Πέμπτη 12 Οκτωβρίου 2017


17.Υπηρέτησα την πατρίδα  (μνήμες και σκηνές από τη θητεία μου στο στρατό)                                                                

β)Πάσχα του 1967

Η Πέμπτη ήταν μια συννεφιασμένη μέρα. Κανονικά θα έπρεπε ο αξιωματικός υπηρεσίας να με απασχολήσει με κάτι . Αλλά ευκαιρία βρήκε κι αυτός την άραξε στο διοικητήριο και με άφησε ελεύθερο και ήσυχο. Έτσι άρχισα τις βόλτες μέσα στο στρατόπεδο. Έφτασα στην Πύλη και είπα την καλημέρα μου  στον αλφαμίτη. Πήγα στο γραφείο κινήσεως, που βρισκόταν σε ένα απόμερο μικρό κτίσμα.

Εκεί για ένα φεγγάρι με αγκαζάρισαν ως γραφιά. Πήγα στο πειθαρχείο, όπου  λίγο καιρό πριν πέρασα ένα εικοσαήμερο αυστηρής απομόνωσης. Στο στρατόπεδο υπήρχε μια άλλη ολιγάριθμη μονάδα εφοδιασμού και μεταφορών με τις αντίστοιχες αποθήκες. Δίπλα από το δικό μας στρατόπεδο ήταν η  22  ΕΜΑ, μια μονάδα τεθωρακισμένων. Έτσι συχνά-πυκνά περνούσαν σε φάλαγγες από μπροστά μας για τις προβλεπόμενες ασκήσεις.

Το μεσημέρι το συσσίτιο, ένας καφές στο ΚΨΜ, μερικά γεια χαρά με ανθρώπους που συνάντησα και τίποτα παραπέρα. Όμως, το αισθανόμουν. Η ατμόσφαιρα ήταν γεμάτη ένταση και σκοτεινιά.

Εδώ και καιρό, ήταν κραυγαλέα και υποτιμητική η στάση των αξιωματικών στα μαθήματα, στις ομιλίες , στις αναφορές για τους ξεφτιλισμένους, τους απατεώνες, τους καταχραστές πολιτικούς  Κανένας  σεβασμός στην ιεραρχία, κυρίαρχο στοιχείο στη δομή του στρατού. Βράδιασε και η ανησυχία μου δεν έλεγε να καταλαγιάσει.

 Όταν βγήκα πρωί-πρωί από το παράπηγμα που ήταν για μας ο θάλαμος είδα  την ανησυχία διάχυτη . Στη Πύλη διπλοσκοπιά  κι ένα άρμα μπροστά της με τους στρατιώτες οπλισμένους και με στολή εκστρατείας. Σε λίγο  μου ψιθυρίστηκε η τραγική είδηση.

       «Έγινε κίνημα, ο στρατός ανέλαβε την εξουσία»

Μου κόπηκαν τα γόνατα. Αυτό μου έλειπε τώρα. Αποκομμένος από παντού, μόνος κι έρημος, θα μ’ εξαφανίσουν χωρίς να πάρει κανένας χαμπάρι.

 Τότε βγήκε από μέσα μου μια ανεξήγητη ξεγνοιασιά.

     « Ό,τι  ήθελε να έρθει, καλώς το!»

 Σκέφτομαι σήμερα αυτήν την αντίδραση κι αναρωτιέμαι.  Ήταν κάτι φυσικό αυτό; Ποτέ δε θα το μάθω.

Μας συγκέντρωσε ο αξιωματικός στη θέση της πρωινής αναφοράς  και είπε:                

 «Μη βγάλετε τσιμουδιά, ούτε κιχ. Σε λίγο η μονάδα γυρίζει πίσω, τότε θα τα πούμε όλα»    

Πράγματι σε λίγη ώρα το τζιπ, τα Ντόιτς , τα ΡΕΟ γεμάτα φαντάρους και τα πυροβόλα των 155 χιλιοστών μπήκαν γρήγορα- γρήγορα στον Όρχο. Σε λίγο ακούστηκε η σάλπιγγα για γενικό προσκλητήριο. Εκεί μίλησε ο διοικητής της μοίρας αντισυνταγματάρχης Παπαβασιλείου.

 Έβγαλε ένα σύντομο λογύδριο. Η εντύπωση που μου άφησε ήταν: Να κρατήσουμε την ενότητα μέσα στο στράτευμα, για να αντιμετωπίσουμε τον εχθρό που είναι ο ντόπιος και ο διεθνής κομμουνισμός. Αυτός που ήταν έτοιμος να  υποδουλώσει τη χώρα. Ευτυχώς όμως οι φύλακες γρηγορούν. Θα πάτε ήσυχα  στους θαλάμους σας. Εκεί θα πάρετε εντολές . Αυτό κάναμε.

Στις ερωτηματικές ματιές φίλων και συστρατιωτών απαντούσα με τη σιωπή.  Δεν πέρασε πολύ ώρα. Ένας μονιμάς  λοχίας ήρθε κατευθείαν σε μένα.

  «Γιατί έλειπες από το προσκλητήριο;»                       

  Κατάλαβα. Πήρα μια κουβέρτα υπό μάλης και τον ακολούθησα χωρίς λόγια και αντιρρήσεις. Σε μικρή απόσταση ήταν το πειθαρχείο. Ήξερα καλά την εσωτερική του τοπογραφία  γιατί πριν λίγο καιρό είχα περάσει εκεί μέσα ένα εικοσαήμερο. Ήταν ένας διάδρομος με δυο μικρά κελιά  στην πάνω πλευρά και στο βάθος ένας θάλαμος. Με έβαλαν στο θάλαμο και κλείδωσαν πίσω τους. Κάθισα  σε μια γωνιά με την αίσθηση ότι χίλια αόρατα μάτια με επιτηρούν.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου