Παρασκευή 6 Ιουνίου 2014

Η ΠΕΡΙΟΔΟΣ ΤΟΥ ΜΕΣΟΠΟΛΕΜΟΥ:


ΤΟ ΜΕΓΑΛΟ «ΜΠΟΥΜ» ΤΩΝ ΦΡΟΝΤΙΣΤΗΡΙΩΝ
α)
Ο
λοκληρώνοντας τη μελέτη μας για τα «προδρομικά φροντιστήρια» ανάγλυφα αναδεικνύεται μέσα από την πληθώρα των παραδειγμάτων ότι φροντιστήρια υπάρχουν και ανθούν με προοδευτικά αυξανόμενη τάση από τα τέλη του 19ου αιώνα μέχρι τον 1ο Παγκόσμιο Πόλεμο.

Βέβαια, ο συνολικός πελατειακός πληθυσμός σ’ αυτήν την περίοδο είναι σχετικά περιορισμένος. Η έκρηξη των Βαλκανικών Πολέμων, του Πρώτου Παγκόσμιου που ακολουθεί, και η Μικρασιατική περιπέτεια δημιούργησαν μια στασιμότητα και έναν σχετικά περιορισμό των εκπαιδευτικών δραστηριοτήτων. Οι εθνικοί στόχοι για την απελευθέρωση των σκλαβωμένων περιοχών και η διεύρυνση των συνόρων απορρόφησαν αυτά τα χρόνια όχι μόνο τους οικονομικούς πόρους χώρας αλλά στα πεδία των μαχών, χάθηκε ο ανθός της ελληνικής νεολαίας, το πιο ζωντανό αίμα της χώρας. Η τραγωδία της Μικρασιατικής καταστροφής έριξε οριστική ταφόπετρα στο κυρίαρχο όνειρο της Μεγάλης Ιδέας. Εκατοντάδες χιλιάδες άνθρωποι μετακινούνται στον κύριο εθνικό κορμό μπολιάζοντας τη παλαιά χώρα με νέα δυναμική αλλά και δυσβάστακτα οικονομικά προβλήματα.

Μετά το αρχικό μούδιασμα, η χώρα, αφού έθαψε τους νεκρούς της, πήρε λίγες ανάσες να ξαποστάσει και να αφομοιώσει τις νέες συνθήκες. Μέσα σε καταστάσεις ρευστές και ανώμαλες αρχίζει το ξεκίνημα μιας νέας πορείας ανασυγκρότησης. Οι συνέπειες του εθνικού διχασμού ταλανίζουν τη χώρα αλλά ωριμάζουν οι συνθήκες για μια ανοδική οικονομική κοινωνική και πολιτιστική πορεία πέρα και πάνω από τις μικροπολιτικές αγκυλώσεις και τα πολιτικά ή πολιτειακά συμβάντα, δηλαδή λειτουργούν οι αντικειμενικές νομοτέλειες που ωθούν τη χώρα προς τα εμπρός.

Μετά τη Μικρασιατική καταστροφή, έχουμε έκρηξη στο φροντιστηριακό χώρο. Θα το χαρακτηρίζαμε σαν ένα «μπουμ».

Αυτό σχετίζεται με δύο ταυτόχρονες εξελίξεις εκείνη την εποχή:

Α. Τη σχεδόν ομαδική ίδρυση ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων ή την ανωτατοποίηση των ήδη υπαρχόντων, που μέχρι τώρα  φυτοζωούσαν (το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης, η Ανωτάτη Εμπορική, η Ανωτάτη Γεωπονική, η Πάντειος Σχολή κτλ).

Β. Η καθιέρωση εισιτηρίων εξετάσεων από το 1926 στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Αυτό το ίδρυμα απορροφά μεγάλους αριθμούς αποφοίτων του γυμνασίου και των πρακτικών λυκείων. Εκεί βρίσκονται οι πάντα δημοφιλείς Σχολές της Νομικής και Ιατρικής. Ας προσθέσουμε τη Φυσικομαθηματική Σχολή σε μια εποχή στροφής του ενδιαφέροντος στις Φυσικές επιστήμες.

Μέχρι τότε, υπήρχαν οι στρατιωτικές Σχολές Ευελπίδων και Δοκίμων. Σε λίγο, αναπτύσσεται η Σχολή Αεροπορίας (η μετέπειτα Σχολή Ικάρων). Το Πολυτεχνείο, επιπλέον, απορροφά περιορισμένο αριθμό υποψηφίων διεξάγοντας αδιαλείπτως συνεχείς και αυστηρές εισιτήριες εξετάσεις. 

Αν μάλιστα λάβουμε υπόψη ότι στον κύριο εθνικό κορμό έχουν προστεθεί εκατοντάδες χιλιάδες πρόσφυγες από τα παράλια και τα ενδότερα της Μικράς Ασίας, από την περιοχή του Πόντου και της Ανατολικής Ρωμυλίας –πληθυσμός που αποτελεί δυναμικό στοιχείο της κοινωνίας, που έχοντας χάσει όλη την ακίνητη περιουσία του, προσπαθεί μέσα από το δρόμο της μόρφωσης να ανέβει κοινωνικά και οικονομικά στις νέες συνθήκες. Οι πρόσφυγες αυξάνουν σημαντικά τον αριθμό των επιθυμούντων εισαγωγή σ’ ένα από τα ανώτερα εκπαιδευτικά ιδρύματα και κατά συνέπεια τον υπάρχοντα συναγωνισμό.

Και οι ανάγκες όμως της χώρας για μορφωμένα και ικανώς εξοπλισμένα στελέχη όλο και πληθαίνουν. Ενώ το επίσημο κράτος στενάζει οικονομικά από το βάρος των χρεών και δανείων, από τις πληγές των πολύχρονων εθνικών περιπετειών, η οικονομική ζωή ανθεί και αναπτύσσεται από τα κεφάλαια που εισήλθαν στη χώρα. Τουλάχιστον μέχρι το 1930.

Στο φροντιστηριακό επάγγελμα εισέρχεται νέο ζωντανό αίμα, ποιοτικότερο, τόσο από άποψη γνώσεων, όσο και από άποψη εκπαιδευτικής εμπειρίας. Στο επάγγελμα μπαίνουν άνθρωποι, που παραιτούνται από άλλη εκπαιδευτική θέση ή νέοι πτυχιούχοι καθηγητικών σχολών, που επενδύουν στο χώρο χρόνο, μεράκι και χρήματα. Η φροντιστηριακή διδασκαλία δεν είναι τώρα πάρεργο ούτε παράλληλη απασχόληση για τη συμπλήρωση του εισοδήματος, αλλά επάγγελμα αποκλειστικής απασχόλησης και καριέρας.

Η ίδρυση αλλά κυρίως η διατήρηση ενός φροντιστηριακού οργανισμού απαιτεί ανθρώπους με δημιουργική φαντασία, με οργανωτικές ικανότητες, με εκπαιδευτική επάρκεια στο επιστημονικό επίπεδο, με συνεχή παρακολούθηση των εξελίξεων στα εκπαιδευτικά δρώμενα. Ο φροντιστής πρέπει να οσμίζεται και να προλαμβάνει τις κυοφορούμενες αλλαγές και να έχει άμεση και ανακλαστική ανταπόκριση. Να έχει ικανότητα επικοινωνίας και πειθούς τόσο με τους μαθητές του, όσο και με τους γονείς. Να δίνει πειστική εικόνα του συγκριτικού πλεονεκτήματος που θα αποκτήσει εκείνος που θα παρακολουθήσει το φροντιστηριακό πρόγραμμα. Αλλά το κυριότερο και μεγαλύτερης αξίας στοιχείο είναι να επαληθεύσει με τα αποτελέσματα τους ισχυρισμούς του. Τότε  και μόνον τότε θα μπορέσει να αναπαραγάγει και να συνεχίσει τη εργασία του.     

 

 

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου