Πέμπτη 7 Δεκεμβρίου 2017













Η ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗ ΣΤΗ ΘΑΣΟ ΤΟ 19Ο ΑΙΩΝΑ

Παρά το προνομιακό καθεστώς που υπήρχε στη Θάσο μετά το 1813 με τους ελαφριούς φόρους και την αναπτυγμένη τοπική αυτοδιοίκηση με τις τοπικές αρχές και τα συμβούλιά της η Θάσος παρουσιάζει μια καθυστέρηση σε ό, τι αφορά τα εκπαιδευτικά πράγματα σε αντίθεση με άλλες περιπτώσεις περιοχών στις οποίες η οικονομική άνθιση και τα προνομιακά καθεστώτα συνοδεύτηκαν από παράλληλη άνθιση της παιδείας και του πολιτισμού και απέκτησαν από πολύ νωρίς φημισμένες σχολές και δασκάλους.
Ιδιαίτεροι λόγοι μπορούν να αιτιολογήσουν αυτήν την καθυστέρηση και το χαμηλό μορφωτικό επίπεδο των Θάσιων: Ο φόβος των πειρατών και η επακόλουθη περιχαράκωσή τους στους ορεινούς τους οικισμούς καθιστούσαν πολύ δύσκολη τη συνεχή επαφή με την υπόλοιπη Μακεδονία με αποτέλεσμα να μην μπορούν να παρακολουθούν τις εξελίξεις στην παιδεία από κοντά. Αλλά και η αδιαφορία της αιγυπτιακής διοίκησης η ανυπαρξία μορφωμένων ανθρώπων και οι τοπικές διενέξεις και οι μικροκομματικές έριδες ήταν οι βασικοί λόγοι της πνευματικής καθυστέρησης του τόπου.
Οργανωμένη εκπαίδευση θα μπορούσαμε να πούμε ότι συναντάμε στο νησί μετά το 1870 ενώ μια πρώτη μνεία για οργανωμένο σχολείο φαίνεται να γίνεται μόλις το 1850 με την ίδρυση της ελληνικής σχολής. Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν πολλά στοιχεία που αποδεικνύουν ότι πολλοί θασίτες γνώριζαν γράμματα τα οποία είχαν μάθει σε σχολεία του νησιού πριν από το 1850. Αρχικά ένα πλήθος εγγράφων: οι ιδιόχειρες διαθήκες, των Θασίων, οι εμπορικές σημειώσεις τους, η αλληλογραφία τους οι υπογραφές των συμβαλλομένων στα ιδιωτικά πωλητήρια έγγραφα. Έπειτα οι προφορικές μαρτυρίες, όπως αυτή του Αναστάσιου Γιαξή (1877-1964) ότι ο παππούς του Δημήτριος Χ’’Γιαξής είχε φοιτήσει στο σχολείο της Παναγίας. Ο Δημήτριος Χ΄΄Γιαξής υιοθετήθηκε από τον προεστό Χ’’Γιαξή Μεταξά το 1815 και εγκαταστάθηκε στο Θεολόγο. Επομένως , η φοίτησή του έγινε πριν από αυτήν τη χρονολογία. Μια άλλη μαρτυρία που αφορά τον Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Σταματιάδη( )μας λέει ότι πριν το 1821 είχε φοιτήσει στο σχολείο του Καζαβητίου.
Σε μια ενθύμιση του 1765 που ήταν γραμμένη σε μηναίο της μονής του Μιχαήλ Αρχαγγέλου και που ανέγραφε: « εκοιμήθη ο δούλος του Θεού Αναστάσιος διδάσκαλος της Χώρας έτος 1765» γίνεται πρώτη φορά λόγος για την ύπαρξη δασκάλου στο νησί. Πιθανόν η Χώρα που αναφέρει να είναι ο Θεολόγος.
Στο χειρόγραφο ημερολόγιο του άγνωστου προεστού του Καζαβητίου έχουμε μια σημείωση που αναφέρεται στην πρόσληψη του δάσκαλου Μανώλη έναντι του ποσού των 500 γροσίων. Επίσης σε πωλητήριο έγγραφο του 1823 αναφέρεται ως μάρτυρας ο δάσκαλος Παπαμόσκας.
Στη Θάσο λοιπόν πριν το 1850 λειτουργούσαν σχολεία. Τα σχολεία αυτά, όπως και στην υπόλοιπη Μακεδονία είναι υποτυπώδη και στεγάζονταν σε εκκλησιαστικά κτίσματα, σε υπερώα ναών ή σε μικρά κοινοτικά κτίσματα. Είναι γνωστά ως «κοινά» ή «γραμματοδιδασκαλεία» ή «ναρθηκοδιδασκαλεία». Τέτοια σχολεία ήταν:
Στο Μεγάλο Καζαβήτι λειτουργούσε σχολείο σε εκκλησιαστικό κτίσμα που βρίσκεται στη ΝΔ άκρη του προαύλιου της εκκλησίας των Αγίων Αποστόλων. Το κτίσμα ήταν διώροφο και ο επάνω όροφος πρέπει να ήταν νεώτερη προσθήκη. Το σχολείο πρέπει να λειτούργησε και τα πρώτα χρόνια μετά την Κατοχή σύμφωνα με μαρτυρίες κατοίκων του Πρίνου παράλληλα με το νεόχτιστο σχολείο του Κάτω Πρίνου. Στο παλιό σχολείο του Καζαβητίου φοιτούσαν οι μαθητές από Σεπτέμβρη μέχρι Νοέμβρη οπότε και μεταφέρονταν με όλο τον εξοπλισμό στο καινούριο μισοτελειωμένο κτίριο ή οι λίγο μεγαλύτεροι σε ηλικία σε κτίσμα που βρισκόταν εκεί που στεγάζεται σήμερα το κοινοτικό κατάστημα Πρίνου. Αυτό γινόταν κατά τη διάρκεια του ελιομαζώματος που κρατούσε μέχρι το Μάιο. Μετά ανέβαιναν πάλι στο επάνω σχολείο.
Και στο Μικρό Καζαβήτι λειτουργούσε σχολείο στην εκκλησία του Αγίου Γεωργίου έως το 1945-46 σύμφωνα πάλι με μαρτυρίες κατοίκων του Πρίνου.
Στις Μαριές, στο προαύλιο της εκκλησίας των Ταξιαρχών υπήρξε
εκκλησιαστικό κτίσμα το οποίο λειτουργούσε ως σχολείο προ του 1850. Η χρονολογία κτίσης του πρέπει να μην απέχει πολύ από το 1803 που είναι το έτος ανέγερσης του Ι. Ναού των Ταξιαρχών. Το 1877 για να καλυφθούν οι αυξανόμενες ανάγκες χτίστηκε νέο σχολείο δίπλα στο παλιό το οποίο κατεδαφίστηκε και στη θέση του ανεγέρθηκε μετά το 1965 το σημερινό σχολείο Δημοτικό σχολείο των Μαριών.
Στον ορεινό οικισμό Κάστρο λειτουργούσε σχολείο στο προαύλιο της εκκλησίας του Αγ. Αθανασίου. Το σχολείο ήταν μετακινούμενο. Όταν κατέβαιναν οι κάτοικοι στη Μέση (Καλύβια) τα μαθήματα γίνονταν στο γυναικωνίτη του Αγ. Γεωργίου.
Στο Θεολόγο το σχολείο βρισκόταν στο προαύλιο της εκκλησίας της Αγ. Παρασκευής. (Γκρεμίστηκε το 1908 επειδή ήταν σε άθλια κατάσταση).
Επομένως το πρώτο μισό του 19ου αιώνα οι εκπαιδευτικές ανάγκες καλύπτονταν από εκκλησιαστικά κτίσματα, ενοικιαζόμενους χώρους υπερώα εκκλησιών.
Η ΠΑΙΔΕΙΑ ΣΤΗ ΘΑΣΟ ΜΕΤΑ ΤΟ 1850.
Ο Γάλλος αρχαιολόγος Perrot που επισκέφτηκε τη Θάσο στα μέσα του 19ου αιώνα σχολιάζει ότι το πνευματικό επίπεδο των κατοίκων της ήταν πολύ χαμηλό. Αναφέρει ότι λειτουργούσαν στο νησί τρία αλληλοδιδακτικά σχολεία στην Παναγία, στο Θεολόγο και το Καζαβήτι, όμως τα σχολεία αυτά δεν λειτουργούσαν ούτε καλά ούτε τακτικά. Πάντως την ίδια περίοδο πρέπει να λειτουργούσαν και σε άλλα χωριά σχολεία.
Η πρώτη οργανωμένη προσπάθεια για οργανωμένο διδακτήριο έγινε στη Θάσο το 1850. Πρόκειται για την «ελληνική σχολή» την οποία αναφέρει σε επιστολή του της 15-7-1850 ο Δημήτριος Χατζηγιαξής. Την επιστολή την απευθύνει στο θείο του Αρχιμανδρίτη Καλλίνικο Σταματιάδη από τον οποίο ζητά να έρθει από το Μόναχο όπου υπηρετούσε ως ιερέας για να διδάξει εκεί. Ο τόπος ανέγερσης του κτιρίου δεν αναφέρεται ρητά. Λόγω της καταγωγής του Δημήτριου Χατζηγιαξή από το Θεολόγο ο Απ. Βακαλόπουλος θεώρησε ότι σχολείο έγινε εκεί. Νεότερες όμως έρευνες οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Παναγία ήταν ο τόπος λειτουργίας του. Ο τύπος του σχολείου μας μαρτυρείται από έναν κατάλογο συνδρομητών του 1858. Εκεί ανάμεσα σε άλλα αναφέρεται και το όνομα του αλληλοδιδάσκαλου Γεώργιου Δασκαλόπουλου
Αργότερα , το 1870 ο Γερμανός Loher, που επισκέπτεται το νησί αναφέρει ότι στη Θάσο λειτουργούσαν τέσσερα σχολεία αλληλοδιδακτικά: στην Παναγία, στο Καζαβήτι, στην Κακή Ράχη και στο Θεολόγο. Μια διαφορετική εικόνα μεταφέρει ο γιατρός Μελλίρυτος στο βιβλίο του αναφέρει χωρίς άλλες πληροφορίες ότι υπήρχαν σχολεία σε όλα τα χωριά της Θάσου. Την ίδια εποχή ο ανταποκριτής της Λιαρίγκοβης (Αρναία) Χαλκιδικής στην εφημερίδα «Νεολόγος» της Κωνσταντινούπολης σε άρθρο που δημοσιεύει αναφέρει τα σχολεία της Παναγίας, Θεολόγου ,Κακή Ράχης και Καζαβητίου εκφράζοντας την ευχή να ακολουθήσουν και τα άλλα χωριά της νήσου το παράδειγμά τους.
Μεγάλο ρόλο στην ανάπτυξη της παιδείας και στην κινητοποίηση των κατοίκων προς αυτή την κατεύθυνση διαδραμάτισε η ίδρυση της Αδελφότητος «Φοίνιξ» στην Παναγία.
ΟΙ ΦΙΛΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΟΙ ΣΥΛΛΟΓΟΙ ΣΤΗ ΘΑΣΟ
Ο Φιλεκπαιδευτικός σύλλογος Φοίνιξ ιδρύθηκε στο χωριό Παναγία το Νοέμβριο του 1873. Στο καταστατικό του συλλόγου που περιλαμβάνει 12 άρθρα ορίζεται ότι σκοπός του συλλόγου είναι η ηθική ανάπτυξη και η πρόοδος της δημοτικής εκπαίδευσης και για τα δύο φύλα. Η συνδρομή των μελών ορίζεται σε 3 γρόσια τον μήνα. Το διοικητικό συμβούλιο αποτελείται από τον πρόεδρο και τέσσερα μέλη. Η θητεία όλων είναι εξάμηνη. Ως επέτειος ημέρα της Αδελφότητας ορίζεται η 21η Νοεμβρίου, Τα Εισόδια της Θεοτόκου. Ο Φοίνιξ φαίνεται ότι λειτούργησε έως το 1903. Στις κύριες επιδιώξεις του ήταν η ίδρυση κεντρικής σχολής στο νησί κάτι που δεν επιτεύχθηκε κυρίως -όπως θα αναφέρουμε διεξοδικότερα- λόγω των ανταγωνισμών και διενέξεων των κατοίκων. Πάντως είναι γεγονός ότι συνέβαλε σε πολύ μεγάλο βαθμό στην ανάπτυξη της εκπαίδευσης στο νησί και αποτέλεσε παράδειγμα για την ίδρυση και άλλων συλλόγων («Αρμονία» στις Μαριές, 1878, «Μεταμόρφωσις» στην Καλλιράχη, 1888, «Άγιος Ιωάννης ο Θεολόγος» στο Θεολόγο, 1909, «Παλιγγενεσία» στις Μαριές, «Αγαθοεργός Αδελφότης» στο Βουργάρο, 1909).
Στη δεκαετία λοιπόν του 1870 τα πράγματα παρουσιάζουν μεγάλη βελτίωση. Στα πρακτικά του Ελληνικού Φιλολογικού Συλλόγου Κωνσταντινουπόλεως του 1876 καταγράφεται ότι εκ της Παναγίας Θάσου η Αδελφότης ο Φοίνιξ ζητεί προσηκόντως την συνδρομήν του Συλλόγου διότι επί της μικρας εκείνης νήσου η φιλομουσία των κατοίκων ίδρυσε πολλαχού εκπαιδευτήρια…» Και μας δίνει επιπλέον την πληροφορία ότι οι μαθητές στο νησί ανέρχονται σε 550. Επίσης, σχεδόν και τα δέκα χωριά έχουν αλληλοδιδακτικά σχολεία, ένα από αυτά έχει και ελληνικό, ενός άλλου το σχολείο έκλεισε εξαιτίας διχονοιών και ένα ακόμα έκλεισε λόγω έλλειψης πόρων.
Μετά το 1880 το ρεύμα φοίτησης των μαθητών αυξάνεται. Ο Έλληνας υποπρόξενος της Καβάλας, Αλέξιος Τσιμπουράκης αναφέρει ότι στη Θάσο κατά τα έτη 1883-1884 φοιτούν οι εξής μαθητές, μαθήτριες και νήπια: Στην Παναγία 164, στην Ποταμιά 54, στο Θεολόγο 108, στο Κάστρο 65, στις Μαριές 54, στην Κακηράχη 62, στο Σωτήρα 30, στο Παπάζ μαχαλά του Καζαβητίου 27, στην Τσιγγούρα Μαχαλά 62, στους δύο συνοικισμούς του Βουργάρω 53 και στο Λιμένα που είχε 120 κατοίκους δε φαίνεται να λειτουργούσε σχολείο σύνολο δηλαδή 679 μαθητές.
Τα τελευταία χρόνια της Τουρκοαιγυπτιακής συγκυριαρχίας τα πράγματα στην εκπαίδευση είναι αρκετά κρίσιμα. Οι κομματικές διαμάχες μεταξύ των κατοίκων του νησιού, η σταδιακή κατάργηση των προνομίων (το 1874 καταργήθηκε ο θεσμός του Προέδρου του νησιού), η επιβολή νέων φόρων αλλά και η είσπραξη των φόρων που προορίζονταν για τη χρηματοδότηση των σχολικών αναγκών απευθείας από τους χωροφύλακες για λογαριασμό της αιγυπτιακής κυβέρνησης και όχι από την κοινότητα υποχρεώνουν τη Γενική Συνέλευση να ορίσει μια επιτροπή η οποία θα είχε ως έργο της την ανεύρεση οικονομικών πόρων για την εξασφάλιση της λειτουργίας των σχολείων.
Παρά τις οικονομικές και πολιτικές δυσκολίες , πάντως η επίδοση των μαθητών είναι καλή και η λειτουργία των σχολείων συνεχίζεται: Σε έντυπο στατιστικό πίνακα όπου σημειώνονται τα σχολεία που λειτουργούσαν κατά το έτος 1894-95 στην περιφέρεια Καβάλας μαθαίνουμε ότι: Στο Βουργάρο της Θάσου δίδαξε 1 δάσκαλος σε 75 μαθητές, στο Λιμένα 1 σε 30, στο Θεολόγο 3 σε 120, στο Κάστρο 1 σε 60, στην Κακηράχη 3 σε 130, στο Καζαβήτι 2 σε 170, στις Μαριές 1 σε 60, στο Σωτήρος 1 σε 40, στην Ποταμιά 1 σε 55 και στην Παναγία 3 σε 100.
Μετά τα αιματηρά γεγονότα (βλ. παραπάνω) που συνέβησαν στο νησί το 1902 η Θάσος περνά πάλι ουσιαστικά στην τουρκική κυριαρχία χωρίς να καταργηθεί τυπικά η συγκυριαρχία. Και αυτό το καθεστώς θα επικρατήσει μέχρι την απελευθέρωση του νησιού από τους Έλληνες. Ο νέος διοικητής του νησιού, Κιαζήμ Μπέης είναι δίκαιος και φιλοπρόοδος και προσπαθεί να πάρει μέτρα για την ευημερία και την πρόοδο του θασίτικου λαού. Μέσα από ένα πρωτόκολλο εισαγόμενων εγγράφων το οποίο απευθύνεται στις μουχταροδημογεροντίες του Άνω και Κάτω Θεολόγου φαίνεται το ενδιαφέρον για την εφαρμογή των νόμων και τη λήψη φιλοπρόοδων μέτρων. Σε μια εγκύκλιό του προτρέπει τους δημογέροντες να κάνουν τις απαιτούμενες παρατηρήσεις στους γονείς να στέλνουν τα παιδιά τους στο σχολείο και να μην παραμελούν τη μόρφωσή τους. Σε ένα άλλο πάλι έγγραφο βάζει ως πρωταρχικό στόχο τη διατήρηση των εκπαιδευτικών καταστημάτων. Στα κρίσιμα χρόνια που ακολουθούν (Μακεδονικός αγώνας) μέσα από τα έγγραφα βλέπουμε τη διάθεση της τουρκικής διοίκησης να ασκήσει πλήρη έλεγχο στα εκπαιδευτικά πράγματα. Ζητούν λεπτομερή αναφορά των σχολείων, των μαθητών και των δασκάλων που υπηρετούν σε αυτά. Σε μια άλλη εντολή καταργείται από τις τουρκικές αρχές η απευθείας είσπραξη από τη δημογεροντία του φόρου σφαγής που προοριζόταν για τα σχολεία και η είσπραξή του από τη Δημαρχία. Αξιοσημείωτο είναι και το μέτρο που αφορά την υποχρεωτική διδασκαλία της τουρκικής γλώσσας στα σχολεία. Ελλείψει μάλιστα τουρκοδιδασκάλων ορίζεται να διδάσκει την Τουρκική ο αστυνόμος κάθε χωριού.
Μέσα από ένα έγγραφο αντλούμε πληροφορίες για τα σχολεία της Θάσου αυτήν την περίοδο. Πρόκειται για μία χειρόγραφη έκθεση του διευθυντή των σχολείων Παναγίας Θάσου Αλ. Γεωργιάδη προς τον Βασίλειο Μυστακίδη, καθηγητή της Μεγάλης του Γένους Σχολής το οποίο συντάχτηκε στην Κωνσταντινούπολη και φέρει χρονολογία: 16 Αυγούστου 1906. Το έγγραφο επιγράφεται : «Χωρία, κάτοικοι, μαθηταί και διδάσκαλοι της νήσου». Σύμφωνα με τα στοιχεία που παραθέτει:
1.Στο Κάστρο υπάρχουν 400 οικογένειες. Σχολή 5τακτος, μαθητές 95, μαθήτριες 25. Διευθυντής ο Ν. Χάσκας, βοηθός ο Αύγουστος Ιατρίδης, Νηπιαγωγός η Κλεάνθη Σουγιάννη.
2. Στο Κάστρον Λιμενάρια: Σχολή 5τακτος, μαθητές 55, μαθήτριες 35. Β. Παπαβασιλείου, Αριάδνη Σουγιάννη.
3. Στο Θεολόγο: Οικογένειες 600. Μαθητές 200, μαθήτριες 50. Διδάσκαλοι Γ. Ζαχαρόπουλος, Δ. Τσιας, Χ. Ζαρκάδης, Σπυρίδων Μαυρουδής, Χρυσάνθη Κων/νου.
4. Σωτήρος: Οικογένειες 250. Μαθητές 44, μαθήτριες 12, Στ. Αστερινόπουλος, Ελένη Δόνα.
5. Καλλιράχη: Οικογένειες 380. Σχολή 5τακτος, μαθητές 140, μαθήτριες 40, Θωμάς Ζάχος, Αύγουστος Οικονομίδης, Αικατερίνη Π. Χρυσοχόου.
7. Καζαβίτιον μέγα: 200 οικογ. 5τακτος μαθητές 50, μαθήτριες 40, Κ. Μπόσκου, Θεανώ Κρατσοβαλίδου
6. Καζαβίτιον μικρόν: Οικογ. 80, μαθητές 15.
7. Βουλγάρον μέγα: Οικογ. 150, μαθητές 35, μαθήτριες 5, Φραγκίσκος Ανθόπουλος.
8. Βουλγάρον μικρό:50 οικογ. Νήπια 25, Νηπιαγωγός Νία Κων/νου
10. Ποταμία. Οικογ. 250, μαθητές 90, μαθήτριες 10. Κ. Ιωαννίδης, Ν.Ι. Καρανικόλας.
11. Παναγία: Οικογ. 300, μαθητές 165 μαθήτριες 40. Διευθ. Αλ. Γεωργιάδης, διδ. Όμηρος Καράβης, Θεογνωσία Κιουλαχατζόγλου, Μαρία Χρυσάφη.
12.Λιμήν: Οικογ. 110, μαθητές 40 μαθήτριες 50.
Όπως προκύπτει από αυτήν την έκθεση η αναλογία διδασκόντων και διδασκομένων είναι 1 προς 42 η οποία είναι αρκετά ικανοποιητική για τα δεδομένα της εποχής επίσης το ποσοστό των μαθητών σε σχέση με τον πληθυσμό είναι 10%. Το ποσοστό είναι συνηθισμένο για τα βιλαέτια της Μακεδονίας.
Παρά λοιπόν τα προβλήματα που υπάρχουν την τελευταία αυτή περίοδο της τουρκοκρατίας η εικόνα της εκπαίδευσης είναι ικανοποιητική και σε σχέση με τα προηγούμενα χρόνια έχει πραγματοποιηθεί πολύ μεγάλη πρόοδος.
Ο Μακεδονικός Αγώνας την εποχή αυτή βρίσκεται σε ένταση. Πολλά σχολεία της μακεδονικής υπαίθρου έχουν επανδρωθεί με δασκάλους μυημένους σε αυτόν. Με εντολή του Κέντρου Καβάλας τοποθετείται στην Καλλιράχη ο Πάνος Παρίσης που ανακλήθηκε αμέσως γιατί θεωρήθηκε ύποπτος από τις τουρκικές αρχές. Το ελληνικό προξενείο της Καβάλας διόρισε ακόμα ως δασκάλους στην Καλλιράχη το Νικόλαο Μερτζιανίδη και το φλογερό πατριώτη Ιωάννη Αντωνιάδη Κορωναίο. Η εθνική δράση των δασκάλων μετατρέπει σε φυτώρια εθνικά τα περισσότερα σχολεία.
Η Θάσος απελευθερώθηκε από τον ελληνικό στόλο στις 18 Οκτωβρίου 1912. Οι προσπάθειες επικεντρώθηκαν στην ομαλή ενσωμάτωση των κοινοτικών σχολείων των Νέων Χωρών στο εκπαιδευτικό σύστημα του ελληνικού κράτους. Ο Γ. Χαλκιάς διακρίνει τρεις φάσεις προς αυτήν την κατεύθυνση. Στην α΄ φάση από το 1912 έως το 1914 τη διαχείριση των σχολείων εξακολουθούν να έχουν η σχολική εφορεία και η εκκλησία. Οι διαφορές επίσης στη δομή των δύο εκπαιδευτικών συστημάτων κάνουν τον τότε υπουργό παιδείας να διατηρήσει σιωπηρά το υπάρχον σύστημα. Στη χρονική περίοδο από το 1914 έως το 1920 ο υπουργός παιδείας σε συνεργασία με τους διευθυντές των σχολείων, τους επιθεωρητές και τα εποπτικά και εκπαιδευτικά συμβούλια θα ασκούν την εκπαιδευτική πολιτική. Το εκπαιδευτικό συμβούλιο θα είναι υπεύθυνο για την αναβάθμιση ή κατάργηση των σχολείων της δημοτικής και της μέσης εκπαίδευσης. Η σχολική εφορεία α ντικαθίσταται από τη σχολική επιτροπή της οποίας ο ρόλος υποβαθμίζεται εφόσον της αφαιρείται η αρμοδιότητα πρόσληψης του εκπαιδευτικού προσωπικού. Στην γ΄ φάση ιδρύεται το Ταμείο Εκπαιδευτικής Πρόνοιας, καταργούνται οι σχολικές εφορείες που είχαν απομείνει και ενισχύεται ο ρόλος της σχολικής επιτροπής η οποία αποκτά μεγαλύτερη λαϊκή συμμετοχή.
ΤΑ ΜΑΘΗΜΑΤΑ ΠΟΥ ΔΙΔΑΣΚΟΝΤΑΝ.
Οι τύποι των σχολείων που υπήρχαν στο ελεύθερο ελληνικό κράτος και στις υπόδουλες περιοχές ήταν: στη δημοτική εκπαίδευση:
Α) η Αστική Σχολή η οποία ήταν 6ετούς φοίτησης, αντίστοιχη με το σημερινό δημοτικό σχολείο.
Β) το δημοτικό σχολείο που ήταν 4ετούς φοίτησης.
Το ελληνικόν σχολείο που ήταν 3ετούς φοίτησης αντιστοιχούσε στις δύο τελευταίες τάξεις του 6ετούς δημοτικού σχολείου και η τελευταία τάξη ήταν προπαρασκευαστική για το γυμνάσιο.
Στις υπόδουλες περιοχές επικρατούσε στη Δημοτική εκπαίδευση ο τύπος του 6ετούς δημοτικού σχολείου που ονομαζόταν η Αστική Σχολή.
Στη χρονική περίοδο 1894-1911 λειτουργούσαν οι εξής τύποι Αστικών σχολών: 7/τάξια πλήρης Αστική σχολή με 5 δασκάλους, 5/τάξια ή 6/τάξια Αστική σχολή με 3 δασκάλους, 4/τάξιο Δημοτικό σχολείο με 2-3 δασκάλους. Όταν όμως τα οικονομικά του σχολείου δεν το επέτρεπαν λειτουργούσαν και με λιγότερους δασκάλους. Από το 1912 οι τύποι σχολείων που λειτουργούν είναι η 6/τάξια Αστική Σχολή τύπου Α με 5 δασκάλους, η 6/τάξια Αστική Σχολή τύπου Β με 3 δασκάλους και η 4/τάξια Αστική Σχολή τύπου Γ με 2 δασκάλους.
Το Οικουμενικό Πατριαρχείο μέσω των οργάνων του εξακολουθεί να είναι ο κύριος ρυθμιστής των εκπαιδευτικών ζητημάτων για τον υπόδουλο Ελληνισμό και μετά τις μεταρρυθμίσεις του 1856 (Χάττι- Χουμαγιούν) και το σύνταγμα του 1876. Οι κύριες αρμοδιότητες των οργάνων αυτών ήταν ο έλεγχος της καταλληλότητας των σχολικών εγχειριδίων, η εφαρμογή ενιαίας διδακτικής μεθόδου στα σχολεία, η έκδοση των αναλυτικών προγραμμάτων και η επιχορήγηση σχολείων της Μακεδονίας. Το ελληνικό κράτος προσπαθεί από το τέλος του 19ου αιώνα να παρέμβει στην εκπαίδευση των υπόδουλων πληθυσμών. Γι αυτό το σκοπό είχε συσταθεί –όπως αναφέραμε πιο πάνω- ο «Σύλλογος προς Διάδοσιν των Ελληνικών Γραμμάτων» και από τις αρχές του 20ου αιώνα ο θεσμός του Γενικού Επιθεωρητή των σχολείων ο οποίος όμως δεν έτυχε θετικής αντιμετώπισης από το Πατριαρχείο. Ο προγραμματισμός των μαθημάτων γινόταν στην αρχή κάθε σχολικού έτους , δηλαδή στο πρώτο δεκαήμερο του Σεπτεμβρίου. Υπήρχε για το διδακτικό προσωπικό μία δυνατότητα επιλογής ως προς τη διδακτέα ύλη και τα σχολικά βιβλία που θα χρησιμοποιούσαν. Αυτά ήταν τα δεδομένα για την επιλογή των μαθημάτων και των σχολικών εγχειριδίων στα σχολεία της Μακεδονίας και ειδικότερα της Θάσου.
Από παλιά τετράδια και σχολικά εγχειρίδια που εντοπίστηκαν στην Παναγία αντλούμε ενδιαφέρουσες πληροφορίες για τα διδασκόμενα μαθήματα στα σχολεία του χωριού στο τέλος του προηγούμενου αιώνα. Στην Γ΄ και Δ΄ τάξη του Δημοτικού τα παιδιά διδάσκονταν την ελληνική Ιστορία, στην Ε΄ Τάξη τη ρωμαϊκή και στις ανώτερες τάξεις των Αστικών σχολών τη βυζαντινή Ιστορία του Θ. Κώτσιου. Στη Γεωγραφία οι μαθητές της Β΄ Τάξης διδάσκονταν Πατριδογραφία, της Γ΄ τάξης Μ. Ασία, της Δ΄ Τάξης Ευρωπαϊκή Τουρκία και Ελλάδα και της Ε΄ Τάξης παγκόσμια Γεωγραφία. Τα εγχειρίδια που χρησιμοποιούσαν για τη Γραμματική των Γ΄, Δ΄Ε΄και ΣΤ΄ Τάξεων ήταν η Ελληνική Γραμματική των Γ. Λογοθέτου, Γ. Σαμαρά, Μ. Ρόκου και Ε. Αντωνιάδου. Για την Αριθμητική οι «Αριθμητικές Ασκήσεις των Ν. Πράσινου και Μ. Ιακώβου.
Για τα γλωσσικά μαθήματα χρησιμοποιούσαν αναγνωστικά ενώ και στα τετράδια φαίνονται των μαθητών είναι αντεγραμμένοι Μύθοι του Αισώπου, τα αποφθέγματα του Πλούταρχου, το Ενύπνιο του Λουκιανού, οι χαρακτήρες του Θεόφραστου κ.λ.π. μεταφράσεις αρχαίων κειμένων και σχολιασμός καθώς και η πρώτη, δεύτερη, τρίτη κλίση και η ανώμαλη κλίση. Σε άλλα πάλι τετράδια είναι αντεγραμμένες σημειώσεις από γαλλικά, φιλοσοφία, ψυχολογία, μουσική κ.λ.π. Τα τετράδια είναι εντυπωσιακά, με βυζαντινά σχέδια και διακόσμηση.
Εντύπωση προκαλεί ακόμα η ύπαρξη στα τετράδια ύμνων και ποιημάτων με πατριωτικό περιεχόμενο όπως « ο Τουρκομάχος Έλλην « κ.α. Ξεχωριστό ρόλο στην εκπαίδευση των μαθητών κατείχαν τα θρησκευτικά μαθήματα όπως αποδεικνύουν η «Ιστορία της Παλαιάς και Νέας Διαθήκης» αλλά και ηθικοπλαστικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης (Ελληνική Χρηστομάθεια).
Χαρακτηριστικό εγχειρίδιο είναι η επίτομη βιογραφική ιστορία των σουλτάνων της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας του Αβραάμ Βαπορίδη, γενικού επιθεωρητή των τυπογραφείων και εξελεγκτή των ελληνικών βιβλίων στο αυτοκρατορικό υπουργείο της δημοτικής εκπαίδευσης που εκδόθηκε στην Κων/πολη το 1885 και ένα τουρκικό αναγνωστάριο.
Τα μαθήματα που διδάσκονται τα παιδιά στο Δημοτικό-όπως προκύπτει από το βιβλίο ύλης της Αστικής Σχολής Κάστρου κατά τα έτη 1908-1909 είναι τα εξής:
Θρησκευτικά, Ηθικά διηγήματα, Γλωσσικά-Ελληνικά, Αριθμητική, Ιστορία, Γεωγραφία, Γαλλικά, Τουρκικά, Γυμναστική, Ωδική, Πατριδογραφία, Πραγματογνωσία. Μεγαλύτερη βαρύτητα δίνεται στα γλωσσικά μαθήματα που διδάσκονται 8 ώρες τη βδομάδα και αξιοπρόσεκτο είναι ότι τα Τουρκικά διδάσκονται 4 ώρες την εβδομάδα. Βρισκόμαστε σε μια περίοδο που η Τουρκία παρεμβαίνει άμεσα στα εκπαιδευτικά ζητήματα και ο τουρκικός εθνικισμός έχει αφυπνιστεί
Τα συμπεράσματα που προκύπτουν από τα παραπάνω είναι ενδιαφέροντα. Καταρχήν διαπιστώνουμε ότι το επίπεδο των γνώσεων που λάμβαναν οι μαθητές κατά τη φοίτησή τους τελειώνοντας το Δημοτικό σχολείο της εποχής αντιστοιχούσε με τις γνώσεις του σημερινού μαθητή Λυκείου. Επίσης, διακρίνεται ο έντονος ηθικοπλαστικός χαρακτήρας της εκπαίδευσης, αλλά και ο πατριωτικός ζήλος τον οποίο εμφυσούσαν οι δάσκαλοι στους μαθητές.
Η ΠΕΡΙΠΕΤΕΙΑ ΤΗΣ ΜΕΣΗΣ ΕΚΠΑΙΔΕΥΣΗΣ ΣΤΗ ΘΑΣΟ
Το 1850 όπως προαναφέραμε στη Θάσο, όχι εξακριβωμένα, αλλά πιθανότατα στην Παναγία έγινε προσπάθεια για τη λειτουργία «ελληνικής σχολής». Είναι πιθανό το σχολείο αυτό να μη λειτουργούσε κανονικά. Πάντως, σε αναφορά του Ελληνικού Φιλεκπαιδευτικού Συλλόγου Κωνσταντινούπολης αναφέρεται ανάμεσα σε άλλα ότι σε ένα από τα χωριά της Θάσου λειτουργούν ένα αλληλοδιδακτικό και ένα ελληνικό σχολείο.
Το 1863 γίνεται μια κίνηση από τους κατοίκους να ιδρυθεί μία κεντρική σχολή, ένα είδος γυμνασίου ή διδασκαλείου στη Θάσο. Η κίνηση αυτή είχε και την υποστήριξη του χεδίβη(πρίγκηπα) της Αιγύπτου Ισμαήλ πασά ο οποίος είχε προσφέρει για την ανέγερσή της το ποσό των 20.000 . Η σχολή πρέπει να λειτούργησε αλλά δεν είναι γνωστό για πόσο χρονικό διάστημα και πού. Σύμφωνα με τη μαρτυρία που έδωσε το 1958 ένας 85χρονος Μαριώτης ο τόπος λειτουργίας της ήταν οι Μαριές. Πάντως το 1863 η σχολή λειτουργούσε πιθανόν προσωρινά σε κάποιο κτίσμα στις Μαριές, όπως φαίνεται από διαθήκη που συντάχτηκε εκείνη τη χρονιά στο Θεολόγο σύμφωνα με την οποία « ο Ιωάννης Μεταξάς χαρίζει εις το κεντρικόν σχολείον του νησιού εν ελαιόδενδρον καλόν και υπέργηρον…». Η λειτουργία όμως της σχολής δεν κράτησε πολύ. Όταν έμελλε να κτισθεί το νέο σχολείο οι κάτοικοι των άλλων χωριών ξεσηκώθηκαν και η ανέγερση της σχολής ματαιώθηκε.
Άλλες δύο φορές έγιναν προσπάθειες για την ίδρυση γυμνασίου στη Θάσο οι οποίες δεν απέδωσαν.
Έτσι οι ανάγκες των μαθητών για συνέχιση των σπουδών τους καλύπτονταν από τη φοίτησή τους στα γυμνάσια άλλων περιοχών: από επιστολή του ιατροφιλόσοφου Γ. Μ. Χρηστίδη προς το διευθυντή του ημιγυμνασίου Καβάλας (14-11-1879) μαθαίνουμε ότι 7 Θάσιοι μαθητές από τους οποίους οι 6 κατάγονται από την Παναγία και Ποταμιά και ο ένας από τις Μαριές θέλουν να εγγραφούν στο ημιγυμνάσιο. Τελικά οι μαθητές γίνονται δεκτοί. Την περίοδο 1879-1881 υπήρχαν και άλλοι μαθητές που φοιτούσαν σε γυμνάσια άλλων περιοχών. Θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι στην Καβάλα μέχρι το τέλος της βουλγαρικής κατοχής (1916) λειτουργούσε μόνο ημιγυμνάσιο. Έτσι έχουμε μαθητές οι οποίοι φοιτούν στις Σέρρες, στο γυμνάσιο της Σύρου, σε γυμνάσια της Θεσσαλονίκης, στο Τσοτύλι της Κοζάνης, στο Βαρβάκειο της Αθήνας, ακόμα και στη Μυτιλήνη. Σημαντικό ρόλο στη μόρφωση των Θάσιων μαθητών έπαιξε και η Αθωνιάδα σχολή του Αγίου Όρους.
Μετά τη λήξη της βουλγαρικής κατοχής της Καβάλας ιδρύθηκε το 1919 το πρώτο 6τάξιο γυμνάσιο στην πόλη. Όπως ήταν φυσικό με την ίδρυσή του αρχίζουν σε αυτό οι εγγραφές των πρώτων Θάσιων μαθητών. Αυτοί είναι ή καινούριοι μαθητές ή μαθητές που προέρχονται από μετεγγραφή από άλλα σχολεία. Ήδη στο Λιμένα είχε γίνει μία προσπάθεια για την ίδρυση γυμνασίου το οποίο όμως λειτούργησε μόνο κατά την περίοδο της γαλλικής κατοχής (1916-17). Κάποιοι μαθητές προέρχονται και από αυτό.
Ο αριθμός που φοίτησαν στο γυμνάσιο Καβάλας κατά την περίοδο 1919-1940 είναι συγκριτικά με το σύνολο μικρός. Τα πρώτα χρόνια προέρχεται κυρίως από το βόρειο και το νότιο τμήμα του νησιού και από τις ευπορότερες οικογένειες. Αργότερα εμφανίζονται μαθητές και από τα δυτικά αλλά και από λιγότερο ευπορες οικογένειες. Πάντως, η μικρή προσέλευση των μαθητών οφείλεται στην οικονομική ανέχεια των κατοίκων του νησιού αλλά και στην ίδρυση του ημιγυμνασίου Λιμεναρίων το 1922.
Η λειτουργία του ενιαίου δημοτικού σχολείου Κάστρου-Λιμεναρίων και ο μεγάλος αριθμός που συγκέντρωσε (υπερέβαιναν τους 300) δημιούργησε την προϋπόθεση για τη δημιουργία 6τάξιου γυμνασίου στα Λιμενάρια. Φιλοδοξία ήταν να προσελκύσει και μαθητές από άλλες περιοχές του νησιού. Ο σχεδιασμός προέβλεπε να λειτουργήσει αρχικά με λίγες τάξεις και στη συνέχεια να γίνει 6τάξιο. Τον πρώτο λοιπόν χρόνο της λειτουργίας του, τη σχολική χρονιά 1922-23 φοίτησαν 10 μαθητές στην Α΄ τάξη. Τη δεύτερη χρονιά και η Β΄ Τάξη με 5 μαθητές. Την Τρίτη χρονιά λειτουργούσαν και οι τρεις τάξεις με μικρή όμως προσέλευση μαθητών. Συνολικά μέχρι το έτος κατάργησης του σχολείου φοίτησαν σε αυτό 80 μαθητές που η πλειοψηφία τους (60 μαθητές)προερχόταν από το Κάστρο, τα Λιμενάρια και τον προσφυγικό συνοικισμό. Τα μαθήματα γίνονταν σύμφωνα με τα λεγόμενα του Κ. Τζιάτα αλλά και επιστολή που έστειλε η κοινότητα Κάστρου το 1925 στη μονή Βατοπεδίου στο νεόδμητο κτίριο του δημοτικού σχολείου Λιμεναρίων. Όμως υπάρχουν και προφορικές μαρτυρίες που αναφέρουν ως χώρο στέγασης κάποιο κτίσμα στην Ευαγγελίστρια.
Οι καθηγητές της μέσης εκπαιδεύσεως που δίδαξαν στο γυμνάσιο ήταν αρχικά ο Παναγιώτης Μεταξάς, γεννημένος στην Περίσταση της Ανατολικής Θράκης ο οποίος είχε έρθει το 1922 ως πρόσφυγας σε ηλικία 54 χρόνων. Είναι χαρακτηριστική η μαρτυρία του Κ. Τζιάτα για την αδυναμία του ηλικιωμένου καθηγητή να ελέγξει τους ζωηρούς μαθητές του. Τον τρίτο χρόνο λειτουργίας του σχολείου έρχεται ως δεύτερος καθηγητής ο Μιχαήλ Νικολαΐδης από τη Σμύρνη, τέως διευθυντής της Ευαγγελικής Σχολής Φασουλά ο οποίος αναλαμβάνει και τη διεύθυνση .
Το ημιγυμνάσιο Θάσου έπαυσε να λειτουργεί το έτος 1929. Σε αυτό συντέλεσε ο μικρός αριθμός των μαθητών ο οποίος σύμφωνα με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση του 1929 ήταν απαγορευτικός για την ίδρυση 6τάξιου γυμνασίου.
Τα επόμενα χρόνια το κράτος δεν ανέλαβε καμία πρωτοβουλία. Το 1958 ιδρύθηκαν δύο ιδιωτικά γυμνάσια: Στο Λιμένα από τον καθηγητή Λόβουλο και στα Λιμενάρια από τον καθηγητή Κυριακίδη. Τα γυμνάσια αυτά λειτούργησαν έως το 1965. Τότε το κράτος προχώρησε στην ίδρυση και λειτουργία γυμνασίων στο Λιμένα και στα Λιμενάρια. Τα σχολεία στεγάστηκαν αρχικά σε ιδιωτικά κτίρια και έπειτα σε νεόχτιστα διδακτήρια.









Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου