Σάββατο 11 Ιανουαρίου 2014

Μνήμες εμφυλίου


Οι μνήμες μου από τον εμφύλιο είναι περιορισμένες. Αυτό βέβαια έχει σχέση με το γεγονός ότι εκείνη την εποχή ήμουν μικρός. Άλλοι φίλοι μου όμως, στις παρέες που έκανα στην Αθήνα, συνομήλικοι έως και λίγο μικρότεροι, διηγούνται με λεπτομέρειες περιστατικά που συνέβησαν γύρω τους εκείνη την εποχή. Υπάρχουν αντικειμενικές εξηγήσεις.

Ήμουν παιδί της πόλης και όχι της υπαίθρου όπου κυρίως διαδραματίστηκαν τα τραγικά γεγονότα της εμφύλιας διαμάχης. Ύστερα η οικογένειά μου δεν είχε άμεση συμμετοχή, ούτε τις αντίστοιχες αναπόφευκτες συνέπειες. Απλώς ήταν φίλια προσκείμενη προς τους κυνηγημένους αριστερούς, όπως ήταν και η μεγάλη πλειοψηφία των ανθρώπων της γειτονιάς μας.

Αυτές τις μέρες προσπάθησα να ανασύρω, από παλιές μνήμες, στην επιφάνεια τέτοια περιστατικά. Δεν είχα καμία εξωτερική βοήθεια. Διότι δυστυχώς –και κακώς– έχω πολλά χρόνια αποκοπεί από τους ανθρώπους και το χώρο που γεννήθηκα κι αντρώθηκα.

Ιδού η σοδειά αυτής της προσπάθειας.

Ήταν η εποχή που η ανταρσία έπνεε τα λοίσθια. Ένα βράδυ κατέβηκαν από το βουνό δύο αντάρτες και τρύπωσαν στο σπίτι του ενός. Αυτό βρισκόταν στα Γερμανικά, στο ύψος της  εκκλησίας ανεβαίνοντας τον κεντρικό δρόμο στη δεξιά πλευρά. Ο πατέρας του ήταν ο υπάλληλος  ο επιφορτισμένος να φυλάει και να συντηρεί το υδραγωγείο που ήταν στην αλάνα μπροστά στο σπίτι.

Μέσα στο πόλεμο των εντυπώσεων και της προπαγάνδας, που κυριαρχεί πάντα στις διενέξεις, κυκλοφόρησε αμέσως μια βολική φήμη για τους κυρίαρχους.

-    Από το βουνό κατέβηκαν για να δηλητηριάσουν το νερό!

Ηλίθια και κακόβουλη φήμη, που ένας έλλογος και μη φανατικός άνθρωπος δεν θα μπορούσε ποτέ να ενστερνισθεί. Όμως αυτό είπε η χωροφυλακή.

-   Μα καλά, άνθρωπέ μου, θα δηλητηρίαζαν τους δικούς τους;

Όμως οι κρατούντες είχαν το μαχαίρι, είχαν και το πεπόνι. Τότε έλεγαν ό,τι ήθελαν διέδιδαν ό,τι τους βόλευε Το τραγικό όμως είναι αλλού.

Το πρωί ο πατέρας –όπως ειπώθηκε τότε– πήγε με κάποια δική του λογική στη χωροφυλακή και  προσπάθησε να κάνει κάποια συμφωνία και συμβιβασμό. Δεν ήταν όμως καιρός για τέτοια.

Το τετράγωνο αμέσως κυκλώθηκε. Άδειασαν όλα τα διπλανά σπίτια και ακολούθησε η ανταλλαγή των πυρών.

Εκατό μέτρα πιο πάνω ήταν τα δημοτικά σχολεία. Τα μαθήματα είχαν αρχίσει. Σε λίγο μέσα στην τάξη του 7ου έρχεται ανάστατος ο διευθυντής και αυστηρά μας λέει:

-  Γρήγορα, γρήγορα! Να τρέξετε όλοι να πάτε στα σπίτια σας. Αδειάστε αμέσως τις τάξεις.

Εγώ καθόμουν από την άλλη μεριά του κεντρικού δρόμου της Νέας Ιωνίας, και σε τρία-τέσσερα λεπτά, περνώντας μπροστά από τη Βαγγελίστρα, μπορούσα να πάω στο σπίτι. Όμως το σκουλήκι της περιέργειας δε μ’ άφησε. Πήγα ολοταχώς προς το γεγονός. Παρά τις απαγορεύσεις, σύντομα βρέθηκα σε γωνιά που είχα οπτική επαφή με το σπίτι και την αλάνα που ήταν μπροστά του. Οι χωροφύλακες ξαπλωμένοι πρημηδόν μπροστά στα στημένα οπλοπολυβόλα Μπρεντ σφυροκοπούσαν την πρόσοψη. Στις επανειλημμένες προσκλήσεις για παράδοση η απάντηση ήταν μια ριπή από μέσα.

Όμως η μάταιη μάχη πλησίαζε στο τέλος της. Το τεθωρακισμένο που είχε εν τω μεταξύ φτάσει, προχώρησε ψυχρά και αδυσώπητα, γκρέμισε το τοιχάκι της αυλής και μπήκε προς το σπίτι.

 Οι τελευταίες βολές μέσα από το σπίτι ήταν αυτές της διπλής αυτοκτονίας τους!

Χριστέ μου, πόσο θάρρος οπλίζει τον άνθρωπο η απόγνωση, η πίστη σ’ ένα σκοπό αλλά και πόσο μάταιη, αλήθεια, ήταν η θυσία των δύο παλικαριών. Σε ένα στρατιωτικό όχημα φόρτωσαν τα δύο νεκρά σώματα και το πράγμα τελείωσε.

Σημασία έχει να πω πώς αντέδρασαν οι γύρω γειτονιές. Ο πατέρας έζησε –όσο έζησε– με το «στίγμα». Αυτός ισχυριζόταν πως προσπάθησε να τους σώσει κι αυτή προφανώς ήταν η πρόθεσή του. Όμως η αγριότητα της εποχής έκανε ατελέσφορη κάθε τέτοια συμβιβαστική προσπάθεια. Όταν έμπαινε στο καφενείο και καθόταν σ’ ένα τραπέζι, αυτό σύντομα άδειαζε από τους άλλους. Κανένας δεν του μιλούσε. Πλήρης απομόνωση. Πέθανε έρημος και μόνος. Θύτης αλλά και θύμα των ακραίων καταστάσεων που δημιουργούν οι εμφύλιου σπαραγμοί.

Άλλο περιστατικό ήταν μ’ ένα μαγαζάτορα του κεντρικού δρόμου, που είχε δύο συνομήλικα με μένα αγόρια. Μέσα στην έπαρση και τη παραζάλη της εποχής βγήκε στο βουνό στο δεύτερο αντάρτικο. Κάποια στιγμή –δεν ξέρω– κουράστηκε, νοστάλγησε την οικογένεια και την τέχνη του, συνειδητοποίησε το μάταιο του πράγματος. Κατέβηκε στη χωροφυλακή, μετά από κάποιες επαφές, ελπίζοντας να γυρίσει στο σπίτι του. Όμως έπρεπε να πληρώσει το τίμημα των πράξεών του.

Το δίλημμα ήταν: Στρατοδικείο ή ομιλία. Διάλεξε το δεύτερο. Τον ανέβασαν ένα δειλινό στο μπαλκόνι στη στάση Μαυρομμάτη, πάνω από το καφενείο να φτύσει τον εαυτό του, τους συντρόφους του κι όλα τα υπόλοιπα. Τον σταύρωσαν με φυσεκλίκια για να γίνει πιο γλαφυρό το θέαμα, αν και η μακριά γενειάδα του ήταν ήδη αρκετή. Πιτσιρικάς ακόμα ήμουν ένας από τους πολλούς ακροατές της ομιλίας. Τι ήξερα και τι καταλάβαινα τότε; Η ανάμνηση που μου έμεινε είναι η μελαγχολία που επικρατούσε. Μια λύπη που σκοτώνει. Ούτε ζητωκραυγές αλλά ούτε κι αποδοκιμασίες. Ανθρώπινες καταστάσεις. Τραγικές.

Ποιος είναι σ’ έναν εμφύλιο ο φταίχτης και ποιος είναι  ο κριτής;

Μετά το τέλος των μαχών έμειναν οι αλαλαγμοί των «νικητών» και το ανηλεές κυνήγι των «ηττημένων». Η ιστορία διδάσκει ότι σε τέτοιες περιόδους εντάσεων επικρατούν τα πιο έξαλλα στοιχεία, συνοδευμένα από τα πιο μέτρια μυαλά.

Θυμάμαι τις περιοδικές συλλήψεις ανθρώπων από τη γειτονιά για εκτόπιση και σωφρονισμό. Θυμάμαι το κυνηγητό σ’ αυτούς που δεν ψήφισαν στις εκλογές του ’46. Θυμάμαι την προσπάθεια να ευτελίσουν την αξιοπρέπεια του κάθε οικογενειάρχη που αγωνιζόταν να ζήσει τα παιδιά του. Θυμάμαι τις πανομοιότυπες δηλώσεις μετανοίας και «καταδίκης του ΚΚΕ και όλων των παραφυάδων του». Θυμάμαι τον εαυτό μου, μαζί μ’ όλο το σχολείο παραταγμένοι στο Δημοτικό Θέατρο στην αρχή της Δημητριάδος να κουνάμε τα χάρτινα σημαιάκια, που μας μοιράσανε αναμένοντας τη βασίλισσα Φρειδερίκη που θα περνούσε πηγαίνοντας προς την παιδούπολή της Αγριάς, παπαγαλίζοντας τα συνθήματα για να επιστρέψουν τα παιδιά του παιδομαζώματος.

Οι νικητές έδρεπαν τους καρπούς της νίκης.

Ποιας νίκης όμως; Γύρω μας ήταν τα ερείπια μιας χώρας συνολικά ηττημένης που έπρεπε πάλι από την αρχή αγκομαχώντας να αρχίσει να αναπνέει...

 

 

 

 

 

 

 

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου