Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Όταν οι θύμισες καταγράφονται... https://www.youtube.com/watch…
ΜΑΝΩΛΗΣ ΜΙΧΕΛΑΚΗΣ... Το 1936 πήγα στο σχολείο, ύστερα επιστρατεύτηκε ο δάσκαλος ο Σιγανάκης και δεν είχαμε σχολείο εδώ πέρα. Πήγαμε, λοιπόν, στον Πρασσέ όπου μας φιλοξένησε ένας Χαρχαλάκης. Έμενα σε αυτό το σπίτι με τον αδερφό μου και παρακολουθούσαμε μαθήματα στο σχολείο του Πρασσέ. Κάθε Σάββατο ερχόμαστε εδώ στο σπίτι μας και Δευτέρα πρωί πάλι στον Πρασσέ με τα πόδια. Επίσης το 1944 πάλι δεν είχαμε δάσκαλο και θυμάμαι που ξαναπήγα στον Πρασσέ ένα εξάμηνο για να πάρω το απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου. Από την Τετάρτη τάξη πήγα και γράφτηκα στο Γυμνάσιο Καψωμένου στον Αλικιανό. Έπειτα γύρισα, αφού είχαμε πλέον δάσκαλο, τελείωσα το Δημοτικό και μετά πήγα στα Χανιά στο Γυμνάσιο. Στο σχολείο ήμουνα καλός μαθητής και δεν έδινα δικαιώματα στον εκάστοτε δάσκαλο για να με δείρει. Ήταν δύσκολα τα χρόνια, χωρίς παπούτσια, υπήρχε πείνα πολλή τότε. Οι δάσκαλοι που έρχονταν κατά καιρούς εδώ, ακόμα και σήμερα, περνούσαν καλά και δεν είχαν κανένα πρόβλημα. Φανταστείτε πως ο αμαξωτός δρόμος έγινε το 1950 και ο κάθε δάσκαλος τί προβλήματα συναντούσε κατά τη μεταφορά του αλλά και τη διαμονή του εδώ. Εμείς πάντα φροντίζαμε να τον προμηθεύουμε κάποια βασικά είδη διατροφής, όπως λάδι, πατάτες κ.ά.... Ο Φραγκιουδάκης Γεώργιος, ο δάσκαλος, ήρθε εδώ το 1948. Στις 22 Δεκεμβρίου 1948 ερχόταν το λεωφορείο της γραμμής από Χανιά στον Πρασσέ, όπου και τερμάτιζε. Ήταν, λοιπόν, γεμάτο επιβάτες, και στη θέση "Χλιαρό" σκότωσαν πέντε άτομα. Τον πατέρα μου, τη γυναίκα του δασκάλου του Φραγκιουδάκη και άλλους τρεις Πρασσιανούς. Ήμουνα μαθητής τότε στο Γυμνάσιο και θυμάμαι που φέρανε τραυματισμένο τον πατέρα μου στην κλινική του Παΐζη, όπου εκεί εξέπνευσε. Αργότερα ο Φραγκιουδάκης παντρεύτηκε από το χωριό μας και βέβαια δεν είναι πολλά χρόνια που πέθανε. Θυμάμαι ένα δάσκαλο, τον Ασπετάκη, ο οποίος δεν δήλωνε άγνοια για κανένα θέμα. Τα ήξερε όλα και μας βοηθούσε πάρα πολύ σε όλα τα προβλήματα και τις εργασίες μας. Αργότερα πήγε στη Χερσόνησο απ' όπου καταγόταν κι έγινε και ιερέας της ενορίας εκεί.
ΜΠΟΜΠΟΛΑΚΗΣ ΣΟΦΟΚΛΗΣ ΤΟΥ ΖΑΧΑΡΙΑ
Στο σχολείο πήγα το 1932. Φοίτησα δύο χρόνια, μετά κάτι μεσολάβησε και ο δάσκαλος ο Σιγανάκης έφυγε για δυό χρόνια και όλα τα παιδιά μείναμε, αυτόν τον καιρό χωρίς δάσκαλό. Θυμάμαι που πήγαινα τότε σχολείο στα Νέα Ρούματα για ένα μεγάλο χρονικό διάστημα. 'Επειτα μας έφεραν κάποιο δάσκαλο από το Ηράκλειο, τον Κονδυλάκη το Μανώλη. Μετά απ' αυτόν μας έστειλαν πάλι το μακαρίτη το Σιγανάκη. Και οι τρεις δάσκαλοι που μου δίδαξαν ήταν αξιόλογοι, ο Μανωλακάκης, ο Κονδυλάκης και ο Σιγανάκης. Ήταν όλοι τους λεβεντάνθρωποι, ευγενέστατοι, με αρχές και πάντα τους είχαμε ως πρότυπα. Τις αξίες της ζωής αυτοί μας τις φύτευαν μέσα στην ψυχή μας. Μας έπλαθαν τους χαρακτήρες μας. Εγώ, λοιπόν, είχα την ατυχία και αρρώστησα την εποχή που υπηρετούσε ο δάσκαλος ο Σιγανάκης. Είχα πάθει ρευματισμούς και για ένα χρόνο ήμουνα καθηλωμένος στο κρεβάτι. Το σπίτι μας από το σχολείο ήταν μακριά και η διαδρομή ήταν δύσκολη γιατί μεσολαβούσε κι ένα ποτάμι. Οι γονείς μου έψαχναν να βρουν κάποιο σπίτι για να μένω κοντά στο σχολείο, αλλά ο Σιγανάκης τους είπε πως εκείνος θα με φιλοξενούσε στο δικό του σπίτι που ήταν δίπλα στην αίθουσα διδασκαλίας. Εκεί έκανα μια σχολική χρονιά και εκείνη τη χρονιά πήρα και το ενδεικτικό της Ε' τάξης του Δημοτικού, το 1940. Έτυχε, αυτόν το δάσκαλο, και τον πήρανε στρατιώτη, γιατί δεν είχε στρατευτεί ακόμα, αργότερα κηρύχθηκε ο Αλβανικός πόλεμος και στην επιστράτευση έφυγε για δεύτερη φορά και πάλι μείναμε χωρίς δάσκαλο. Δεν πήρα έτσι απολυτήριο του Δημοτικού Σχολείου, αν και αργότερα το χρειάστηκα, η μητέρα μου μου το 'λεγε συχνά να πάω να φοιτήσω μία χρονιά για να το πάρω, αλλά εν τω μεταξύ μεγάλωσα, ήρθε και μια δασκάλα η Γεωργία Καστανάκη από την Ιεράπετρα, η οποία ήταν μικρότερη από μένα και τελικά δεν κατόρθωσα να το πάρω. Το 1945 έφυγα από το χωριό μου και ήρθα στα Χανιά. Αυτό που θυμάμαι έντονα ήταν οι μεγάλες προσπάθειες των δασκάλων να μας μάθουν πράγματα τα οποία θα μας ωφελούσαν στη ζωή. Το χωριό μας είχε μείνει πίσω στη μόρφωση γιατί ήταν τουρκοκρατούμενη περιοχή και μόνο γύρω στο 1850 τρεις οικογένειες χριστιανών κατοίκησαν το χωριό μας, οι Μπομπολάκηδες, οι Μιχελάκηδες και οι Φραντζεσκάκηδες. Θυμάμαι το παιχνίδι "αμπάριζα" που παίζαμε πάρα πολύ και συμμετείχε και ο δάσκαλος, όπως και στα άλλα παιχνίδια. Επίσης πολλοί άλλοι χωριανοί έρχονταν στο σχολείο και λάμβαναν μέρος στους "αγώνες" μας. Δε θα ξεχάσω το σημαντήρι σε μια ελιά δεμένο που μας καλούσε στο σχολείο και αργότερα την καμπάνα της εκκλησίας. Αυτό που πρέπει να τονίσω εδώ είναι πως οι δάσκαλοι που μου έκαναν μάθημα δεν μας χτυπούσαν, όπως συνήθως συνέβαινε εκείνα τα χρόνια που το ξύλο ήταν καθεστώς στις αίθουσες των σχολείων. Δεν είχαμε φοβία για το δάσκαλο και ποτέ δεν τον αισθανθήκαμε ως "μπαμπούλα". Τέλος μες στο μυαλό μου θα μου μείνει μια γιορτή που έγινε στο σχολείο, ένα Πάσχα που μάλιστα σουβλίσαμε και αρνιά. Εμείς τα παιδιά πρώτη φορά βλέπαμε αυτό το έθιμο. Ο δάσκαλός μας ο Σιγανάκης κάλεσε όλο το χωριό στο χώρο του σχολείου και ο κάθε χωριανός έφερε ό,τι μπορούσε σχετικό με φαγητά και εκτός τη χαρά και τη διασκέδαση εδραιώθηκε εκείνη την μέρα η αγάπη στις καρδιές όλων των κατοίκων μια και ήταν η μέρα της αγάπης, όπως τόνισε ο δάσκαλος.
ΠΑΠΑ ΓΙΩΡΓΗΣ ΦΡΑΝΤΖΕΣΚΑΚΗΣ
Πήγα στο σχολείο το 1951 και μπορώ να σας πω πως η σχολική μου θητεία είχε δύο φάσεις. Η πρώτη φάση ήταν από την Α' τάξη μέχρι την Γ' τάξη και η δεύτερη από τη Δ' τάξη μέχρι την ΣΤ' τάξη. Η αρχική φάση των τριών πρώτων τάξεων περιελάμβανε αυστηρότητα και καταπίεση εκ μέρους των δασκάλων, ενώ η δεύτερη ήταν ακριβώς το αντίθετο, ήταν περίοδος αγάπης, συμπαράστασης, κατανόησης και συνεργασίας από τους δασκάλους τότε. Θυμάμαι πως οι δάσκαλοι έμεναν στα χωριά τότε και μάλιστα το μικρό μας σχολείο διέθετε κατοικία γι αυτούς. Κοντά στο σχολείο υπήρχε ένα καφενείο όπου μαζεύονταν οι χωριανοί και ο δάσκαλος και βέβαια εμείς τα παιδιά δεν τολμούσαμε να πάμε στο καφενείο να μη μας δει ο δάσκαλος. Δεν μπορώ να ξεχάσω τη νηστεία που μας άφηνε όλη μέρα, γιατί όπως γνωρίζετε τα σχολεία λειτουργούσαν πρωί-απόγευμα. Αυτό συνέβαινε τα τρία πρώτα χρόνια, μετά είχαμε ένα δάσκαλο από το Ηράκλειο, τον Ασπετάκη το Γιώργο, ο οποίος έγινε και ιερέας. Ήταν η προσωποποίηση του καλού και ενάρετου δασκάλου, αγαπούσε τους μαθητές, τους γονείς, τη φύση, μας μάθαινε ένα σωρό πράγματα, για το πώς να προσέχουμε τη φύση. Καλλιεργούσαμε ένα χωράφι δίπλα στο σχολείο στο οποίο μάθαμε να φυτεύουμε, να κλαδεύουμε κ.ά.. Ήταν ένας πολύ αξιόλογος εκπαιδευτικός. Μετά από αυτόν ήρθαν δυό δασκάλες, μια Ανδρονίκη Κοσμαδάκη από τον Αποκόρωνα και άλλη μία η Νίκη Σεληνιωτάκη από το Βατόλακκο. Εμείς τα παιδιά του χωριού δεν είχαμε άλλες παραστάσεις όπως τα παιδιά της πόλης, αλλά πιστεύω πως αυτά τα χρόνια μετά το 1954, οι δάσκαλοι που ήρθαν στο σχολείο μας, μας βοήθησαν πάρα πολύ. Μας μετέδωσαν αξίες για τη ζωή, για την εργασία, για την αγάπη, μας ώθησαν για να πάρουμε μια κατεύθυνση στη ζωή μας. Αυτό που θυμάμαι έντονα ήταν οι ρόλοι που έπαιρναν τα παιδιά στις σχολικές γιορτές που στη συνέχεια, έμεναν τα παρατσούκλια από τους ρόλους αυτούς. Για παράδειγμα σήμερα ακόμα υπάρχουν αυτά τα παρατσούκλια, όπως Σπληνάντερος και Κανέλος κ.ά. Μετά που τελείωσα το σχολείο στο χωριό μας ήρθαν οι δάσκαλοι, ένας Χαροκοπάκης από τους Αρμένους Λασιθίου, ένας Μανίκας Κωνσταντίνος από το Ηράκλειο, ένας Μπομπολάκης από το χωριό Κεφάλα, ένας Κορακάκης από τον Αλικιανό κ.ά.. Το σχολείο μου, τέλος, θα το φυλάω πάντα μέσα στην καρδιά μου, δε θα το ξεχάσω ποτέ.
ΟΙ ΔΑΣΚΑΛΟΙ ΠΟΥ ΠΕΡΑΣΑΝ ΑΠΟ ΤΟ ΧΩΡΙΟ
Φιωτάκης από Αγία Ειρήνη 1909-1911
Κατσουλάκη Χρυσάνθη από Κακοδίκι 1911-1912
Σμυρλάκη Αικατερίνη από Γαλατά 1912-1922
Σφακιωτάκη 1922-1923
Καλογεράκη Αμαλία από Βατόλακκο 1923-1925
Μανωλακάκης Στυλιανός από Ανώσκελη 1925-1936
Σιγανάκης Γεώργιος από Ακρωτήρι 1936-1940
Αθανασάκη Γεωργία από Ηράκλειο 1940-1941 (3 μήνες)
Κανιτσάκη Περσεφόνη (άγνωστο για πόσο, την κατοχή δεν λειτούργησε σχολείο)
Φραγκιουδάκης Γεώργιος από Μουστάκο 1945-1954
Ασπετάκης Γεώργιος από Χερσόνησο 1954-1956
Σεληνιωτάκη Νίκη από Βατόλακκο έως Δεκέμβριο 1956
Κοσμαδάκη Ανδρονίκη από Σελιά Αποκορώνου 1956-1957
Χαροκοπάκης Μιχαήλ από Αρμένους Λασιθίου 1957-1961
Μανίκας Κωνσταντίνος από Ηράκλειο 1961-Ιαν. 1969
Κορακάκης Νικόλαος από Αλικιανό υπόλοιπο 1969
Τζομπανάκης Στέφανος από Οροπέδιο Λασιθίου 1969-1971
Μπομπολάκης Στυλιανός από Κεφάλα 1971-1977
Καλλιμάνη Λαμπρινή 1977-1978
Δημητράκης Γεώργιος από Ηράκλειο 1978-1980
Νικάκης Γεώργιος από Μέλαμπες Ρεθύμνου 1980-1983
Μαλανδράκη Σοφία από Χανιά 1983-1984
Βολανάκης Ιωάννης από Ρέθυμνο 1984-1985
Μαστοράκης Ιωάννης 1985-1986
Κουτάντος Ιωάννης από Αξό Ρεθύμνου 1986-1989
Τζανάκη Αναστασία από Κίσαμο 1989-1990
Φραγγεδάκη Αφροδίτη από Ψαθογιάννο 1990-1991
Φασαράκης Γεώργιος από Αλίκαμπο 1991-1992
Τερεζάκη Χρυσή από Χανιά 1992
Βλαχάκη Παρασκευή από Αθήνα υπόλοιπο 1992-1993
Λιονάκη Ζαχαρένια από Χανιά 1993-1994
Τοκατλόγλου Ιορδάνης από Πτολεμαΐδα 1994- μέσον 1996
Τσαφής Νικόλαος από Σιάτιστα υπόλοιπο 1996
Τσιλιπώνης Άγγελος από Σοχό Θεσσαλονίκης 1996-1997
Σεϊτανίδης Αναστάσιος από Αγρίνιο 1997-1998
Δέλλας Βασίλειος από Πέλλα 1998-1999
Φραντζεσκάκης Αλέξανδρος από Θεσσαλονίκη 1999-2001
Χατζηκυριάκου Ιωάννης από Δράμα 2001-2002
Μιζαντζίδης Νικόλαος από Θεσσαλονίκη 2002-2003
Βάλαρη Αικατερίνη από Χαλάστρα Θεσσαλονίκης 2003-2006
Μακρινάκη Σοφία από Αλικιανό 2006-2007
Βάλαρη Αικατερίνη από Χαλάστρα Θεσσαλονίκης 2007-2008
Σαξώνη Δήμητρα από Καρπενήσι (νηπιαγωγός) για μία και μοναδική χρονιά 2007-2008
Μακρινάκη Σοφία από Αλικιανό 2008-2009
Νταγκουνάκης Ιωάννης από Χανιά 2009-2010
Νικηφορίδου Μαριάννα από Δράμα 2010-2011 (τελευταία χρονιά λειτουργίας)

παράγεται και η αντίστοιχη αγγλική school, είναι ελληνική και προέρχεται απο τη λέξη σχόλη που σημαίνει απραξία ή χρόνος ανάπαυσης ή διαθέσιμος χρόνος ή αργία.
Από τα "Χανιώτικα Νέα" 13/2/2001
Γράφουν οι Μαρία Δρακάκη-Δημήτρης Καρτσάκης:
΄Ενα καλογραμμένο παραμύθι με ζωντανούς διαλόγους και γλαφυρές περιγραφές των πρωταγωνιστών του που φυσικά δεν είναι άλλοι από τους κατοίκους του χωριού Σέμπρωνα και τους δασκάλους του σχολείου. Ταλαντούχος αφηγητής ο δάσκαλος Γεώργιος Φραγγιουδάκης που τον Μάιο του 1954 υποβάλλει στον Επιθεωρητή της περιφέρειάς του, σύμφωνα με το νόμο, την ιστορία του Δημοτικού σχολείου Σέμπρωνα αποτυπωμένη με έναν πρωτότυπο τρόπο που ξεφεύγει από την αυστηρά καθιερωμένη γλώσσα της εποχής και χαρακτηρίζεται από πλούσιο λογοτεχνικό ύφος και ευαισθησία: "Με τρόπο τερπνό και σύντομο αφηγούμαι όσα συνεκέντρωσα σχετικά με την ιστορία μου. Να μας συγχωρήσει η εφαρμοσμένη επιστήμη αν ο τρόπος της αφήγησης δεν είναι εκείνος που πρέπει. Ως ταπεινοί εργάτες της αγωγής νομίζομεν ότι μας εδόθη το δικαίωμα να φωτίζομεν τα σκότη με τον τρόπον που νομίζομεν καλλίτερον...".Γεωργ. Φραγγιουδάκης, 15 Μαΐου 1954, Διδάσκαλος Σέμπρωνα.
Αξίζει να μεταφερθούν αυτούσια αποσπάσματα από το τετράδιο ιστορίας του σχολείου που βρίσκεται σήμερα στο Ιστορικό Αρχείο Κρήτης:
ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΜΕ ΕΝΑ ΚΑΛΟΓΕΡΟ
Κάθομαι κοντά σ' ένα μεγάλο τετράγωνο τραπέζι. Απέναντί μου ένας εξηντάρης, ψηλός, κόκκινος με καστανόψαρα αραιά μαλλιά που αχτένιστα απλώνουν μπερδεμένα στο φαλακρό κεφάλι του με το ψηλό μέτωπο, κάθεται διπλοπόδης σε μια παλιά χωριάτικη καρέκλα. Τα μακριά του πανταλόνια σηκωμένα αφήνουν να φαίνονται τα άσπρα αδύνατα πόδια του. Όταν έμαθε το σκοπό της επίσκεψής μου έστριψε την άκρη του κοντού καστανόψαρου μουστακιού του κάτω από τη χοντρή κόκκινη μύτη του με τα χοντρά μακρυά δάκτυλά του και μου είπε γελαστά: "Ο γέρο πατέρας μου αν του δείξεις τώρα τα κεφαλαία γράμματα, τα γνωρίζει ούλα! Να διαβάζει δεν ξέρει!... Το ίδιο και ο μπάρμπα Λευτέρης και οι άλλοι γέροι που ζούνε. Εκεί στα 1880 ένα γύρο ήτανε φερμένος εδώ δάσκαλος ένας καλόγερος, τον πλήρωναν οι χωριανοί". Αναστέναξε και κάτι ήθελε να πεί, δεν το είπε όμως και συνέχισε. "Τους εμάθενε την αλφαβήτα. Ο πατέρας μου, μου έκανε την ιστορία. Πηγαίναμε μου έλεγε στο σπίτι του Μάρκου (Μπομπολάκη), στο κατώγι, εκεί τους έδειχνε την αλφαβήτα και τους έλεγε: λέτε: Α, Β, Γ, κλπ. Αυτοί έλεγαν Α, Β, Γ, κλπ. ό,τι έλεγε κι αυτός. Μου φαίνεται όμως ότι και αυτός δεν την ήξερε την αλφαβήτα όλη...". Γέλασε πλούσια και μαζί του κι εγώ.
"-Και δεν ξέρει να διαβάζει τώρα ο πατέρας σας?
-Όχι! Δεν τους μάθαινε να συλλαβίζουν. Μου φαίνεται πως έπρεπε να φέρουν λέει άλλο δάσκαλο να τους μάθει να διαβάζουν. Κάθισε ίσαμε επτά με οκτώ μήνες και μετά έφυγε...".
Τον ευχαρίστησα για τα παραπάνω και για άλλα ακόμα που μου είπε, τον αποχαιρέτησα και έφυγα.
Νά το πρώτο σχολείο του χωριού, έλεγα μέσα μου!
Με τη φαντασία μου έπλαθα σκηνές από τη ζωή του σχολείου αυτού του καλογέρου που από μαθητής το φαντάστηκα μαθαίνοντας την ιστορία από το στόμα του γέρο βρακά δασκάλου μου. Σαν ν' άκουα στ' αυτιά μου τον καλόγερο να λέει: " Λέτε, άλφα, βήτα, γάμα..." και αισθανόμουν στη μύτη μου τη μυρωδιά από τους τοίχους του υγρού και σκοτεινού υπογείου.
Η πρώτη λοιπόν μορφή "οργανωμένης" εκπαίδευσης στο Σέμπρωνα, σύμφωνα με το τετράδιο ιστορίας του σχολείου ήταν τα λιγοστά γράμματα που μάθαινε ένας καλόγερος στο υπόγειο του σπιτιού ενός από τους χωριανούς, του Μάρκου Μπομπολάκη...
ΟΙ ΧΩΡΙΑΝΟΙ ΕΤΟΙΜΑΖΟΥΝ ΜΟΝΟΙ ΤΟ ΣΧΟΛΕΙΟ ΤΟΥΣ
Η πρώτη επίσημη ίδρυση του Δ.Σ. Σέμπρωνα Κυδωνίας όπως αναφέρεται στο τετράδιο Ιστορίας του σχολείου, συμπίπτει με τα δεδομένα που παραθέτει και ο παν. Κασσιμάτης στο βιβλίο του "Ιστορική επισκόπηση της εν Κρήτη Εκπαιδεύσεως":Ιδρύθηκε αρχικά ως Γ/θμιο κοινό μικτό 231/78/15-12-1909, ως αδιαίρετο μικτό 102/51/30-7-1911!
Ονομάστηκε κοινό 290/26-8-1915. (Το 1953 που εκδόθηκε το βιβλίο του ήταν μονοτάξιο και αριθμούσε 26 μαθητές).
Είναι πολύ ρεαλιστική η περιγραφή στο τετράδιο ιστορίας του σχολείου, της εικόνας μιας παρέας χωριανών στο καφενείο του χωριού που συζητούν και προβληματίζονται για το κτίριο που θα φιλοξενήσει το πρώτο σχολείο του χωριού:
"Ο Φραντζεσκάκης Κυριάκος, πρώτος του χωριού, χοντρός, κοντός, λεβεντόγερος, με πολλά ξανθά μαλλιά στο κεφάλι, κάθεται σε μια μακριά παλιά σανίδα. Στα χέρια του κρατάει μια ντόπια εφημερίδα και τη διαβάζει. Δεξιά και αριστερά του άλλοι χωριανοί καθισμένοι σε ξύλινους πάγκους ή σε παλιές ξεχαρβαλωμένες καρέκλες ντυμένοι με παλιά λερωμένα ρούχα σκέπτονται και σαν κάτι να περιμένουν. Το μικρό καφενεδάκι που τους προφυλάσσει από το δυνατό αέρα και τη φθινοπωρινή βροχή είναι χαμηλό. Στους τοίχους του τους κακοχτισμένους, στα σάπια παράθυρά του και στην παλιά μπαλωμένη πόρτα του ο χρόνος έχει γράψει τη μακρόχρονη ιστορία του. Ο κυρ-Κυριάκος βάζει την εφημερίδα πάνω στα γόνατά του, βγάζει τα γυαλιά του, τα βάζει μαζί με την εφημερίδα στην τσέπη τηνν εσωτερική του παλιού μαύρου σακακιού του και λέει: "Χωριανοί! Ύστερα από ενέργειες του συντέκνου μου του Βενιζέλου πετύχαμε να εγκριθεί η αίτησή μας για ίδρυση δημοτικού στο χωριό μας από τις 15-12-1909. Σε λίγες μέρες έρχεται δάσκαλος για πρώτη φορά στο χωριό μας. Τα παιδιά μας δεν θα πηγαίνουνε γυμνά και ξυπόλυτα στον Πρασσέ για να μάθουν δυό γράμματα. Πρέπει να δούμε πού θα γίνει το σχολείο - σε ποιό σπίτι - πού θα καθίζουν τα κοπέλια και πού θα μένει ο δάσκαλος.
-Τον οντά μου θα δώσω εγώ, λέει ο Κωνσταντής.
-Κι εγώ δίνω το παλιό μου μαγερειό είπε ένας γέρος με άσπρα γένια με μια παλιά ξεσκισμένη και λερωμένη μαύρη βράκα.
-Εγώ έχω πλατανόταβλες στο κατώγι μου για να φθιάξωμε θρανία, λέει ο γέρο-Λευτέρης (Μιχελάκης Ελευθέριος του Κυριάκου).
-Κι εγώ έχω! είπε κάποιος άλλος.
-Θα περάσομε από τα σπίτια σας να πάρομε όσες έχετε περισσευάμενες. Εσύ Γιώργη θα πα να φέρεις το μαραγκό, είπε ο κυρ-Κυριάκος σ' ένα νέο παλληκάρι. Ο δάσκαλος πού θα μείνει?
-Ας μείνει στο σπίτι μου, είπε ο γέρο Κυριάκος. Όπου κι αν μείνει αυτός θα είναι καλά για το νοικοκύρη γιατί θα διαβάζει και το βράδυ τα κοπέλια του.
Σηκώθηκαν έβγαλαν κάτι σακουλάκια μικρά στενόμακρα, μαύρα με σούρα, δεμένα στο λαιμό τους με ένα μαύρο κορδόνι, έβγαλαν από μέσα λίγα λεπτά ο καθένας, πλήρωσαν τον καφετζή και έφυγαν...".
Εκείνα τα χρόνια (1909), χρόνια δύσκολα από τη φτώχεια και την ανέχεια, σύμφωνα με την αφήγηση του δασκάλου, ήταν πραγματικά συγκινητική η προσφορά των χωριανών σε είδος, σε εργασία, σε οτιδήποτε έκριναν απαραίτητο, προκειμένου να βρεθεί χώρος για να οργανωθεί το σχολείο του χωριού. Πώς λοιπόν αυτό το σχολείο να μην αποτελεί σύμβολο-μνημείο πνευματικού μα και σωματικού μόχθου που πρέπει να διαφυλαχθεί?
ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΕΣ ΣΤΗ ΣΤΕΓΑΣΗ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
ΩΣ ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΚΤΙΡΟΥ
Η ζωντανή αφήγηση του δασκάλου Γεωργ. Φραγγιουδάκη συνεχίζεται στο τετράδιο ιστορίας του σχολείου και αυτή τη φορά ενισχύεται όχι μονάχα από ταιριαστά επίθετα αλλά και ανάλογες φωτογραφίες (βλ. δεύτερη φωτογραφία παραπάνω):
"Σε λίγες μέρες ο μπάρμπα-Κωνσταντής είχε αδειάσει τον οντά του. Εδώ εστεγάσθη το πρώτο δημοτικό σχολείο Σέμπρωνα κατά το έτος 1909. Ήταν ανώγι ψηλό με δυό παράθυρα με σίδερα προς το νοτιά, και μια πόρτα δίφυλλη, άβαφη στην ανατολική πλευρά. Οι σουβάδες εξωτερικά έλλειπαν για να ψήνονται λες από τον ήλιο οι μεγάλες και μικρές σιδερόπετρες με τις οποίες είχαν χτίσει τους ψηλούς τοίχους του.
Στις άκλειστες σκαλοθυρίδες των τοίχων είχαν τις φωλιές τους οι λαίμαργοι σπουργίτες. Μπαίνοντας μέσα στον στενόμακρο αυτό οντά που είχε ύψος 8μ. περίπου και πλάτος 4μ. έβλεπες τους λερωμένους άσπριστους σουβάδες και τα γαλλικά κεραμίδια γιατί ο "οικονομικός έφορος" δεν άφησε να του βάλουν και ταβάνι. Το πάτωμα που ήταν από χώμα έκανε λάκκους και πού και πού γίνονταν και τρύπες από τους καθημερινούς του επισκέπτες που δεν εννοούσαν να ξαθίσουν ήσυχοι εκεί μέσα.
Βαλμένα στη σειρά περίμενα λες, σαν άνθρωποι αγράμματοι, ντροπιασμένοι να μορφωθούν από το "σοφο" δάσκαλό τους, 5-6 θρανία μεγάλα, μακριά 2,5 μέτρα και παλιές χωριάτικες καρέκλες.
Τον πρώτο χρόνο έφυγε από τον οντά το σχολείο. Το 1910 ο άστεγος αυτός "ζητιάνος", το σχολείο, στεγάστηκε στο σπίτι του Φραντζεσκάκη Κυριάκου, του δημάρχου. 'Ηταν ένα ισόγειο μακρύ με δυό παράθυρα και μια πόρτα, χαμηλό και σκεπασμένο με κεραμίδια.
Το είχε κουζίνα και οι τοίχοι του ήταν μαύροι από τους καπνούς. Το πάτωμά του από χώμα ήταν καλύτερο από του προηγούμενου γιατί του έλειπαν οι τρύπες, όχι όμως και οι λάκκοι.
Όμως η στέγαση του σχολείου έμελλε να αντιμετωπίσει κι άλλες περιπέτειες. "Φαίνεται πως η κουζίνα χρειάστηκε του πατέρα μου και γι' αυτό μετέφεραν το φτωχό ζητιάνο πάλι σ' ένα άλλο μέρος πλέον ενήλιον και ενάερο, αλλά και κατάλληλο για να σακατεύη και τα πλέον γερά σώματα το χειμώνα".
Το μετέφεραν στον εξώστη που φαίνεται στην παρακάτω φωτογραφία που για να βγούμε ανεβαίνουμε μια μεγάλη πέτρινη σκάλα. "Ήταν του πατέρα μου, δικός μας δηλαδή κι αυτός" μου έλεγε κάποια μέρα ο γιος του κυρ-Κυριάκου του συγχωρεμένου, ο Μανώλης.
Τον ρώτησα πώς δεν πέθαιναν από το κρύο το χειμώνα και μου είπε ότι έμπαιναν μέσα στον οντά τον παρακείμενο όταν το κρύο ήταν πολύ δυνατό. Το δυνατό κρύο του χειμώνα και εξαιτίας τούτου κρυώματα των μαθητών και παράπονα των δασκάλων έγιναν αιτία να ζητήσουν καινούρια στέγη για το "ζητιάνο" τους οι χωριανοί. Έτσι γύρισε στον οντά του Κωνσταντή μέχρι το 1917. "Ήμουν μικρός και τρελλός, μου είπε ο γιος του Κωνσταντή, όταν μια μέρα του 1917, βαλτός από τους συνομήλικούς μου πέταξα τα έπιπλα του σχολείου έξω από το σπίτι μας για να το κάνω λέσχη χαρτοπαιξίας. Του έδωσα μεμιάς αντίθετο προορισμό". Φαινόταν μετανιωμένος και κοκκίνιζε σαν το 'λεγε. Έτσι για ένα χρόνο επέστρεψε το σχολείο στον εξώστη του δημάρχου. Ο καλός "ζητιάνος" δεν ζητούσε για τον εαυτό του, ζητούσε για τους χωριανούς και τα παιδιά τους, και σκέφτηκαν να ζητήσουν με ενοίκιο ένα σπίτι για να τον στεγάσουν. Νοίκιασαν με 30 δρχ. τον μήνα το παρακάτω σπίτι. Όχι όλο, μόνο το ανώγι, το κατώγι ήταν το καφενεδάκι που αναφέρθηκε στην αρχή νοικιασμένο κι αυτό από τον ιδιοκτήτη του.
Είχαν περάσει 14 χρόνια (1909-1923). Τα χρόνια που πέρασαν τους δίδαξαν πως έπρεπε να χτίσουν ένα σχολείο...
ΑΓΩΝΑΣ ΤΩΝ ΧΩΡΙΑΝΩΝ ΓΙΑ ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ ΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Οι συνεχείς περιπέτειες στη στέγαση του σχολείου έκαναν τους χωριανούς να συνειδητοποιήσουν την ανάγκη της οικοδόμησης ενός κτιρίου που θα στέγαζε μόνιμα το σχολείο:
"Άρχισαν λοιπόν το 1923 τις ενέργειές τους. Έκαναν αίτηση στην Κυβέρνηση και ζήτησαν ενίσχυση για την ανέγερση διδακτηρίου. Δεν άργησαν να πάρουν 20.000 δρχ. Ο Άγιος Ιωάννης, εκκλησία του χωριού, είχε ένα κτήμα μεγάλο. Επωλήθη εις έναν χωριανό αντί 25.000 δρχ. τότε και εδόθη το ποσόν αυτό εις την Σχολικήν Εφορέιαν αποτελούμενη από τους 1) Μιχελάκη Γεώργιο του Αναστασίου, 2) Μπομπολάκη Ζαχαρία και 3) ?,4)? (Τα υπόλοιπα δύο μέλη δεν αναφέρονται στο τεττράδιο ιστορίας του σχολείου. Φαίνεται ότι ο δάσκαλος που κατέγραψε την ιστορία δεν κατάφερε τελικά να τα εντοπίσει...).
Συνεκεντρώθη λοιπόν, το ποσόν των 45.000 δρχ. για την ανέγερση του διδακτηρίου...".
ΤΕΛΕΥΤΑΙΑ ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΠΡΙΝ ΤΟ ΧΤΙΣΙΜΟ
Το σχολείο συνέχιζε να στεγάζεται στο σπίτι της Αθηνάς χήρας Αγριμανάκη. Ωστόσο παρότι το χτίσιμο του σχολείου επρόκειτο σύντομα να ξεκινήσει μια και είχαν εξασφαλισθεί τα χρήματα, φαίνεται ότι η περιπέτειες της στέγασης δεν είχαν τελειώσει. Η περιπλάνηση του "ζητιάνου" συνεχιζόταν.
"Το έτος 1923 στο καφενεδάκι του χωριού κάθεται ένας άνδρας καμιά τριανταριά χρονών, λίγο ψηλός, αδύνατος φαλακρός με λίγο ξανθό μουστάκι. Φορεί παλιά στρατιωτικά ρούχα γιατί μόλις γύρισε από τον στρατό. Μιλά με ύφος παραπονιάρικο και θυμωμένο μαζί. Είναι ο γιος της χήρας Αθηνάς Αγριμανάκη. Το σπίτι που στεγάζονταν το σχολείο ήταν δικό τους.
-Γιατί χωριανοί δεν πληρώνατε το νοίκι της μητέρας μου? Πώς θα ζούσε? Εγώ έλειπα στρατιώτης, εκείνη γριά γυναίκα χήρα, και για το ευχαριστώ που σας δώσαμε το σπίτι για σχολείο μας φάγατε δυό κατσίκες που τις είχε.
-Μα ποιός τις έφαγε Γιάννη? τον ρώτησαν.
-Ένας από τους χωριανούς-ποιός δεν ξέρω. Δεν πειράζει όμως σε τρεις μέρες αν δεν μου πληρώσετε 120 δρχ. που χρωστάτε νοίκια θα αδειάσετε το σπίτι και όπου θέλετε πηγαίνετε.
Αυτά είπε, σηκώθηκε θυμωμένος, εχαιρέτησε κι έφυγε. Ύστερα από 4 μέρες, θρανία, τραπέζι και ρούχα της δασκάλας- έμενε και η δασκάλα μέσα στο "σχολείο" - ήταν ένας σωρός έξω από την πόρτα. Δεν είναι ανάγκη να ειπωθεί γιατί..."
Το σχολείο, λοιπόν ξαναγύρισε στο σπίτι του Κωνσταντή όπου στεγαζόταν και στην αρχή κατά το έτος 1909 και αργότερα μέχρι το 1917. Εκεί παρέμεινε μέχρι το 1928.
ΑΝΕΓΕΡΣΗ ΤΟΥ ΠΡΩΤΟΥ ΣΧΟΛΕΙΟΥ
Το κτίριο που στεγαζόταν μέχρι σήμερα το Δ.Σ. Σέμπρωναχτίστηκε το 1927-1928 με τα χρήματα που είχαν συγκεντρωθεί. Επίσης οι χωριανοί κάθε ηλικίας δούλεψαν σκληρά και έβαλαν σημαντική προσωπική εργασία.
Τον Μάιο του 1954 που ο δάσκαλος Γεώργιος Φραγγιουδάκης κατέγραψε την ιστορία του σχολείου, ο τότε πρόεδρος του χωριού Φραντζεσκάκης Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 35 χρονών, κατέθεσε την εξής μαρτυρία που ο δάσκαλος παρουσίασε με ρεαλισμό, και τα ανάλογα σχόλια:
"Ήμουν μικρός και κουβαλούσα πέτρες με τα γαϊδουράκια και τα μουλάρια για να το χτίσουν. Περνούσα από κει και μου είπαν να στυλώνω να φορτώσουν. Στύλωνα και όπως έβαλαν την πέτρα στην αριστερή μεριά, γύρισε το σαμάρι δεξιά που κρατούσα την πέτρα, δεν μπορούσα να την κρατήσω και μου έσπασε το χέρι μου αυτό από εδώ.
Μου έδειξε τον καρπό του αριστερού του χεριού. Δεν θα το έγραφα αν δεν είχε σημασία. Αυτό όμως είναι ενδεικτικό ότι οι χωριανοί δούλεψαν όπως μου είπαν, σκληρά, μικροί μεγάλοι, άνδρες και γυναίκες και έφτιαξαν το σχολείο που σήμερα υπάρχει.
Είναι βέβαια περίεργο και όλοι οι κάτοικοι αναφέρουν ότι δαπανήθηκαν τόσα λεφτά και κατεβλήθη τόση προσωπική εργασία για να φτιαχτεί ένα σχολείο τόσο μικρό, τόσο κακοσεδιασμένο και κακοχτισμένο. Είναι περιττό να αναφέρω ότι δεν εφρόντισαν διόλου δια εποπτικά μέσα, αυλή, αποχωρητήρια κλπ. Με ποιόν τρόπο έγινε η διαχείριση των χρημάτων αυτώ δεν γνωρίζω, η γενική κατακραυγή όμως μαρτυρά ότι έγινε κατάχρησίς και μεγάλη μάλιστα...".
Το 1945 άρχισε μια νέα περίοδος για το σχολείο. Με συνεχείες επισκευές και επεκτάσεις που πραγματοποιήθηκαν κατά διαστήματα, βελτιώθηκε σημαντικά!
Το 1954 που καταγράφτηκε η ιστορία του σχολείου το κτίριο διέθετε μεγάλη αυλή, σημαντικό σχολικό κήπο, βιβλιοθήκη με 180 περίπου βιβλία για τους μαθητές και λίγα για το δάσκαλο. Οι μαθητές που φοιτούσαν στο σχολείο ήταν 42.

Το 1964, σύμφωνα με το βιβλίο πρακτικών της Σχολικής Εφορείας Σέμπρωνα, πραγματοποιείται δωρεά οικοπέδου συνολικής έκτασης 746 τ.μ. για την ανέγερση νέου διδακτηρίου - από τον Παναγιώτη Μιχελάκη με δωρητήριο συμβόλαιο.
Την ίδια χρονιά, στις 22/9/1964 στη θέση "Μεσοχώρι" σύμφωνα με την ίδια πηγή παραχωρείται δίπλα στο υπάρχον γήπεδο του σχολείου, γήπεδο 764 τ.μ. με το ίδιο δωρητήριο συμβόλαιο. Έτσι το σχολικό εμβαδόν του γηπέδου του σχολείου αυξήθηκε στα 1872 τ.μ.
Το πιθανότερο είναι η δωρεά να έγινε με σκοπό ή να γίνει επέκταση του παλαιού ή να ανεγερθεί νέο διδακτήριο γιατί προφανώς θα είχε αυξηθεί το μαθητικό δυναμικό του σχολείου.
Ωστόσο από έγγραφο με τίτλο "στοιχεία διδακτηρίου" που υπογράφεται από το διευθυντή του σχολείου στις 1/3/1973 γίνεται φανερό ότι δεν υπήρξε μεταβολή στην κτιριακή κατάσταση του σχολείου εφόσονως έτος ανέγερσης του διδακτηρίου αναγράφεται το έτος 1927, και η κατάσταση της οροφής κουφωμάτων, δαπέδων, αφοδευτηρίων, περιβόλου χαρακτηρίζεται καλή.
Αξίζει να σημειωθεί ότι στο συγκεκριμένο έγγραφο του 1973 συμπεριλαμβάνεται η παρατήρηση ότι "Δεν υπάρχει εισέτι ηλεκτρισμός εις χωρίον".
Στις 25 Απριλίου 1978 με έγγραφό του ο τότε Υπουργός Παιδείας Ιωάννης Βαρβιτσιώτης εκπονεί ειδικό Κανονισμό για τον τρόπο επισκευής και συντηρήσεως των σχολικών κτιρίων που δημοσιεύεται στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως (Τεύχος Β' αρ. 319/11-4-1978) προκειμένου να επιτευχθεί ο εκσυγχρονισμός τους.
Ωστόσο ξεφυλλίζοντας το φάκελλο με τα δελτία απογραφής σχολικών κτιρίων: "Στοιχεία περί μαθητών προσωπικού και της εν γένει καταστάσεως του σχολείου" διαφαίνεται ότι η κατάσταση του Δ.Σ. Σέμπρωνα τη δεκαετία 1975-1985 ήταν μέτρια και ο αριθμός των μαθητών εξαιρετικά χαμηλός, δηλαδή λιγότεροι από 10!

Η δικιά μας η γενιά θυμάται μια ανακαίνιση που έγινε περίπου το 1995, που για έναν χρόνο (για άλλη μια φορά) ο "ζητιάνος" μας μεταφέρθηκε στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου όπου και κάναμε μάθημα παρέα με τους Αγίους. Σωστό Κρυφό Σχολειό!!!
Φέτος η απόφαση ήταν αναμενόμενη... με μόνο δύο μαθητές το σχολείο μας συμπεριλαμβάνεται αναπόφευκτα στη λίστα των σχολείων που κλείνουν. Τα δύο παιδιά θα πηγαίνουν καθημερινά στο Σκινέ... Ένα μεγάλο κεφάλαιο της ιστορίας του χωριού κλέινει και ελπίζουμε ότι θα ανοίξει ένα καινούριο κεφάλαιο με την αξιοποίηση του χώρου από τον Πολιτιστικό!

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου