώνεται μια δεκαετία από την αποφοίτηση μας. Δεν είναι καλή ιδέα με την ευκαιρία αυτή να μαζευτούμε οι παλαιοί συμμαθητές να το γιορτάσουμε» «Πολύ ωραία σκέψη! Ευκαιρία επιτέλους να το κάψουμε. Κάνε πρόταση κι άστο πάνω μου» «Μια χοροεσπερίδα! Πού; Όπου νομίζεις εσύ. Εγώ βέβαια θα προτιμούσα στον Ναυτικό Όμιλο. Εκείνο που θέλω είναι να μου πεις πώς θα τους ειδοποιήσουμε. Έχεις καμιά ιδέα. Ακόμα και τις τοπικές εφημερίδες μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε με ανακοίνωση. Πιστεύω ότι μπορείς εσύ να αναλάβεις τη δουλειά» «Σου είπα. Άστο πάνω μου. Τις ιδέες σου θέλω. Να ξανασυναντηθούμε να τα πούμε πάλι» «Τώρα που σε βρήκα; Έχουμε πολλά να πούμε και να κάνουμε οι δυο μας» Επίτηδες του άφησε σαφή υπονοούμενα για το μέλλον. Μπορούσε να τον χειριστεί και ίσως το άλλο που έχει στο μυαλό της να περπατήσει. 17. Η προετοιμασία και η εκδήλωση Η Μαρία το έμαθε απ την εφημερίδα. Το ίδιο κι Αλέκος που είχε έρθει πριν λίγες μέρες απ’ την Αθήνα για τους δικούς του σκοπούς. Την άλλη μέρα τον πήραν και τηλέφωνο. Μια συμμαθήτρια, που θυμήθηκε τ’ όνομά της, όχι όμως και τη φυσιογνωμία της. Θα πάει οπωσδήποτε. Ευκαιρία να ανανεώσει τις σχέσεις του μ’ όλους. Να μάθουν και ότι είναι πλέον και με τη βούλα «διδάκτωρ των επιστημών». Τόσο κόπο, τόσο χρόνο και χρήμα ξόδεψε γι αυτό. Ο Κώστας ειδοποιήθηκε απ’ τον αδελφό του κι αυτός το είδε σαν ευκαιρία να προετοιμάσει τους δικούς του για τα αποκαλυπτήρια που όλο και , εκ των πραγμάτων πλησίαζαν. Με τον ένα ή άλλο τρόπο η είδηση κυκλοφόρησε σ’ όλους. Εκείνο το λαμπρό βράδυ από τους σαράντα δυο μαθητές της τάξης παρευρέθηκαν στην εκδήλωση τριάντα. Σχεδόν όλοι! Κάποιοι έλειπαν απ’ την πόλη και δυο δεν βρίσκονταν στη ζωή, θύματα της ασφάλτου. Μαζί με τους συνοδούς και μερικούς άλλους παρατρεχάμενους έφτασαν στους εκατό. Ο Περικλής είχε δώσει τα ρέστα του. Ενώ σαν μαθητής έδινε την εντύπωση του μαθητή που δεν αφομοιώνει τη γνώση κι έπαιρνε μέτριους βαθμούς, έως να κινδυνεύσει κάποια στιγμή να μείνει στην ίδια τάξη, όταν βγήκε στη ζωή πήρε σ’ όλα άριστα, επαληθεύοντας την εμπειρία ότι άλλο η γνώση του σχολειού κι άλλη η γνώση της πραγματικής ζωής. Όλα ήταν ετοιμασμένα στην εντέλεια. Όταν η Γωγώ μπήκε στην αίθουσα συνοδευόμενη απ’ τον άνδρα της τον Νίκο και τον είδε τον έσφιξε στην αγκαλιά της και τον φίλησε σταυρωτά με μια θέρμη έως παρεξηγήσεως. Αλλά δεν την ένοιαζε κιόλας «Μπράβο Περικλή! Χίλια μπράβο1 Έσκισες» Ο άλλος το κατάευχαριστήθηκε σε αντίθεση με τον Νίκο, που ένιωσε αμήχανος, αλλά δεν τόλμησε να πει κάτι.. Χαρές απ’ όλους, ανταλλαγή πληροφοριών, ενημέρωση για τις εξελίξεις του καθενός. Φαγητό, χορός όλα πήγαν καλά. Τα ζευγάρια εναλλάσσονταν. Κάποια στιγμή τη σήκωσε ο Περικλής να χορέψουν. Το σφίξιμο πάνω του το ευχαριστήθηκε. Ως, που αισθάνθηκε και τη διέγερσή του. Στο μυαλό της Γωγώς πέρασε η αμαρτωλή σκέψη. Να μπορούσε να τον αρπάξει και να τον πάει στα βράχια. Έτσι για να τριτώσει το κακό. Αμ πώς! Μα αυτό δεν ήταν δυνατόν τώρα. Όμως τόλμησε να του ψιθυρίσει στ’ αυτί ότι σύντομα θα περάσει απ’ το μαγαζί του. Η μαλαγανιά στη φωνή της τα έλεγε όλα. Οι εκπλήξεις ήταν πολλές και για πολλούς. Ο γάμος της Γωγώς με τον Νίκο για τους περισσότερους ήταν η είδηση που έκανε την μεγαλύτερη εντύπωση. Στον Αλέκο, ιδιαίτερα όταν συνδυάστηκε με την πληροφορία ότι ήδη έχουν αποκτήσει και γιο. Του ήρθε να ρωτήσει περισσότερα αλλά η φωνή της λογικής τον σταμάτησε. «Μην μπλέξεις κακομοίρη μου με την μηχανορράφο». Θα βρεθείς πάλι κουβαριασμένος και δεν θα σε σώζει τότε ούτε θαύμα. Αργότερα θα μάθαινε ότι η Γωγώ θα πολιτευτεί το αντίπαλο κομματικό στρατόπεδο Η Μαρία δεν μπορούσε να πιστέψει ότι η μεγαλοπιανούμενη Γωγώ παντρεύτηκε τον δειλό κι αφελή Νίκο. Θυμήθηκε ότι μετά την άτυχη περιπέτειά της με τον Μιχάλη της είχε περάσει η ιδέα να τον αναζητήσει. Ευτυχώς που δεν έκανε τίποτα. Τον Κώστα τον άφηναν αδιάφορο οι εξελίξεις αυτές. Τους είχε σιχαθεί όλους. Σ’ εκείνη που μίλησε με κάποια ζεστασιά στη φωνή ήταν μόνο η Μαρία, ίσως γιατί στην παρέα ήταν λίγο σαν παρίας και του πήγαιναν οι παραγκωνισμένοι κάθε μορφής. Ο Νίκος συνειδητοποιούσε ότι η Γωγώ είναι εκτός ελέγχου και ίσως πάνω από τα γράδα του. Να κάνει σκηνή, να της ζητήσει το λόγο; Μάλλον θ’ άνοιγε θέμα που ίσως μετά να μην μπορεί να το κλείσει. Η Γωγώ δεν μπορεί να μπει υπό έλεγχο. Πάλι καλά. Είναι η γυναίκα του, είναι η μάνα του γιου του, πότε-πότε του κάθεται και με κάποια μορφή εισπράττει κι αυτός κάτι από την κοινωνική ακτινοβολία της. Βέβαια πρέπει συνεχώς να είναι σε κατάσταση συναγερμού, να φροντίσει τα έξοδα που γίνονται και να μην υπάρξει κανένα επεισόδιο κοινωνικού διασυρμού. Ας κάνει το χαζό. Ας νομίζει η κυρά του ότι δεν καταλαβαίνει τίποτα. Το παραδέχεται. Την αγαπάει απελπισμένα και έτσι θα δεχθεί να βάλει λίγο νερό στο κρασί του. «Νίκο, υπομονή! Ήξερες τι παντρεύτηκες» Ο Περικλής έπιασε τα μηνύματα. Θα πέσει σαν ώριμο φρούτο το μανάρι. Του το έδειξε και τώρα ήταν στο περίμενε. Όμως αξίζει τον κόπο. Είναι γκομενάρα κι είναι κρίμα να χάνεται στα χέρια του κρυόμπλαστρου Νίκου. Η μόνη που ζούσε το θρίαμβό της ήταν η Γωγώ! Την είχαν φάει με τα μάτια πολλοί. Είδε ξεχασμένους συμμαθητές της. Όλοι της είπαν καλά λόγια κι ήξεραν για το σχολειό της. Κάποιοι ήξεραν και για την υποψηφιότητά της. Η ιδέα της ήταν χρήσιμη κι ας μην φάνηκε ότι η ίδια την προώθησε. Καλύτερα! Ο Περικλής την έβγαλε σε πέρας άριστα και σχεδόν μόνος του. Μόνο με τη σκέψη του, μια ανατριχίλα πέρασε απ’ το κορμί της. «Θα δούμε» είπε από μέσα της. Ο Αλέκος, αυτός για τον οποίο παλαιότερα έλιωνε την άφησε αδιάφορο. Δεν άξιζε δεκάρα, Την κρίσιμη στιγμή αποδείχτηκε λίγος. Άσε που έχει και πολιτικές φιλοδοξίες και μάλιστα με το ΠΑΣΟΚ! Καλά! Τώρα έφτασε η ώρα να τα πούμε! 18. Ο Κώστας εξομολογείται Την άλλη μέρα η Μαρία έκανε τον απολογισμό της χθεσινής βραδιάς. Πολλά της είχαν κάνει εντύπωση. Τα περισσότερα αρνητική. Χριστέ μου! Τι μονοφαγού! Τ άπληστο πλάσμα που είναι η Γωγώ. Συμπεριφέρεται λες κι όλος ο κόσμος της ανήκει. Βρίσκει όμως και τα κάνει. Καλά, αυτός ο έρημος Νίκος, πώς έμπλεξε μαζί της; Πρέπει κάτι να υπάρχει από πίσω. Αλλιώς δεν εξηγούνται τα πράγματα. «Ήθελές τα και παθέστα, άτυχε Νίκο μου». Ο Αλέκος, που ήταν ο ευνοούμενος της τα σχολικά χρόνια, ούτε που την πλησίασε. Το ίδιο κι αυτή. « Παράξενο, δεν είναι;» Είδε κι άλλους που χρόνια είχε να τους δει κι αυτό το χάρηκε με την ψυχή της. Ευτυχώς κανείς δεν φάνηκε να ξέρει κάτι για την περιπέτειά της με τον Μιχάλη. Ούτε μια νύξη δεν έγινε. Από τη μέρα που τον έδιωξε δεν είχε άλλη ενόχληση κι αυτό της φάνηκε λίγο παράξενο. Από την εφημερίδα ξεκαθάρισε την απορία της. Τον είχε συλλάβει η αστυνομία για κάποιο αδίκημα που δεν κατάλαβε ακριβώς ποιο ήταν και θα περνούσε από δίκη. Ένα διάστημα την έφαγε η αγωνία μην μπλέξει κι αυτή, αλλά ευτυχώς δε συνέβη τίποτα. Τι απερισκεψία κι αυτή εκ μέρους της; Δεν ήξερε τίποτα η κακομοίρα κι έπεσε εύκολα στη φάκα. Είχε, όμως και τη καλή της πλευρά όμως αυτή η περιπέτεια. Επιτέλους έζησε κι έμαθε. Δεν είναι πια το κουτορνίθι που ήταν πριν. Εκείνος που συνέχισε να της είναι συμπαθής ήταν ο εξαφανισμένος Κώστας. Δεν της δόθηκε ευκαιρία να τον ρωτήσει αναλυτικά τι έκανε αυτά τα χρόνια. Πάντα κάποιος τρίτος παρεμβάλλονταν στη συζήτηση. Το θετικό είναι αυτό που της είπε στο τέλος «Θέλω να βρεθούμε να τα πούμε αναλυτικά. Είναι το τηλέφωνό σου στον κατάλογο;» «Βεβαίως!» «Θα σε πάρω τηλέφωνο» «Το απόγευμα είμαι εκεί» Τώρα ήταν στο περίμενε. Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ. Την επόμενη μέρα χτύπησε το τηλέφωνο και στην άλλη άκρη άκουσε τη φωνή του. Γρήγορα συμφώνησαν να βρεθούν σε γνωστό μπαρ της παραλίας. Πριν λίγο καιρό θα την έτρωγε η αγωνία. Τώρα είχε μια άνεση και μέσα της επικρατούσε ψυχραιμία. Όταν το βράδυ μπήκε στο μπαρ τον είδε να κάθεται στην μπάρα και να έχει στραμμένο το βλέμμα του στην είσοδο. Με το χαμόγελο στα χείλη τον πλησίασε κι αγκαλιάζοντάς τον, τον φίλησε σταυρωτά στο μάγουλο. « Ας πιούμε ένα ποτό και μετά μάλλον ας φύγουμε. Μέσα εδώ συζήτηση δεν γίνεται» της είπε Συμφώνησε μαζί του. Όταν άρχισαν να περπατάνε στην ήρεμη παραλία την πήρε αγκαζέ και μια ζεστασιά εγκαταστάθηκε ανάμεσά τους. Αυθόρμητα ήρθε η εξομολογητική διάθεση και στους δυο. «Τα έχω κάνει σκατά Μαρία κι έφτασα σε αδιέξοδο. Να ξέρεις ότι με τη σχολή μου τα έχω φορτώσει στον κόκορα. Είμαι πολύ μακριά από το να τελειώσω τις υποχρεώσεις κι οι δικοί μου πιστεύουν ότι αυτό θα γίνει όπου νάναι.» « Εντάξει, μωρέ Κώστα. Ό,τι έγινε, έγινε. Ξέχασέ τα. Δεν μπορείς τώρα ν’ αφοσιωθείς σ’ αυτόν το στόχο;» «Αλλού είναι το θέμα Μαρία. Δεν ξέρω πώς να στο πω. Δεν μ’ ενδιαφέρει καθόλου η σχολή μου. Το μυαλό μου αλλού βρίσκεται. Τους έχω όλους σιχαθεί. Ανθρωπάρια συμβιβασμένα με τον αστικό τρόπο ζωής, ενώ η εκμετάλλευση γύρω μας διευρύνεται συνεχώς» Τι να του πει σ’ αυτές τις αρλούμπες που της πέταγε; «Σ’ αυτό δεν μπορώ να σε βοηθήσω Κώστα. Κι εγώ είμαι μια συμβιβασμένη αστή. Αλλά κοίταξε γύρω σου, έτσι είναι όλος ο κόσμος. Δεν βλέπεις ότι οι απόψεις σου είναι εκτός της κοινωνίας. Δεν βλέπεις το αδιέξοδο, Τόσα χρόνια παλεύεις με φαντάσματα. Δε λέω. Καλές οι προθέσεις σου, αλλά μεγαλώσαμε πια, Κώστα. Πότε θα καταλάβεις το αδιέξοδο που σε οδηγούν αυτές οι απόψεις;» « Ίσως νάχεις κάποιο δίκαιο. Αλλά δεν μπορώ να παραιτηθώ από τη μια μέρα στην άλλη απ’ ότι πίστεψα κι αγωνίστηκα όλα αυτά τα χρόνια. Σε ζάλισα με τα δικά μου. Αλήθεια με σένα τι γίνεται. Τι έκανες αυτά τα χρόνια; «Τίποτα. Η δουλειά μου είναι μια ρουτίνα. Και μόνο αυτό με κουράζει. Κλείστηκα στην πόλη μας. Δεν έχω κάνει ταξίδια, δεν έχω γνωρίσει το μεγάλο έρωτα. Η ζωή μου είναι μονότονη» Η ηρεμία του τοπίου, η ζεστασιά που κυκλοφορούσε μεταξύ τους, η εξομολόγηση και το αδιέξοδο του Κώστα της άνοιξαν το στόμα. Ήταν ο μόνος που του διηγήθηκε την περιπέτειά της με τον Μιχάλη. Του τα είπε όλα με το νι και σίγμα. Χωρίς να ντρέπεται για τις εντυπώσεις που θα προκαλέσει στον άλλο «Αυτός είναι ο πρώτος κι ο μόνος άνδρας που γνώρισα. Δυστυχώς και εγώ, Κώστα, είμαι μια αποτυχημένη στη ζωή. Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω τι λείπει σε μένα, όταν γύρω μου άλλες γυναίκες ζουν δεσμούς και δεσμούς» « Όχι καλή μου, τίποτα δεν σου λείπει. Η πουτάνα η κοινωνία είναι άδικη. Είμαστε κι οι δυο αδικημένοι απ’ τη ζωή» Με τρυφερότητα την αγκάλιασε κι αυτή σε χρόνο μηδέν χώθηκε στην αγκαλιά του σαν κυνηγημένο πουλί.. Σήκωσε το κεφάλι της και το πρόσωπό της ήρθε φάτσα-φάτσα με του Κώστα. Χωρίς δισταγμό ένωσε τα χείλια της απαλά με τα χείλια του άλλου. Της έλειπε τόσο η ανδρική αγκαλιά και τώρα ήταν μέσα σε μια απ’ αυτές. Ο άλλος ήταν διστακτικός. Δεν αρνήθηκε το φιλί της. Ανταποκρίθηκε, αλλά τίποτα περισσότερο. Της ήρθε να βάλει τα κλάματα. « Όλα με αποδιώχνουν» του είπε. «Όχι κορίτσι μου. Μου είσαι τόσο συμπαθής, αλλά σκέψου και το δικό μου αδιέξοδο. Ίσως σε λίγο καιρό αναγκαστώ να επιστρέψω εδώ έχοντας το στίγμα του αποτυχημένου. Χρειάζομαι να κάνω μια επανατοποθέτηση του εαυτού μου σε όλους τους τομείς. Θα ξαναβρεθούμε εμείς οι δυο. Κάνε λίγο υπομονή» «Εντάξει Κώστα. Καταλαβαίνω. Όμως δώσε μου ένα φιλί. Ένα πραγματικό φιλί» Αυτό ήταν. Μετά χώρισαν. 19. Η επόμενη φάση Η Γωγώ ήταν ευχαριστημένη από τον εαυτό της μέχρι στιγμής. Όμως ο φιλόδοξος άνθρωπος δεν σταματά ποτέ. Είναι αχόρταγος. Πάντα θέλει κι άλλα. Και αυτό ίσως μπορεί να γίνει στο τέλος ο τάφος του. Τα έφερε στο νου της. Τι προηγείται; Είναι οι δημοτικές εκλογές που έρχονται. Εφόσον μπήκε στο χορό θα χορέψει. Περιθώρια για αποτυχία δεν υπάρχουν. Πρέπει να κινήσει γη και ουρανό. Θα χρειαστούν και λεφτά. Νίκο ετοιμάσου! Απ’ αυτόν άρχισε. «Νίκο έδωσα την υπόσχεσή μου! Θα είμαι υποψήφια στις δημοτικές εκλογές. Καταλαβαίνεις ότι θα χρειαστώ τη βοήθειά σου. Κάθε γνωστός πρέπει να ενημερωθεί. Να σου πω κάτι. Και για τη δουλειά σου θα κάνει καλό. Μόνο που θα χρειαστώ χρήματα. Κοίταξε τι μπορείς να κάνεις» Να κάνει συγκέντρωση γονέων στο σχολειό. Με την ευκαιρία κάτι θα αφήσει να φανεί. Ξέρει ότι προεκλογική καμπάνια στο νηπιαγωγείο δεν μπορεί να γίνει. Και δεν είναι σωστό. Μόνο έμμεσα κάποια αναφορά και με προσοχή. Οι συγγενείς; Εδώ θα βάλει τη μάνα της. Οι συμμαθητές της; Εδώ πρέπει να βοηθήσει ο Περικλής. Με την χοροεσπερίδα απέδειξε την ικανότητά του. Πρέπει να τον συναντήσει και μάλιστα άμεσα. Του τηλεφώνησε «Περικλή θέλω να σε δω! Να έχουμε χρόνο για να πούμε κάποια πράγματα που δεν παίρνουν αναβολή. Στο μαγαζί σου μου είναι δύσκολο. Θα ήθελα κάπου πιο διακριτικά. Εσύ καταλαβαίνεις» «Ναι! Ναι, καταλαβαίνω. Στις οκτώ το βράδυ να είσαι έξω από το σινεμά που βρίσκεται κοντά στη δουλειά σου. Θα περάσω με το αυτοκίνητο να σε πάρω» Στο σπίτι ετοιμάστηκε για έξοδο. « Έχω προεκλογική υποχρέωση σήμερα και θ’ αργήσω. Πες το και του Νίκου όταν έρθει», είπε στη μάνα της. Αγκάλιασε το γιο της και τον φίλησε ρουφηχτά. Ήταν στη ώρα της στο ραντεβού. Δεν περίμενε λεπτό. Το αυτοκίνητο σταμάτησε μπροστά της κι άνοιξε η πόρτα. Χωρίς καθυστέρηση χώθηκε μέσα και κάθισε στη θέση του συνοδηγού. Ο Περικλής ξεκίνησε με φόρα. Το μόνο που πρόλαβε να του πει ήταν «Που πάμε;» «Άστο πάνω μου! Έχε μου εμπιστοσύνη» Με ταχύτητα πάνω από το επιτρεπόμενο όριο μπήκε στην Εθνική και σε ένα τέταρτο βρέθηκε στα περίχωρα της διπλανής πόλης. Απότομα σταμάτησε μπρος από ένα ξενοδοχείο. Δεν πρόλαβε να πει κουβέντα. Όλα την αναστάτωναν και τις δημιουργούσαν εσωτερική διέγερση. Σε δυο λεφτά ήταν μόνοι σε ένα από τα δωμάτια κι άλλος σίγουρος και κατακτητικός την πήρε στην αγκαλιά του και άρχισε να την φιλάει με πάθος. Δεν έφερε καμιά αντίσταση. Αντίθετα μπήκε στο παιχνίδι και ακολούθησε τις καταπιεσμένες ορέξεις της. Για πρώτη φορά στη ζωή της έκανε έρωτα με όλο το περιεχόμενο της λέξης. Ο κερατάς την ανέβασε σε ύψη που ούτε φανταζόταν. Κάποια στιγμή αυτός κλείνοντάς της το στόμα, της είπε καθησυχαστικά. «Σταμάτα να φωνάζεις. Απ’ έξω θα νομίζουν ότι σε σκοτώνω» Τόλμησε να κάνει μαζί του πράγματα που δεν είχε δοκιμάσει ποτέ και η πλήρωση επαναλήφτηκε και μάλιστα εντονότερη. Μέχρι που αυτός την σταμάτησε. «Φτάνει! Θα με λιώσεις πια. Υπάρχει και το αύριο, κορίτσι μου» Δεν του είπε ευχαριστίες και τέτοια. Ούτε ότι ήταν πρωτάρα σε πολλά. «Μην του δώσεις θάρρος και σε θεωρήσει δεδομένη», είπε από μέσα της. Απλώς, αναστέναξε και αφέθηκε στο δικό της μαξιλάρι. Γύρισε το κεφάλι της και του χαμογέλασε ευχαριστημένη. Αμέσως άλλαξε θέμα συζήτησης. Επίτηδες. Δεν ήθελε να του πει εντυπώσεις. Αυτές δεν θα τις μοιραζόταν με κανέναν. « Το ξέρεις φαντάζομαι. Στις δημοτικές είμαι υποψήφια κι ελπίζω στη βοήθειά σου» «Υπάρχει κάποιο πρόβλημα, Γωγώ. Έχω δεσμεύσεις από πριν με άλλο συνδυασμό. Δεν με πρόλαβες» «Και τώρα; Στηριζόμουν, ρε Περικλή πολύ στη βοήθειά σου! Νιώθω τώρα ξεκρέμαστη. Τότε να αποσυρθώ. Και το ήθελα, μωρέ, τόσο!» « Στάσου! Μην κάνεις τέτοια μαλακία. Θα σε βοηθήσω με πολλούς τρόπους που δεν ξέρεις εσύ. Από λεφτά θα χρειαστείς. Θα σου στείλω αύριο στο σχολείο ένα δώρο. Ο δικός σου τι λέει; « Ας τον αυτόν Περικλή. Τα κυβικά του δεν είναι για μένα. Θα δω στο μέλλον τι θα κάνω. Δεν θέλω να το συζητήσω άλλο. Τώρα πρέπει να γυρίσω πίσω. Δεν είμαι και μόνη μου. Έχω και γιο μην το ξεχνάς!» «Εντάξει, πάμε» 20. Δημοτική σύμβουλος Ήταν φυσικό. Ξεσήκωσε γη και ουρανό για να πετύχει το σκοπό της. Σημαντική ήταν και η συμβολή του Περικλή. Το δώρο του, την επόμενη μέρα έφτασε ανωνύμως στο σχολειό. Όταν το άνοιξε μέσα υπήρχε ένα ποσό πάνω από τις προβλέψεις της. Το ξόδεψε μέχρι το τελευταίο ευρώ. Ο συνδυασμός τους ήταν κι ο νικητής. Μετά την καταμέτρηση των σταυρών φάνηκε η επιτυχία της. Ήταν μέσα στους πρώτους εκλεγόμενους κι αυτό δεν μπορούσε να περάσει απαρατήρητο από τα τοπικά μέσα ενημέρωσης αλλά και τον εκλεγέντα Δήμαρχο. Αυτός σημείωσε τη συμβολή της στην εκλογή του, αφού η Γωγώ ήταν το νέο αίμα που για πρώτη φορά έμπαινε στο στίβο της πολιτικής και τον πριμοδότησε. Αυτά μετράνε και υπολογίζονται στην πολιτική. Η ίδια; Από μέσα της απολάμβανε πλήρως τον θρίαμβο. Εξωτερικά το έπαιζε ψύχραιμη και απαντούσε πάντα σε χαμηλούς τόνους σ’ ότι την ρωτούσαν. Ο Νίκος παρέμενε σιωπηλός δίπλα της, εκφράζοντας με αυτόν τον τρόπο τη στήριξή του. Ήξερε ότι σιγά –σιγά η Γωγώ γλιστράει απ’ τα χέρια του. Αλλά τι άλλο μπορούσε να κάνει; Ο ίδιος συνέχιζε να την αγαπά απελπισμένα. Τώρα υπήρχε κι ο άλλος δεσμός μεταξύ τους. Ο γιος που μεγάλωνε και γινόταν ένα όμορφο αγοράκι. Ήταν το παιδί του και δεν ήθελε να δημιουργήσει καμιά ανωμαλία που θα το επηρέαζε. Το πεδίο μπροστά στη Γωγώ ήταν διάπλατα ανοιχτό. Ένα από τα πρώτα βράδια μετά τις εκλογές φώναξε στο σχολείο τον Περικλή και τον ευχαρίστησε, με τον τρόπο που τώρα ήξερε καλά, για τη δική του συμβολή. Εκεί πάνω στο γραφείο της, αφού είχε προηγουμένως διώξει τους πάντες. Κι ο Περικλής είχε γίνει ένα ακόμα πιόνι στα χέρια της. Της ήταν αναγκαίος, αλλά να μην νομίσει ότι είναι κι αναντικατάστατος. Εκεί που ήταν ανυποχώρητη ήταν η σχέση τους να μείνει αυστηρά μεταξύ τους. Αν κάτι στραβώσει; «Να το ξέρεις τότε μ’ έχασες» Όταν το νέο δημοτικό συμβούλιο συνήλθε σε σώμα κι άρχισε η συζήτηση για την κατανομή αρμοδιοτήτων δεν μπορούσε να μείνει έξω απ’ τη μοιρασιά. Με τον τρόπο της πέρασε στον Δήμαρχο την ιδέα. Στα θέματα πολιτισμού ήταν διαθέσιμη να προσφέρει τις γνώσεις της και την όρεξή της. Και όπως πάντα κι ο στόχος αυτός επιτεύχθηκε. Εκεί έχασε το μέτρο, αφού πίστεψε ότι όλα της ήταν δυνατά. 21. Ο Αλέκος κάνει συνδυασμούς Έκανε την προσπάθειά του. Βοήθησε στον προεκλογικό αγώνα του φιλικού τους συνδυασμού. Κινητοποίησε τους δικούς του, οικογένεια και γνωστούς. Συνόδευσε υποψηφίους σε περιοδείες στις γειτονιές της πόλης, μοίρασε προεκλογικό υλικό και ψηφοδέλτια. Αλλά δυστυχώς χάσαμε! Και η επιλογή του επικεφαλής και η σύνθεση του ψηφοδελτίου προδίκαζαν λίγο- πολύ το αποτέλεσμα, αλλά ήταν νωρίς να κάνει τέτοιου είδους κριτική. Δεν είχε τους απαιτούμενους δεσμούς ακόμα με το τοπικό στελεχικό δυναμικό. Μύρισε όμως έρπουσες αντιζηλίες, εσωτερικές διαμάχες και τα σημείωσε όλα για μελλοντική χρήση. Παντού συστηνόταν. Το «δόκτορας» ήταν απαραίτητο συνοδευτικό. Σε μια από τις τοπικές εφημερίδες βρήκε έναν στενό φίλο του θείου του. Μπόρεσε και πέρασε δυο άρθρα, ένα για την οικονομική προοπτική στη χώρα κι ένα με τοπικά θέματα. Άρθρα γεμάτα με αισιόδοξα μηνύματα. Ο Αλέκος κάνοντας έναν απολογισμό της δικής του συμμετοχής είδε ότι χρειάζεται πολύ προσπάθεια και επανειλημμένα ταξίδια για να αποκτήσει στέρεη βάση στο τοπικό κομματικό μηχανισμό και ακόμη περισσότερο στην τοπική κοινωνία. Χρειάζεται σπρώξιμο από την Αθήνα κι εδώ μπορεί να παίξει ρόλο ο δικός του. Το σαΐνι ο Σταμάτης. Τον εντυπωσίασε η επιτυχία της Γωγώς. Η πουτάνα τελικά έσκισε. Πρέπει να το παραδεχτεί. Κινητοποίησε τα πάντα και τους πάντες. Ποιοι όμως χρηματοδότησαν την πλούσια προεκλογική της καμπάνια; Το να βρει κορόιδα, της ήταν προσωπική ειδικότητα. Πρέπει να ψάξει όταν ξανάρθει, ποιοι κρύβονται από πίσω της. Μια φορά την είδε τυχαία σε περιοδεία. Κρατούσε απ’ το χέρι της ένα αγοράκι. Ένα όμορφο αγοράκι! Θα είναι ο γιος της μάλλον. Κι αυτόν χρησιμοποιεί η τυχοδιώκτρια. Τίποτα δεν είναι τυχαίο. Πρέπει κι αυτό να το ψάξει! Το μυαλό του όμως κλωθογύριζε χωρίς να το θέλει στη Γωγώ. Σκεφτόταν ότι κάποτε τον αγαπούσε. Και στον ίδιο δεν ήταν αδιάφορη. Άλλωστε, αμέσως ήρθε στο μυαλό του η νύχτα, εκεί στους βράχους, που του δόθηκε πλήρως κι αυθορμήτως. Αυτός ήταν που έδρεψε την παρθενιά της. Η δραματική επίσκεψή της στην Αθήνα με την απειλή «Είμαι έγκυος!» Έλεγε άραγε την αλήθεια; Ή το είπε έτσι για να τον εκβιάσει. Αυτό δεν το ξέρει. Όμως ξαφνικά ήρθε η κεραμίδα. Πώς αυτή η γυναίκα μέσα σε τόσο σύντομο χρόνο βρέθηκε παντρεμένη με κάποιον που προηγουμένως τον είχε μόνο για φτύσιμο. Θυμάται τι του έλεγα παλαιά για τον Νίκο. Πώς κατέβασε ξαφνικά και τόσο απότομα τον πήχη των προσωπικών της φιλοδοξιών. Να παντρευτεί τον Νίκο! Δεν μπορούσε να το χωνέψει με τίποτα. Αίνιγμα για τον ίδιο. Άσε το άλλο. Αμέσως έκανε μαζί του και παιδί; Παραγγελία το είχε; Κάτι εδώ δεν ταιριάζει. Πρέπει την επόμενη φορά που θα έρθει να το ψάξει. Κλειδί οι ημερομηνίες. Είναι τόσο στριμωγμένα τα πράγματα, έως ύποπτα. Η μάνα του, αυτό το διάστημα, τον χάρηκε κοντά της. Είδε καθαρά την επιθυμία του να ανακατευθεί στην πολιτική. Την ίδια δεν την χάλαγε. Είναι καλή η φιλοδοξία. Αρκεί να τον έχει κοντά της. « Παιδί μου, πες στο θείο σου για τα σχέδιά σου. Θα μπορέσει να σε βοηθήσει» Ήταν κάτι που έπρεπε να κάνει. Ο Σταμάτης το είχε πει. «Αξιοποιούμε ό,τι μπορεί να βοηθήσει» 22. Η κρίση έρχεται στη χώρα καλπάζοντας Κάποιοι ευαίσθητοι δέκτες στη χώρα το έβλεπαν και δειλά η σταράτα προειδοποιούσαν με πολλούς τρόπους για την επερχόμενη κατηφόρα. Είναι ανθρώπινο χαρακτηριστικό. Δεν θέλουμε ν’ ακούμε δυσάρεστες ειδήσεις. Θέλουμε μόνο αυτά που μας αρέσουν. Για τα άλλα σφυρίζουμε αδιάφορα, λες και τα αυτιά μας έχουν μπαμπάκια και μάλιστα, χωρίς την πλήρη συναίσθηση του γεγονότος τιμωρούμε αυτούς που μας δημιουργούν αρνητικά αισθήματα. Αυτό ανεξαρτήτως αν οι προειδοποιήσεις περιλαμβάνουν κι αλήθειες, που στην πορεία επαληθεύονται.. Έτσι η κρίση που ενέσκηψε στη χώρα βρήκε τους πολίτες ψυχολογικά και οικονομικά απροετοίμαστους. Από την πλήρη σιγουριά ότι όλα πάνε καλά, ότι οι δουλειές θα είναι πάντα σταθερές, απότομα περάσαμε στο άλλο άκρο. Στο αίσθημα του φόβου, της απόλυτης ανασφάλειας, του υπερβολικού κλεισίματος των ανθρώπων στο καβούκι τους. Δεν ήταν οφθαλμοφανές ότι κάτι δεν πάει καλά; Όταν ο παραγωγικός ιστός διαλυόταν, όταν ο κάθε πολίτης θεωρούσε ότι το κράτος έχει την αποκλειστική υποχρέωση να του εξασφαλίζει τα προς το ζην, όταν ο κάθε πολίτης το μόνο που επεδίωκε ήταν να χωθεί κάπου στο δημόσιο για να την αράξει με ασφάλεια, όταν όλες τις χειρονακτικές εργασίες τις ανέλαβαν φτωχοί και στερημένοι άνθρωποι που ήρθαν στη χώρα απ’ όλες τα σημεία της υφηλίου, ήταν αναπόφευκτο κάποια στιγμή αυτό το φουσκωμένο μπαλόνι των ψευδαισθήσεων να σκάσει. Και το σκάσιμο που κάποια στιγμή επήλθε ήταν εκκωφαντικό. Είναι αντικειμενικά δεδομένο ότι ο ρυθμός της ζωής μας ήταν πάνω από τις δυνατότητες της οικονομίας μας. Το τραγικό στην περίπτωσή είναι ότι κανείς εκ των παραγόντων, που έπαιξαν κάποιο ρόλο, δεν αναλαμβάνει την ευθύνη για αυτό το κατάντημα. Ακόμα χειρότερα η μόνη έγνοια τους είναι η μετάθεση των ευθυνών του ενός στον άλλο. «Οι άλλοι φταίνε, αυτοί θα έκαναν σκατά.» Εμείς μόνο δικαιούμαστε να παραπονιόμαστε και να ζητάμε τις κεφαλές των ενόχων. Όμως αυτό είναι η μια πλευρά του προβλήματος, που πρέπει να ξεκαθαριστεί, μόνο για λόγους φρονηματισμού στο μέλλον. Εκείνο που τώρα έχει σημασία είναι πώς θα υπερβούμε τις δυσκολίες, πώς θα δούμε φως στο αδιέξοδο. Τι πρωτοβουλίες πρέπει να πάρουμε για ν’ αρχίσει να δουλεύει πάλι η μηχανή. Παραγωγή αγαθών, επιλογή συγκεκριμένων στρατηγικών στόχων για εστίαση των προσπαθειών σ’ αυτούς, με τελικό στόχο την ανάπτυξη. Αγάπη για την πατρίδα και προσπάθεια για το κοινό καλό των κατοίκων της. Η κρίση επηρέασε όλους τους τομείς της ζωής της χώρας και ταρακούνησε μύθους που είχαν δημιουργηθεί τις τελευταίες δεκαετίες. Έτσι δεν μπορούσε να αφήσει απέξω και τη μικρή μας πόλη. Κοινή η μοίρα όλων; Όχι βέβαια! Οι αρνητικές συνέπειες είναι εντονότερες σε αυτούς που δεν έχουν στέρεη προηγούμενη οικονομική βάση, σ’ αυτούς που δεν διαθέτουν τη διάθεση για πρωτοβουλίες και δεν έχουν προσωπικές ικανότητες. Πάντα το ίδιο γίνεται στις κρίσεις. Οι φτωχοί, οι διστακτικοί και οι νωθροί είναι και οι πιο ευάλωτοι στις συνέπειές της. Είναι ψευδαίσθηση να πιστεύουμε σε θαύματα. Όπου συμβαίνουν κάτι τέτοια είναι εξαιρέσεις στον κανόνα. Οι ριψοκίνδυνοι μπορεί να αποκτήσουν πολλά ή να χάσουν τα πάντα. Εμείς αναφερόμαστε στον μέσο άνθρωπο. 23. Η άδοξη επιστροφή του Κώστα Ότι θα γύριζε πίσω ήταν σχεδόν σίγουρο. Δεν θα έδινε μάχες προσαρμογής σ’ αυτά που μέχρι τώρα μισούσε. Παρέμενε ένας κακόμοιρος Δον Κιχώτης να μάχεται με απαρχαιωμένους τρόπους φανταστικούς ανεμόμυλους των εχθρών του. Ο ρομαντισμός είναι μόνο για ατομική κατανάλωση. Δεν λύνει τα πιεστικά βιοποριστικά προβλήματα της ζωής. Οι δικοί του είχαν από πριν οικονομικά προβλήματα και το μηνιαίο έμβασμα έβγαινε πάντα με κόπο. Όταν άρχισαν οι περικοπές στις συντάξεις των γονέων του, όταν ο αδελφός του απολύθηκε από το κατάστημα που εργαζόταν ως υπάλληλος, τον ειδοποίησαν ότι δεν μπορούν να συνεχίσουν κι ας φροντίσει να τελειώσει ή να βρει μόνος του χρήματα. Ενώ στη θεωρία ήταν μανούλα, στα πράγματα της ζωής ήταν σκέτος σκράπας. Και κατά συνήθεια λίγο βαρύς και ράθυμος. Να τρέξει αυτός να βρει μόνος του δουλειά μάλλον απίθανο. Μόνο η σκέψη του πρωινού ξυπνήματος και του ωραρίου τον παρέλυε. Σε λίγο καιρό τα πάντα λίγα λεφτά του τέλειωσαν κι άρχισαν να τρέχουν οι υποχρεώσεις. Από έναν σύντροφο πήρε λίγα δανεικά αλλά κι αυτά σύντομα καταναλώθηκαν. Όταν ο σπιτονοικοκύρης του είπε να τα μαζέψει, φιλοξενήθηκε μερικές μέρες στο φοιτητικό δωμάτιο μιας συντρόφισσας που τον άντεξε μερικές μέρες, αλλά σε λίγο του είπε «Δυστυχώς αύριο έρχεται η μάνα μου! Πρέπει να φύγεις» Έπεσε και το σύνθημα ότι βάζει φέσια κι η συντροφική αλληλεγγύη έως εδώ ήταν. Συνάντησε αρνήσεις, τηλεφωνικές κλήσεις σε φίλους έμεναν αναπάντητες. Έφτασε στο αμήν «Όλα με αποδιώχνουν» συμπέρανε. Η έλλειψη στηριγμάτων, η λόρδα που ήρθε χωρίς πρόσκληση κι εγκαταστάθηκε στο στομάχι του τον προσγείωσαν. Δεν ήταν συνηθισμένος να δίνει τέτοιες μάχες και σαν βρεγμένη γάτα, με την ουρά στα σκέλια, γύρισε στους δικούς του αποκαλύπτοντας τους την γυμνή αλήθεια. Θρήνος κι οδυρμός οι δικοί του, αλλά τι να κάνουν; Παιδί τους ήταν, άνοιξαν την πόρτα να βρει το άσυλο. Κοινωνικά έπρεπε να κρατήσουν τα προσχήματα και δεν είπαν πουθενά το ρεζιλίκι. Η μάνα έκανε την κίνηση ανάγκης για μια ανάσα. Στο χωριό της είχε το πατρικό, το σπίτι των γονέων της. Δεν πήγαιναν πια εκεί. Ο γείτονας το λιμπιζόταν από χρόνια και επανειλημμένως της είχε προτείνει να τ’ αγοράσει συναντώντας πάντα την άρνησή της. Τώρα δεν γινόταν διαφορετικά. Έπρεπε να κρατήσουν τα προσχήματα. Του τηλεφώνησε και η πώληση έγινε. Ο χωριάτης πάτησε στην ανάγκη της κι έκανε έκπτωση σε παλαιότερη οικονομική πρόταση που της είχε κάνει «Η κρίση Φιλιώ! Τι να κάνω;» Έδωσε τόπο στη οργή και πήρε τα υπόλοιπα. Αλλά στον άνδρα της το ξεκαθάρισε «Εγώ Θανάση θα διαχειρίζομαι τα λεφτά!» Σιγά τα κουράγια που είχε αυτός να της αντισταθεί. Έτσι κι αλλιώς τα είχαν κάνει μαντάρα. Τουλάχιστον να μην γίνουν περίγελο στη γειτονιά και στο καφενείο που πάει. Ο Κώστας εδώ και μέρες καθόταν κλεισμένος στο δωμάτιό του παραμένοντας σιωπηλός. Τι να πει άλλωστε; Ως κι όρεξή του είχε κοπεί. Με το ζόρι και με την πίεση της κυρά Φιλιώς κατέβαζε λίγο φαγητό απ’ το πιάτο που του πήγαινε «Τι θα πούμε αγόρι μου στη γειτονιά; Όλοι θα ρωτήσουν. Πες μας να έχουμε όλοι την ίδια δικαιολογία» «Ναι μάνα, έχεις δίκιο. Θα πούμε το εξής. Ο γιος μας πήρε το πτυχίο της Νομικής, αλλά δεν έχει καμιά όρεξη- τον ξέρετε δα τώρα- να ασκήσει το επάγγελμα του δικηγόρου. Έχει ιδεολογικές αναστολές» «Ποιος θα πιστέψει, παιδί μου, κάτι τέτοιο;» Όμως στον μπαμπά και τον αδελφό φάνηκε καλή δικαιολογία να κρατηθούν τα προσχήματα. Και συμφώνησαν όλοι σ’ αυτή τη γραμμή. Πάνω στην ώρα ο μικρός βρήκε μια εποχιακή απασχόληση και πήραν ανάσα. Η πρώτη κίνηση του Κώστα ήταν ένα τηλέφωνο στη Μαρία « Μαρία, ο Κώστας είμαι. Γύρισα» «Πώς;» «Ισχύουν αυτά που σου είπα. Οι δικοί μου, θα το συνηθίσουν. Θα σε δω;» Υπήρξαν μερικά δεύτερα σιωπής. Η φωνή της από την άλλη άκρη του είπε «Έλα από το σπίτι να τα πούμε με άνεση. Θα έχω ένα πρόχειρο φαγητό. Εσύ φέρε το κρασί» Τα λόγια της εμπεριείχαν τα πάντα. Κοιμήθηκε εκεί το βράδυ. Για πρώτο βράδυ εδώ και καιρό ένιωσε κανονικός άνθρωπος. Το πρωί μόνο τον ρώτησε «Και τώρα τι σχέδια έχεις;» «Μαρία οι μαλακίες τέλος! Η ζωή με προσγείωσε. Μόνο που τώρα οι δουλειές βρίσκονται πιο δύσκολα. Δε λέω ότι θα κάνω οτιδήποτε. Αλλά αν βρω κάτι αξιοπρεπές θα δουλέψω. Περιθώρια από τους δικούς μου δεν υπάρχουν πλέον» «Θα το σκεφτούμε. Ίσως μπορώ εγώ να βοηθήσω» «Για πες» «Άσε να ρωτήσω κάπου» 24. Η κρίση εντείνεται Ενώ σε πρώτη φάση η κρίση κρίθηκε σαν μπόρα περαστική, που σύντομα θα ξεπεραστεί, η εξέλιξη των πραγμάτων έδειξε το αντίθετο. Η κρίση ήρθε κι εγκαταστάθηκε στη χώρα σαν αρρώστια μη ιάσιμη. Οι συνέπειες στην οικονομία έχουν σωρευτικό χαρακτήρα και στις περιπτώσεις αυτές κάποια στιγμή έρχεται το μπούκωμα. Τότε οι επιπτώσεις γίνονται αισθητές και στους αρχικά εφησυχασμένους ή σίγουρους ότι το φαινόμενο δεν τους αφορά και δεν θα τους ακουμπήσει. Οι δουλειές του Νίκου ελαττώθηκαν δραστικά, όχι μόνο γιατί αρκετά από τα μαγαζιά που κράταγε τα βιβλία τους κατέβασαν ρολά, αλλά και όσα κρατούσαν ακόμα σταμάτησαν να τον πληρώνουν με τη δικαιολογία ότι δεν υπάρχει τσάι και ίσως αργότερα, όταν ξανανοίξουν οι δουλειές τον ξοφλήσουν για ό,τι του οφείλουν. «Ζήσε Μάη μου, να φας τριφύλλι». Το απόθεμα στην τράπεζα είχε φροντίσει η άλλη έγκαιρα να το εξαντλήσει κι έτσι ο Νίκος δεν μπορούσε σχεδόν να εξασφαλίσει τα βασικά έξοδα του σπιτιού. Εκείνη έτσι κι αλλιώς δεν έβαζε ποτέ λεφτά σ’ αυτό κι ακόμη ζούσε λίγο στα σύννεφα. Όταν η Γωγώ απευθύνθηκε στην άλλη «προσωπική της τράπεζα» βρέθηκε προ απροόπτου. Τότε συνειδητοποίησε τι συμβαίνει. Ο Περικλής της είπε «Καλό μου κορίτσι, κοιμάσαι; Που ζεις; Βρίσκεσαι σε άλλο τόπο; Δεν βλέπεις γύρω σου τι συμβαίνει; Οι δουλειές μου έπεσαν στο μισό κι έχω και ανοίγματα με επιταγές, που μάλλον προβλέπεται να φάνε φέσι. Μόνο για σένα, που είσαι το κορίτσι μου, θα κόψω από μια πληρωμή κάτι και θα στο δώσω μόλις ειδωθούμε» Είχε περάσει η φλόγα των πρώτων συναντήσεων. Η ίδια είχε την περιοδική ανάγκη του, αλλά τα παλαιά λούσα και η επίδειξη είχαν ήδη τελειώσει. Οι συναντήσεις γίνονταν στο σχολειό ή στο μαγαζί του με τα αρνητικά παρεπόμενα της ελλειπτικής άνεσης. Η ίδια το απέδιδε στην έλλειψη χρόνου, πράγμα που για ένα ποσοστό ήταν αληθές, αλλά τώρα με τ’ αποκαλυπτήρια συνειδητοποίησε και την άλλη συνιστώσα: Την οικονομική στενότητα. Μια τόσο έξυπνη γυναίκα που το μυαλό της έπαιρνε χιλιάδες στροφές σε άλλες περιπτώσεις και μέχρι τώρα χειριζόταν με απόλυτη επιτυχία ανθρώπους και καταστάσεις, που συνάντησε τόσες και τόσες αναποδιές στην πορεία της ζωής και είχε βγει νικήτρια σε όλες, πώς δεν συνέλαβε έγκαιρα τον κίνδυνο της οικονομικής στενότητας. Θεωρούσε αυτονόητο ότι για όσα χρήματα χρειαστεί, τα πιόνια της θα είναι σε θέση να της εξασφαλίζουν τις πλούσιες καταναλωτικές της ανάγκες και συνήθειες. Τα πολλά λεφτά που πέρασαν απ’ τα χέρια της έφυγαν σαν στραγάλια, σε αγορές όχι απαραίτητα ανάγκης αλλά περισσότερο επίδειξης στο περιβάλλον της. Δεν πέρασε ποτέ απ’ το μυαλό της να βάλει κάτι στην πάντα, να κάνει μια αποταμίευση για έκτακτες περιπτώσεις. Όπως κάνουν όλοι οι σώφρονες άνθρωποι. Και όταν έφτασαν και σ’ αυτήν την ίδια οι συνέπειες της οικονομικής κρίσης έπαθε ψυχολογικό κλακάζ .με συνέπεια να χάσει την ψυχραιμία της και οι αντιδράσεις της να μην είναι έλλογες. Ήδη υπήρχαν ανοίγματα με φορτωμένες τραπεζικές κάρτες, με χρέη σε προμηθευτές του σχολείου, με εκκρεμότητες στις αμοιβές των συνεργατών που απασχολούσε στο σχολείο, με υποχρεώσεις σε ταμεία και εφορίες, που ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε ασχοληθεί η ίδια, αφού τα είχε όλα φορτώσει στον άνδρα της. Άσε και τα νοίκια που είχε καθυστερήσει στον ιδιοκτήτη του κτιρίου. Τότε συνδύασε και τη γνώση ότι και οι εγγραφές για την νέα περίοδο παιδιών στο νηπιαγωγείο για πρώτη φορά ήταν λιγότερες, κάτι που μέχρι τώρα δεν της είχε τύχει κι αυτό την ταρακούνησε περισσότερο από τ’ άλλα. Πλήγωνε την προσωπική της περηφάνια και την εδραιωμένη μέσα της σιγουριά ότι όλα είναι στο χέρι της και μπορεί να τα ξεπερνάει. Πρώτα ξέσπασε στον κακομοίρη άνδρα της « Μια ζωή ανίκανος ήσουν κι έτσι θα πεθάνεις! Καλά ούτε τα έξοδα του σπιτιού δεν μπορείς να εξασφαλίσεις. Θα αφήσεις, άθλιο υποκείμενο, να πεινάσει το παιδί μου;» Χωρίς να το συνειδητοποιεί ποτέ μέχρι τώρα δεν είχε χρησιμοποιήσει την έκφραση: Το παιδί σου ή το παιδί μας. Η παρουσία του στο σπίτι μόνο σαν αναγκαίο κακό μπορούσε να το ανεχτεί. Εδώ και καιρό δεν τον άφηνε να την ακουμπήσει. Στην αρχή επικαλούταν κάποιες δικαιολογίες αλλά στη συνέχεια του έδειξε σαφώς ότι δεν θέλει καμιά ερωτική επαφή μαζί του. Ο ίδιος για χάρη του παιδιού κατάπινε χωρίς παράπονα όλα αυτά τα χαστούκια. Όπως όμως σ’ όλα τα πράγματα υπάρχουν όρια έφτασε και στον υπομονετικό Νίκο η ώρα της δικής του έκρηξης. Σήκωσε τη φωνή και μίλησε έξω απ’ τα δόντια. Το μόνο που φρόντισε να μην είναι μπροστά ο γιος του. Της είπε για τον αυθαίρετο αποκλεισμό του από το συζυγικό κρεβάτι, της είπε για της υπόνοιες του ότι αλλού φροντίζει αυτή την ανάγκη, ενώ ο ίδιος κάνει υπομονή ελπίζοντας κάποια στιγμή ότι θα καταλάβει το λάθος της. Της θύμισε πόσο καλά της είχε φερθεί στην έναρξη της κοινής ζωής της, της θύμισε ακόμη ότι το στήσιμο του σχολειού έγινε με τη δική του αποκλειστικά οικονομική στήριξη κι ότι όλα αυτά τα χρόνια, ότι αυτός πρέπει να αποπληρώσει τις δόσεις του δανείου απ την τράπεζα κι ότι όλο αυτό το διάστημα αυτός έχει αποκλειστικά αναλάβει τα έξοδα του νοικοκυριού. Αλλά για τ’ αυτιά της Γωγώς όλα αυτά ήταν μπαινάκης- βγαινάκης. Αν δεν μπορούσε τώρα να βοηθήσει γιατί να τον ανέχεται ακόμα. Του απάντησε με σκληρότητα φανερώνοντας τα εσωτερικά της αισθήματα γι αυτόν «Πολύ σε ανέχθηκα εδώ στο σπίτι μου κύριε! Αρκετά! Μπορείς να μαζέψεις τα ρούχα σου και να πας όπου θες, ακόμα και στον διάολο» Ο Νίκος ερχόταν πρόσωπο με πρόσωπο με αυτό που πάντα φοβόταν. Το διώξιμο! « Για στάσου ρε Γωγώ μιλάς στον άνδρα σου, εδώ είναι και το σπίτι μου. Μιλάς στον πατέρα του παιδιού σου» Της ήρθε στο στόμα να του πει εδώ και τώρα την αλήθεια, αλλά ευτυχώς το ένστικτο αυτοσυντήρησης την συγκράτησε. Όχι! Να μην τα σπάσει όλα. Άλλωστε δεν έχει να κερδίσει τίποτα με μια τέτοια αποκάλυψη. Ας τον να νομίζει ότι το αγόρι μου είναι γιος του και να νιώθει την υποχρέωση να συνεισφέρει στα έξοδα της ανατροφής του. Θα μπερδευτούν πολύ τα πράγματα αλλιώς. Κι αν ανοίξει τέτοιο θέμα μπορεί να μπει το ζήτημα του πραγματικού πατέρα και δεν ήθελε παρτίδες με τον άλλο. Η συσσωρευμένη μανία που είχε γι αυτόν και την προδοσία του παρέμενε αλώβητη μέσα της. Έτσι χαμήλωσε τα λόγια της «Φέρε λοιπόν λεφτά για το σπίτι. Τι είσαι; Φιλοξενούμενος; Αν δεν μπορείς να πας να κάτσεις αλλού. Δε σε χρειαζόμαστε!» «Μα Γωγώ όλα μου τα λεφτά εδώ μέσα μπήκανε. Αλλά απ’ τα χέρια σου γλιστράγανε σαν το νερό» Άλλα λόγια ν’ αγαπιόμαστε. Το ήξερε ότι τον έχει σβησμένο, αλλά πώς μπορούσε να αντιδράσει; 25. Η κρίση είναι ευκαιρία Ο Αλέκος πάλευε στην Αθήνα. Έδινε μάχες ν’ ανέβει σκαλοπάτια στην κομματική ιεραρχία. Μπήκε σε διάφορες επιτροπές. Προβληματισμού και νέων ιδεών, σχεδιασμού του εκλογικού προγράμματος για τις επόμενες βουλευτικές εκλογές κι άλλα τέτοια παρόμοια.. Κόλλησε δίπλα σε προβεβλημένα στελέχη του κόμματος και δήλωσε τη διάθεσή του προς όλες τις πλευρές να βοηθήσει, σε ό,τι τον χρειαστούν. Το όνομά του άρχισε να γίνεται γνωστό στους ανθρώπους του μηχανισμού. Έγραψε άρθρα στο εβδομαδιαίο κομματικό όργανο. Τίποτα το ιδιαίτερο, αλλά έπρεπε με κάθε πρόσφορο μέτρο να βρίσκεται στο προσκήνιο, να προωθήσει την καριέρα του. Επειδή είχε τις πλάτες της οικογένειας μέχρι τώρα δεν μπήκε στην ανάγκη να αναζητήσει εργασία για βιοπορισμό. Δεν ήταν τεμπέλης, αλλά θα αναλάμβανε κάποια εργασία μόνο αν ήταν προωθητική του βασικού του στόχου. Η οικογένεια το ήξερε και εφόσον αυτός το ήθελε τόσο, θα στήριζαν κάθε απόφαση του. Η κρίση δεν τον επηρέασε προσωπικά. Όμως είχε την εξυπνάδα να μυρίσει τις νέες δυνατότητες που δημιουργούσαν οι οικονομικές δυσκολίες του μέσου Έλληνα. Ναι, χωρίς αμφιβολία θα είναι περίοδος για ριζικές ανακατατάξεις στις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις. Οι επόμενες βουλευτικές εκλογές θα είναι μοναδική ευκαιρία για το προσωπικό ποιοτικό του άλμα. «Άρα τέλος τα ψέματα, πρέπει να ζω δίπλα σ’ αυτούς που σε λίγο θα ζητήσω την ψήφο τους.» Η απόφαση ήταν τελεσίδικη «Θα πάω στην πατρίδα για μόνιμη εγκατάσταση». Χρειάζεται αναθέρμανση των παλαιών σχέσεων, δημιουργία νέων και συνεχείς δημόσιες εμφανίσεις. Πρέπει να προετοιμάσει το αναγκαίο επιτελείο. Ει δυνατόν απ’ όλους τους χώρους και τα βασικά χωριά της περιοχής μας. Και τέλος θα χρειαστούν λεφτά. Πρέπει να κάνει μια αναλυτική συζήτηση με τη μάνα και το θείο του. Άλλη πηγή για χρηματοδότηση της προεκλογικής του εκστρατείας δεν βλέπει προς το παρόν Έτσι τα μάζεψε απ’ την Αθήνα κι ήρθε κοντά στη μάνα του. Εκείνη το είδε σαν ευλογία θεού, αφού θα τον έχει κοντά της. Όταν της εξήγησε τα σχέδιά του, θέλοντας και μη, του είπε ότι θα τον βοηθήσει. Η πρώτη του σκέψη: Τι να κάνουν οι παλαιοί φίλοι και οι συμμαθητές του; Ποιος είναι ο πιο πρόσφορος τρόπος να έρθει πάλι σ’ επαφή μαζί τους; Ο Κώστας; Αυτός ζει στον κόσμο του. Ο Νίκος; Είναι αιχμάλωτος της άλλης, χωμένος στο βρακί της. Με αυτήν αν μπορούσε να βρει κάποια επαφή θα του ήταν πολύ χρήσιμη. Βλέπεις έγινε παράγοντας στην πόλη, ασχολείται με τα δημοτικά, έχει μεγάλο κύκλο και είναι ικανή να ανακατέψει πράγματα κι ανθρώπους. Βγήκε στις δημοτικές πολύ ψηλά, αλλά μωρέ, τι ατυχία, με τον συνδυασμό του άλλου κόμματος. «Σιγά, η Γωγώ μην έχει ιδεολογικές αναστολές! Κάποια εποχή με γούσταρε κι έκανε τα πάντα να μπλέξουμε μαζί. Κάτι θα έμεινε μέσα της. Δεν μπορεί να τα ξέχασε όλα, ακόμα κι όταν αναστέναζε στην αγκαλιά μου. Πρέπει να βρω τρόπο, πρέπει να μιλήσουμε μαζί αναλυτικά» Είναι δυνατόν η συνάντηση να φανεί τυχαία; Μάλλον όχι. Πρέπει να πάω στα ίσα και να της πω ότι θέλω, καθαρά και χωρίς φιοριτούρες. Θα της τηλεφωνήσω στο σχολείο και θα ζητήσω συνάντηση. Εκεί θα φανεί Δεν είχε καιρό για χάσιμο. Βρήκε τον αριθμό απ’ τον κατάλογο και πήρε. Η ίδια δεν ήταν εκεί αλλά άφησε όνομα και την πληροφορία ότι αύριο το πρωί θα ξαναπάρει. Η Μαρία τι να κάνει; Κι αυτή στα υπόψη. Μάλλον η περίπτωσή της θα ήταν πιο διαχειρίσιμη σε σχέση με τη Γωγώ. Η Γωγώ ενημερώθηκε για το τηλεφώνημα του Αλέκου κι αυτό την έβαλε σε σκέψεις. «Τι να θέλει κι αυτός τώρα που όλα έχουν στραβώσει;» Σε κανονικές συνθήκες, τις μέρες της παντοδυναμίας της, θα τον έστελνε χωρίς κανένα δισταγμό στο διάολο. Μα τώρα τα πράγματα σφίξανε και δεν έχει την πολυτέλεια τέτοιων χειρισμών. Ας του μιλήσει, λοιπόν, για να κάνει μια αναγνώριση προθέσεων. Που ξέρεις; Αρκεί να μην της βγάλει το φασούλι με ερωτήματα για τον γιο της. Εκεί θα είναι ανυποχώρητη. Ποτέ δεν θα μοιραστεί το αγόρι της μ’ άλλον, ιδιαίτερα μ’ αυτόν που την κρίσιμη στιγμή την πρόδωσε κι αρνήθηκε να αναλάβει τις ευθύνες του. «Το γαϊδούρι το ξεσαμάρωτο! Το μόνο που βρήκε να της πει ήταν να πάει να το ρίξει. Για σκέψου να τον είχε ακούσει; Τον άθλιο!» Τώρα δεν θα είχε το φως της ζωής της. Όχι, του όφειλε μια αντίστοιχη συμπεριφορά. Όμως- ας την ευχή- έτυχε κι αυτή η αναποδιά με την κρίση. Δεν έχει την πολυτέλεια των εύκολων απορρίψεων. Την επόμενη μέρα περίμενε το τηλεφώνημα του. Δεν άργησε να έρθει. Αντάλλαξαν δυο-τρεις αμήχανες κουβέντες. Το ραντεβού ορίστηκε για το απόγευμα της ίδιας μέρας. Περιποιήθηκε όσο μπορούσε τον εαυτό της. Η φιλαρέσκεια δεν μειώθηκε καθόλου. Αντίθετα. Όταν έφτασε στη συνάντηση ήταν συνεσταλμένος, μην ξέροντας πώς να συμπεριφερθεί. Μετά τα τυπικά, χωρίς να βρεθεί μπροστά σε δύσκολες ερωτήσεις το ξεφούρνισε. «Γωγώ θα κατέβω υποψήφιος στις βουλευτικές εκλογές» «Με ποιο κόμμα; Με το δικό σου; Τι κρίμα! Θα είμαστε αντίπαλοι!» «Θα είσαι και συ υποψήφια;» «Δεν το ξέρω ακόμα, αλλά είναι πιθανόν!» «Πώς ήρθαν έτσι τα πράγματα ρε Γωγώ; Εμείς από μικρά παιδιά ήμασταν κολλητάρια» «Ίσως, αλλά στην κρίσιμη φάση, το ξέχασες; Τα σκάτωσες!» «Το ξέρεις ότι σε εκείνη τη φάση δεν γινόταν και διαφορετικά» «Άποψή σου. Άσε να έχω κι εγώ τη δική μου» «Πάντως τα πήγες καλά στη ζωή σου. Σε παραδέχομαι. Παντρεύτηκες, έκανες παιδί, άνοιξες δικό σου παιδικό σταθμό, ασχολήθηκες με τα κοινά. Τελικά σε ζηλεύω. Όλα σου πήγαν καλά.» «Δε διαφωνώ. Τελικά τι ήθελες από τη σημερινή συνάντηση;» «Τη βοήθειά σου!» «Το καταλαβαίνεις ότι αυτό είναι δύσκολο» «Ελπίζω ότι θα βρεις εσύ τρόπους να το κάνεις. Άκου. Στο σπίτι μου θα οργανώσω ένα πάρτι. Μην φοβάσαι. Όχι κομματική συγκέντρωση. Μόνο η παλαιά παρέα, οι συμμαθητές. Θα πιούμε, θα φάμε και θα χορέψουμε! Μην φοβάσαι, δεν θα βγάλω πολιτικό λόγο. Θα σου στείλω πρόσκληση» «Αν δεν έχω άλλη σοβαρή υποχρέωση θα έρθω. Υπόσχεση από τώρα δεν μπορώ να δώσω» Όταν βρέθηκε έξω μια πίκρα τον κατέκλυσε. «Τζάμπα την είδα. Την έχασα οριστικά! Όμως γιατί τόση κακία και τέτοια εκδικητικότητα. Αυτό φαίνεται από μακριά. Για μια εγκυμοσύνη που αυτή με δικό της λάθος προκάλεσε; Κάτι πρέπει να μου διαφεύγει» Τότε και μόνο τότε πέρασε για πρώτη φορά απ’ το μυαλό του η υποψία. «Αλήθεια πότε γεννήθηκε ο γιος της; Αυτή είναι σε θέση ν’ αναποδογυρίσει τα πάντα, Λες; Θα το ερευνήσω» Τις ίδιες στιγμές η άλλη αναρωτιόταν από μέσα της. «Καλά τόσο ηλίθιος είναι; Άκου; Να ζητάει βοήθεια από μένα. Δεν επικοινωνείς με το μυαλό σου κύριε! Και να σκεφτείς ότι τον αγάπησα κι έζησα αγωνίες γι αυτόν! Τελικά δεν άξιζε αυτής της αγάπης. Ευτυχώς δεν έγινε καμιά συζήτηση για το γιο μου. Δεν φταίει το μαναράκι μου να μπλέξει σε τέτοια περιπέτεια». Αναρωτήθηκε «Να πάω στο πάρτι; Άσε ν’ αποφασίσω όταν έρθει η ώρα» 26. Η συγκέντρωση στου Αλέκου Ο Αλέκος έβαλε σ’ εφαρμογή το σχέδιο του. Προσκλήσεις, τηλέφωνα, ειδοποιήσεις μέσω τρίτων, έκανε τα πάντα για την επιτυχία της μάζωξης. Δεν εμπιστεύτηκε τη μάνα του να ετοιμάσει φαγητά και ότι άλλο απαιτούσε η περίπτωση. Πρώτον θα άντεχε σε τέτοια πίεση και ύστερα ήξερε να τα ετοιμάσει; Τα ανέθεσε, λοιπόν σε μια επιχείρηση κέτερινγκ και ηρέμησε. Σ’ όλες τις ενδιάμεσες μέρες η σκέψη του έτρεχε στη Γωγώ και το παιδί της. Έπρεπε να ελέγξει τα πάντα. Κυρίως τις ημερομηνίες. Εκεί θα είναι κρυμμένο το μυστικό. Μα είναι δυνατόν ο Νίκος; Θα του πούλησε κάποιο παραμύθι. Εκείνος ήταν πάντα τρελός μαζί της. Αλήθεια σε ποια κλινική γέννησε; Η ημερομηνία γέννησης είναι πάντα γραμμένη στο δημοτολόγιο. «Ρε συ εκεί δεν εργάζεται ο ξάδελφος ο Νώντας;» Είναι τόσο υποχρεωμένος στη μάνα μου. Θα μου κάνει τη χάρη αν του το ζητήσω. Αμ έπος, αμ έργον. Του τηλεφώνησε με το πρόσχημα ότι τον καλεί στο πάρτι. Ο άλλος θεώρησε τιμητική την πρόσκληση. Το άλλο αίτημα του φάνηκε λίγο παράξενο, αλλά το σκέφτηκε κι αλλιώς. «Εμένα τι με νοιάζει; Μια ματιά στο βιβλίο εγγραφών και τέλειωσε. Δεν θα κάνω κάτι παράνομο» Ήταν υποχρεωμένος στην οικογένεια και θα έκανε ό,τι του ζητούσαν. Την άλλη κιόλας μέρα τον ενημέρωσε. Η ημερομηνία, που του είπε ο Νώντας τον έβαλε σε μεγάλες σκέψεις. Πότε είχε γίνει ο χορός του Ναυτικού ομίλου; Με ένα τηλεφώνημα ενημερώθηκε και για αυτό. Μέτρησε το ενδιάμεσο χρόνο. Κοντά στους εννέα μήνες! Πότε ήρθε στην Αθήνα να του πει ότι είναι έγκυος; Τα έβαλε κάτω. Συνδύασε ημερομηνίες με γεγονότα. Όταν τον βρήκε στην Αθήνα είχαν περάσει μέρες που τον δέχτηκαν στον μεταπτυχιακό κύκλο. Αναζήτησε τον τίτλο που του έδωσαν και είδε ημερομηνίες. Τα υπολόγισε από εδώ, τα μέτρησε από εκεί και κατέληξε. « Ή το παιδί βγήκε εξαμηνίτικο ή είχε κάτσει στον Νίκο συγχρόνως μ’ αυτόν. Το δεύτερο ενδεχόμενο το έβλεπε πολύ χλωμό ξέροντας την υπεροψία και τον χαρακτήρα της Γωγώς. Μάλλον, επειδή μετά την άρνησή του βρέθηκε σε δύσκολή θέση, έκανε τα δικά της και τον μπουρδούκλωσε» Αυτή μπορούσε να κοροϊδέψει και τον ίδιο τον διάολο θα δυσκολευόταν να παγιδεύσει τον αθώο και αφελή Νίκο; Αλλού είναι το ερώτημα: Ξέρει ότι το παιδί δεν είναι δικό του ή ζει μέσα σε μια ψευδαίσθηση! Αυτό είναι μια είδηση που μπορεί στην πορεία να του φανεί χρήσιμη. «Καλά- μια φωνή είπε μέσα του- κι αν είναι δικό σου το παιδί αυτό δεν σου λέει τίποτα αυτό, δεν σου γεννάει κανένα αίσθημα;» « Άσε, ρε φίλε, δεν είναι για μένα τέτοια πράγματα. Όχι» απάντησε κάθετα Όμως τώρα έπρεπε να αφοσιωθεί στην επιτυχία του πάρτι. Αυτό είναι που έχει μόνο σημασία. Ήταν όλοι εκεί. Ενώ ζούσαν μέσα στην ίδια μικρή πόλη, σπάνια είχαν την ευκαιρία τέτοιων συγκεντρώσεων. Η συνεχής παρακολούθηση των σειρών στην τηλεόραση απομόνωσε τους ανθρώπους και τους μετέτρεψε σε ουδέτερους παρατηρητές μακρινών τόπων, ξένων καταστάσεων και ιδιόμορφων αισθημάτων. Ο άνθρωπος δεν βλέπει δίπλα του, δεν εστιάζει το μάτι του στο γνώριμο κοντινό του περιβάλλον, αλλά εκεί που η συσκευή τον ταξιδεύει. Το χειρότερο ότι και οι συζητήσεις μεταξύ των μελών της μικρής κοινωνίας δεν περιστρέφονται στα προσωπικά τους προβλήματα, αλλά σχολιάζουν τις περιπέτειες των κατασκευασμένων από ξένους ηρώων. Ο Αλέκος προσπάθησε να είναι ευγενής και ζεστός με όλους. Εμμέσως, δίχως άμεση αναφορά, όλοι ήξεραν ή μάθανε για τα σχέδιά του. Η εξωτερική ανταπόκριση στην πληροφορία ήταν μεν θετική, αλλά ποιος μπορεί να ξέρει τι ακριβώς σκέπτεται κάποιος από μέσα του; Πάνω στην πράξη κατάλαβε πόσο δύσκολη είναι η καλογερική. Δεν είναι εύκολο να θέλεις να γίνεις δημόσιο πρόσωπο. Χρειάζονται ειδικές ικανότητες, όχι πάντα επαινετές. Ένα ογκώδες φορτίο υπομονής να ανέχεται καταστάσεις από μικρούς έως κακότροπους ανθρώπους, αλλά αφού μπήκε στο χορό και θα τον χορέψει μέχρι τελικής πτώσεως. Ο Κώστας συνόδευε τη Μαρία και βλέποντάς τους ανίχνευσε μια σύμπνοια. «Γίνανε ζευγάρι άραγε. Καλά, όλες οι μαλακίες που πάντα πέταγε αυτός στη συζήτηση, που πήγαν; Τι του βρήκε κι αυτή η χαμένη; Τόσο στερημένη είναι;» Σ’ όλη τη διάρκεια που ήταν στο σπίτι ο Κώστας έμεινε σχεδόν μουγγός. Μερικά τυπικά λόγια από ευγένεια με γνωστούς και κυρίως ψιθυρίσματα στ’ αυτί της Μαρίας. Αυτή πιο απελευθερωμένη, πιο φυσιολογική, χωρίς το συνηθισμένο φοβισμένο ύφος της. Ο άνδρας της Γωγώς με ύφος πληγωμένου ζώου, λες και μόλις του ανακοίνωσαν την καταδίκη του σε ισόβια. Κοίταζε την δική του, που αλώνιζε σ’ όλες τις παρέες με ένα παραπονεμένο ύφος, που σου δημιουργούσε διάθεση για συμπαράσταση. Η Γωγώ απτόητη έδινε για μια ακόμα φορά την παράστασή της στο ρόλο που πάντα συνήθιζε. Το ρόλο της πρωταγωνίστριας. Τώρα ήξερε το μυστικό της! Για μια συνηθισμένη γυναίκα ένα τέτοιο μυστικό -και στο τοπικό περιβάλλον που ζούσαν- θα ήταν μια ατομική βόμβα! Αλλά για αυτήν δεν ήταν σίγουρος ποια θα ήταν η αντίδρασή της σε ενδεχόμενη αποκάλυψη. Μπορεί, απλώς να χαμογελούσε συγκαταβατικά και να μην την ένοιαζε καθόλου. Για μια ακόμα φορά έβαλε στον εαυτό του το ερώτημα. Πώς μπορούσε να χρησιμοποιήσει προς όφελός του αυτήν την πληροφορία; Άγνωστο το όφελός της, ιδιαιτέρως, όταν κι αυτός είναι μέσα στην υπόθεση χωμένος ως τα μαλλιά κι είναι σοβαρός ο κίνδυνος αντί για μαλλί να βγει και κουρεμένος. Όχι θέλει πολλή περίσκεψη το πράγμα. Η Γωγώ άνετη, κοινωνική, σκορπούσε παντού χαιρετούρες και φιλιά, αλλά το ύφος και οι ματιές που άλλαζε με τον Περικλή, του φάνηκε ότι περιείχαν κάτι περισσότερο. Ανίχνευσε υπόγεια νήματα κι έπρεπε να το ψάξει. Της έκανε μια αθώα εκ πρώτης όψεως νύξη «Τι κάνει ό όμορφος γιος σου Γωγώ;» Του έριξε μια διερευνητική ματιά για λίγο και μετά μ’ αυτοπεποίθηση του είπε «Μια χαρά! Ρώτα και τον πατέρα του» Κι έδειξε προς τον Νίκο. Ήταν αλεπού η πουτάνα. Δεν τόλμησε να πει τίποτα παραπάνω. 27. Η μαύρη τρύπα της Γωγώς Η σιγουριά που ένιωθε τα τελευταία χρόνια, της τέλειωσε. Το αίσθημα της ανασφάλειας για πρώτη φορά εισχώρησε εντός της. Ο Νίκος με το ζόρι κάλυπτε τα βιοποριστικά έξοδα του σπιτιού. Τόσο μπορούσε. Τα έξοδα του νηπιαγωγείου όμως με το ακριβό νοίκι του κτιρίου δεν καλυπτόταν πλέον από τα έσοδα των διδάκτρων. Φυσικό επακόλουθο της μείωσης των παιδιών. Αρκετά σταμάτησαν μετά την ομολογία των γονέων ότι δεν έχουν πλέον την οικονομική δυνατότητα. Οι περισσότεροι από τους υπόλοιπους που παρέμεναν στο σχολειό ζητούσαν από μικρές έως μεγάλες εκπτώσεις. Ενώ στην αρχή το έπαιζε υπεράνω κι απέρριπτε τέτοια αιτήματα οι καταιγιστικές εξελίξεις την ανάγκασαν να προσαρμοστεί. Είχε ήδη σοβαρά ανοίγματα με γραμμάτια και επιταγές σε τράπεζα, σε προμηθευτές και σε υπαλλήλους. Το φρακάρισμα ήταν προ των πυλών. Και δεν άντεχε τη μιζέρια. Ενοχλούσε δραματικά την υπερηφάνεια της. Να παραδεχθεί ότι δεν μπορεί ν’ αντιδράσει, να πάει κόντρα στο ρεύμα: Τουλάχιστον ας δώσει τη μάχη της Δραστηριοποιήθηκε προς την κατεύθυνση περιορισμού των εξόδων. Κάποιες απολύσεις υπαλλήλων, προσαρμογή της ποιότητας των αναγκαίων προμηθειών. Ξεπέρασε την έπαρση και την ντροπή. Ζήτησε από τον ιδιοκτήτη μείωση του ενοικίου και την πέτυχε. Σάμπως μπορούσε να κάνει κι αλλιώς; Μονολόγησε «Δεν μπορεί; Αυτή η σκοτεινιά θα τελειώσει κάποια στιγμή. Κάπου στην άκρη του δρόμου θα φανεί ένα αμυδρό φώς ελπίδας» Παίδεψε τη σκέψη της να γεννήσει ιδέες. Αυτή μέχρι τώρα υπερέβη ογκόλιθους που βρέθηκαν στο δρόμο της, τα οικονομικά προβλήματα θα την σταματήσουν; Είχε κάποιο δίκαιο ο άνδρας της. Απ’ τα χέρια της πέρασαν λεφτά και λεφτά! Δεν πέρασε απ’ το μυαλό της ότι μπορεί να βρεθεί στο άσσο. Πόσο καιρό έχει να βγει στα μαγαζιά και ν’ αγοράσει ό,τι της γυαλίσει το μάτι; Κάποιοι μαγαζάτορες της κάνανε τεμενάδες όταν έμπαινε στο μαγαζί τους. Σήκωνε τα πάντα για τον εαυτό της και τον κανακάρη της Ο Νίκος αυτό μπορούσε, αυτό έκανε. Δεν ήταν άνθρωπος να κατεβάσει τολμηρές ιδέες, να πάρει ριψοκίνδυνες πρωτοβουλίες. Ο παιδοβούβαλος Περικλής της το είπε καθαρά «Γωγώ μου σ’ αγαπώ, σ’ εκτιμώ, αλλά λεφτά μην μου ζητάς. Τα χρέη με πνίξανε και έχεις και συ ένα ποσοστό ευθύνης. Ζήταγες, ζήταγες κι εγώ σού έδινα χωρίς σκέψη ό,τι είχα. Είσαι αχόρταγη και επικίνδυνη μανάρι μου. Αυτό δε σημαίνει ότι θέλω να κόψουμε εντελώς; Όχι! Γουστάρω πολύ τις συναντήσεις μας και τη βρίσκω μαζί σου. Το ίδιο κι εσύ απ’ ό,τι καταλαβαίνω» Η άλλη στραβομουτσούνιασε και θέλησε να μιλήσει. Δεν της έδωσε πάσα, φοβούμενος ότι θα πει τα χειρότερα. Έτσι με φόρα συνέχισε θέλοντας να δώσει μια νότα αισιοδοξίας «Άκου, Γωγώ μου. Όλα είναι περαστικά. Το στρίμωγμα θα περάσει. Μόλις γυρίσει λίγο η κατάσταση θα είσαι η πρώτη που θα πάρεις λεφτά. Όμως αυτό το διάστημα συνέχιζε να στέλνεις τη μάνα σου στο μαγαζί για ότι κρεατικό χρειάζεσαι. Η πίστωση είναι για σένα ανοιχτή» Η συζήτηση γινόταν κατά το συνήθιο αργά στο γραφείο της και από μέσα της σκέφτηκε ότι δεν έχει την πολυτέλεια επιλογών. Ας κάνει την πάπια για την ώρα. Αναστέναξε δήθεν στεναχωρημένη και πήρε την κατάλληλη στάση για ν’ αποσβέσει μέρος των χρεών της προς τον Περικλή 28. Η Μαρία διαλογίζεται Πάντα -σκέφτηκε η Μαρία - η ζωή της ήταν ήρεμη και χαμηλών τόνων με χτυπητή εξαίρεση την περιπέτεια της με τον Μιχάλη. Όμως κι αυτή η φάση της ζωής της ήταν απαραίτητη γιατί απελευθερώθηκε από το μόνιμο κόμπλεξ που έσερνε μέσα της όλα τα προηγούμενα χρόνια. Δεν ήξερε, δεν είχε δοκιμάσει την αντρική επαφή, δεν είχε κάνει ποτέ έρωτα, ενώ μετά τον Μιχάλη, γνώρισε κι ένιωσε τη γλύκα του. Της στοίχισε αγωνίες και της δημιούργησε προβλήματα ο τύπος, αλλά ας το ομολογήσει -μόνο όμως στον εαυτό της- ότι είχε και τις θετικές επιπτώσεις πάνω της. Τώρα μπορούσε ν’ αντιμετωπίσει έναν άνδρα χωρίς φόβο, με γνώση, χωρίς αναστολές, αρκεί αυτός να σεβαστεί την προσωπικότητά της, αρκεί να εισπράξει κι αυτή ένα μικρό αντίδωρο της προσφοράς της. Αρκείται σε μια σχέση αλληλοκατανόησης και τρυφερότητας, αλλά δεν θα έλεγε κι όχι και σε μια σχέση πάθους και απόλυτης αφοσίωσης. Μόνο να είχε το στοιχείο της ανταπόδοσης. Κορόϊδο για δεύτερη φορά δεν είναι διατεθειμένη να πιαστεί. Η δεύτερη εμπειρία της ήταν ο Κώστας. Καλό παιδί και παιδικός της φίλος, αλλά βρε παιδί μου, τόσα χρόνια και δεν ωρίμασε, συνεχίζει να παραμένει παιδί. Δεν λέει να σοβαρευτεί. Του το λέω κατάμουτρα και χωρίς αναστολές «Προσγειώσου Κώστα μου. Σταμάτα να ουρανοβατείς. Τι ακόμα πρέπει να ζήσεις για να καταλάβεις ότι αυτά που λες είναι βλακείες και δεν συγκινούν κανένα; Εγώ σ’ αντέχω και σε ανέχομαι γιατί είσαι παιδικός μου φίλος, γιατί είσαι απροστάτευτος και γιατί έχω την ανάγκη μιας φιλικής παρέας. Ο τρίτος όμως;» Η αλήθεια είναι ότι ο κακομοίρης βρίσκεται σε φάση ανακατάταξης των ιδεολογικών του αξιών. Δεν είναι εύκολο να πετάξεις στα σκουπίδια ότι πίστεψες κι αγωνίστηκες τόσα χρόνια. Επειδή τον λυπήθηκε τον έβαλε κάποιες φορές στο σπίτι της. Μαζί του στο κρεβάτι δεν εισέπραξε κάτι το ιδιαίτερο. Μέτρια πράγματα. Σίγουρα δεν την κάλυπτε, αλλά στην αναβροχιά καλό και το χαλάζι. Έκανε και μια καλή πράξη. Πρέπει να ξανοιχτεί σ’ άλλους χώρους, με άλλους ανθρώπους, σε άλλες ευκαιρίες. Τα χρόνια περνάνε, τα περιθώρια στενεύουν. Δεν θα έχει κι αυτή την ευκαιρία και τη χαρά να σφίξει στην αγκαλιά της ένα δικό της παιδί; Δεν έχει απαιτήσεις τελειότητας. Συμβιβάζεται και με μέτριες καταστάσεις. Πρέπει να έχει τα μάτια της ανοιχτά και να δείχνει τη διάθεση της για μόνιμη σχέση, Σκέφτηκε το εργασιακό της περιβάλλον και πέρασε από το νου της όλους του άνδρες που κινούνται στο χώρο. Τίποτα το αξιοπρόσεκτο και κάποιες περιπτώσεις, που είναι υποφερτές φρόντισαν πριν πιο έξυπνες απ’ αυτήν να τους καπαρώσουν. Έξω! Στο πάρκο, στην παραλία, το βράδυ στα μπαρ. Εκεί πρέπει να ρίξει τα δίχτυα της.. Με προσοχή όμως, μην φανεί πεινασμένη και διαθέσιμη από τον πρώτο τυχόντα. Μην ανοίξει κι άλλη πληγή. Η περίπτωση του Μιχάλη της φτάνει και της περισσεύει. Πολύ σύντομα νόμιζε ότι το πέτυχε. Ήταν ψηλός, όμορφος, καθαρός άνετος και ευγενής. Τον θεώρησε σαν το δώρο του θεού μετά τις απώλειες και το κάζο που βίωσε στο παρελθόν. Ήταν από κοντινό χωριό, με τους γονείς του να ζούνε, σύμφωνα με τα λεγόμενά του, εκεί. Γι αυτό πήγαινε συχνά να τους επισκεφτεί, αφού ήταν μιας κάποιας ηλικίας και ως μοναχογιός έπρεπε να τους φροντίζει. Προμήθειες, γιατροί, φάρμακά! Τόσες και τόσες υποχρεώσεις που έπρεπε όλες να περνάνε απ’ τα χέρια του. Αμέσως προσφέρθηκε να βοηθήσει, αλλά ο άλλος δεν άκουσε θετικά την πρόταση.. Της είπε « Είναι νωρίς ακόμα. Είναι μεγάλοι άνθρωποι και δεν ξέρω πως θα αντιδράσουν. Άσε σιγά- σιγά θα τους προϊδεάσω» Στην αρχή το βρήκε λογικό. Μαζί του πέρασε ωραίες βραδιές κι ερωτικό ταίριασμα, διακριτικές έξοδοι τα βράδια, αλλά σύντομα έσκασε η φούσκα. Ο ωραίος και ταιριαστός σύντροφος ήταν ήδη κι αυτός καπαρωμένος. Παντρεμένος στο χωριό και μ’ ένα παιδί! Πώς μπορούσε να λείπει τόσα βράδια από τη συζυγική εστία και να δικαιολογείται μόνο αυτός το ξέρει. Είχε πολλές ικανότητες ο κερατάς! Έγινε έξαλλη κι έστησε τρικούβερτο καυγά μαζί του. Αυτός άνετος λες και τίποτα δεν έχει συμβεί της πρότεινε να συνεχίσουν «Ναι μωρό μου, έχεις όλα τα δίκαια. Αλλά μην νομίζεις. Ένας δυστυχισμένος είμαι κι εγώ. Εγκλωβίστηκα με το παιδί και την παντρεύτηκα. Κάνε λίγο υπομονή και θα καθαρίσω σε λίγο χρόνο. Ας μην διακόψουμε για κάτι περαστικό!» Η αλήθεια είναι ότι μπήκε στον πειρασμό. Για λίγες στιγμές ήταν έτοιμη να υποχωρήσει αλλά σύντομα μέσα της ορθώθηκαν οι τύψεις. «Θα γίνω αντροχωρίστρα; Θα διαλύσω μια οικογένεια με παιδί; Όχι! Να μου λείπει. Έτσι ποτέ δεν θα νιώσω ήσυχη κι ευτυχισμένη» Μια άλλη φωνή της έλεγε. Δεν μπορεί, μαρή χαζή, αύριο ο κύριος αυτός να βρει μια άλλη κι εσύ να μείνεις πάλι στον άσο; «Ας βρει! Άλλη θα είναι η ένοχη της διάλυσης μιας οικογένειας κι άλλωστε τότε θα αποδειχθεί ότι δεν άξιζε της δικής μου αγάπης κι αφοσίωσης» Πάλι απ’ την αρχή η Μαρία! Μέχρι στιγμής δεν κατόρθωσε να κάνει μια σχέση της προκοπής Έβαλε φυσιολογικά στον εαυτό της το ερώτημα: « Άτυχη ή ανίκανη;»Ίσως λίγο κι απ’ τα δυο. Αυτό το διάστημα ο Κώστας ήταν χαμένος απ’ την πιάτσα. Μόνο μια φορά της τηλεφώνησε κι ακουγόταν μαυρισμένος από τα δικά του. Ίσως να ήθελε νάρθει στο σπίτι της, αλλά του το απέκλεισε λέγοντάς του την αλήθεια «Περιμένω άλλον Κώστα μου!» Δεν ειπώθηκε τίποτα άλλο . Η γραμμή νεκρώθηκε. Είχε την έγνοια του. «Λες να του έχει συμβεί κάτι; Θα του τηλεφωνήσω κι ότι γίνει» Έπεσε πάνω στον αδελφό του. Ο Κώστας έλειπε απ’ το σπίτι. «Καλά είναι! Είναι η ώρα του μοναχικού του περιπάτου. Θα του πω ότι τηλεφώνησες, αλλά να ξέρεις. Τον τρώει η μοναξιά κι εσένα σε θεωρεί φίλη του. Κάθε μέρα τέτοια ώρα κάνει περίπατο στο άκρο της παραλίας» Θα πάει να τον βρει. Μήπως έχει χιλιάδες φίλους να διαλέξει; Κι αυτή μόνη σαν καλαμιά στον κάμπο είναι η κακομοίρα. Πήγε εκεί που της είπε αλλά δεν τον βρήκε ή δεν τον πρόλαβε Καλά είπε από μέσα της. Υπάρχει και το αύριο… 29. Ο τραγικός θάνατος Γυρίζοντας την άλλη μέρα από την εργασία της, έβαζε το κλειδί ν’ ανοίξει την πόρτα, όταν άκουσε το τηλέφωνό της να χτυπάει. Ο Κώστας θάναι είπε από μέσα της. Έτρεξε να το προλάβει και σηκώνοντας το ακουστικό και αυθόρμητα είπε « Έλα Κώστα. Τι κάνεις;» «Μαρία δεν είμαι ο Κώστας. Ο Μανώλης είμαι, ο αδελφός του. Έχεις κανένα νέο απ’ τον Κώστα;» Παραξενεύτηκε. «Όχι! Χθες τον έψαξα εκεί που είπες, αλλά δεν τον βρήκα. Μάλλον θα είχε φύγει. Γιατί τον ψάχνεις;» «Δεν εμφανίστηκε καθόλου σπίτι κι η μάνα μας ανησυχεί. Αυτή μ’ έβαλε να τηλεφωνήσω» «Καλά πες της να ηρεμήσει. Πρώτη φορά είναι που λείπει; Κάπου θα τριγυρνάει» «Η μάνα έχει λέει κακό προαίσθημα. Τελευταία, ο Κώστας ήταν μελαγχολικός» «Θα γυρίσει- μην ανησυχείτε- κι όλα θάναι καλά. Κράτα με όμως ενήμερη Μανώλη, σε παρακαλώ!» Η ανησυχία πέρασε χωρίς να το θέλει και σ’ αυτήν. Πού μπορεί να τριγυρνάει άραγε; Στις επόμενες ώρες καθόταν στα κάρβουνα. Δεν άντεξε στην αναμονή. Πήρε αυτή τηλέφωνο κι έπεσε πάνω στη μάνα, που κλαίγοντας της είπε ότι δεν έχουν κανένα νέο του. Το τόλμησε και είπε «Μήπως έπαθε κάτι; Ας τηλεφωνήσουμε στις αρχές μήπως βρούμε άκρη. Ελπίζω να μην συμβαίνει τίποτα» «Ο πατέρας του έφυγε πριν λίγο να ρωτήσει την Αστυνομία. Διστάζαμε μη μας βάλει τις φωνές, αλλά Μαρία φοβόμαστε πλέον» «Όχι! Όχι, όλα θα πάνε καλά! «Απ’ το στόμα σου και στου θεού τ’ αυτί!» «Θα σας τηλεφωνήσω πάλι!» Δεν πρόλαβε. Της τηλεφώνησε ο Μανώλης «Μαρία άσχημα νέα. Τον βρήκε ένας βοσκός στο βάθος ενός γκρεμού. Δυστυχώς αυτοκτόνησε. Αν θέλεις πέρνα από δω να πεις μια κουβέντα παρηγοριάς στη μάνα μου, που απειλεί να πάει να τον συναντήσει. Σε παρακαλώ» «Έρχομαι!» Έφτασε ασθμαίνοντας στο σπίτι. Η μάνα του Κώστα την αγκάλιασε κλαίγοντας «Το έχασα το παλικάρι μου!. Δεν άντεξε ο Κώστας μου!» Ο Μανώλης την πήρε ιδιαίτερα να την ενημερώσει. «Ο μπαμπάς τρέχει στον παπά. Να τον παρακαλέσει να μην θαφτεί άψαλτος. Βλέπεις στην τσέπη του βρέθηκε σημείωμα αυτοκτονίας και η εκκλησία δεν μπορεί να κρατήσει τα προσχήματα και να το χαρακτηρίσει ατύχημα. Μας έδωσε ένα φωτοαντίγραφο η αστυνομία, μέχρι να κλείσει ο φάκελος και να μας δώσει το πρωτότυπο» «Σε παρακαλώ δώστο μου να το διαβάσω. Το ξέρεις. Ο Κώστας ήταν καλός φίλος μου» Ήταν ένας σύντομος αποχαιρετισμός στους δικούς του Μάνα, Πατέρα, Μανώλη Σας παρακαλώ συγχωρέστε με για τις πίκρες που σας πότισα. Δεν αντέχω άλλο Μόνο προβλήματα θα συνέχιζα να σας δημιουργώ, Μάνα πες ότι είχες μόνο τον Μανώλη Αντίο Κώστας. Τώρα ένιωσε κι αυτή ένοχη. Ο πιο καλός της φίλος έφτανε στο αμήν κι αυτή τριγυρνούσε με τον παντρεμένο αλητήριο. Θυμήθηκε το τελευταίο τηλεφώνημα του Κώστα και την ψυχρή άρνηση της να συζητήσει μαζί του. Ήταν σε αδιέξοδό, αλλά κι αυτή αντί να σταθεί δίπλα του τον έσπρωξε προς τον γκρεμό. Η αυτοκτονία του Κώστα έπεσε σαν κεραυνός στους φίλους και τους λίγους ομοϊδεάτες του.. Στη λιτή τελετή που έγινε μπροστά στον οικογενειακό τους τάφο επικρατούσε μια παράξενη σιωπή και μια βαθειά λύπη. Ομιλίες δεν έγιναν. Μόνο τα γοερά κλάματα της μάνας του έκοβαν την απόλυτη μουγκαμάρα που υπήρχε σ’ όλους. Μόνο κοιταζόντουσαν μ’ ένα βλέμμα γεμάτο απορίες. Ήδη βίωναν όλοι λίγο ως πολύ τις συνέπειες της οικονομικής κρίσης, ήρθε τώρα κι ο θάνατος ενός δικού τους ανθρώπου καπάκι και τους γέμισε απελπισία. Είναι λοιπόν τόσο άσχημα τα πράγματα. Τι είναι αυτό που αναγκάζει έναν συνάνθρωπό μας με βίαιο τρόπο να διακόψεις το νήμα της ζωής; Για πρώτη φορά ήταν μαζεμένοι οι παλαιοί συμμαθητές στην εκφορά ενός μέλους της δικής τους γενιάς και τους έφερε στην επιφάνεια το παροδικό της παρουσίας τους στη ζωή. 30. Η κατηφόρα συνεχίζεται Στην αρχή ήταν κάποιοι ψίθυροι. Κάποιες κουβέντες ιδιωτικές που λέγονταν με δισταγμό κι αμφιβολία σε ιδιωτικές συζητήσεις δυο ή τριών ανθρώπων. Περιλάμβαναν υπόνοιες, φήμες, ακριτομυθίες για ατασθαλίες στο Δήμο. Λένε ότι υπάρχουν κάποια ανοίγματα οικονομικά που δεν δικαιολογούνται από τα αντίστοιχα νόμιμα παραστατικά. Ισχυρίζονται πως μερικοί έβαλαν χέρι στα λεφτά για την πάρτη τους. Υπήρχε μια αοριστία για το ποιους αφορούν αυτές οι κατηγορίες ή ακόμα δεν ήξεραν τους ανθρώπους που βούτηξαν το δάκτυλο στο μέλι. Με την πάροδο του χρόνου οι φήμες εντάθηκαν, έγιναν πιο ξεκάθαρες κι ακούστηκαν τα πρώτα ονόματα. Ακολούθησε το αναμενόμενο σ’ αυτές τις περιπτώσεις. Η είδηση πέρασε στην τοπική εφημερίδα και το θέμα πήρε διαστάσεις τέτοιες, που δεν μπορούσε ν’ αφήσει αδιάφορους τους υπευθύνους. Ο Δήμαρχος έδωσε εντολή να ερευνηθεί η υπόθεση σε πρώτη φάση διοικητικά κι αν προκύψουν ευθύνες για ανθρώπους να παραπέμψει την υπόθεση στη δικαιοσύνη. Ανάθεσε, λοιπόν, την έρευνα της οικονομικής διαχείρισης των δαπανών σε μια ανεξάρτητη μεγάλη εταιρεία και ανάμενε το πόρισμά της. Η Γωγώ δεν ζούσε εκτός της πόλης. Από νωρίς είχε μάθει τι κυκλοφορούσε κι ένας φόβος άρχισε να την περιζώνει. Νομίζει ότι στον τομέα ευθύνης της όλα τα έχει τακτοποιημένα. Αποδείξεις, παραστατικά κι ότι άλλο χρειάζεται. Όλοι αυτοί οι έξυπνοι που πετάνε αστήρικτες κατηγορίες έχουν καθόλου ιδέα πόσες ώρες και τι κόπους έχει αφιερώσει για την υλοποίηση όλων των πολιτιστικών εκδηλώσεων που οργάνωσε τα χρόνια αυτά στη πόλη; Τι αλληλογραφία, τι ταξίδια χρειάστηκαν για να κλειστούν τα συγκροτήματα που έφερε στην πόλη κι αναζωογόνησε την πολιτιστική ατμόσφαιρα της. Ας διαβάσουν όλοι αυτοί οι άσχετοι τις κριτικές και τα θετικά σχόλια που καταγράφηκαν στην τοπική αλλά και σε Αθηναϊκές εφημερίδες. Από την πρώτη στιγμή ζήτησε συνάντηση με τον Δήμαρχο. Για άγνωστο σ’ αυτήν λόγο το ραντεβού άργησε να οριστεί. Γιατί όμως; Όταν βρέθηκε μπροστά του είδε από την πλευρά του μια διστακτικότητα και μια αμηχανία. Εκείνο που μόνο βρήκε να της πει είναι « Προς το παρόν Γωγώ δεν μπορώ να πω τίποτα. Έκανα την ανάθεση της έρευνας και πριν να πάρω το πόρισμα της επιτροπής μην περιμένεις να σχολιάσω κάτι» « Δηλαδή υιοθετείς αυτά που κυκλοφορούν στους διαδρόμους; Και μ’ αφήνεις απροστάτευτη; Ξέχασες τη συμβολή μου στην εκλογή σου;» « Ό,τι ήταν να σου πω το είπα! Τέλος!» Η Γωγώ κατάλαβε ότι κάποιοι αποφάσισαν να παίξει αυτή το ρόλο της Ιφιγένειας, δηλαδή εκείνης που πρέπει να θυσιαστεί για την κάθαρση όλων των άλλων. Το διάβασε καθαρά στα μάτια του Δημάρχου και κυρίως στα λόγια του. Αναρωτήθηκε το γιατί. Ποιοι το αποφάσισαν και με βάση ποια στοιχεία. Η ίδια δεν πήρε ποτέ ούτε κι ένα ευρώ από τα κοινά λεφτά. Γι αυτό ήταν σίγουρη. Όμως, ως υπεύθυνη του πολιτιστικού τομέα υπέγραψε πολλές δαπάνες που απαιτούσε η πραγματοποίηση των εκδηλώσεων. Όλα ξεκινούσαν από την αφέλειά της ότι όλοι οι συνεργάτες της είναι άνθρωποι της εμπιστοσύνης της. Έτσι δεν έλεγχε προσεκτικά τις αποδείξεις πριν βάλει την υπογραφή της. Βλέπεις ήταν και πολυάσχολη και υπέρ το δέον σίγουρη για τις ικανότητες της. Λες να της έστησαν καμιά παγίδα και τώρα να ήρθε ο χρόνος πληρωμής; Τι κρίμα! Αυτή που έφερε σε αίσιο πέρας τόσες δύσκολες υποθέσεις! Αυτή να πιαστεί κορόιδο; Μήπως την έφαγε η αυτοπεποίθηση ότι όλα είναι στο χέρι της. Ναι! Το λέει η παροιμία; Το έξυπνο πουλί απ’ τη μύτη πιάνεται! Όχι όμως αυτή. Δεν θα πάει, ως αρνί για σφάξιμο, χωρίς μάχη. Θα παλέψει μ’ ότι έχει και δεν έχει. Αλλά μια κουβέντα είναι αυτή. Τι όπλα έχει στα χέρια της; Σήμερα σχεδόν τίποτα. Λεφτά δεν υπάρχουν, οι πηγές της στέγνωσαν. Ο Νίκος με το ζόρι καλύπτει τα έξοδα του σπιτιού, ο δε Περικλής για κάθε ευρώ που δίνει θέλει το αντάλλαγμα σε είδος. Την κάνει να νιώθει τελικά σαν πόρνη που πληρώνεται για τις υπηρεσίες της. Ένας της απέμενε. Ο Αλέκος. Μα πώς; Μόνο μια περίπτωση υπάρχει. Να κάνει στροφή 180 μοιρών στα μέχρι τώρα στάνταρ της. Ήταν διατεθειμένη για ένα τέτοιο ενδεχόμενο; Και να ήταν αυτή, θα έβρισκε ανταπόκριση από τον άλλο; Ή θα ήταν μια απέλπιδα προσπάθεια, χωρίς κανένα ουσιαστικό αποτέλεσμα; Θα δοκιμάσει και θα το παίξει κορώνα –γράμματα. Δεν έχασε καθόλου χρόνο. Τον πήρε τηλέφωνο και ζήτησε να συναντηθούν χωρίς καθυστέρηση. Η έκπληξη κι αμηχανία του άλλου ήταν προφανής, όταν αμέσως υπήρξε εκ μέρους του μια σιωπή που κράτησε μερικά βασανιστικά δεύτερα, μέχρι να πει το ναι για την συνάντηση. 31. Η απόπειρα νέας συμμαχίας Στον Αλέκο, που το τηλεφώνημα της Γωγώς ήταν το τελευταίο που περίμενε να συμβεί. Έφερε στην επιφάνεια παλαιές ανησυχίες, αλλά και περιέργεια. Τι άραγε να θέλει; Σίγουρα πρέπει να είναι στο έπακρο επιφυλακτικός. Με τη Γωγώ ποτέ δεν ξέρεις τι μπορεί να σου ζητήσει και που μπορεί ν’ αποσκοπεί. Ήταν αγγλίδα στο ραντεβού. Παρά την προσπάθειά της να γίνει όμορφη κι επιθυμητή, ο Αλέκος ανίχνευσε στο πρόσωπο και το σώμα της τα σημάδια του χρόνου και στα μάτια της είδε μια ανησυχία κι έναν φόβο. Πού πήγε εκείνη η σιγουριά κι αυτοπεποίθηση, εκείνος ο αέρας της σιγουριάς που ήταν μόνιμο συνοδευτικό της; Πού είναι το θράσος και η αυτάρεσκη έκφραση που ήταν στο πρόσωπό της. Συμπέρανε, λοιπόν ότι κάτι την ανησυχεί. Είπαν τα τυπικά κι αμέσως η Γωγώ μπήκε στο ψητό «Αλέκο είμαστε μαζί από μικροί κι έχουμε πολλά που μας συνδέουν, ανεξαρτήτως αν η σχέση μας δεν ευοδώθηκε τελικώς. Έρχομαι σε σένα με συγκεκριμένη πρόταση και θέλω να την ακούσεις γιατί συμφέρει και τους δυο μας. Θα δεχτώ επίθεση για τη διαχείριση των δαπανών που έκανα στο δήμο….» «Κάτι διάβασα στην εφημερίδα, αλλά δεν είχε ονόματα. Σε αφορά;» «Αλέκο σου ορκίζομαι σε ότι έχω ιερό και όσιο, στη ζωή του γιού μου, ότι δεν ακούμπησα ευρώ από τα λεφτά. Κάτι υποπτεύθηκα - όχι λόγια αλλά κλίμα - και ζήτησα συνάντηση με τον Δήμαρχο. Δεν με κατηγόρησε, αλλά ήταν ψυχρός απέναντί μου, σε αντίθεση με άλλες προηγούμενες φορές που ήταν όλο αγκαλιές και φιλιά. Τα λόγια του ήταν: «Ανέθεσα την έρευνα σε τρίτους και περιμένω το πόρισμά τους. Μέχρι τότε δεν μπορώ να πω τίποτα». Εγώ το ερμήνευσα σαν κατηγορία και πρέπει να προετοιμαστώ» «Ναι! Έχεις δίκαιο. Ο Δήμαρχος σε άφησε ξεσκέπαστη. Τι έχουν σε βάρος σου, Γωγώ; Υποπτεύεσαι κάτι; Ποιος είναι από πίσω;» «Άκου Αλέκο. Δεν έχω απαντήσεις σ’ αυτά που ρωτάς. Αλλά δες αυτά που έχω να σου πω. Για τυχαίους λόγους βρεθήκαμε σε αντίπαλες παρατάξεις. Φαντάζομαι να καταλαβαίνεις ότι δεν έχω ιδεολογικές ή άλλες δεσμεύσεις να βρίσκομαι εκεί. Είμαι διατεθειμένη στις επόμενες βουλευτικές εκλογές,, που φαντάζομαι δεν θα αργήσουν, να σταθώ στο πλευρό σου με όλες μου τις δυνάμεις κι όλους τους ανθρώπους που μπορώ να επηρεάσω. Εκείνο που ζητώ είναι τη στήριξή σου και την πιθανή ανάγκη κάποιας βοήθειας. Τι λες;» «Χαίρομαι για την προσφορά σου και την εκτιμώ. Βεβαίως χρειάζομαι τη στήριξή σου και μου είναι πολύτιμη. Για τη δική σου περίπτωση να δούμε τις κατηγορίες και πως μπορώ εγώ να βοηθήσω…» Από τα λόγια του της έμενε ένα κενό και μια πικρή γεύση. Περίμενε περισσότερη ανταπόκριση. Έκανε μια τελευταία απόπειρα «Τώρα, Αλέκο, μπορούμε, διακριτικά για σένα βέβαια, να βλεπόμαστε και ιδιαίτερα. Θα έχουμε τόσα να πούμε και να κάνουμε….» «Ναι, θα σε πάρω τηλέφωνο» Αυτό ήταν. Ενώ η προσφορά της ήταν εμφανής η ανταπόκριση δεν ήταν μεν αρνητική, ήταν όμως αόριστη και παραπομπή στο μέλλον. Θα ρούφαγε μια ακόμα προδοσία; Σύντομα θα φανεί. Στου Αλέκου το μυαλό άλλες σκέψεις πέρναγαν. Η βοήθειά της, αν ειλικρινά το θέλει, θα του είναι σημαντική και δεν μπορεί να τον αφήσει ασυγκίνητο. Όμως με τη Γωγώ χρειάζεσαι πάντα προσοχή κι επιφύλαξη. Ποιες θα είναι οι κατηγορίες, τι στοιχεία θα υπάρχουν; Θα μπλέξει με δικαστικές διαμάχες; Τι κλίμα θα υπάρχει τότε; Όλα πρέπει να συνεκτιμηθούν Μην τυχόν μπλέξει και το δικό του όνομα. Μην πάει για μαλλί και βγει κουρεμένος. Το τελευταίο ήταν πρόκληση. Ευθεία προσφορά για σχέση. Δεν έχει ιερό και όσιο η κυρία. Σαν γυναίκα δεν ήταν και του πεταμού, αλλά ως μέλλων πολιτικός έπρεπε να φυλάει να νώτα του. Είχε κι από αλλού προσφορές, αλλά στη πόλη πρόσεχε πολύ. Κρατούσε κάποιες άκρες από γνωριμίες στις συχνές επισκέψεις που έκανε στην Αθήνα Το συμπέρασμα βγήκε μόνο του. Σιγή ασυρμάτου μέχρι να ξεκαθαρίσει το τοπίο. 32. Η κατάσταση χειροτερεύει Το έβλεπε στα βλέμματα των άλλων. Μια σιωπηλή ατμόσφαιρα αποδοκιμασίας και αποφυγής. Όλοι φαίνεται κάτι ήξεραν. Κάτι που αυτή όμως δεν το ήξερε. Η ατμόσφαιρα γινόταν πιο ανάγλυφη στο δημαρχείο. Σαν ένα είδος ομαδικής συνομωσίας σε βάρος της. Τώρα δοκίμαζε για πρώτη φορά κι η ίδια το φαινόμενο. Τι μπορεί να κάνουν οι υπόγειες φήμες, οι σπερμολογίες που από στόμα σε στόμα μεταλλάσσονται με το συνηθέστερο ενδεχόμενο να διογκώνονται από τη σάλτσα που προσθέτει ο καθένας ενδιάμεσος μεταφορέας της πληροφορίας. Η πρώτη εμφανής επίδραση πάνω της ήταν οι επιπλέον διακοπές παιδιών από το νηπιαγωγείο. Αυτές ήταν που έκαναν το ποτήρι να ξεχειλίσει. Δεν μπορούσε πια να το κρατά ανοιχτό, αφού έμπαινε με τα τσαρούχια μέσα. Οι δικαιολογίες των γονέων, αυτοί που πριν έβαζαν μέσο για να δεχτεί τα παιδιά τους, τώρα επικαλούνταν αστήρικτες και ψεύτικες δικαιολογίες για να τα αποσύρουν. Το κλείσιμο του σχολείου, που αναγκαστικά ακολούθησε το εισέπραξε ως το προσωπικό της Βατερλό. Μια ήττα που άλλαζε όλα τα δεδομένα. Ένας οδυνηρός φόβος την παρέλυσε. Από τον Νίκο δεν είχε καμιά ελπίδα. Όταν του ζήτησε να την βοηθήσει σήκωσε τα χέρια δηλώνοντας αδυναμία. Το τηλέφωνο που έκανε στον Αλέκο δεν απέδωσε τίποτα, αφού αυτός για το μόνο που την ρώτησε ήταν αν ο Δήμαρχος της ανακοίνωσε το πόρισμα. Όταν πήρε αρνητική απάντηση της είπε ότι πρέπει να περιμένουν μέχρι τότε Όταν αρχίζει ο κατήφορος δύσκολα σταματάει. Μέσα σ’ αυτά ήρθε, ως κεραυνός, κι ο θάνατος της μάνας της. Καπάκι για να μην μπορέσει να πάρει μια ανάσα. Ποτέ βεβαίως δεν τρελαινόταν γι αυτήν. Ποτέ μεταξύ τους δεν υπήρξε η σχέση ιδιαίτερης αγάπης μεταξύ μάνας και κόρης. Αλλά μάνα της ήταν! Δεν γινόταν να μην της στοιχίσει. Ιδιαιτέρως όταν αυτή διεκπεραίωνε όλες τις υποχρεώσεις του νοικοκυριού και είχε την έγνοια του αγοριού της τις περισσότερες ώρες του εικοσιτετραώρου. Έντονη ήταν πλέον η αίσθηση ότι το χώμα έφευγε κάτω από τα πόδια της. Και μάλιστα ότι δεν μπορούσε να βρει εναλλακτική λύση. Στην τελετή εκφοράς της μάνας της έδωσαν όλοι το παρών από την παλαιά παρέα, που της εκδήλωσαν τη θερμή τους συμπαράσταση. Ανάμεσά τους ο Αλέκος και η Μαρία. Ιδιαίτερα η τελευταία ήταν πολύ θερμή στη συμπαράσταση της και της δήλωσε ότι είναι στη διάθεσή της για ό,τι χρειαστεί. Μην διστάσει να της τηλεφωνήσει αν κάτι χρειαστεί.Την ήξερε καλά την Μαρία και πίστευε στην ειλικρίνεια των λόγων της. Ήταν η μόνη πραγματική προσφορά στήριξής της, το τελευταίο διάστημα.. Την ευχαρίστησε, ενώ απ’ τα μάτια της έτρεχαν τα δάκρια. Ποτέ η Μαρία δεν την είχε ξαναδεί τόσο απελπισμένη. 33. Το πόρισμα Ετοίμαζε το 40ήμερο μνημόσυνο για τη μάνα της όταν την ειδοποίησε η Μαρία να διαβάσει την εφημερίδα. Είχε βγει το πόρισμα κι αυτή δεν είχε ενημερωθεί καθόλου. Κανένα τηλεφώνημα από τον Δήμο. Ένδειξη σαφής των διαθέσεων του Δημάρχου και των περί αυτού. Η εφημερίδα στην πρώτη της σελίδα, δεύτερη είδηση, είχε εκτενές ρεπορτάζ για τα στοιχεία που περιελάμβανε το πόρισμα για τις «ατασθαλίες στις δημοτικές δαπάνες» στη διεύθυνση των εκδηλώσεων. Δηλαδή το πόρισμα δεν εξέτασε γενικώς την οικονομική δραστηριότητα του δήμου, αλλά μόνο του τομέα της δικής της ευθύνης. Διασπάθιση χρημάτων, υπερτιμολόγηση δαπανών, ψεύτικες βεβαιώσεις αμοιβών σε ανύπαρκτους παραλήπτες και μια σειρά άλλα. Το όνομά της δεν συνδεόταν με άμεση κατηγορία για τα παραπάνω αδικήματα, αλλά αναφερόταν, και μάλιστα δυο φορές, ως υπεύθυνη εκ μέρους του δημοτικού συμβουλίου στον τομέα αυτών των δραστηριοτήτων Ενώ ήταν ψυχολογικά προετοιμασμένη ότι της έχουν κάποιοι στήσει παγίδα, ενώ είχε απορροφήσει εκ των προτέρων το ενδεχόμενο αρνητικού σεναρίου, τώρα που οι υποψίες πήραν σάρκα και οστά κι όλα βγήκαν στον αέρα, είχαν πάνω της καταλυτική επίδραση. Εκείνη η δραστήρια κι αποφασιστική γυναίκα, που έκοβε και έραβε σ’ όλους τους τομείς της παρουσίας της στην πόλη, που ρύθμιζε κατά την επιθυμία της, τις εξελίξεις ένιωσε ανήμπορη για οποιαδήποτε αντίδραση, ανίκανη για δράση και υπεράσπιση του εαυτού της, υποταγμένη στο πεπρωμένο της. Δεν εμφανίστηκε πουθενά, δεν έκανε καμιά δήλωση, δεν πήρε κανένα τηλέφωνο, άφησε να κυλίσει αδιαμαρτύρητα ο χρόνος, δικαιώνοντας εκ των πραγμάτων τις κατηγορίες. Μια στάση που δημιούργησε εύλογες απορίες και στους λίγους φίλους που ενδεχομένως θα την υπερασπίζονταν. Μόνο ο κακόμοιρος ο άνδρας της παρέμεινε δίπλα της και εκ των πραγμάτων ανέλαβε το παιδί τους, που πλέον θα άρχιζε σε λίγο να πηγαίνει στο σχολείο. Από την παρέα η Μαρία εμφανίστηκε και δήλωσε πρόθυμη να βοηθήσει, πλην δεν της ζήτησαν κάτι συγκεκριμένο να κάνει. Ο Αλέκος δεν έδωσε σημεία ζωής. Δεν ήταν σωστό γι αυτόν να μπερδευτεί σε μια τόσο άσχημη υπόθεση. Η καριέρα του βρισκόταν σε ευαίσθητο σημείο, αφού από μέρα σε μέρα θα ανακοινώνονταν οι υποψηφιότητες του νομού για τις επερχόμενες βουλευτικές εκλογές. Ο Περικλής, άνθρωπος της πιάτσας και του δίνω- παίρνω είχε από καιρό αραιώσει τις επαφές μαζί της. Πώς να το κάνουμε; Δεν άξιζε πια τον κόπο. Την είχε δοκιμάσει και την είχε χορτάσει μ’ όλους τους τρόπους. Είχε αξία όταν ήταν στην ακμή της, στα ντουζένια της. Τότε ικανοποιούσε τον αντρικό του εγωισμό να έχει σχέση μαζί της, αλλά όταν άρχισαν τα προβλήματα, κόπηκε σαν μαχαίρι κι η ερωτική επιθυμία. Δεν της χρωστούσε τίποτα. Αυτή τον γούσταρε κι άλλωστε είπε στον εαυτό του: «ακριβά την πλήρωσα» αναφερόμενος στο οικονομικό μέρος του προβλήματος. Έτσι πήρε κι αυτός τις αποστάσεις του. 34. Το κλείσιμο της αυλαίας Ανήσυχος ο Νίκος της τηλεφώνησε «Σε παρακαλώ έλα να βοηθήσεις. Αρνείται και το φαγητό. Δεν ξέρω τι να κάνω. Έχω και το παιδί που συνέχεια ρωτάει» Η Μαρία έφτασε όσο πιο γρήγορα μπορούσε. Είχε λίγες μέρες να την δει αλλά οι αλλαγές στο πρόσωπό της ήταν εμφανείς. Ράκος. Αδυνατισμένη με νέες ρυτίδες που αυλάκωναν το όμορφο πρώην πρόσωπό της κι αμίλητη. Το νέο φρούτο που εμφάνισε και πεισματικά τηρούσε απαρέγκλιτα. Μουγγαμάρα. Αφασία πλήρης ακόμα κι όταν το παιδί της απεγνωσμένα τη ρωτούσε και μην παίρνοντας απαντήσεις έβαζε μπροστά της τα κλάματα. Προσπάθησε η ίδια να της βάλει στο στόμα λίγη σούπα, που πρόχειρα η ίδια ετοίμασε. Πεισματικά ηρνείτο ν’ ανοίξει το στόμα της. Ο Νίκος ανήσυχος της είπε «Λες κι αποφάσισε να πεθάνει! Δεν εξηγείται αλλιώς. Τι να κάνουμε Μαρία; Βοήθα σε παρακαλώ» Τι μπορούσε να πει κι αυτή; Το μόνο που σκέφτηκε ήταν «Να φέρουμε γιατρό να την εξετάσει» Το βρήκε σωστό ο Νίκος και έφερε ένα γνωστό του γιατρό. Εκείνος προσπάθησε να την εξετάσει και συνάντησε εκ μέρους της πλήρη άρνηση για συνεργασία. «Δεν είναι θέμα παθολόγου. Περισσότερο ψυχίατρος χρειάζεται. Αν θέλετε τη γνώμη μου, πιστεύω ότι πρέπει να την πάτε στο νοσοκομείο» Η κατάστασή της επιδεινωνόταν ραγδαία και το νοσοκομείο ήρθε ως αναπόφευκτη λύση. Προσπάθησαν με ορούς να την συνεφέρουν αλλά πέταγε τα σωληνάκια απ’ το μπράτσο της. Το ίδιο απέτυχε και η απόπειρα για αναγκαστική σίτιση. Είχε αποφασίσει να φύγει απ’ τη ζωή. Ήταν το τελευταίο πράγμα που πέτυχε. Στο τέλος κατέληξε. Το μυστικό της για το γιο της το πήρε μαζί στον τάφο της. Μια συμπεριφορά ανεξήγητη! Ποιος μπορεί να ξέρει τι διαδραματίστηκε μέσα της. Η προδοσία των φίλων; Ο άκρατος εγωισμός της; Τα απανωτά χτυπήματα, όπως ο θάνατος της μάνας της; Κανένας δεν μπορεί να το πει. Μόνο ως ύστατη εκδήλωση του πείσματος που ήταν βασικό στοιχείο του χαρακτήρα της μπορεί κάποιος να επικαλεστεί και την άρνησή της να δεχθεί την ήττα της. Ούτε η αγάπη προς το γιο της μπόρεσε να την σταματήσει. Με το θάνατό της έκλεισε και το θέμα των «ατασθαλιών» στο δήμο πριν ακόμα ανοίξει. Στην κηδεία της ήταν πολύ λίγος κόσμος. Έφυγε απ’ τη ζωή εντελώς άδοξα. Ο Νίκος έμεινε μόνος να φροντίσει τον γιο του, αλλά ευτυχώς είχε καθημερινή βοήθεια απ’ τη Μαρία που μέρα με τη μέρα γινόταν αναπόσπαστο κομμάτι της ζωής του.