Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018




Λευτέρης Τσίλογλου

Ο  Πέτρος

(Μυθιστόρημα)






Αθήνα 2018












































Πρόλογος

    Η ζωή είναι ένα πέρασμα από την ανυπαρξία στο άγνωστο. Μέσα στην αιωνιότητα  ο βίος ενός ατόμου είναι ένα σύντομο μικροεπεισόδιο. Στο επίπεδο όμως του ίδιου ατόμου είναι μια μεγάλη και πολυτάραχη διαδρομή. Σ’ αυτήν την πορεία υπάρχουν απειρία εντυπώσεων και συμβάντων. Περιπέτειες, χαρές, δράματα και πόνοι. Aπ’ όλα αυτά κάποια - πολύ λίγα όμως - είναι εκείνα που τον σφραγίζουν και η ανάμνησή τους τον συντροφεύει ή τον κυνηγά μέχρι την τελευταία του πνοή.       Στην καταγραμμένη ανθρώπινη ιστορία διάβηκαν αυτήν τη διαδρομή δισεκατομμύρια ανθρώπινα πλάσματα. Ανάμεσά τους υπάρχουν σημαντικές προσωπικότητες, λαμπεροί ήρωες, υπέροχα μυαλά και ταλαντούχα άτομα. Μαζί με αυτά υπάρχουν και τομάρια χειρίστου είδους, ειδεχθείς δολοφόνοι, φανατικοί καταστροφείς, που δε σεβάστηκαν την ανθρώπινη ζωή κι ό,τι άλλο υπάρχει στο βασίλειο του διαβόλου. Αυτοί όλοι είναι περασμένοι στις δέλτους της ιστορίας με διθυραμβικά κείμενα ή αντιστοίχως καταδικαστικές κι αποτρόπαιες περιγραφές. 

   Πίσω όμως και παράλληλα με αυτούς έζησαν και έδρασαν πολλοί που τ’ όνομα τους δεν καταγράφτηκε πουθενά και από μια περίοδο και μετά, πέρασε μόνο στα κοινοτικά κιτάπια χωριών και οικισμών, στα κατάστιχα των εκκλησιών κατά τη τέλεση των παραδοσιακών μυστηρίων ή στα ληξιαρχεία των πόλεων. Υπάρχουν λοιπόν αναρίθμητες ανθρώπινες υπάρξεις που το όνομά τους δεν ακούστηκε ποτέ, ούτε καταγράφτηκε πουθενά. Είναι οι άγνωστοι, οι άσημοι, οι ανώνυμοι. Αυτό δεν είναι απαραίτητα ένδειξη της μετριότητάς τους ή και της ασημαντότητάς τους. Είναι πιθανό ή σχεδόν σίγουρο ανάμεσα σ’ αυτούς να κρύβονται, καλυμμένα με τη σκόνη του χρόνου, πολύτιμα πετράδια που δε συντάραξαν την οικουμένη, μα έλαμψαν με τα ήρεμα χαρίσματά  στο οικείο τους περιβάλλον, εκεί όπου έζησαν κι έδωσαν καλό παράδειγμα στους δικούς τους. Ίσως έτσι η μυθιστορηματική αναφορά τους να είναι μια μικρή δικαίωση της σιωπηλής ζωής τους

































1.  



    Δεν ήταν συμπληρωμένα τα πέντε χρόνια του Πέτρου, όταν μια μοιραία μέρα ο χάρος χτύπησε την πόρτα του σπιτιού παίρνοντας μαζί τον αγαπημένο του πατέρα. Ήταν πολύ μικρός για να έχει σαφή συνείδηση των γεγονότων, μα απ’ τις συζητήσεις πατέρα-μάνας, που άκουγε μέσα στο σπίτι τον τελευταίο καιρό είχε καταλάβει την ένταση με την οποία ζούσε τον τελευταίο διάστημα η οικογένεια του. Ο συνέταιρος στην επιχείρηση του πατέρα του έκανε τα πάντα για να τον σκάσει. Η επιχείρηση ήταν έκθεση σκαλιστών επίπλων πολυτελείας. Η ταμπέλα καλλιτεχνικά σκαλισμένη πάνω σε ξύλινη βάση από τον πατέρα του έγραφε με μεγάλα και όμορφα ανάγλυφα γράμματα

Αρτέμης  Λεγάκης – Αναστάσιος Τσακίρης
Σκαλιστά καλλιτεχνικά έπιπλα πολυτελείας

     Στην αρχή όλα πήγαιναν μέλι-γάλα. Βλέπεις ήταν παιδικοί φίλοι, μάθανε την τέχνη στο ίδιο σκληρό αφεντικό και
η κακομεταχείριση, που υπέστησαν εκείνη την περίοδο, τους έδεσε ακόμα περισσότερο. Άνοιξαν μαζί ένα μαγαζί και έβγαλαν τα πρώτα τους λεφτά που τους έδωσαν δύναμη και κουράγιο να συνεχίσουν. Μετά αναπτύχτηκαν περισσότερο. Πήγαν σε νέο μεγαλύτερο χώρο, που τον χώρισαν σε δυο μέρη. Το μπροστινό  στον εμπορικό δρόμο έγινε έκθεση με δείγματα της δουλειάς τους και το πίσω, με είσοδο από το πλάι ήταν το εργαστήριο παραγωγής. 

     Με το πέρασμα του χρόνου, εκ των πραγμάτων, έγινε ένας καταμερισμός στις απαραίτητες δραστηριότητες μιας επιχείρησης. Βλέπεις ο συνέταιρος, που ήταν πιο κοινωνικός και μανούλα στις δημόσιες σχέσεις, είχε πάρει κατ’ αποκλειστικότητα όλες τις συναλλαγές του μαγαζιού με πελάτες, τράπεζες και προμηθευτές. Ο πατέρας του Πέτρου, φίνος και μερακλής τεχνίτης  στα σκαλιστά έπιπλα είχε αφοσιωθεί στην παραγωγή των παραγγελιών και συνεχώς κατοικοέδρευε στο εργαστήριο που βρισκόταν στο πίσω μέρος. Ίσως αυτό έγινε σχεδόν αναγκαστικά γιατί οι επιδόσεις του συνέταιρου στην παραγωγή ήταν τουλάχιστον δεύτερης ποιότητας και η εργατικότητα του στα πρακτικά ζητήματα λίαν περιορισμένη. Έτσι η διαχείριση των οικονομικών πέρασε αποκλειστικά στα χέρια του συνέταιρου. Του είχε, κακώς, πλήρη εμπιστοσύνη και κάποια στιγμή βρέθηκε μπροστά στην τραγική θέση.

   Ο πατέρας του χωρίς έλεγχο υπέγραφε κάθε έγγραφο που του ζητούσε ο συνέταιρος, χωρίς καν να διαβάζει από ένα σημείο και πέρα το περιεχόμενό τους αρκούμενος στην περιγραφή και διαβεβαίωση που του έλεγε προφορικά εκείνος. Του είχε δώσει εξουσιοδότηση για όλες τις συναλλαγές με τις αρχές και τις τράπεζες για να μη χρειάζεται να τρέχει κι αυτός έξω. Βλέπεις υπήρχε πλήρης εμπιστοσύνη. Έτσι με την εξουσιοδότηση που του είχε αποσπάσει κάποια στιγμή, πήρε το ίδιο χρονικό διάστημα αρκετά δάνεια από διάφορες τράπεζες με τις οποίες είχαν οικονομικές δοσοληψίες στο όνομα του πατέρα του και τα χρήματα τα τοποθέτησε τελικά σε άλλη επιχείρηση αποκλειστικά στο όνομα του.

     Κάποια στιγμή η βόμβα έσκασε όταν στο σπίτι του έφτασαν οι επιστολές των τραπεζικών απαιτήσεων. Ο συνέταιρος χάθηκε για ένα διάστημα από την πιάτσα και οι προμηθευτές απευθύνθηκαν στον πατέρα του ζητώντας επιτακτικά την πληρωμή των χρεών. Ο πατέρας του δεν άντεξε την ντροπή. Έσκασε κυριολεκτικά. Η ανακοπή  τον βρήκε μέσα στο μαγαζί και η μεταφορά του στο νοσοκομείο ήταν εκ του περισσού. Οι γιατροί εκεί απλώς επιβεβαίωσαν το θάνατό του.

    Από τη στιγμή εκείνη και μετά η μάνα του αιχμαλωτίστηκε από ένα πέπλο μελαγχολίας και συμπεριφερόταν λες και παραιτήθηκε απ’ τη ζωή. Αυτό δε σημαίνει ότι ήταν οικειοθελής η επιλογή. Ήξερε ότι έχει, ως μάνα, υποχρεώσεις απέναντι στον πεντάχρονο γιο της, αλλά παρά την προσπάθεια που έκανε να είναι εντάξει στις υποχρεώσεις της η κατηφόρα την παρέσυρε σαν ένα τεράστιο κύμα στον αφανισμό.  Η κακιά αρρώστια ήρθε κι εγκαταστάθηκε μέσα της και άρχισε να της κατατρώγει ραγδαία τα σωθικά. Κατάλαβε ότι το τέλος της δε θα αργήσει και προνόησε με ό,τι μπορούσε την τύχη του μονάκριβου γιου της. Δεν είχε που αλλού ν’ απευθυνθεί για βοήθεια. Κοντινοί συγγενείς στην Ελλάδα δεν υπήρχαν. Μόνο δυο τρεις φίλοι του άντρα της και κάποιοι γείτονες. Υπήρξε συμπαράσταση μα, η αλήθεια να λέγεται. Όταν ο καθένας είχε τη δική του οικογένεια και τα δικά του προβλήματα αυτή η συμπαράσταση έχει ποσοτικά όρια και χρονικό ορίζοντα πεπερασμένο. Κάθισε κι έγραψε ένα γράμμα στην αδελφή της, περιγράφοντας την κατάσταση στο οποίο κατέληγε με μια δραματική έκκληση.

    «……Χαρούλα θα είναι μόνος μετά την αναχώρησή μου. Σε εξορκίζω στη μνήμη των γονιών μας να τον φροντίσεις εσύ. Δεν έχω που αλλού να απευθυνθώ…»

     Η ζωή του Πέτρου άλλαξε ραγδαία. Εκεί που ζούσε ήρεμα μέσα την οικογενειακή θαλπωρή κι αφοσίωση των γονιών του, μέσα σε σύντομο χρονικό διάστημα έμεινε στους πέντε δρόμους. Κοντινοί συγγενείς στην Ελλάδα δεν υπήρχαν. Μια γειτόνισσα τον φρόντισε για λίγες μέρες. 







2.  

 

     Στην Αυστραλία ήταν η αδελφή της μάνας του που είχε φτιάξει δική της οικογένεια. Το ταξίδι στην Αυστραλία το έκανε με δική της πρωτοβουλία σε αναζήτηση καλύτερης τύχης. Στην Ελλάδα οι ευκαιρίες ήταν πολύ λίγες κι η ανεργία εκείνη την εποχή πολύ διαδεδομένη. Αρκετός νέος κόσμος  ξενιτευόταν, κυρίως στη Γερμανία, Αμερική κι Αυστραλία. Εκεί άρχισε να εργάζεται σ’ ένα εργοστάσιο. Εκεί γνώρισε τον άντρα της και ένωσε την τύχη της μαζί του. Δεν παντρεύτηκε με συνοικέσιο, αλλά δεν υπήρξε και κανείς θυελλώδης έρωτας. Η κοινή καταγωγή απ’ την Ελλάδα και το ένστικτο αυτοσυντήρησης τους έφερε κοντά κι ο χρόνος έχτισε λίγο-λίγο μέσα τους μια σταθερή σχέση στοργής και κατανόησης, που ενισχύθηκε με τη κοινή αφοσίωση στην ανατροφή των παιδιών τους. Καμιά τσιγκουνιά στον τομέα αυτό. Δεν ήταν πλούσιοι, αλλά είχαν εισοδήματα κυρίως απ’ τη δουλειά που έστησε στη συνέχεια ο άντρας της. Από ένα σημείο και μετά αυτή η δουλειά τους εξασφάλιζε μια ικανοποιητική διαβίωση. Η Χαρούλα δούλεψε κάποια χρόνια μαζί του, αλλά με τον ερχομό του δεύτερου παιδιού ο άντρας της της επέβαλε να κάτσει στο σπίτι    - Εσύ καλή μου αφοσιώσου στα παιδιά! Πρόσεχε τα, να μεγαλώσουν όμορφα. Πιστεύω ότι με τη δουλειά μου θα καλύψουμε όλες τις οικονομικές ανάγκες που απαιτούνται. Αν δούμε ότι το σχέδιο δεν πάει καλά, το ξαναβλέπουμε. Αν ξέρω ότι τα παιδιά είναι ασφαλή υπό την προστασία σου θα μπορέσω απερίσπαστος να αφοσιωθώ στη δουλειά και να την επεκτείνω.

    Της Χαρούλας δεν της άρεσε να κλειστεί στο σπίτι, αλλά η αγάπη στα παιδιά της έσβησε και τις τελευταίες αναστολές της. Έτσι έγινε. Τη θεία του Χαρούλα ο Πέτρος δεν την είχε μέχρι τώρα δει στη ζωή του. Η κυρά Χαρούλα είχε φύγει από την Ελλάδα αρκετά πριν ακόμα να έρθει αυτός στον κόσμο. Την ύπαρξη της όμως την ήξερε από τις διηγήσεις της μάνας του και την αραιή αλληλογραφία, που υπήρχε μεταξύ των δυο αδερφάδων. Όταν η μάνα του κατάλαβε ότι θα φύγει απ’ τη ζωή, χωρίς να ενημερώσει τον Πέτρο της έγραψε ένα γράμμα, όπου περιέγραφε τις τελευταίες εξελίξεις και κατέληγε ότι της αφήνει κληρονομιά την ευθύνη του παιδιού της. Δεν πρόφτασε την κηδεία της αδελφής της, αλλά μόλις έμαθε τις τραγικές εξελίξεις μπήκε στο πλοίο κι ήρθε να δει τι θα κάνει με τον ανιψιό της. Η πρώτη πράξη που έκανε όταν συνάντησε τον Πέτρο ήταν να επισκεφτούν τους τάφους των γονέων του. Με τον παπά που συνάντησαν εκεί διάβασαν μια ευχή πάνω στον τάφο τους. Τον πήρε μαζί της στην Αυστραλία

    Στη νέα φάση της ζωής του μαζί με την οικογένεια της θείας του, στην πόλη της Μελβούρνης, αντιμετώπισε σοβαρά προβλήματα προσαρμογής. Κατ’ αρχήν δεν είχαν κατασταλάξει μέσα του οι απώλειες του πατέρα και της μάνας του. Αυτές  ήταν ανοιχτή πληγή. Μετά στο διάστημα που ξέσπασε το σκάνδαλο με τα χρέη και τις απάτες του συνέταιρου, σφράγισε εντός του ο ένοχος της οικογενειακής καταστροφής. Η μάνα του τις μέρες που πάλευε με την αρρώστια, κλαίγοντας αδιάκοπα, του περιέγραφε με λεπτομέρειες την ύπουλη του συμπεριφορά επαναλαμβάνοντας το συμπέρασμα:

-                     Αυτός Πέτρο! Ο Αρτέμης Λεγάκης είναι ο άνθρωπος που δολοφόνησε τον πατέρα. Αυτό μην το ξεχάσεις ποτέ παιδί μου.

Αυτός!

   Σφραγίστηκε με τα λόγια της





3.  



   Η θεία του εξαρχής πριν φύγουν απ’ την Ελλάδα του ξεκαθάρισε την κατάσταση:

-                     Είσαι το μοναχοπαίδι της αδελφής μου και μου ανάθεσε να σε αναλάβω εγώ μετά το θάνατό της. Όπως ξέρεις κανείς άλλος συγγενής δεν υπάρχει και θα μ’ ακολουθήσεις εκεί που ζω. Έχω δυο παιδιά, λίγο μεγαλύτερα από σένα κι εσύ γίνεσαι το τρίτο. Με τον άντρα μου έχω συνεννοηθεί και συμφώνησε κι αυτός. Θα πάμε στην πρεσβεία της Αυστραλίας να βγάλεις βίζα κι όταν τακτοποιηθούν οι λεπτομέρειες θα φύγουμε για τη Μελβούρνη. Αυτή θα είναι από δω και πέρα η νέα σου πατρίδα. Μάζεψε ό,τι θέλεις να πάρεις μαζί σου, γιατί το σπίτι θα μας το πάρουν τελικά οι τράπεζες. Εννοώ φωτογραφίες και προσωπικά σου αντικείμενα. Να χωράνε σε μια βαλίτσα. Τίποτα περισσότερο.

    Κι έτσι έγινε! Χρειάστηκαν αρκετές μέρες με τις γραφειοκρατικές διαδικασίες. Δυσκόλεψε τα πράγματα το γεγονός ότι ήταν ανήλικος και οι γονείς του δεν ήταν πλέον εν ζωή. Από τις ελληνικές αρχές οι δυσκολίες πλησίασαν στο αδιέξοδο. Ευτυχώς υπήρξε κατανόηση από την αυστραλιανή πλευρά όταν η θεία Χαρούλα διαβεβαίωσε την αρμόδιο υπάλληλο της πρεσβείας ότι μόλις φτάσει στη Μελβούρνη θα βάλει εμπρός τις διαδικασίες υιοθεσίας του ανιψιού της, αφού δεν υπάρχει κανένας άλλος συγγενής στην Ελλάδα.

   Το πολυήμερο ταξίδι με πλοίο για την Αυστραλία ήταν για τον Πέτρο μια αλησμόνητη εμπειρία. Στις δυο πρώτες μέρες τον ταλαιπώρησαν τα φαινόμενα της ναυτίας, αλλά στη συνέχεια ανέκτησε τις δυνάμεις του κι άρχισε το ψαχτίρι στο πλοίο, παρά τους φόβους της θείας του μην τυχόν πάθει τίποτα. Τα γεγονότα των τελευταίων μηνών εκ των πραγμάτων επιτάχυναν την ωρίμανσή του. Είχε μπει στο έκτο έτος της ηλικίας του. Του έκαναν πολλά πράγματα εντύπωση. Άλλωστε ήταν η πρώτη φορά που έφευγε από την ήρεμη εικόνα του πατρικού σπιτιού και της γύρω γειτονιάς, πριν βεβαίως έρθουν τα τραγικά φαινόμενα των απωλειών. Μάζευε εικόνες, εντυπώσεις κι ακούσματα σε πολλές γλώσσες. Μέχρι και γνωριμίες έπιασε με συνταξιδιώτες. Η θεία του πήρε μια πρώτη γεύση της μελλοντικής πορείας του ανιψιού της. Ένα δραστήριο και ικανό αγόρι.





4.  



    Κάποια στιγμή το ταξίδι έφτασε στο τέλος του. Στη Μελβούρνη συνάντησε τα υπόλοιπα μέλη της νέας οικογένειάς του. Ο κυρ-Νίκος που είχε στην πόλη δική του επιχείρηση καθαρισμού κτιρίων κι απασχολούσε σ’ αυτή και λίγους εργάτες. Η Νίκη κόρη της οικογένειας ένα ψηλόλιγνο κορίτσι 10 χρόνων, που φοιτούσε σε ένα αγγλικό σχολείο, αλλά δυο απογεύματα έκανε μαθήματα ελληνικής γλώσσας. Τον Κώστα 7 χρόνων, που κι αυτός ακολουθούσε στο ίδιο σχολείο με την αδελφή του.  Έγινε θερμά αποδεκτός από τα ξαδέλφια του και μάλιστα συμφωνήθηκε να κοιμάται  στο ίδιο δωμάτιο με τον Κώστα.

    Σε σύντομο χρονικό διάστημα έγινε η πρώτη συζήτηση για το μέλλον του. Ο θείος του Νίκος τον πήρε στο γραφείο του και του είπε ξεκαθαρίζοντας λίγο τα πράγματα:

   - Αγαπητό μου παιδί να σου πω τα συλλυπητήρια μου για την απώλεια των γονιών σου. Καταλαβαίνω τον πόνο σου γιατί κι εγώ μικρός έχασα τον δικό μου πατέρα. Κατάγομαι από την Ήπειρο. Γεννήθηκα σ’ ένα πολύ μικρό χωριό της Παραμυθιάς κι όταν ο πατέρας μου, ο Κώστας Δάλλας έφυγε απ’ τη ζωή με άγριο τρόπο, πήρα των ομματιών μου κι ήρθα εδώ στο άλλο άκρο του κόσμου. Σύντομα άρχισα να στέλνω κάποια λεφτά  στη χαροκαμένη μάνα μου, μα σε λίγο κι αυτή έφυγε απ’ τη ζωή, χωρίς να κατορθώσω να την ξαναδώ. Έτσι σε νιώθω καλά. Εφόσον είσαι ανιψιός μας, θα φιλοξενηθείς στο σπίτι σαν δικό μας παιδί. Από την επόμενη σχολική χρονιά θα πας και συ στο σχολείο. Μέχρι τότε πρέπει να προσπαθήσεις να μάθεις τη γλώσσα της νέας πατρίδας σου. Σε αυτό μπορεί να σε βοηθήσουν η γυναίκα μου και τα ξαδέλφια σου. Ελπίζω να είσαι πάντα εντάξει στις υποχρεώσεις σου και να τιμήσεις το όνομα της οικογένειας που θα ζήσεις. Νιώσε πια ασφάλεια κοντά μας. Η χώρα αυτή σέβεται τους ανθρώπους της.       Από την πρώτη μέρα ο Πέτρος, νιώθοντας την ευθύνη, άρχισε την προσπάθεια να τιμήσει την εμπιστοσύνη της νέας του οικογένειας. Μέσα σε λίγες μέρες ο Πέτρος εμφάνισε μια ευχάριστη ιδιότητα. Έδειξε μια ιδιαίτερη αφομοιωτική ικανότητα. Φάνηκε ότι σύντομα θα ξεπεράσει τη δυσκολία της γλώσσας. Στην Ελλάδα δεν είχε προλάβει να πάει σχολείο μα η περιέργεια του Πέτρου και η βοήθεια της μάνας του τον έκανε νωρίς ικανό από νωρίς να μπορεί να διαβάζει βιβλία παιδικά που είχε έγκαιρα προμηθευθεί για το γιο της.

    Ο Πέτρος ζήτησε αν γίνεται να παρακολουθεί από τώρα με την Νίκη τα μαθήματα της Ελληνικής γλώσσας. Αυτό ήταν εύκολο γιατί τα μαθήματα ήταν δωρεάν και οργανωμένα από την ορθόδοξη ελληνική Εκκλησία. Στο επόμενο μάθημα ακολούθησε τη Νίκη. Οι μαθητές ήταν πολλοί σε διάφορες ηλικίες και σε ποικίλα επίπεδα γνώσεων. Ο Πέτρος αν και μικρός βρήκε το μάθημα πολύ χρήσιμο για αυτόν. Ιδιαίτερα όταν είδε πως υπάρχει δανειστική βιβλιοθήκη με χρήσιμα διδακτικά βιβλία στην ελληνική γλώσσα. Δανείστηκε τρία κι όταν έφτασε σπίτι έπεσε με τα μούτρα στη μελέτη τους. 



5.



    Στο σπίτι οι περισσότερες συνομιλίες γίνονταν στην Αγγλική γλώσσα. Η τηλεόραση ανοιχτή αρκετές ώρες την ημέρα, ήταν ένα ζωντανό και διαρκές σχολείο για τον Πέτρο. Σε σύντομο διάστημα η πρόοδος του στη γλώσσα εντυπωσίασε όλα τα μέλη της οικογένειας. Ιδιαίτερα ευχαριστημένος ήταν κι ο κυρ- Νίκος γιατί από μίμηση ο γιος του Κώστας μέτριος μέχρι τώρα στα μαθήματα, πήρε μπρος και είχε δείξει κι αυτός όρεξη για βελτίωση. Μέσα στο δικό τους δωμάτιο έκαναν συζητήσεις για πολλά θέματα, για τα σχέδια και τα όνειρα που έχουν στο μέλλον και τα προβλήματα που συναντούν στη πορεία. Εξομολογήσεις και δέσιμο μεταξύ τους. Άλλωστε σε λίγους μήνες θα βρεθούν στο ίδιο σχολείο κι ο Κώστας θα αναλάβει την προσαρμογή του Πέτρου στο νέο περιβάλλον

   Η θεία του τον αντιμετώπιζε ως παιδί της και ξέροντας τις πρόσφατες περιπέτειες που πέρασε τον πρόσεχε ιδιαίτερα κάνοντας χωρίς και να το επιδιώκει και κάποια διάκριση υπέρ του. Έτσι η ζωή του κυλούσε σχετικά ήρεμα μα και δημιουργικά. Το μόνο στοιχείο που παρατηρήθηκε αυτό το διάστημα ήταν ο ανήσυχος νυχτερινός ύπνος του. Ο Κώστας του είπε ότι συχνά στη διάρκεια του ύπνου στριφογυρίζει ανήσυχος και τον άκουσε μια φορά να παραμιλά στα ελληνικά, αλλά δεν κατάλαβε τι έλεγε. Ίσως γιατί τα έλεγε μασημένα και μετά οι γνώσεις του στη μητρική γλώσσα των γονέων του ήταν περιορισμένες. Προφανώς ενημέρωσε και τη μητέρα του. Η πληροφορία αυτή την ανησύχησε μα μέσα της το ερμήνευσε ως συνέπεια των ακόμα πρόσφατων τραγικών απωλειών των γονέων του.





6.





    Τα χρόνια πέρασαν χωρίς καμιά αξιοσημείωτη περιπέτεια κι ο Πέτρος σήμερα έπαιρνε, στην αποχαιρετιστήρια τελετή του τοπικού Πανεπιστημίου, το πτυχίο της νομικής επιστήμης. Στην τελετή ήταν παρούσα όλη η οικογένεια. Ο κυρ-Νίκος είχε πια μεγαλώσει, αλλά συνέχιζε παρά την κλονισμένη υγεία του να διευθύνει την επιχείρησή του. Σ’ αυτή είχε μπει κι ο Κώστας που δε θέλησε να πάει στο Πανεπιστήμιο. Το σχέδιο για το μέλλον ήταν ν’ αντικαταστήσει τον πατέρα του όταν αυτός αποσυρθεί. Αυτή η επιχείρηση τους έζησε όλα τα χρόνια κι ο πατέρας Νίκος είχε όλα τα χρόνια φερθεί με πραγματική αγάπη στον Πέτρο, σαν να ήταν δικό του παιδί. Ίσα- ίσα τον καμάρωνε που σε όλες τις απασχολήσεις του αυτά τα χρόνια ήταν λαμπερό αστέρι κι από παντού άκουγε ενθουσιαστικά σχόλια γι αυτόν. Αλλά κι ο Πέτρος δεν ήταν αχάριστος. Σε όλες τις διακοπές του σχολείου πήγαινε στο μαγαζί και ήταν διαθέσιμος για κάθε θέλημα. Ο δικός του γιος «δεν έκανε για τα γράμματα». Όταν τέλειωσε την υποχρεωτική εκπαίδευση τον πήρε κοντά του να ψηθεί στην ατμόσφαιρα και ν’ αποκτήσει εμπειρία. Δεν το πήρε προσωπικά επί πόνου. Φιλοσοφημένος άνθρωπος απάντησε στην επιμονή της γυναίκας του να συνεχίσει τις σπουδές με ψύχραιμη στάση:      - Στάσου κυρά Χαρούλα. Με το ζόρι πράγματα δε γίνονται. Όλοι πρέπει υποχρεωτικά να σπουδάσουν; Υπάρχουν κι άλλες δουλειές για τους ανθρώπους. Εμείς σπουδάσαμε; Όχι! Κι όμως προκόψαμε, κάναμε οικογένεια και μεγαλώσαμε μια χαρά!

Η γυναίκα του είχε την απάντηση έτοιμη:

-

-  Μη συγκρίνεις τα ασύγκριτα άντρα μου. Εμείς όταν φτάσαμε στην Αυστραλία είχαμε μόνο το βρακί μας. Τα παιδιά μας ξεκινούν από άλλο επίπεδο. Να! Ο Πέτρος πώς συνεχίζει ακάθεκτος;

   Της έκανε ένα κομπλιμέντο για να λυγίσει την επιμονή της:

-  Ο Πέτρος είναι απ’ το σόι σου κι σεις ήσασταν πιο έξυπνοι!

   Δεν το άφησε αναπάντητο:

-  Ναι, αλλά η κόρη σου Νίκη είναι κι απ’ το δικό σου σόι. Στις σπουδές της κι αυτή έλαμψε!

   Η τελευταία παρατήρηση ηρέμησε τα πράγματα κι έδωσε τέλος στη συζήτηση.

    Η Νίκη, πράγματι, είχε πάει πολύ μπροστά. Τελείωσε μια Πανεπιστημιακή οικονομική σχολή με άριστα και τώρα βρισκόταν στο ίδιο πανεπιστήμιο κοντά στο τέλος του ντοκτορά της. Είχε ένα σοβαρό δεσμό με έναν νέο αρχιτέκτονα και σχεδίαζαν σύντομα να παντρευτούν. Η Νίκη ήταν η αδυναμία του πατέρα της. Βλέπεις ήταν μοναχοκόρη, σαΐνι στα μαθήματα, όμορφη και απ’ αυτή περίμενε μετά το γάμο της το πρώτο εγγόνι, που τόσο πολύ επιθυμούσε.





7.



    Η θεία του η Χαρούλα έκανε όλα τα χρόνια το καθήκον της απέναντι στο γιο της αδελφής της. Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ίσως έκανε και διάκριση υπέρ του, χωρίς βεβαίως να το κάνει ενσυνείδητα. Ίσως η ευθύνη της απέναντι στην εντολή της αδελφής της,  ο σεβασμός στους γονείς τους, αλλά περισσότερο στη ίδια συμπεριφορά, το ήθος και την πρόοδο του ανιψιού της. Ο Πέτρος σε κέρδιζε σύντομα με την προσωπικότητά του. 

    Το ερώτημα που έμπαινε στο μυαλό της ήταν και τώρα ποια θα είναι η συνέχεια; Ποιο θα είναι το επόμενο βήμα στη ζωή του υιοθετημένου ανιψιού της; Έπρεπε σύντομα να κάνει μια συζήτηση μαζί του. Τον αγαπούσε και νοιαζόταν γι’ αυτόν. Τελευταία διαισθανόταν μια αχνή αλλαγή στη συμπεριφορά του. Όχι πως είχε κάτι με την οικογένειά της. Αντίθετα ο σεβασμός και η ευγνωμοσύνη στον άνδρα της συνεχιζόταν αδιαλείπτως. Το ίδιο και για την ίδια. Ακόμα η πραγματική αδελφική αγάπη προς την Νίκη και τον Κώστα. Όχι στον τομέα αυτό δεν υπήρχε αλλαγή. Ως μάνα του οσμιζόταν μια νέα τάση αναχωρητισμού λες κι ετοιμαζόταν για κάτι άλλο. Μια συζήτηση μαζί του ήταν απαραίτητη. Θα την επιδιώξει όσο πιο σύντομα  γίνεται. Από τη ζωή της δεν είχε παράπονο. Η απόφασή της να ξενιτευτεί ήταν τελικώς σωστή επιλογή. Με τον άντρα της δεν έζησε τον μεγάλο έρωτα, όμως δίπλα του βρήκε ασφάλεια, στοργή και πίστη, έκανε παιδιά που μεγάλωσαν μ’ αγάπη, φέρθηκε υπέροχα στον ανιψιό της, χωρίς αντίρρηση τον υιοθέτησε και τον αντιμετώπισε σαν παιδί του. 

   Α ! Μην είναι αχάριστη. Η ζωή της κύλισε όμορφα. Κι αυτή του ανταπέδωσε την αφοσίωση με το να τον σέβεται και να έχει μόνιμη έγνοια την καλυτέρευση των συνθηκών της ζωής του.



 8.



 Μόλις η θεία Χαρούλα συνάντησε τον Πέτρο του το είπε:    - Πέτρο θέλω να κάνουμε μια συζήτηση οι δυο μας. Όρισε μου πότε θα έχεις ελεύθερο χρόνο γι αυτό.

-          Θεία για σένα έχω πάντοτε χρόνο. Εσύ είσαι η μητέρα μου και ξέρεις πόσο σ’ αγαπώ και σε σέβομαι. Έλα πες μου ό,τι θέλεις να μάθεις.

   Η Χαρούλα συγκινήθηκε με τα λόγια του. Έπρεπε να τον ρωτήσει γι αυτό που την κατέτρωγε:

-          Αγόρι μου ξέρεις πόσο κι εγώ σ’ αγαπώ. Κι αν θέλεις πάντα με έκανες περήφανη με το ήθος και την πρόοδο σου. Όλοι στην οικογένεια σε αγαπάμε και το γνωρίζεις. Άκου τι έχω να σου πω. Το τελευταίο διάστημα σε βλέπω προβληματισμένο. Σαν να είσαι φευγάτος. Σαν το μυαλό σου να ταξιδεύει αλλού. Πες μου αν έχω άδικο. Ποια είναι τα σχέδιά σου μετά την αποφοίτηση. Θα ασκήσεις το επάγγελμα ή θα συνεχίσεις κι άλλο τις σπουδές σου;

    Ο Πέτρος βρέθηκε προ απροόπτου. Ήξερε πολύ καλά τι ήθελε να κάνει. Ήταν σχεδιασμοί ξεκάθαροι από πολλά χρόνια μέσα του, αλλά τους κρατούσε μόνο για τον εαυτό  του σαν πολύτιμο μυστικό. Αυτός μόνο γνωρίζει τις δύσκολες νύχτες που έχει περάσει, τους εφιάλτες που συνεχώς τον κυνηγούσαν, την εικόνα της μάνας του να λιώνει στο κρεββάτι, τα τελευταία σπαρακτικά της λόγια. Του είχε πει:

-          Αυτός Πέτρο! Ο Αρτέμης Λεγάκης είναι ο άνθρωπος που δολοφόνησε τον πατέρα. Αυτό μην το ξεχάσεις ποτέ παιδί μου. Αυτός!

    Ήταν η τελευταία επιθυμία της και δεν μπορεί να την αγνοήσει. Είναι ένα ιερό χρέος, ένα απλήρωτο γραμμάτιο στους  άτυχους ανθρώπους που τον έφεραν στη ζωή. Η ερώτηση της θεία του τον αιφνιδίασε προς στιγμή, αλλά μετά από ένα κενό διάστημα αμηχανίας και σιωπής, ο Πέτρος αποφάσισε να πει πρόωρα αυτά που σχεδίαζε να τα πει αργότερα προετοιμάζοντας καλύτερα το έδαφος:

-          Μητέρα και θεία Χαρούλα. Δεν υπάρχουν λόγια για να ευχαριστήσω όλη την οικογένειά σου. Βρέθηκα ξαφνικά έρημος και μόνος και η δική σου άφιξη στην Ελλάδα ήταν για μένα η σωτηρία της ζωής μου. Η υποδοχή απ’ την οικογένειά σου και το στοργικό της αγκάλιασμα, μ’ έκαναν ν’ αντέξω τον πόνο, που δημιούργησε εντός μου η ξαφνική και με τέτοιο τραγικό τρόπο απώλεια των γονέων μου. Ένιωσα κοντά σας ένα ζεστό πέπλο προστασίας που με βοήθησε να πάρω πάνω μου. Ιδιαίτερα οφείλω τα μέγιστα στον άνδρα σου Νίκο, που από την πρώτη στιγμή μου φέρθηκε με στοργή, μου έδωσε τ’ όνομά του και με σπούδασε με χρήματα που βγήκαν με τίμιο ιδρώτα, ενώ είχε τόσες ήδη υποχρεώσεις και με τα δικά του παιδιά. Αυτή η μεγαλοσύνη του δεν ξεχρεώνεται με τίποτα και είναι ένα χρέος που θα με βαραίνει στην υπόλοιπη ζωή μου. Σέρνω μέσα μου, θεία και μητέρα, μια βαθιά πληγή για το φυσικό μου πατέρα. Ο άθλιος συνέταιρος τον δολοφόνησε στην ουσία αμαυρώνοντας επιπλέον τ’ όνομα του. Η τραγική κατάληξη της αδελφής σου είναι στενά συνδεμένη με αυτό το γεγονός. Δεν ξέχασα τα γεγονότα ούτε στιγμή. Μέσα μου με ταλάνιζε μέρα και νύχτα αυτή η σκέψη. Ίσως να το υποπτευόσουν. Μα προσπάθησα να το ζω μόνος χωρίς να ενοχλώ. Θέλω με κάθε κόστος ν’ αποκαταστήσω το όνομα της πρώτης μου οικογένειας. Προφανώς τρέφω αρνητικά αισθήματα για τον κύριο Αρτέμη Λεγάκη, αλλά δε φτάνουν αυτά να επιχειρήσω κάτι εναντίον της ζωής αυτού και των οικείων του. Μη φοβάσαι! Ξέρεις ότι κάτι τέτοιο δεν προσιδιάζει με τον χαρακτήρα μου. Εκείνο που επιζητώ είναι η αποκατάσταση της τιμής του πατέρα μου. Είναι η εντολή που μου άφησε η μάνα μου λίγο πριν την τελευταία της πνοή.  Το πώς θα γίνει αυτό θα το βρω στην πορεία. Έτσι αποφάσισα να γυρίσω για κάποιο διάστημα στην Ελλάδα. Ας μη θεωρηθεί αυτό αχαριστία. Ξέρω τι σας οφείλω πολλά και μόλις μπορέσω θα κάνω ό,τι περνάει απ’ το χέρι μου να το ανταποδώσω. Θα χρησιμοποιώ το νέο όνομα που μου δώσατε και να είστε ήσυχοι ότι θα το τιμήσω.

    Η Χαρούλα έμεινε άναυδη ακούγοντάς τον. Ενδιάμεσα προσπάθησε να τον σταματήσει μα ο Πέτρος ήταν τόσο αποφασιστικός που δεν της έδωσε καμιά ευκαιρία. Όταν μπόρεσε κάποια στιγμή να μιλήσει αναστατωμένη  του είπε:     - Μα τι λες καλό μου παιδί! Δεν είναι καιρός για τέτοιες σκέψεις. Μόλις τελείωσες τον κύκλο των σπουδών σου. Εμείς περιμέναμε ν’ αρχίσεις ν’ ασκείς το λειτούργημα για το οποίο σπούδασες. Το σχέδιο σου είναι μια άσκοπη, για να μην πω επικίνδυνη, περιπέτεια. Όλα αυτά ανήκουν σε ένα παρελθόν που έπρεπε να έχει ξεχαστεί. Δε διαφωνώ ότι οι γονείς σου αδικήθηκαν, αλλά στην Ελλάδα αυτά θα έχουν ξεχαστεί κι ίσως ο πρωταγωνιστής να μη βρίσκεται πια στη ζωή. Ψύλλους στ’ άχυρα ζητάς. Και πες ότι τον βρήκες. Τι θα κάνεις; Θα τον σκοτώσεις και θα χαραμίσεις τη ζωή σου για έναν απατεώνα. Τα αδικήματα αυτά και αν αποδειχθούν έχουν πλέον παραγραφεί. Μη μπλέξεις σε περιπέτειες χωρίς την προοπτική μιας επιθυμητής για σένα λύσης. Δε σκέφτεσαι μετά την πίκρα και απογοήτευση που θα προκαλέσεις στα άλλα μέλη της οικογένειας και ειδικότερα στον νέο πατέρα σου Νίκο, που απ’ την πρώτη στιγμή άνοιξε την αγκαλιά του και σε δέχτηκε στην οικογένειά του; Τι θα σκεφτούν η Νίκη και ο Κώστας. Τα υπολόγισες όλα αυτά;

   Ο Πέτρος άκουσε όλα όσα του είπε η θεία του και μέσα του δεχόταν τα δίκια της. Μα μια άλλη δύναμη, η κραυγή του καθήκοντος, του επέβαλε να επιμένει στο σχέδιό του. Το επιχείρημα για τον κυρ-Νίκο ήταν αυτό που τον έκανε να νιώθει τις βαρύτερες ενοχές. Μα δε γινόταν να πάει πίσω. Της είπε:

-          Έχεις μάνα και θεία τα χίλια δίκια. Μα δε μπορώ να κάνω διαφορετικά. Δε θα μπορέσω να ζήσω ήσυχος μ’ ανοιχτή αυτήν τη πληγή. Για τον πατέρα Νίκο έχεις επίσης απόλυτο δίκαιο και νιώθω ένοχος. Όμως υπόσχομαι να του δώσω χαρές στο μέλλον. Α! Μην το ξεχάσω. Επιπλέον δεν θα χρειαστεί καμιά οικονομική  επιβάρυνση. Έχοντας από νωρίς αυτό το σχέδιο στο μυαλό μου, έκανα εσωτερική αποταμίευση με το χαρτζιλίκι που μου δίνατε όλα αυτά τα χρόνια. Δεν έπαιρνα στο σχολείο τίποτε και κρατούσα όλα τα λεφτά. Έχει μαζευτεί ένα αξιόλογο ποσόν που το έχω κρυμμένο μέσα στο σπίτι. Μακάρι να μπορούσα να μην το κάνω.



9.



   Όταν η Χαρούλα ενημέρωσε για τα σχέδια του Πέτρου τα άλλα μέλη της οικογένειας έμειναν εμβρόντητα από την έκπληξη. Ιδιαίτερα ο πατέρας που εξέφρασε πολλές ανησυχίες:

-          Πες του ότι θέλω να το συζητήσω μαζί του.

   Τις ανησυχίες τους εκφράσανε και τα δυο άλλα παιδιά της.

   Η συζήτηση με τον πατέρα Νίκο έγινε σύντομα στο γραφείο του, αλλά ο Πέτρος ήταν αμετάπειστος και αποφασισμένος. Τον καθησύχασε ότι δεν έχει σκοπό να κάνει καμιά τρέλα:

-          Πατέρα Νίκο στην Ελλάδα θα πάω με τ’ όνομά σου. Είμαι ο Πέτρος Δάλλας δικηγόρος από την Αυστραλία. Θα κοιτάξω να αναγνωρίσω το πτυχίο μου εκεί καταθέτοντας στις αρμόδιες υπηρεσίες του απαιτούμενα δικαιολογητικά. Σε αυτή τη φάση πάω για αναγνώριση εδάφους. Τι έγινε το σπίτι μας; Τι έγινε το μαγαζί. Που είναι ο συνέταιρος. Το μόνο που θέλω είναι να αποδείξω, αν γίνεται βεβαίως, είναι ότι ο Αναστάσιος Τσακίρης είναι θύμα υπεξαίρεσης. Ότι ο Αρτέμιος Λεγάκης υπερέβη τα όρια της εξουσιοδότησης και ιδιοποιήθηκε,  χωρίς να ενημερώσει  ως όφειλε, τα χρήματα των δανείων. Αυτά ποτέ δεν έφτασαν στα χέρια του Αναστάσιου Τσακίρη, ο οποίος δεν είχε καμιά γνώση των δόλιων ενεργειών του συνεταίρου του. Πιστεύω ότι σε εύλογο διάστημα θα επιστρέψω στην Αυστραλία κοντά σας. Σέβομαι το πρόσωπό σας και σας ευγνωμονώ για την αμέριστη βοήθεια μου μου προσφέρατε όλα αυτά τα χρόνια. Θα είμαι αιώνια ευγνώμων για την ανθρώπινη συμπεριφορά σας!

    Ο κυρ Νίκος τον κοίταξε στα μάτια και με μια παραδοχή στο ύφος και τη φωνή του, τού είπε:

-          Σέβομαι την ανάγκη που νιώθεις για την αποκατάσταση της τιμής του πατέρα σου, αλλά θα μου επιτρέψεις ν’ ανησυχώ. Αν θέλεις τη γνώμη μου η προσπάθεια που αποτολμάς έχει σχεδόν μηδαμινές πιθανότητες επιτυχίας, μα δε μπορώ κιόλας να σου το απαγορεύσω. Θα μπλέξεις με τη γραφειοκρατία της κρατικής μηχανής της Ελλάδας και θα βρεθείς σε αδιέξοδο. Ελπίζω μόνο να απελευθερωθείς από αυτό που εσύ θεωρείς καθήκον. Το έκανες με το παραπάνω μεγαλώνοντας τίμια και σπουδάζοντας με τόση επιτυχία. Περιμένουμε την επιστροφή σου. Θα σου έχω ετοιμάσει φίλους εδώ όταν αρχίσεις να ασκείς το επάγγελμα του δικηγόρου. Στο φάκελο αυτό έχω ένα χρηματικό ποσόν. Παρ’ το ως δάνειο και θα μου το επιστρέψεις όταν αρχίσεις να βγάζεις δικά σου λεφτά. Μην το αρνείσαι. Δε θα μου λείψει, είναι απ’ αυτά που έχω στην άκρη για τα στερνά μου.

    Ο Πέτρος με το δάκρυ έτοιμο στα μάτια του απάντησε:     - Όχι πατέρα Νίκο δεν τα χρειάζομαι. Ευχαριστώ πολύ, αλλά έχω τα λεφτά που θα χρειαστούν. Βεβαίως κι αυτά που έχω δικά σου είναι, εκτός από ένα τμήμα που το κέρδισα στο Πανεπιστήμιο προσφέροντας κατά διαστήματα βοηθητικές υπηρεσίες στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου. Μου φτάνουν και μου περισσεύουν. Σκοπός μου είναι να επιστρέψω όσο το δυνατόν πιο σύντομα. Εσείς είστε η οικογένειά μου και σας αγαπώ κι αυτό δε θα το ξεχάσω!

   Ο Νίκος είδε το αμετάπειστο στο ύφος του και το αποδέχτηκε.  Του είπε:

-          Τότε να πας στο καλό με την ευχή μου να πετύχεις στο ό,τι είναι πια δυνατόν. Πως θα ταξιδέψεις;

-          Τώρα πια με αεροπλάνο. Πέρασαν τόσα χρόνια από το ταξίδι με πλοίο που ήρθα εδώ.





10.



   Ο Πέτρος μαζί του πήρε μόνο μια βαλίτσα, όπου μέσα περιείχε όλα τα έγγραφα που πιθανώς θα του χρειαζόταν. Όλα τ’ άλλα πράγματά του τα άφησε πίσω, καθησυχαστική ένδειξη ότι σχεδιάζει την επιστροφή του. Στο αεροδρόμιο τον συνόδευσε όλη η οικογένεια και η θεία και μάνα ήταν η μόνη που έκλαιγε για τη φυγή του. Τους φίλησε και πέρασε στην επιβίβαση. Όταν το αεροπλάνο απογειωνόταν στη σκέψη του κυρίαρχη ήταν στο ενδεχόμενο να μην γίνει δυνατή ποτέ η επιστροφή του. Ένα δύσκολο ταξίδι με τον Πέτρο πρωτάρη στα αεροπορικά ταξίδια ήταν μια εμπειρία εκφοβιστική. Με ενδιάμεση ανταπόκριση στη Ρώμη προσγειώθηκε επιτέλους στο ελληνικό αεροδρόμιο των Σπάτων Ελευθέριος Βενιζέλος.        Με την προσγείωση έστειλε μήνυμα στην οικογένεια για την άφιξή του στην Αθήνα.  Με το λεωφορείο της γραμμής και μετά από αρκετή υπομονή έφτασε στην πλατεία Συντάγματος. Η πατρική γειτονιά του ήταν τα Σεπόλια και το μαγαζί στην οδό Λένορμαν. Μπήκε σ’ ένα από τα φτηνά ξενοδοχεία γύρω από την πλατεία Καραϊσκάκη, τσίμπησε κάτι πρόχειρο σ’ ένα εστιατόριο εκεί γύρω και βράδυ πια κουρασμένος κιόλας έπεσε να κοιμηθεί με πολλές σκέψεις να κλωθογυρίζουν στο μυαλό του.

   Το πρωί που ξύπνησε, πήρε την τσάντα μέσα στην οποία είχε όλα τα έγγραφα και πήγε να φάει κάτι για πρωινό. Παιδευόταν στο δίλημμα ποια να είναι η πρώτη πράξη που κάνει, από πού άραγε πρέπει ν’ αρχίσει την αποστολή του. Να πάει να δει τι έγινε το πατρικό του σπίτι; Εκεί που θυμόταν πως είναι το μαγαζί ή να προτιμήσει κάτι άλλο; Διάλεξε τελικώς κάτι πιο πρακτικό κι άμεσο. Θα πάει στην πρεσβεία της Αυστραλίας να ζητήσει πληροφορίες για τα επόμενα βήματά του. Δεν έχασε καιρό. Στην πρεσβεία εξήγησε στην είσοδο τι θέλει. Τον παρέπεμψαν στον αρμόδιο υπάλληλο. Είπε ποιος είναι και ζήτησε να τον καθοδηγήσει και να του πει πώς θ’ αναγνωρίσει στην Ελλάδα το πτυχίο του. Ο διπλωματικός υπάλληλος πρόθυμος άρχισε να παίρνει τηλέφωνα και να συγκεντρώσει πληροφορίες για το θέμα. Τον διαβεβαίωσε ότι η πρεσβεία θα του παράσχει κάθε βοήθεια για να φέρει σε πέρας το στόχο του:

-          Η αναγνώριση γίνεται από ένα κρατικό φορέα το ΔΙΚΑΤΣΑ. Θα σου δώσω τη διεύθυνσή του να πας για περισσότερες πληροφορίες. Αλλά μην ανησυχείς! Η σχολή Νομικής της Μελβούρνης είναι υψηλού επιπέδου και φαντάζομαι δε θα υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα στο αίτημά σου. Απλώς για προσωπική ενημέρωση σου λέω ότι κι εγώ, μερικά χρόνια πριν από σένα φοίτησα στο ίδιο Πανεπιστήμιο στον τομέα των Διεθνών σχέσεων. Το μόνο που μπορεί να σε καθυστερήσει στη χώρα αυτή είναι η γραφειοκρατία που βασιλεύει εδώ. Όταν καταθέσεις τα δικαιολογητικά και πάρεις αριθμό πρωτοκόλλου να μου τηλεφωνήσεις. Θα σπρώξουμε εμείς όσο γίνεται. Ας κρατήσουμε λοιπόν μια προσωπική επαφή. Οι φίλοι με φωνάζουν Πιτ και σου γράφω εδώ τον αριθμό του κινητού μου. Για ό,τι χρειαστείς μη διστάσεις να μου τηλεφωνήσεις.

    Τον ευχαρίστησε από καρδιάς και απευθείας πήγε στη διεύθυνση του ΔΙΚΑΤΣΑ. Εκεί συνάντησε μια απρόσωπη και κουρασμένη υπάλληλο. Με τους γνωστούς ρυθμούς, του ζητούσε συνεχώς χαρτιά μα ευτυχώς τα είχε όλα μαζί του. Επιτέλους πρωτοκολλήθηκαν και του έδωσε μια απόδειξη της κατάθεσης. Όταν τη ρώτησε πόσο χρόνο θα χρειαστεί του απάντησε ότι θα τον ενημέρωσουν στη διεύθυνση που έδωσε. Κι αυτή ήταν η διεύθυνση του ξενοδοχείου που κοιμήθηκε χθες. Την ίδια μέρα ήρθε σε τηλεφωνική επικοινωνία με τον Πιτ, το διπλωματικό υπάλληλο της πρεσβείας και του έδωσε τον αριθμό πρωτοκόλλου. Με την ευκαιρία πήρε το θάρρος και του είπε:

-          Άκου φίλε Πιτ. Αν βρεθεί μια οποιαδήποτε μερική απασχόληση θα την ήθελα. Τα χρήματα που έχω είναι περιορισμένα. Με την ευκαιρία να σ’ ενημερώσω ότι προσωρινά και για προσωπικούς λόγους ήρθα στην Ελλάδα. Σκοπεύω να επιστρέψω πίσω. Όταν συναντηθούμε πάλι θα σε ενημερώσω περισσότερο πάνω σ’ αυτό. Γνωστούς δεν έχω κανέναν εδώ κι αν θέλεις – όποτε θέλεις μπορεί να κάνουμε καμιά φορά παρέα.

   Ο άλλος του απάντησε:

-          Έχω το τηλέφωνό σου. Κάποια στιγμή θα σε πάρω.

    Ηρέμησε! Βρήκε έναν άνθρωπο διατεθειμένο να τον βοηθήσει. Ήταν ικανοποιημένος από τη σημερινή μέρα του.

Μονολόγησε:

-          Αρκετά έκανα σήμερα. Αύριο θα ψάξω για το σπίτι.



11.



   Στο ξενοδοχείο ήρθε μέσω Skype σε επαφή με τον Κώστα και τον ενημέρωσε για τις μέχρι τώρα ενέργειές του. Του είπε να ενημερώσει τους άλλους. Κουρασμένος τσίμπησε κάτι πρόχειρο και ετοιμάστηκε να κοιμηθεί. Ήταν μια παραγωγική μέρα. Έκανε ήδη αρκετά.

-          Ες αύριον τα σπουδαία…  μονολόγησε ευχαριστημένος από τον εαυτό του. Ήδη βρήκε τον πρώτο φίλο εδώ. Αύριο θα αρχίσει την αναζήτηση του πατρικού του. Θυμόταν ότι το σπίτι ήταν πίσω από το ναό του Αγίου Παύλου, δίπλα σε φούρνο. Επίσης ότι η μητέρα του τον πήγαινε εκεί να πάρει ψωμί και του αγόραζε ένα φρέσκο κουλούρι Θεσσαλονίκης. Θυμάται την νοστιμιά του και το σουσάμι με το οποίο ήταν επιφανειακά γεμάτο. Απ’ ότι καταλαβαίνει η τοποθεσία βρίσκεται πολύ κοντά στο ξενοδοχείο που προσωρινά κάθεται.  

    Με μια ιδιαίτερη προσμονή, συγκίνηση, αλλά κι έναν κρυμμένο φόβο ξεκίνησε για το σημερινό στόχο. Πήρε οδηγίες προς τα πού πέφτει η εκκλησία από τον άνθρωπο του ξενοδοχείου. Σε λίγο έφτασε μπροστά της και προσπάθησε να προσανατολιστεί. Η μπροστινή εικόνα κάτι του θύμιζε μόνο που το προαύλιο ήταν περιορισμένο και καινούρια πια κτίρια την περικύκλωναν. Ναι! Εδώ σε αυτό το χώρο, πριν είκοσι σχεδόν χρόνια, σαν παιδί έπαιξε, έτρεξε αριστερά και δεξιά,  πάντα βέβαια με το άγρυπνο μάτι της κυρά-Χρυσούλας, της αγαπημένης του μάνας. Άρχισε να κάνει τον κύκλο στους γύρω δρόμους. Πολλές αλλαγές, μα το φουρνάρικο ευτυχώς ήταν στη θέση του! Αριστερά και δεξιά πολυκατοικίες. Το πατρικό δεν υπήρχε, κάτι βεβαίως αναμενόμενο. Δε μπορούσε ακόμα να θυμηθεί αν το σπίτι ήταν αριστερά ή δεξιά του φούρνου. Περπάτησε πάνω κάτω στο δρόμο, ελπίζοντας ν’ αναγνωρίσει κι άλλα σημεία, μα στα χρόνια που έλειπε έγιναν φαίνεται μεγάλες αλλαγές και δε ξεχνά ότι ήταν μικρός και δεν είχε ολική εικόνα του χώρου. Σκέφτηκε ποιο θα είναι το επόμενο βήμα του. Με αποφασιστικότητα μπήκε στο φούρνο με αρχική απόφαση ν’ αγοράσει δυο κουλούρια. Μια ηλικιωμένη γυναίκα, ο μόνος άνθρωπος μέσα στο μαγαζί τον εξυπηρέτησε αμέσως. Την ώρα που πλήρωνε το αντίτιμο, αυθόρμητα του βγήκε η ερώτηση στη γυναίκα:

-          Με συγχωρείται για το θάρρος που παίρνω. Μήπως πριν χρόνια, θυμάστε μια Χρυσούλα Τσακίρη, που καθόταν στο διπλανό σπίτι, πριν χτιστεί η πολυκατοικία;

    Η γυναίκα έκπληκτη σήκωσε αμέσως τα μάτια της και τον κοίταξε προσεκτικά:

-          Πού τη θυμήθηκες τώρα παιδί μου τη Χρυσούλα; Ήμασταν πολύ δεμένες φιλενάδες  όσο η κακομοίρα ζούσε. Αχ αυτή η οικογένεια! Ρήμαξε απ’ την κακία ενός απατεώνα!

    Πήρε θάρρος και τη ρώτησε:

-          Ποιο είναι τ’ όνομα σας αγαπητή μου κυρία;

-          Γιατί ρωτάς; Φρόσω με λένε…

    Δεν τον σταμάταγε πια τίποτα να πάει παρακάτω:

-          Κυρία Φρόσω θα με θυμάστε τότε. Είμαι ο Πέτρος, ο γιος της Χρυσούλας!

    Η άλλη έμεινε ξερή από την έκπληξη. Και σε λίγο έβαλε φωνές χαράς. Βγαίνοντας από τον πάγκο έτρεξε και τον αγκάλιασε σφιχτά, φιλώντας τον σταυρωτά. Πάλι και πάλι ενώ τα δάκρυα συγκίνησης εμφανίστηκαν στα μάτια της:

-          Αγόρι μου! Αγόρι μου, εσύ είσαι; Πού να το φανταστώ; Σε κούνησα στην αγκαλιά μου μικρό και τώρα βλέπω πως είσαι ένα όμορφο παλικάρι, δυο μέτρα μπόι. Πέτρο αγόρι μου τι όμορφη έκπληξη αυτή σήμερα; Έλα κάτσε. Το μαγαζί με μικρές αλλαγές είναι το ίδιο από εκείνη την εποχή. Πριν τρία χρόνια έχασα τον άντρα μου, τον Κώστα  κι από τότε εγώ κουλαντρίζω το μαγαζί. Έχω βέβαια δυο ανθρώπους να με βοηθούν, το μάστορα και το βοηθό του. Δυστυχώς ο Θεός δε μ’ αξίωσε να κάνω ένα δικό μου παιδί και τώρα είμαι  μόνη σα καλαμιά στον κάμπο. Έλα, πες μου τις δικές σου περιπέτειες. Σε είδα τελευταία φορά όταν σε πήρε η θεία σου από την Αυστραλία.      Κι ο Πέτρος ήταν συγκινημένος. Μνήμες αχνές ήρθαν στο μυαλό του και η εικόνα της κυρά-Φρόσως νεότερη βέβαια ήρθε στη μνήμη του. Ένας δικός του άνθρωπος από το παρελθόν, που μπορεί να έχει πληροφορίες για τις εξελίξεις των ενδιάμεσων χρόνων. Υπομονετικά άρχισε να τις λέει πρώτα τα δικά του. Η διήγηση του ήταν αναλυτική, μα γινόταν με διακοπές κάθε φορά, που έμπαινε πελάτης στο μαγαζί. Κι εκείνη του είπε για τη μεγάλη αδικία που τους έγινε. Κάποια στιγμή ήρθε η σειρά της;

-          Ήταν ένα σιχαμερό πλάσμα ο συνέταιρος του πατέρα σου, παιδί μου. Εκμεταλευθηκε την εμπιστοσύνη του καλοπροαίρετου αθώου ανθρώπου κι έκανε την απάτη…    Τη διέκοψε απότομα ρωτώντας την:

-          Είπες ήτανε. Γιατί έχει πεθάνει;

-          Ψόφησε  καλύτερα να πεις. Κλεμένα κι αμαρτωλά λεφτά δε φτουράνε Πέτρο μου. Κι αυτός είναι ο αίτιος του χαμού του πατέρα σου. Έκανε διάφορες δουλειές, έμπλεξε μ’ άλλη γυναίκα του δικού του φυράματος, παράτησε την οικογένειά του και στο τέλος έμεινε απένταρος. Τον παράτησε τότε  η σουρλουλού όταν κατάλαβε ότι δεν υπήρχαν άλλα λεφτά ν’ αρμέξει και αποδιωγμένος απ’ όλους, σταμπαρισμένος μπαταχτσής, μια μέρα δεν ξύπνησε. Τον βρήκαν μετά από αρκετές μέρες απ’ τη μυρωδιά που έφτασε κι έξω, ότι πέθανε,. Ο δήμος τον έθαψε. Επαληθεύτηκε αυτό που είπε ο άντρας μου. Χαΐρι με κλεμμένα λεφτά δε γίνεται Φρόσω μου….

    Σε όλο αυτό το διάστημα ο Πέτρος την άκουγε μ’ ανάμεικτα αισθήματα. Από τη μια ένιωθε ηθική ικανοποίηση ότι δεν χάρηκε τα κλεμμένα ο κλέφτης κι απατεώνας, αλλά και μια έλλειψη γιατί δεν τον πρόλαβε ζωντανό να του πει ό,τι είχε από καιρό προετοιμάσει για ένα τέτοιο ενδεχόμενο.

-          Με το σπίτι μας τι έγινε;   την ρώτησε.

-          Άλλο δράμα κι αυτό. Το διεκδικούσαν και μάλωναν τέσσερις τράπεζες. Κι από τις τέσσερις είχε ο αθεόφοβος πάρει δάνεια στο όνομα του πατέρα σου!  Στο τέλος τα βρήκαν στη μοιρασιά και το αγόρασε ένας εργολάβος που το γκρέμισε κι ανέβασε μια πολυκατοικία. Τα διαμερίσματα πουλήθηκαν εδώ και χρόνια, μα οι περισσότεροι από τους νέους ενοίκους δεν γνωρίζουν τίποτα από την ιστορία του σπιτιού σας. Είναι η πολυκατοικία αριστερά του μαγαζιού, καθώς βγαίνουμε.     Το περίμενε αυτό κι ήταν αναπόφευκτο. Η τράπεζα δεν είναι φιλανθρωπικό σωματείο, ούτε εξετάζει το δίκιο ή άδικο του πράγματος. Εκείνο που είναι κυρίαρχο στις πράξεις της είναι το δικό της συμφέρον.

     Και τώρα μαθαίνει ότι ο κύριος ένοχος του αφανισμού των γονέων του  έχει φύγει απ’ τη ζωή. Ένιωσε άδειος. Τόσα χρόνια προετοιμασίας για ένα ταξίδι κάθαρσης και αποκατάστασης της δικαιοσύνης! Θυμήθηκε τους θετούς του γονείς. Τον προειδοποίησαν εγκαίρως ότι η ιστορία  θα είχε λυθεί από τον πανδαμάτορα χρόνο. Όμως από την πλευρά του σκεφτόταν πως αν δεν ερχόταν θα ένιωθε την πληγή ανοιχτή συνεχώς και με κυρίαρχο το αίσθημα ότι δεν επιτέλεσε το καθήκον του απέναντι στην εντολή της μάνας του, λίγο πριν φτάσει στην τελευταία της πνοή.

    Δεν έχει ίσως νόημα να παραμένει στη χώρα αφού εξάντλησε το θέμα. Μετά του ήρθε στο μυαλό το θέμα της αίτησης που είχε υποβάλλει για την αναγνώριση του πτυχίου του. Είναι κρίμα ν’ αφήσει το θέμα σε εκκρεμότητα. Ίσως να έκανε λίγο υπομονή και να μην πήγαινε το ταξίδι πλήρως χαμένο. Υπάρχει και ένα ακόμα θέμα. Ας επαληθεύσει κι ο ίδιος τις πληροφορίες που του είπε η κυρά Φρόσω. Όχι πως δεν την πιστεύει, αλλά ας βάλει και το δικό του δάχτυλο σ’ όλα τα απομείναντα στοιχεία. Μαγαζί, τράπεζες και μαρτυρίες άλλων. Μια που ήρθε ας εξαντλήσει το θέμα.

   Αποπειράθηκε ευχαριστώντας την να αποχαιρετήσει την κυρά Φρόσω. Ξεσήκωσε επανάσταση και με το ζόρι τον κάθισε πάλι στην καρέκλα;

-          Δεν είμαστε καλά! Δε θα πας πουθενά εδώ είναι η γειτονιά σου κι εδώ θα μείνεις! Που κάθεσαι μέχρι τώρα;     Αναγκάστηκε να της πει:

-          Σε ξενοδοχείο. Εδώ κοντά στην πλατεία Καραϊσκάκη.

-          Τρέξε, μάζεψε τα πράγματά σου κι έλα εδώ. Το σπίτι μου είναι άδειο. Χώροι υπάρχουν. Είσαι παιδί της Χρυσούλας και όσο θα είσαι στην Ελλάδα είσαι φιλοξενούμενός μου. Μακάρι για πάντα…

-          Μα, κυρά-Φρόσω δε θέλω να σου γίνω βάρος.

-          Είσαι με τα καλά σου, παιδί μου; Αν δεν πας εσύ, θα πάω μόνη μου να τα μαζέψω. Για μένα είναι χαρά να σ’ έχω κοντά μου. Άστο επάνω μου και μη μου στερείς αυτήν την ευχαρίστηση.

    Είναι αλήθεια ότι αυτή η τακτοποίηση τον βόλευε πολύ. Τα χρήματά του δεν ήταν δυνατόν να ξοδεύονται σε ξενοδοχείο και μάλιστα συζητήσιμης καθαριότητας κι εξυπηρέτησης. Όμως δεν ήθελε να βάλει τη γυναίκα σε υποχρεώσεις. Μέσα του σκέφτηκε το ενδεχόμενο να τη βοηθάει στο φούρνο. Έτσι πήγε στο ξενοδοχείο μάζεψε τα πράγματά του, πλήρωσε το λογαριασμό κι έφυγε.



12.  



   Το βράδυ την ώρα του φαγητού ο Πέτρος περιέγραψε τη ζωή του όλα τα χρόνια στην Αυστραλία, την αγάπη και στοργή που συνάντησε στην οικογένεια της θείας του, τις σπουδές του και το σκοπό της επιστροφής του στην Ελλάδα:

-          Θα προσπαθήσω κυρά Φρόσω να αποκαταστήσω το όνομα του πατέρα μου. Ξέρω ότι αυτό είναι πια δύσκολό μετά τόσα χρόνια ιδιαίτερα τώρα που έμαθα από σένα ότι ο φυσικός αυτουργός του αδικήματος δε βρίσκεται πια στη ζωή. Ήρθα κι εγκαταστάθηκα εδώ αλλά κάτι πρέπει κι εγώ κάτι να προσφέρω. Μήπως μπορώ, αν μου μάθεις τα βασικά κάποιες ώρες να κρατάω εγώ το μαγαζί. Χρειάζεται κι εσύ κάποιες ώρες να ξεκουράζεσαι.

    Η αντίδραση της κυρά Φρόσως ήταν κάθετη:

-          Όχι αγόρι μου. Εσύ θα έχεις τα δικά σου τρεξίματα. Μη φοβάσαι για μένα. Είμαι γερό κόκκαλο. Τώρα που έχω και τι χαρά να σε φροντίζω θα πάρω νέα δύναμη.

    Επέμενε ο Πέτρος, μα εκείνη βράχος. Δε σήκωνε κουβέντα. Το πήρε απόφαση. Τουλάχιστον έχει τώρα ένα ασφαλές μέρος να κάθεται, χωρίς την έγνοια των χρημάτων που δεν είναι ατέλειωτα. Πρέπει να φροντίσει να υπάρχουν τα χρήματα της επιστροφής. Τώρα σχεδιάζει να πάει μια βόλτα στη Λένορμαν, εκεί όπου ήταν το μαγαζί του μπαμπά, αν κι έβλεπε ότι δεν έχει και πολύ νόημα αυτή η επίσκεψη. Θα την όμως κάνει και για ψυχολογικούς λόγους. Εκεί ο φυσικός πατέρας του Αναστάσιος Τσακίρης άφησε την τελευταία του πνοή, καταρρακωμένος από την ντροπή με τις πιέσεις των δανειστών και την απάτη του συνεταίρου του.

    Όπως το σκέφτηκε, έτσι κι έγινε. Στη θέση που παλαιότερα υπήρχε η επιχείρηση ορθωνόταν τώρα  μια πολυώροφη πολυκατοικία. Έκανε δυο τρεις απόπειρες να βρει ανθρώπους, που κάτι να θυμούνται από τα παλαιά, αλλά εις μάτην. Στο κοντινό καφενείο κάποιος είπε πως θυμάται το μαγαζί με τα έπιπλα. Θυμόταν επίσης πως εκεί μέσα πέθανε μια μέρα ο μαγαζάτορας, αλλά πέραν τούτου ουδέν. Γυρνώντας στο σπίτι του ήρθε στο μυαλό το προφανές. Οι τάφοι των γονέων του. Αλήθεια τι έγιναν αυτοί; Θυμόταν μόνο τον τάφο της μητέρας του στο 1ο νεκροταφείο, όπου φρόντισαν να ταφεί η μάνα του με τη φροντίδα φίλων και γειτόνων. Θα ρωτήσω την κυρία Φρόσω. Όταν αυτό έγινε εκείνη του είπε:

-          Μην ελπίζεις να βρεις τίποτα, καλό μου παιδί. Δεν είχατε δικό σας οικογενειακό τάφο. Ο δήμος σε λίγα χρόνια, αν δεν πληρωθούν τα απαραίτητα τέλη ξεθάβει ό,τι έχει απομείνει για να τον ξαναχρησιμοποιήσει το χώρο. Αυτά τα πετάει ανωνύμως σε κοινόχρηστο χώρο. Μη χάνεις άδικα τον καιρό σου. Απλώς σε σένα πολύ νωρίς κι άδικα σου έτυχαν τόσα κακά. Ηρέμησε αγόρι μου και κοίταξε τη ζωή σου από δω και πέρα. Τζάμπα ψάχνεις να βρεις άκρη. Τα χρόνια που πέρασαν έσβησαν τα πάντα.

    Δε χρειαζόταν και μεγάλη σκέψη να καταλάβει κι ο ίδιος ότι αναζητά ψύλλους στ’ άχυρα. Στο μυαλό του εισχώρησε με ισχυρό τρόπο η αμφιβολία. Μήπως η απόφαση να έρθει στην Ελλάδα ήταν μια ουτοπία. Βεβαίως τα κίνητρα ήταν ευγενή, μα αδύνατο να πραγματοποιηθούν μετά την παρέλευση τόσου χρόνου. Οι νέοι γονείς του είχαν δίκιο, αλλά ας συνυπολογίσουν ότι από την πρώτη στιγμή ζούσε με την ανάμνηση μιας ανοικτής πληγής. Πόσοι ξέρουν ότι ήταν με κάποιο τρόπο και εντολή της μάνας του Χρυσούλας;  Όλα αυτά τα χρόνια οργάνωνε την πραγμάτωση αυτού του σχεδίου. Γιατί  έκανε οικονομίες στερούμενος ένα γλυκό, ένα ντόνατ, για να μαζέψει τα χρήματα τ’ αναγκαία για το ταξίδι; Γιατί προτίμησε να σπουδάσει τη νομική επιστήμη; Φαντασιωνόταν τις δικαστικές μάχες που θα έδινε στα δικαστήρια στην προσπάθειά του να καθαρίσει τ’ όνομα του αδικοχαμένου πατέρα του. Τώρα με το θάνατό του κυρίου ενόχου όλα έχασαν το νόημά τους. Τα βρώμικα χρήματα φαγώθηκαν σε αμαρτωλές ασωτίες. Η οικογένειά του Αρτέμη Λεγάκη αφέθηκε στην τύχη της και φαντάστηκε τι δυσκολίες θα αντιμετώπισε μετά κι αυτή με τη σειρά της.





13.



   Και τώρα τι πρέπει να κάνει στη συνέχεια; Υπάρχει μια εκκρεμότητα που δε θέλει να την αφήσει χωρίς να έχει κάτι στα χέρια του. Η αναγνώριση του πτυχίου του. Βέβαια καθώς τον προειδοποίησαν είναι νωρίς να έχει απάντηση, αλλά δε θα ήταν άσκοπο να πάρει τηλέφωνο στον Πιτ και να ρωτήσει αν έχει κανένα νέο. Αυτό έκανε αμέσως. Του τηλεφώνησε. Στην άλλη άκρη άκουσε τη φωνή του. Αμέσως του μίλησε:     - Είμαι ο Πέτρος από τη Μελβούρνη. Με συγχωρείς που σε απασχολώ, αλλά μήπως υπάρχει κανένα νέο;

-          Δεν ενοχλείς καθόλου. Με πρόλαβες. Θα σου τηλεφωνούσα εγώ σε λίγες ώρες. Πήραμε τηλέφωνο τον διευθυντή του ΔΙΚΑΤΣΑ και υποσχέθηκε ότι θα επισπεύσει τη διαδικασία.

Αλλά για άλλο σε πήρα τηλέφωνο. Θέλω να σε δω από κοντά.

-          Μετά χαράς. Το θέλω κι εγώ. Πες μου πότε και πού;    - Μπορείς αύριο το απόγευμα γύρω στις 5 η ώρα. Θα είμαι στο μπαρ της ταράτσας του ξενοδοχείου Μεγάλη Βρετάνια, στη πλατεία Συντάγματος.

-          Θα είμαι εκεί!

    Ήταν ακριβής στο ραντεβού του και μάλιστα έτυχε να φτάσουν ταυτόχρονα στην είσοδο του ξενοδοχείου κι ανέβηκαν μαζί στο ασανσέρ. Ο Πιτ παράγγειλε ένα ουίσκι με πάγο κι ο Πέτρος ένα ποτήρι κόκκινο κρασί. Η συζήτηση άρχισε αμέσως. Από την πρώτη συνάντηση μεταξύ τους εμφανίστηκε μια χημεία και η φιλική σχέση ήταν απότοκη αυτής της τάσης. Ο Πιτ του είπε ζωντανά τις ενέργειες της υπηρεσίας του να επισπευσθεί η αναγνώριση του πτυχίου και τον διαβεβαίωσε ότι σύντομα θα τον ενημερώσει για το αίσιο του αποτελέσματος. Αμέσως τον ρώτησε: - Ποια είναι τα δικά σου τα νέα;

    Η ατμόσφαιρα εμπιστοσύνης που απ’ την αρχή εγκαταστάθηκε μεταξύ τους απελευθέρωσε τον Πέτρο και βήμα-βήμα κι αναλυτικά ξεδίπλωσε στον Πιτ όλη τη διαδρομή της ζωής του από τη στιγμή που έχασε τον πατέρα του μέχρι σήμερα. Πως μετανάστευσε στην Αυστραλία και πως με την υιοθεσία απόκτησε την νέα αυστραλιανή υπηκοότητα. Την ανοικτή πληγή όλα τα χρόνια για την τραγική απώλεια των φυσικών του γονέων, το εξ αρχής σχέδιό του να επιστρέψει κάποια στιγμή στην Ελλάδα και να προσπαθήσει ν’ αποκαταστήσει το όνομα και την τιμή του πατέρα του.     - Γι αυτό το λόγο Πιτ σπούδασα Νομική. Να φέρω σε πέρας αυτό το χρέος!

    Ο Πιτ εντυπωσιασμένος από τη διήγηση τον ρώτησε:

-          Και μέχρι τώρα τι έχεις κάνει;

    Συνέχισε τη διήγηση με όλα τα συμβάντα:

-          Δυστυχώς τα σχεδόν είκοσι χρόνια που πέρασαν άλλαξαν άρδην τα δεδομένα με το κυριότερο: Ο αυτουργός του εγκλήματος, αφού συνέχισε με τον ίδιο άτιμο τρόπο να ζει, αφού ξόδευσε σε ασωτίες όλη την περιουσία του, έφυγε μόνος από τη ζωή. Είναι χαρακτηριστικό ότι από νωρίς αγνόησε και τις υποχρεώσεις της οικογένειάς του αφήνοντάς τους μόνους και χωρίς καμία οικονομική στήριξη.

-          Και τώρα τι γίνεται;

-          Στα σημεία που ήταν το πατρικό σπίτι και η επιχείρηση είναι πια πολυκατοικίες. Τα κατάσχεσαν οι τράπεζες και τα πούλησαν σε εργολάβους. Ευτυχώς δίπλα από το σπίτι υπάρχει ο παλαιός φούρνος που τον έχει μια καλή φίλη της μάνας μου. Αυτή με βοήθησε να μάθω τα συμβάντα κι όχι μόνο. Επέμεινε να με φιλοξενήσει στο σπίτι της και το δέχτηκα, ίσως γιατί δε γινόταν και διαφορετικά. Έφυγα από το ξενοδοχείο που στην αρχή είχα καταλύσει.

-          Και στη συνέχεια τι σκέφτεσαι;. Ποια είναι τα επόμενα βήματα που θα κάνεις;

-          Να βρω άκρη με τράπεζες δεν υπάρχει περίπτωση. Μ’ ενημέρωσαν ότι άλλες έκλεισαν ή έγιναν συγχωνεύσεις. Αδύνατο να βρεις άκρη μέσα σ’ αυτόν τον κυκεώνα. Την υπόθεση την έκλεισε ο θάνατος του ενόχου της απάτης. Θα περιμένω την απάντηση του ΔΙΚΑΤΣΑ και το πιθανότερο είναι  στη συνέχεια να γυρίσω στην νέα μου οικογένεια στη Μελβούρνη.

-          Μη βιαστείς ακόμα να πάρεις απόφαση. Άσε τις εξελίξεις να σου δείξουν το δρόμο. Άκου τώρα και τα δικά μου. Ξέρεις ότι οι διπλωματικές θέσεις δεν είναι σταθερές. Μπορεί σύντομα να βρεθώ στην άλλη άκρη του κόσμου. Προσωπικά δεν επιθυμώ τώρα μετακίνηση κι έχω ενημερώσει την προϊστάμενη αρχή. Βλέπεις εδώ έφτιαξα κατάσταση. Ο δεσμός μου με την Ειρήνη, μια Ελληνίδα υπάλληλο της πρεσβείας, είναι σοβαρός και σκεφτόμαστε να επισημοποιήσουμε τα πράγματα. Κι αυτή προς το παρόν έχει οικογενειακές υποχρεώσεις με τους γονείς της, που δεν της επιτρέπουν να με ακολουθήσει σε πιθανή μετάθεση. Θέλω να σου την γνωρίσω.

Φαντάζομαι δεν έχεις αντίρρηση;

-          Καμία! Αντίθετα το θεωρώ τιμή μου!

-          Θα σου τηλεφωνήσω σύντομα!

    Χώρισαν στη συνέχεια κι ο Πέτρος αισθανόταν ότι ο Πιτ είναι πια ένας καλός φίλος, χρήσιμος σε ένα περιβάλλον, που του είναι άγνωστο





14.



   Πήρε τηλέφωνο τους δικούς του στην Αυστραλία και τους ενημέρωσε για τις εξελίξεις. Αυτή τη φορά τους άφησε το ενδεχόμενο της σύντομης επανόδου του. Ο ίδιος χωρίς να τον βιάζει τίποτα άρχισε να σκέφτεται για τα ενδεχόμενα της πιθανής απασχόλησής του. Δεν τον άφηνε αδιάφορο η ακαδημαϊκή καριέρα, αλλά και η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος στη Μελβούρνη. Τώρα του δινόταν  η ευκαιρία με τον ελεύθερο χρόνο που είχε να επισκεφθεί αρχαιολογικούς χώρους, ιστορικά μνημεία, μουσεία και τοποθεσίες ονομαστές. Αυτό άρχισε να κάνει αρχίζοντας απ’ την Ακρόπολη και το μουσείο της. 

    Μετά λίγες μέρες, που είχε περιπλανηθεί αρκετά, είχε τηλεφώνημα από τον Πιτ;

-          Η υπόθεση της αναγνώρισης του πτυχίου σου ολοκληρώθηκε. Πήγαινε να πάρεις την απόφαση στα χέρια σου!

-          Να είσαι καλά Πιτ! Είσαι φίλος ανεκτίμητος!

    Την άλλη μέρα πήγε κατευθείαν στο κτίριο του ΔΙΚΑΤΣΑ. Τον παρέπεμψαν στην αρμόδια υπάλληλο. Αυτή κοιτάζοντας τις ημερομηνίες του είπε με νόημα:

-          Βλέπω ρεκόρ σύντομου χρόνου. Κάποιος θα έσπρωξε την υπόθεση…

    Δεν το σχολίασε ο Πέτρος. Μόνο ρώτησε:

-          Ποιο είναι το επόμενο βήμα;    - Να ρωτήσεις το δικηγορικό σύλλογο!

    Έτσι ουδέτερα και ψυχρά. 





15.



Το τηλεφώνημα από τον Πιτ, όπως είχε υποσχεθεί, ήρθε:

-          Αύριο το βράδυ θα βγούμε.  Να μας περιμένεις στην αρχή της Συγγρού, στην πρώτη στάση των λεωφορείων στην κατεύθυνση  για τη θάλασσα. Θα περάσουμε με αυτοκίνητο να σε πάρουμε στις 7 το βράδυ.

   Φαινόταν βιαστικός. Ίσα που πρόλαβε να του πει ένα εντάξει. Ο πληθυντικός σήμαινε ότι θα έχει παρέα. Θα ήταν ένα χαρούμενο διάλειμμα στη μοναξιά των τελευταίων ημερών. Νωρίτερα από τις επτά, κατά το συνήθειο του, ήταν στημένος εκεί, παρατηρώντας τα αυτοκίνητα που περνούσαν προς τα κάτω κι αντίθετα και τον κόσμο που περίμενε υπομονετικά στη στάση, να περάσει το λεωφορείο του. Με δυο τρία λεπτά καθυστέρηση άκουσε τ’ όνομά του. Μια Μερσεντές σταμάτησε λίγο πιο πέρα. Από  την πόρτα του οδηγού που άνοιξε βγήκε ο Πιτ που του έκανε νόημα. Αμέσως πήγε κοντά και τον χαιρέτησε.

-          Να σου συστήσω τα κορίτσια. Δίπλα μου μπροστά είναι η Ειρήνη, το κορίτσι μου. Και πίσω μια φίλη της η Αρετή. Μπες μέσα!

    Από το ανοιχτό μπροστινό παράθυρο χαιρέτησε με χειραψία την όμορφη Ειρήνη και άνοιξε την πίσω πόρτα να μπει. Τότε είδε ένα όμορφο και ντροπαλό κορίτσι στην άλλη άκρη με το χαμόγελο στα χείλη. Εντυπωσιάστηκε αμέσως και συστήθηκε με χειραψία:

-          Είμαι ο Πέτρος. Χαίρω πολύ!

   Μια χαμηλή,  αλλά γλυκιά φωνή του απάντησε:

-          Είμαι η Αρετή. Το ίδιο κι εγώ επίσης!

    Του έκανε εντύπωση με την πρώτη ματιά η Αρετή. Αλλά δεν είχε το θάρρος ν’ ανοίξει κουβέντα για το ο,τιδήποτε. Ευτυχώς την αμηχανία την έσπασε η παρέμβαση του Πιτ:

-          Κορίτσια Θα πάμε θάλασσα για ψάρι. Μετά θα δούμε. Υπάρχει άλλη άποψη;

    Κανείς δε διαφώνησε. Τους πήγε στον «Λάμπρο» μια ψαροταβέρνα δίπλα στη θάλασσα, μετά τη Βούλα. Απέναντι ήταν η λίμνη της Βουλιαγμένης. Εκεί έγιναν και οι κανονικές συστάσεις, που τις έκανε ο οργανωτής της εξόδου. Ο πάντα εξυπηρετικός Αυστραλός διπλωματικός υπάλληλος:

-          Λοιπόν, εγώ πήρα την πρωτοβουλία γι’ αυτήν την έξοδο. Ας κάνω  κανονικά τις συστάσεις μια και είναι η πρώτη συνάντηση της τετράδας. Αρχίζω με τα κορίτσια. Η αγαπημένη μου Ειρήνη. Γνωριστήκαμε στον ίδιο χώρο εργασίας κι αγαπηθήκαμε. Ελπίζω πως αυτή η σχέση σύντομα θα ευλογηθεί με γάμο. Δίπλα της είναι η Αρετή. Την γνώρισα μέσω της Ειρήνης, και είναι στενή της φίλη. Η Αρετή είναι προσωποποίηση του ονόματός της. Πρόσφατα πήρε το πτυχίο της από το Παιδαγωγικό τμήμα και φιλοδοξεί να διδάξει παιδιά σε κάποιο σχολείο. Τρίτος ο Πέτρος Δάλλας που πρόσφατα ήρθε απ’ την πατρίδα μου τη Μελβούρνη για ν’ αναγνωρίσει το πτυχίο Νομικής που εκεί πήρε. Ταιριάξαμε αμέσως, τον εκτίμησα και γίναμε φίλοι. Προς ενημέρωσή σας η αναγνώριση του πτυχίου ολοκληρώθηκε και τώρα μπορεί ν’ ασκήσει δικηγορία και στην Ελλάδα. Εγώ ένας Αυστραλός που αγάπησε αυτόν τον τόπο κι επιθυμώ να γίνει η δεύτερη πατρίδα μου!

    Αυτή η αναλυτική παρουσίαση έκλεισε με ένα αυθόρμητο χειροκρότημα από την υπόλοιπη ομήγυρη. Ο Πιτ ευδιάθετος έδινε σήμερα τα ρέστα:. 

-          Παιδιά λυσσάω στην πείνα. Το κύριο πιάτο σήμερα θα είναι ψάρι. Θα πάω μέσα να διαλέξω και να παραγγείλω για όλους. Το ξεκαθαρίζω από την αρχή και δε θέλω αντιρρήσεις. Σήμερα κερνάω εγώ!

   Επενέβη η Ειρήνη:

-          Θέλω να έρθω κι εγώ μαζί σου μέσα…

-          Έλα! της απάντησε ο Πιτ

    Έτσι έμειναν οι δυο τους. Μετά μερικά δευτερόλεπτα σιωπής κι αμηχανίας ο Πέτρος μίλησε πρώτος:

-          Ο Πιτ απ’ την πρώτη μέρα που ήρθα στην Ελλάδα μου στάθηκε σαν αδελφός. Κι αυτό το έχω εκτιμήσει πολύ. Η φίλη σου Ειρήνη είναι πολύ τυχερή, αλλά και όμορφη.

-          Ναι το ίδιο πιστεύω κι εγώ. Η αγάπη τους είναι αμοιβαία κι αυτό είναι πολύ καλό.

-          Ίσως είναι τολμηρό, μα θα το πω. Τυχερά θα είναι και τα παιδιά που θα έχουν εσένα δασκάλα τους. Ας κρατήσουμε μαζί επαφή. Να εδώ έχω το τηλέφωνό μου…

     Και της πάσαρε ένα διπλωμένο σημείωμα. Δεν της δόθηκε χρόνος ν’ απαντήσει, γιατί  χαρούμενο επέστρεψε το άλλο ζευγάρι στο τραπέζι με τον Πιτ να λέει:

-          Θα φάμε ψάρι πρώτης κατηγορίας. Κάντε όρεξη. Άντε να δώσουμε παραγγελία για τα πρώτα.

    Ο Πέτρος παρατηρούσε την Αρετή να κρατάει το σημείωμα στο χέρι με μια έκφραση επιφύλαξης. Τον κοίταξε μια στιγμή. Αμφιταλαντεύτηκε, αλλά ευτυχώς μετά διστακτικά το έβαλε στην τσέπη της. Ήταν μια ένδειξη αποδοχής, που άφηνε ελπίδα συνέχειας. Το υπόλοιπο της βραδιάς ήταν όμορφο. Υπήρχε κέφι που ενίσχυσε και το κρασί που ήπιαν. Κάθισαν εκεί μέχρι αργά συζητώντας ευχάριστα μεταξύ τους. Όταν μπήκε το ερώτημα τι θα κάνουν στη συνέχεια παρενέβη η Αρετή ζητώντας συγγνώμη απ’ όλους ότι θα προτιμούσε η ίδια να γυρίσει σπίτι, γιατί έχει πρωινή υποχρέωση:

-          Μη σας χαλάσω όμως τα σχέδια. Εσείς μπορείτε να συνεχίσετε χωρίς εμένα.

    Αφού την άφησαν σ’ ένα σημείο που ζήτησε μετά από λίγο κι ο Πέτρος είπε:

-          Συγχωρήστε με. Κι εγώ θα πάω για ύπνο. Σας ευχαριστώ για την υπέροχη βραδιά!

   Δεν υπήρξε αντίρρηση. Ίσως κιόλας το ζευγάρι να ήθελε να μείνουν μόνοι, στη συνέχεια..





16.



    Δεν μπορούσε και δεν ήθελε να τ’ αρνηθεί. Η Αρετή του έκανε ευχάριστη εντύπωση. Δεν είναι μόνο τα όμορφά της χαρακτηριστικά. Ήταν η λάμψη του προσώπου, τα λαμπερά καστανά της μάτια, η απαλή φωνή της και μια φυσική ντροπαλοσύνη, που ενέπνεε τον σεβασμό. Θα ήθελε πολύ να την ξαναδεί. Είχε κάνει την τολμηρή χειρονομία δίνοντας της το σημείωμα με το τηλέφωνο και τώρα δεν μπορεί να κάνει τίποτα άλλο περισσότερο από το να περιμένει. Αν δεν υπάρξει ανταπόκριση όλα κλείνουν. Πέρασαν δυο τρεις μέρες χωρίς κανένα νέο. Ένα αίσθημα απογοήτευσης άρχισε να εισχωρεί στο μυαλό του, τόσο που μονολόγησε:

-          Ήρθε ο καιρός να πας στην έδρα σου νεαρέ. Και θάψε, χωρίς κλάψες και μεμψιμοιρίες, τις ανεδαφικές ελπίδες σου. Τι ήθελες δηλαδή; Με μια αγένειά σου ο άλλος ντε και καλά ν’ ανταποκριθεί;

    Μέχρι και η κυρά Φρόσω τον κατάλαβε ότι κάτι έχει:     - Συμπεριφέρεσαι σα λιοντάρι στο κλουβί! Έχεις κάποιο πρόβλημα καλέ μου; Πες μου, μπορώ να βοηθήσω σε τίποτα;     Είδε κι έπαθε να την πείσει ότι δεν έχει τίποτα.

     Συμπληρώθηκε μια βδομάδα όταν επιτέλους το τηλέφωνο χτύπησε. Διαισθάνθηκε ότι είναι η Αρετή. Ο αριθμός ήταν άγνωστος. Όχι ο Πιτ, ούτε της κυρά-Φρόσως. Είπε με προσμονή:  - Παρακαλώ;»

     Η φωνή απ’ το άλλο άκρο του ήταν οικεία:

-          Η Αρετή είμαι. Σου τηλεφωνώ γιατί νιώθω πως περιμένεις τηλεφώνημα μου και δε θέλω να φανώ αγενής

-          Ναι, το θέλω πολύ! Ίσως να ήμουν αδιάκριτος με το σημείωμα, μα ήθελα να βρω ένα δίαυλο επικοινωνίας με σένα, χωρίς να σε φέρω σε δύσκολή θέση μπροστά τους άλλους…     Μερικά δευτερόλεπτα σιωπής, που τον φόβισαν ότι θα το κλείσει. Και μετά η φωνή της συνέχισε με μια απορία:      - Και ποιο είναι το νόημα της ανάγκης να μιλήσουμε οι δυο μας χωρίς την παρουσία των άλλων δυο;

-          Θα είμαι ειλικρινής. Δεν ξέρω να σου απαντήσω. Είναι πολλά που δε μπορώ να τα μεταφράσω με λόγια. Μια αίσθηση ότι αν δε μιλήσω μαζί σου θα χάσω μια ευκαιρία ζωής.

-          Σα μεγάλα λόγια αυτά ακούγονται!

-          Έχεις δίκιο σ’ αυτό. Δεν υπόσχομαι τίποτα. Δε ξέρω τι επιζητώ. Θα το μάθω όταν μου δώσεις την ευκαιρία ν’ ανταλλάξουμε πληροφορίες για τους εαυτούς μας.

-          Θα σε ξαναπάρω. Δώσε μου λίγο χρόνο να δω που βρίσκομαι.

-          Έγινε και το σέβομαι!

    Νέα αναμονή…



17.



    Τώρα είχε τον αριθμό της. Μα δεν πρέπει να βιαστεί. Του ζήτησε ένα διάστημα για να εκτιμήσει με ηρεμία τα πράγματα. Θα τηρήσει την υπόσχεση να σεβαστεί την επιθυμία της. Υπάρχει κάτι που δε μπορεί να το ελέγξει. Η Αρετή μέσω της Ειρήνης θα μπορεί να έχει κάθε πληροφόρηση για το άτομο του. Σε αυτό δεν μπορεί να επέμβει. Ο ίδιος δεν θα κοινοποιήσει στον Πιτ την επιθυμία του να μάθει πληροφορίες για την Αρετή. Αν είναι να μάθει κάτι ας το μάθει από την ίδια εφόσον αυτή επιθυμεί. Ειδάλλως θα δεχθεί την ήττα του με αξιοπρέπεια. Έτσι περιορίστηκε στο να περιμένει.

    Πέρασαν μερικές ακόμα μέρες κι ο Πέτρος άρχισε να πιστεύει πως η υπόθεση δεν έχει μέλλον και καλά θα κάνει να ετοιμάζει τη βαλίτσα του για επιστροφή στην Αυστραλία. Μάλιστα την πρόθεσή του την κοινοποίησε και στην κυρά Φρόσω, που άκουσε το ενδεχόμενο με ιδιαίτερη θλίψη:

-           Αγόρι μου γιατί; Πάνω που σε συνήθισα, εσύ ετοιμάζεσαι να φύγεις; Πώς θα κάτσω πάλι μόνη. Η φροντίδα μου για σένα μου ήταν μια παρηγοριά. Να το ξέρεις σε θεωρώ και λίγο παιδί μου. Και η μάνα σου κάποια στιγμή, όταν πάλευε για τη ζωή της,  μου είπε να σε προσέχω. Αν δεν ερχόταν η θεία σου σχεδίαζα να σε πάρω σπίτι μου…

    Ο Πέτρος συγκινήθηκε με αυτήν την εξομολόγηση. Την αγκάλιασε τρυφερά και της είπε:

-           Κι εγώ κυρά-Φρόσω σας θεωρώ και λίγο σαν μάνα μου. Μακάρι να έρχονταν έτσι τα πράγματα και να έμενα για πάντα εδώ. Η Ελλάδα είναι η πρώτη πατρίδα μου. Ο τόπος που γεννήθηκα κι έζησα τα πρώτα μου χρόνια. Αυτό δεν το ξεχνώ. Αλλά στη ζωή δε μπορείς πάντα να έχεις αυτό που επιθυμείς.

Όμως για ένα να είστε βέβαιη. Ποτέ δε θα ξεχάσω την αγάπη και φροντίδα που μου δείξατε. Σας αγαπώ κι εγώ τόσο πολύ.

    Η άλλη έβαλε τα κλάματα από συγκίνηση

-           Να είσαι καλά Πέτρο. Με την ύπαρξη σου μου απάλυνες το σύνδρομο στέρησης που πάντα είχα από την έλλειψη ενός παιδιού. Το ήθελα τόσο πολύ μα ο θεός δεν ευδόκησε να μου δώσει αυτήν την ευτυχία.

    Όταν τα όρια της υπομονής του με την αναμονή του ενός νέου τηλεφωνήματος έφτασαν στο όριο της εξάντλησης, αυτό ήρθε το επόμενο πρωινό:

-           Ναι, η Αρετή είμαι. Θα μπορούσαμε να ιδωθούμε;    - Βεβαίως! Χαίρομαι! Χαίρομαι πολύ. Εσύ πρότεινε πότε και πού. Εγώ δεν τα ξέρω τα μέρη. Επίσης δεν έχω τις πολυτέλειες του καλού μας φίλου Πιτ με τα όμορφα αυτοκίνητα.

   Υπήρξε ένα κενό και μετά του είπε:

-           Εντάξει! Μπορείς στις έξι το απόγευμα αύριο;  Θα σε περιμένω στα σκαλάκια της Αγίας Ειρήνης. Είναι μια εκκλησία στην οδό Αιόλου. Η περιοχή είναι γεμάτη με μαγαζιά και καφενεία. Κάπου θα βρούμε να κάτσουμε και να τα πούμε.

-           Θα έρθω. Να είσαι σίγουρη!





18.



   Λένε πως οι συμπτώσεις είναι θέλημα θεού, η άλλοι ισχυρίζονται πως είναι παιχνίδι της μοίρας. Τρίτοι πιο αμφισβητίες μιλάνε ότι πολλές φορές αυτές είναι παρέμβαση τρίτου παράγοντα ή ακόμα χειρότερα, κατασκευάσματα του νου. Κι όμως υπήρξαν και υπάρχουν φοβερές συμπτώσεις μέσα στο διάβα της ιστορίας κι έτσι είναι στρουθοκαμιλισμός η άρνηση της ύπαρξής τους. Άλλοτε αυτές είναι αίτιο καταστροφής κι άλλοτε είναι μια γλυκιά ευλογία. Αυτό το δέχεσαι ή διαφορετικά εθελοτυφλείς.

-           Ρώτησε την κυρά-Φρόσω που πέφτει η Αγία Ειρήνη και τον πληροφόρησε επαρκώς. Περιποιήθηκε τον εαυτό του κι όταν τον είδε η κυρά Φρόσω του το πέταξε χαρούμενη:

-           Ραντεβού με κορίτσι μυρίζω. Εύχομαι να είναι καλή και να σε κρατήσει εδώ!

    Ο Πέτρος χαμογέλασε, χωρίς όμως ν’ απαντήσει. 

    Ήταν στην ώρα του εκεί και την είδε από μακριά. Όμορφη, γλυκιά και αεράτη, όρθια να τον περιμένει. Έτρεξε να τη χαιρετήσει κι αυθόρμητα δεν αρκέστηκε να δώσει τη χειραψία που η άλλη του πρότεινε. Πλησίασε και της έδωσε ένα απαλό φιλί στο μάγουλο. Δεν υπήρξε λεκτική διαμαρτυρία. Παρατήρησε μόνο ένα μικρό ξάφνιασμα κι ένα κοκκίνισμα στα μάγουλα της. Διαμαρτυρία ή συγκατάθεση; Δεν ήξερε πιο απ’ τα δυο. Η εξέλιξη των πραγμάτων θα δείξει.

-           Που θα πάμε Αρετή;

-           Δίπλα η πλατεία και οι γύρω δρόμοι είναι γεμάτοι με καφενεία. Διάλεξε ένα.

    Ο Πέτρος θα προτιμούσε κάτι ήσυχο και χωρίς κόσμο, μα παντού υπήρχαν νέοι γεμάτοι ζωντάνια, θόρυβοι και φωνές. Κανένα δεν τον έκανε να νιώσει άνετα. Της πρότεινε:     - Είσαι να κάνουμε έναν περίπατο προς την Ακρόπολη; Τη βλέπω απέναντι.

-           Δεν έχω αντίρρηση. Πάμε!

    Η αμηχανία ήταν φανερή και στους δυο. Προχώρησαν αρκετά  χωρίς να ανταλλάξουν ούτε μια κουβέντα. Εκείνη που έσπασε τη σιωπή ήταν η Αρετή:

-           Πες μου να καταλάβω ποια ήταν η ανάγκη να συναντηθούμε οι δυο μας; Και ποια είναι η επιδίωξή σου από αυτή τη συνάντηση;

    Η ερώτηση ήταν άμεση και κατά πρόσωπο. Έπρεπε να απαντήσει και ν’ απαντήσει ευθέως και χωρίς υπεκφυγές. Κάθισαν σ’ ένα παγκάκι του δήμου, ενώ ήδη βρισκόταν στα ανηφορικά δρομάκια για τον περιφερειακό της Ακρόπολης:    - Άκου καλή μου Αρετή. Ξέρεις ότι με τον Πιτ τα βρήκαμε καλά και μου στάθηκε σαν αδελφός, όταν ήρθα στην Ελλάδα και δεν ήξερα που παν τα τέσσερα. Πριν να συναντηθούμε οι τέσσερις, σχεδόν είχα αποφασίσει να γυρίσω στην Αυστραλία, αφού τα προσωπικά μου σχέδια του εδώ ταξιδιού μου είχαν φτάσει σε αδιέξοδο. Αλλιώς τα είχα σκεφτεί κι εντελώς αλλαγμένα τα συνάντησα, όταν ήρθα στην Ελλάδα. Έτσι ήμουν έτοιμος να βγάλω το εισιτήριο της επιστροφής. Η κοινή μας έξοδος τ’ άλλαξε όλα. Το σημείο ήταν όταν πρωτοαντίκρισα το πρόσωπό σου. Δε γίνεται να αρνηθείς τα μηνύματα της μοίρας. Κατάλαβα ότι άνοιξε ένα νέο κεφάλαιο στη ζωή μου, που δεν μπορούσα ν’ αγνοήσω, αλλά αντίθετα έπρεπε να το ψάξω μέχρι το τέλος του.

    Η Αρετή αποπειράθηκε να τον διακόψει επιθυμώντας να πει κάτι, μα ο Πέτρος αποφασιστικός, έως υπερβολής, δεν της το επέτρεψε:

-           Άσε σε παρακαλώ να τελειώσω και μετά έχοντας όλη την εικόνα να πεις τα δικά σου. Εγώ πιστεύω ότι συνάντησα στο πρόσωπό σου τον άνθρωπό μου. Αυτόν με τον οποίο θέλω να συνδέσω όλη την υπόλοιπη ζωή μου. Ίσως να σου φαίνεται παράξενο και υπερβολικό με μια εικόνα να βγάζω τέτοια συμπεράσματα, αλλά έτσι νιώθω κι αυτό το καταθέτω ενώπιον σου με όλη την ειλικρίνεια. Από τη μέρα που συναντηθήκαμε δεν έφυγες καθόλου από τη σκέψη μου. Οι  μέρες που δε μου τηλεφωνούσες περνούσαν για μένα βασανιστικές. Άγνωστες οι βουλές του Κυρίου, λέει μια έκφραση, μα εγώ σου είπα τι θέλω. Τώρα πες εσύ τα δικά σου…

   Η άλλη ένιωθε κεραυνοβολημένη με την ωμή, αλλά ξεκάθαρη εξομολόγηση του Πέτρου. Πέρασαν κάποιες στιγμές αμήχανης σιωπής μέχρι να κατορθώσει ν’ αρθρώσει μια λέξη:    - Μένω κατάπληκτη από την εξομολόγησή σου. Βεβαίως εκτιμώ την ειλικρίνειά της, αλλά καταλαβαίνεις ότι είναι τόσο πυκνές οι εξελίξεις που θα μου χρειαστεί κάποιος χρόνος να τις αφομοιώσω. Να ξέρεις ότι η ζωή μέχρι τώρα μου έχει φερθεί σκληρά και μ’ έχει κάνει πολύ επιφυλακτική σε όλα. Η οικογένειά μου είναι η μάνα μου και η μικρότερη αδελφή μου. Σπούδασα δύσκολα από οικονομική άποψη και για  μεγάλα διαστήματα χρειάστηκε να σπουδάζω και συγχρόνως να εργάζομαι. Δεν παραπονιέμαι που γύρω μου έβλεπα άνετους συμφοιτητές και συμφοιτήτριες να έχουν όλα του κόσμου τα καλά, ενώ εγώ έπρεπε να υπολογίζω το κάθε έξοδο για να καλύψω τις βασικές μας ανάγκες. Αυτή η στάση εκ των πραγμάτων με απομόνωνε από τους άλλους αλλά και δεν γινόταν διαφορετικά. Μόνο με την Ειρήνη, που γνωριζόμαστε από τα παιδικά μας χρόνια,  μπόρεσα να διατηρήσω στενή φιλία. Βλέπεις καθόμαστε στην ίδια  γειτονιά μου και ξέρει με λεπτομέρεια την  οικογενειακή μας κατάσταση. Σε άκουσα με προσοχή, αν και μου φαίνονται λίγο υπερβολικά αυτά που είπες, αλλά τα λόγια σου έχουν μια καθαρότητα και δε μπορώ να τ’ αγνοήσω. Δώσε μου λίγο χρόνο σε παρακαλώ να τα δουλέψω μέσα μου…

-           Εντάξει! Το καταλαβαίνω Αρετή. Και σε μένα η ζωή ήταν μαζί μου σκληρή, αλλά δεν είναι τώρα η ώρα να σε ζαλίσω με τα δικά μου. Την άλλη φορά ίσως. Τώρα θέλω να είμαι βέβαιος γιατί από την απάντησή σου εξαρτώνται πολλά. Στηρίζομαι ότι είσαι άνθρωπος που θα σεβαστεί την αγωνία μου και σύντομα θα τα ξαναπούμε.

  Αυτά ήταν τα τελευταία λόγια της συνάντησης πριν χωρίσουν.



19.



    Οι μέρες περνούσαν αγκομαχώντας. Από τη Μελβούρνη τα μηνύματα γεμάτα ερωτήματα, που κατέληγαν στο ρεφρέν:

-           Πότε επιτέλους θα έρθεις πίσω;

    Από την κυρά-Φρόσω πιεστικές παρατηρήσεις να την ενημερώσει για  το τι του συμβαίνει με αποκορύφωμα το προφητικό:

-           Άντε φέρ’ τη να τη γνωρίσω επιτέλους…

    Στο περιοδικό τηλεφώνημα του Πιτ δεν έγινε καμιά αναφορά στην Αρετή, ένδειξη ότι οι εξελίξεις παρέμειναν μόνο στο μεταξύ τους επίπεδο και από την πλευρά του σιγή ιχθύος πάνω στο θέμα. Τίποτε δεν ήταν ώριμο, τίποτε δεν ήταν συγκεκριμένο, οριστικό κι ανακοινώσιμο. Κάποια στιγμή το τηλεφώνημα ήρθε και ήταν τηλεγραφικό:

-           Είμαι η Αρετή. Στο ίδιο μέρος το Σάββατο στις πέντε το απόγευμα!

Το τηλεφώνημα τον γέμισε αισιοδοξία. Δεν ειπώθηκε τίποτα, αλλά η χροιά της φωνής της του έδινε ελπίδες για θετική απάντηση.





20.



Την ώρα του ραντεβού ήταν εκεί και οι δυο. Το βλέμμα της ακτινοβολούσε μια αποφασιστικότητα. Του είπε:  - Ας ανέβουμε πάλι προς την Ακρόπολη… - Πάμε!

    Ανηφόρησαν προς τα πάνω, αλλά αμίλητοι. Όταν έφτασαν στο παγκάκι που κάθισαν την προηγούμενη φορά η Αρετή άρχισε να μιλάει:

-         Αγαπητέ Πέτρο πιέστηκα πολύ μαζί σου. Από την πρώτη στιγμή που με είδες με έβαλες σε προβληματισμό. Πριν προλάβω ν’ ανασάνω, μου έδωσες το σημείωμα με το τηλέφωνό σου. Κανονικά θα έπρεπε να στο επιστρέψω, αλλά εκείνη τη στιγμή επέστρεφαν οι φίλοι και δεν ήθελα να δημιουργήσω σκηνή. Από τη στιγμή εκείνη μ’ έτρωγε μέσα στη τσέπη μου. Κάποια στιγμή, δεν ξέρω από ποιο κίνητρο ορμώμενη σε πήρα τηλέφωνο. Και μένα μου έδωσες καλή εντύπωση. Πρέπει να το ομολογήσω. Μα εσύ είσαι σίφουνας, χωρίς να ξέρει ο ένας τίποτε για το παρελθόν του άλλου, χωρίς να ξέρει ο ένας τον χαρακτήρα του άλλου, μιλάς για δέσμευση ζωής. Δε είναι λίγο βιαστικό κάτι τέτοιο;

-         Για μένα όχι. Έτσι νιώθω κι αυτό ομολογώ!

-         Και πώς είσαι σίγουρος ότι έτσι θα νιώθεις αύριο;    - Αύριο μπορεί να με πατήσει αυτοκίνητο. Ποτέ δεν είσαι σίγουρος για τα μελλούμενα. Όμως πάντα οι όποιες αποφάσεις έχουν ένα ρίσκο. Αν τίποτα στη ζωή σου δεν διακινδυνεύσεις θα φτάσεις στο τέλος της χωρίς να έχεις τίποτα ζήσει.     Ανάμεσά τους έπεσε μια σιωπή. Ο καθένας έμεινε με τις δικές του σκέψεις, νιώθοντας τη δυσκολία των αποφάσεων. Σ’ αυτό το θέμα, σκεφτόταν η Αρετή, ο Πέτρος έχει το δίκιο του. Τίποτα δε σε εξασφαλίζει. Μπορεί κάποια στιγμή ένα γεγονός ακόμα κι ανεξάρτητο από σένα μέσα σε μια στιγμή να φέρει τα πάνω κάτω. Η ζωή είναι τόσο απρόβλεπτη. Δεν υπογράφεις κανένα γραμμάτιο με προκαθορισμένους όρους και ν’ απαιτείς στη συνέχεια την κατά γράμμα τήρηση αυτών των όρων. Δεν είναι πια μικρό κορίτσι, σκέφτηκε. Τέλειωσε τη σχολή της και είναι εντελώς ξεκρέμαστη με ακόμα υποχρεώσεις της μικρότερης αδελφής που φέτος τελειώνει το Λύκειο και θα δώσει Πανελλήνιες. Έχει φιλοδοξία να γίνει οικονομολόγος κι εκείνη πρέπει να της παρασταθεί. Όλα είναι σε εκκρεμότητα. Τι περιθώρια για τελεσίδικες αποφάσεις έχει; Μίλησε:

-         Πέτρο θέλω να είμαι απόλυτα καθαρή απέναντί σου. Αν λέω αν, τρέξει κάτι ανάμεσά μας, θέλω προηγουμένως να έχω ξεκαθαρίσει τη δική μου θέση. Δε μου είσαι αδιάφορος. Μια χαρά παιδί είσαι, αλλά θέλω να σου περιγράψω λίγο την οικογενειακή μου κατάσταση και τις υποχρεώσεις, που αυτή συνεπάγεται για μένα. Άσε με να στα πω. Ήμουν πολύ μικρή όταν ο πατέρας μου μας παράτησε στην τύχη μας χωρίς από τότε να ενδιαφερθεί για τη γυναίκα και τις δυο του κόρες. Για δυο τρία χρόνια μας παραστάθηκε ο παππούς μου, πατέρας της μάνας μου, αλλά δυστυχώς πέθανε στο δρόμο απ’ την καρδιά του και σταμάτησε κι αυτό το στήριγμα. Η αρωγή του στηριζόταν σε μια καλή σύνταξη που έπαιρνε ως παλαιός δάσκαλος, που μετά το θάνατό του σταμάτησε. Περάσαμε δύσκολους μήνες και η μάνα μου, με τη βοήθεια φίλων διορίστηκε καθαρίστρια σε παιδικό σταθμό του δήμου κι εξασφάλισε ένα σταθερό μισθό. Εγώ φρόντιζα τις δουλειές του σπιτιού και πρόσεχα τη μικρότερη μου αδελφή. Μετά από αυτά μπορείς να καταλάβεις τις δυσκολίες που αντιμετώπισα για να σπουδάσω. Δεν έζησα τις χαρές, και τα παιχνίδια σαν παιδί, αλλά ψήθηκα σε αυτό το σκληρό δρόμο. Δεν έχω την πολυτέλεια για ελαφρές περιπέτειες. Αν ανοίξω μια πόρτα πρέπει να είμαι σίγουρη για τη σοβαρότητά της.

   Ο Πέτρος άκουγε με προσοχή την περιγραφή της Αρετής και δεν άντεξε περισσότερο. Την διέκοψε, αλλά με δυσκολία και της είπε:

-         Κορίτσι μου όσα μου περιγράφεις θεωρώ ότι είναι γαλόνια που έχεις πάρει στην πορεία της ζωής σου. Και εγώ που έχω ζήσει αντίστοιχες δυσκολίες ξέρω να το εκτιμώ. Αν θέλεις να το πιστέψεις όλα όσα μου είπες ενίσχυσαν την επιθυμία μου να τα βρούμε μεταξύ μας. Κάποια στιγμή που θα έχουμε χρόνο θα σου πω και τη δική μου περιπέτεια. Ναι, αυτή είναι η λέξη που την περιγράφει!

    Δεν άντεξε να το αναβάλει σε άλλη ευκαιρία. Τώρα ή ποτέ.  Τότε άρχισε να της περιγράφει αναλυτικά τη δική του περίπτωση ξεκινώντας από τα παιδικά του χρόνια, την απώλεια των γονέων του και την πραγματική αιτία της απώλειάς τους. Το ταξίδι της θείας του από την Αυστραλία και στη διάρκεια της περιγραφής δεν πρόσεξε τις αλλαγές που συνέβαιναν στο πρόσωπο της Αρετής. Αυτό έγινε όταν η Αρετή έφτασε πια στα αναφιλητά. Τότε και μόνο τότε κατάλαβε ότι συμβαίνει κάτι σημαντικό:

-         Τι συνέβη καλή μου Αρετή; Εγώ σε στεναχώρησα;     Εκείνη συνέχισε να κλαίει πια γοερά. Παίρνοντας θάρρος την αγκάλιασε κι εκείνη σα φοβισμένο ζωάκι χώθηκε στην αγκαλιά του και τα δάκριά της που συνέχιζαν αδιάκοπα ύγραναν το πουκάμισό του. Παρά τις εκκλήσεις του να του εξηγήσει το λόγο της έκρηξής της εκείνη συνέχισε το κλάμα της. Δεν του έμενε άλλη δυνατότητα παρά να την αφήσει να ξεσπάσει, ελπίζοντας ότι δίνοντας της χρόνο θα ηρεμήσει. Η μόνη κίνηση του ήταν να της χαϊδεύει καθησυχαστικά τα μαλλιά. Κάποια στιγμή ηρέμησε λίγο σήκωσε το κεφάλι της και με σιγανή φωνή τον ρώτησε:

-         Ποιο είναι το επώνυμο της πρώτης σου οικογένειας;     Αμέσως της είπε:

-         Τσακίρης!

Μια απεγνωσμένη κραυγή βγήκε από το στόμα της Αρετής και το κλάμα επανήλθε δριμύτερο.

-         Τι συμβαίνει καλή μου; Εξήγησέ μου, γιατί δεν καταλαβαίνω τίποτα!

    Πέρασε αρκετή ώρα μέχρι να μιλήσει. Όταν σήκωσε το κεφάλι και τον κοίταξε ο Πέτρος είδε μια άλλη Αρετή. Μάτια κατακόκκινα, μάγουλα αυλακωμένα απ’ τα δάκρια και πρόσωπο σχεδόν παραμορφωμένο από το σοκ και τη λύπη.

-         Το δικό μου το επώνυμο αγαπητέ μου Πέτρο είναι Λεγάκη. Ναι, αυτός ήταν ο πατέρας μου!

   Τα λόγια της Αρετής έπεσαν σαν κεραυνός στα αυτιά του Πέτρου. Όχι δεν είναι δυνατόν σκέφτηκε ο Πέτρος. Αυτή η σύμπτωση με ξεπερνάει. Το μόνο που μπόρεσε να αρθρώσει εκείνη τη στιγμή ήταν:

-         Η μοίρα Αρετή μου! Είναι καθαρό το σημάδι της. Η μοίρα! Μέσα στα εκατομμύρια των ανθρώπων, που έχει αυτή η χώρα το έφερε έτσι ώστε να συναντηθούν τα βήματά μας. Ίσως είναι ένα παράδειγμα της κάθαρσης σαν αυτό που περιγράφεται σε μια αρχαία τραγωδία. Κι οι δυο, αγαπημένη μου Αρετή, είμαστε θύματα του ίδιου ανθρώπου. Αν δε βλέπεις το θέλημα της μοίρας πρέπει να είσαι τυφλή. Ναι! Αυτή η θεά μας θέλει μαζί ζευγάρι. Εγώ υπακούω στο πρόσταγμά της. Εσύ;     Τον κοίταξε στα μάτια αμίλητη για αρκετά δευτερόλεπτα και στη συνέχεια με αποφασιστικότητα πλησίασε το πρόσωπό της και του έδωσε ένα τρυφερό φιλί. Αυτός γεμάτος ικανοποίηση με τις εξελίξεις την έσφιξε στην αγκαλιά του















21. 



    Κατηφόρισαν αμίλητοι προς τα πίσω πιασμένοι χέρι-χέρι και πρώτη η Αρετή έσπασε τη σιωπή:

-         Και τώρα τι γίνεται;

-         Τώρα; Θες δε θες, θα με υποστείς από δω και πέρα στην υπόλοιπη ζωή μου!

   Της απάντησε κι εκείνη χαμογέλασε ευχαριστημένα, ενώ σκεφτόταν πώς, αλήθεια, έρχονται τα πράγματα στη ζωή. Θυμήθηκε τη στιγμή που η κολλητή της Ειρήνη της πρότεινε να βγουν με τον αγαπημένο της  Πιτ κι έναν άγνωστο φίλο του. Της απάντησε ότι δε θα νιώθει άνετα, δίπλα σ’ έναν άγνωστό της. Ασυνήθιστη στις κοινωνικές σχέσεις δίσταζε. Ευτυχώς εκείνη επέμεινε κι έκαμψε τελικώς τις αντιρρήσεις της.     Αυτό το τυχαίο ραντεβού αρκετά και τελικά αποδείχτηκε, όπως φαίνεται, σημαδιακό για τη συνέχιση της ζωής της. Κάτι μέσα της εξ αρχής τη συγκινούσε από τον Πέτρο, αλλά ο μόνιμος δισταγμός μέχρι τώρα την συγκρατούσε κι έδινε την εντύπωση στους άλλους της ψυχρής κι αδιάφορης. Μα μέσα της ποθούσε μέχρι πνιγμού ν’ αγαπήσει και ν’ αγαπηθεί, να βρει μια αδελφή ψυχή. Είχε πια μεγαλώσει και δεν είχε δοκιμάσει καμιά τέτοια χαρά. Μέχρι τώρα στο κεφάλαιο αυτό ήταν στην κυριολεξία λευκό χαρτί. Οι απόπειρες που από μερικούς έγιναν συνάντησαν έναν τοίχο. Επιτέλους ο καλός θεός, της έστειλε τον Πέτρο. Τους συνδέουν τώρα τα κοινά δράματα που σημάδευσαν τη ζωή τους κι αυτά θα είναι η συγκολλητική εκείνη ύλη που θα τους κρατήσει – ελπίζει - ενωμένους στην υπόλοιπη ζωή τους. Επιτέλους νιώθει απελευθερωμένη, αλλά και μα νοιάζεται για ένα συγκεκριμένο άτομο. Αυτό πρέπει να είναι η αγάπη.

   Λίγο πριν χωρίσουν ο Πέτρος της εξήγησε κάποια πράγματα για το σπίτι που μένει, για την κυρά-Φρόσω, που στις πρώτες μέρες του ερχομού του στην Ελλάδα τον αγκάλιασε και τον φροντίζει σαν παιδί της. Την ενημέρωσε ότι κάτι ήδη μυρίστηκε και θέλει να την γνωρίσει:

-         Ήταν φίλη με τη μάνα μου και με θεωρεί κι εμένα σα δικό της παιδί.

    Το ζήτημα αφέθηκε σε εκκρεμότητα. Δεν έγινε καμιά αναλυτική συζήτηση μεταξύ τους. Μόνο τα μάτια τους περιέγραφαν τα αισθήματα που πια τους έδεναν.

-         Πέτρο να σ’ ενημερώσω. Έχω ραντεβού με την Ειρήνη και την πρόθεση να την ενημερώσω ότι εμείς τα βρήκαμε. Συγχώρησε με, μα δεν αντέχω αυτή τη χαρά να την κρατήσω μόνο για τον εαυτό μου!

-         Ωραία, θα το πω κι εγώ στον Πιτ. Του οφείλω πολλά, ακόμα και τη γνωριμία μας. Ετοιμάσου γιατί η κυρά-Φρόσω θα διαβάσει στα μάτια τη χαρά μου και θα ζητά να σε γνωρίσει. Το βράδυ πάρε με τηλέφωνο…







22.



    Στο σπίτι η κυρά Φρόσω τον ξεψάχνισε τόσο επίμονα που στο τέλος  της το ξεφούρνισε:

-         Εντάξει! Θα στη φέρω να τη γνωρίσεις. Δεν είναι καμιά τυχαία περίπτωση κυρά-Φρόσω. Μάλλον θα το πάμε μέχρι τέλος. Αυτή θα είναι το ταίρι μου!

    Στο βραδινό τηλεφώνημα με την Αρετή την ενημέρωσε για την επιθυμία της γυναίκας που τον φροντίζει. Σίγουρα δεν ένιωθε κι άνετα, αλλά σίγουρα δεν ήταν δυνατόν να το αρνηθεί. Εκεί κάθεται προς το παρόν ο αγαπημένος της  και δεν είναι σωστό να μην έχει πρόσβαση σε αυτό το χώρο. Θα πρέπει να συνηθίσει τις καινούριες συνθήκες που ανοίγονται μετά τη σχέση που άνοιξε με τον Πέτρο. Από τη στιγμή που χώρισαν ο Πέτρος είναι κυρίαρχος στη σκέψη της. Το αποφάσισε, πάει και τέλειωσε. Αυτός είναι ο άνθρωπός της. Ήδη από πριν έτρεφε τρυφερά αισθήματα γι’ αυτόν, μα οι τρομερή ανακάλυψη που έγινε την συντάραξε στην κυριολεξία. Δε μπορεί να είναι τυχαίο γεγονός η απίθανη σύμπτωση να τους συνδέουν τόσα πράγματα, έστω μέσα στην τραγικότητά της. 

    Είδε την επόμενη μέρα τη φίλη της Ειρήνη και την ενημέρωσε με το νι και με το σίγμα για όλες τις εξελίξεις που υπήρχαν. Ήταν η πρώτη φορά που μιλούσε στην Ειρήνη για το θέμα. Η άλλη χάρηκε πολύ με τα νέα της φίλης της:

-         Το μύρισα ότι ο άλλος τσιμπήθηκε μαζί σου. Ο Πιτ μου έχει πει ότι είναι πολύ καλό παιδί. Μου έχει πει ότι τον συμπάθησε από την πρώτη συνάντησή τους. Χαίρομαι μωρέ Αρετή που τα βρήκατε μεταξύ σας. Άντε να ξαναβρεθούμε οι τέσσερις και να γιορτάσουμε το γεγονός!

   Άκουσε μ’ ευχαρίστηση τα λόγια της φίλης της. Ήταν μια ακόμα επιβεβαίωση της σωστής απόφασής της να δεχθεί τον Πέτρο σαν τον άνθρωπο με τον οποίο θα συνδέσει τη ζωή της.

Κανόνισαν με τον Πέτρο να συναντηθούν στη πλατεία Καραϊσκάκη το επόμενο βράδυ. Η κυρά Φρόσω τους είχε τραπέζι. Τον είχε τρελάνει στα παρακάλια:

-         Φέρ’ τη μωρέ Πέτρο μου να τη γνωρίσω κι εγώ. Τόσες φορές σου το έχω πει!

    Υπέκυψε στην πίεση και το ραντεβού καθορίστηκε. 

    Ο φούρνος ήταν στο ισόγειο ενός διώροφου σπιτιού. Κάτω το μαγαζί, το εργαστήριο κι ένα επιπλωμένο δωμάτιο να ξεκουράζεται πρόχειρα η κυρά Φρόσω. Δίπλα από το φούρνο η είσοδος για τον πάνω όροφο με όλους τους χώρους απλόχωρους και πλήρως επιπλωμένους. Μια εσωτερική σκαλίτσα οδηγούσε στην ταράτσα, που ήταν γεμάτη γύρω- γύρω με περιποιημένες γλάστρες και στη μέση ένα τραπέζι με καρέκλες. Τους υποδέχθηκε μ’ ένα πλατύ χαμόγελο και αμέσως αγκάλιασε την λίγο φοβισμένη Αρετή και την έκανε με τη γλυκιά φωνή της να νιώσει εξαρχής άνετα μαζί της.      Το τραπέζι είχε ήδη στρωθεί στην ταράτσα κι ο φούρνος είχε πια κλείσει για σήμερα. Αφθονία νόστιμων φαγητών και κόκκινο κρασί. Ανταλλαγή των πρώτων πληροφοριών και χαρούμενη ατμόσφαιρα. Κάποια στιγμή η κυρά Φρόσω έβαλε μια φωνή απελπισίας:

-         Μα τι ηλίθια που είμαι! Πέτρο μου ξέχασα να πάρω παγωτό και δε γίνεται χωρίς αυτό. Δεν πετάγεσαι να πάρεις; Στο ζαχαροπλαστείο που είναι κοντά στην Εκκλησία. Πάρε πολύ και οπωσδήποτε σοκολάτα.

   Τι να κάνει ο Πέτρος. Δε μπορούσε να της χαλάσει το χατίρι. Σηκώθηκε αμέσως να πάει. Μόλις έφυγε ο κυρά Φρόσω στράφηκε στην Αρετή:

-         Τον ξαπόστειλα επί τούτου, γιατί θέλω να σου μιλήσω ιδιαιτέρως κι αναλυτικά. Απ’ το τηλέφωνο δε γίνεται. Ας κλείσουμε ένα ραντεβού να τα πούμε με την άνεσή μας.

-         Δεν έχω αντίρρηση. Πέστε μου πότε και που;    - Δώσε μου το τηλέφωνό σου και θα σε πάρω εγώ!

    Έγινε ανταλλαγή τηλεφώνων μέσα σε ένα κλίμα γλυκιάς συνωμοτικότητας. Της τόνισε με έμφαση και ζωντανό ενδιαφέρον:

-         Τον Πέτρο τον θεωρώ και δικό μου παιδί. Βλέπεις ο θεός δε μου έδωσε, παρά την επιθυμία τη δικιά μου και του συγχωρεμένου άντρα μου, τη χαρά της μητρότητας.    Όταν ο Πέτρος ήταν μικρός  η μάνα του, στενή μου φίλη, τον έφερνε συχνά εδώ και τον κανάκευα. Λίγο πριν πεθάνει η κακομοίρα με όρκισε να τον προσέχω. Υπέφερε του Χριστού τα πάθη κι αγωνία της ήταν για το παιδί της. Θα τον κρατούσα εγώ, μα  ήρθε η θεία του από την Αυστραλία, προηγείτο λόγω συγγένειας και τον πήρε μαζί της. Όταν μια μέρα, σα φάντης μπαστούνι εμφανίστηκε ολόκληρο παλικάρι μπροστά μου ξύπνησε μέσα μου το απωθημένο. Κάνε κάτι να τον κρατήσουμε εδώ στην Ελλάδα κι εγώ έχω σχέδια για σας…

    Δεν πρόφτασαν τίποτα περισσότερα. Επέστρεψε ο Πέτρος με τα παγωτά και η ιδιωτική συζήτηση έλαβε το τέλος της. Η κυρά Φρόσω θέλοντας να σπρώξει τα πράγματα του είπε με περηφάνια:

-         Πού πέτυχες τόσο γρήγορα αυτό το όμορφο κελεπούρι στο δρόμο σου Πέτρο; Τι όμορφη που είναι η Αρετή. Είσαι πολύ τυχερός! Πρόσεχε καλέ μου μην τη χάσεις!





23.



    Ο Πέτρος αναρωτήθηκε. Ποιο είναι το επόμενο βήμα; Να πάρει την Αρετή και να φύγει για την Αυστραλία. Δεν ήταν εύκολο γιατί όπως του είπε ήδη, έχει εδώ η ίδια οικογενειακές υποχρεώσεις. Να φύγει μόνος του αποκλείεται γιατί χωρίς την Αρετή δεν κάνει βήμα. Να επισημοποιήσει τη σχέση του μαζί της; Είναι ένα πιθανό ενδεχόμενο. Τι θα γίνει με την οικογένειά του στην Αυστραλία, που συνεχώς τον καλούν να επιστρέψει και σε προηγούμενες φάσεις τους άφησε το ενδεχόμενο της σύντομης επιστροφής; Είναι ένα μπέρδεμα, που πρέπει σύντομα να λυθεί. Μια συζήτηση πρώτα με την Αρετή  ήταν απαραίτητη. Μ’ ένα τηλεφώνημα κανόνισε να ιδωθούν το βράδυ.

    Πράγματι το βράδυ συναντήθηκαν στη Αγία Ειρήνη και αυτή τη φορά κάθισαν σ’ ένα από τα γύρω καφενεία.

-         Πρέπει να αποφασίσουμε Ειρήνη τα επόμενα βήματά μας. Κι αυτό πρέπει να γίνει με κοινή συμφωνία μας φυσικά!     Της παράθεσε όλα τα πιθανά ενδεχόμενα και ζήτησε τη γνώμη της πάνω σ’ αυτά. Εκείνη μετά ένα δισταγμό του είπε:     - Πέτρο καταλήξαμε ότι εμείς θα πορευθούμε μαζί. Ήταν πολύ βιαστικό, αλλά το επέβαλαν οι εξελίξεις και οι απίθανες συμπτώσεις. Σου είπα ότι και μένα από την αρχή μου έκανες καλή εντύπωση και μου προξένησες το ενδιαφέρον, αλλά ποτέ δε φανταζόμουν την καταιγιστική εξέλιξη που συνέβη. 

Χθες το βράδυ ενημέρωσα τους δικούς μου. Δηλαδή τη μάνα και την αδελφή μου. Το μόνο που έκρυψα ήταν η σχέση των πατεράδων μας. Δεν ξέρω από ποια σκοπιμότητα ορμώμενη, το έκανα αυτό. Ξέροντας το διστακτικό μου χαρακτήρα έμειναν έκπληκτες με τις εξελίξεις, μα όχι δυσαρεστημένες. Αντίθετα θα έλεγα και μάλιστα η μάνα μου θέλει, το συντομότερο να σε γνωρίσει. Είναι κάτι που δε μπορούμε να το αποφύγουμε. Το κατανοείς φαντάζομαι.

-         Δεν έχω καμιά αντίρρηση και το καταλαβαίνω. Ενημέρωσε με πότε κι εγώ θα έρθω. Τώρα για τη σχέση των οικογενειών μας δε νομίζω ότι πρέπει να το κρύψουμε.  Κάποια στιγμή έτσι κι αλλιώς θα γίνει γνωστό.  Άλλωστε είμαστε ομοιοπαθείς. Θύματα κι όχι θύτες Τώρα το σκέφτηκα: Ούτε στη κυρά-Φρόσω το είπαμε και πρέπει σύντομα να γίνει!

    Η Αρετή τον ενημέρωσε ότι τα είπε όλα στην Ειρήνη και χάρηκε πάρα πολύ. Θα ενημερώσει και τον Πιτ. Εκείνη τη στιγμή χτύπησε το τηλέφωνό του:

-         Να πάλι η σύμπτωση ο Πιτ είναι!

    Άνοιξε το τηλέφωνο:

-         Έλα Πιτ ο Πέτρος είμαι.

-         Τα έμαθα και χάρηκα πολύ! Τα συγχαρητήρια μου!    - Σ’ ευχαριστούμε εγώ κι Αρετή που είναι δίπλα μου…    - Α! Ωραία. Σύντομα θα τα πούμε από κοντά φίλε!





24.



    Μπήκε στο σπίτι της Αρετής νιώθοντας συγκίνηση. Η υποδοχή από τη μάνα ήταν πολύ θερμή κι αυτό τον απελευθέρωσε ψυχολογικά. Ήδη η Αρετή είχε ενημερώσει τους δικούς της, πράγμα που προξένησε ιδιαίτερη εντύπωση. Πριν τον δουν τον νιώθανε σα δικό τους άνθρωπο.

-         Δεν είναι τυχαία η συνάντησή σας αγόρι μου! Χέρι και επιθυμία του Θεού είναι. Και στην θεϊκή προσταγή εμείς προσκυνούμε. Καλώς ήρθες στο σπιτικό μας. Επιτέλους μετά από τα μαύρα χρόνια που ζήσαμε ήρθε κι ένα καλό νέο, να ζεστάνει λίγο την πίκρα μας. Σας δίνω την ευχή μέσα απ’ τη καρδιά μου να ευτυχίσετε!

    Η Αρετή με χαμόγελο στα χείλη άκουγε ευχάριστα τα λόγια της μάνας της. Στο πλευρό της ήταν η αδελφή της Λίτσα ένα νεότερο αντίγραφο της.

-         Κυρία Ευαγγελία χαίρομαι που σας σας βλέπω από κοντά. Και σας ευγνωμονώ που αναθρέψατε μια τόσο ευγενική και με αρχές κόρη.  Από την πρώτη στιγμή που συνάντησα την Αρετή, χωρίς τίποτα να ξέρω για το άτομό της, είπα από μέσα μου. Αυτή τη γυναίκα θέλω να έχω δίπλα στη ζωή μου. Και πολέμησα να νικήσω το δισταγμό της. Χαίρομαι που τελικώς ο στόχος μου είχε αίσιο τέλος»!

   Κάθισαν στο τραπέζι, που ήδη ήταν στρωμένο για φαγητό. Τίποτε το ιδιαίτερο σε πολυτέλεια και ποικιλία μα ότι υπήρχε ήταν καλομαγειρεμένο. Στη διάρκεια του φαγητού ειπώθηκαν εκατέρωθεν πληροφορίες για τις οικογενειακές καταστάσεις τους και τελικώς η μάνα έθεσε το χέρι στο κεντρικό θέμα:     - Και τώρα Πέτρο ποια είναι τα επόμενα βήματά που θα κάνετε; Τι σκέφτεστε για τα παρακάτω;

    Αμέσως ενοχλημένη επενέβη η Αρετή:

-         Άσε ρε μάνα! Τι ερωτήσεις κάνεις τώρα; Μην επεμβαίνεις σε παρακαλώ…

    Πήρε το λόγο ο Πέτρος:

-         Αρετή! Σε παρακαλώ. Λογικά ρωτάει η μάνα σου. Κόρη της είσαι κι έχει την έγνοια σου. Άκου κυρία Ευαγγελία. Δεν προλάβαμε ακόμα να τα συζητήσουμε. Μην ανησυχείτε! Σύντομα θα πάρουμε τις αποφάσεις μας, αφού το συζητήσουμε μεταξύ μας. Εκείνο που θα σας ηρεμήσει είναι η διαβεβαίωση μου ότι η Αρετή είναι το πολυτιμότερο πράγμα που έχω στη ζωή μου. Εννοείται ότι θα είσθε οι πρώτοι που  θα σας ενημερώσουμε.

    Η γνωριμία τους πήγε καλά. Ο Πέτρος με την ευγένεια του και την ξεκάθαρη δήλωσή του κέρδισε την εμπιστοσύνη  της μητέρας της Αρετής. Χώρισαν ευχαριστημένοι δίνοντας κιόλας ραντεβού για νέα συνάντηση την επόμενη μέρα.





25.  



    Βρισκόταν σε δίλημμα. Αλήθεια τι θα κάνει; Έτσι κι αλλιώς πρέπει  να βγάλει την άδεια εξασκήσεως του δικηγορικού επαγγέλματος. Επισκέφτηκε τη γραμματεία του δικηγορικού συλλόγου, ενημερώθηκε για τις ενέργειες που πρέπει να κάνει κι έβαλε επί τόπου εμπρός τις διαδικασίες για την ολοκλήρωση αυτής της εκκρεμότητας.

    Στην ίδια χρονική περίοδο τηλεφωνική κλίση της κυρά Φρόσως στην Αρετή:

-         Έλα από δω να τα πούμε. Ο Πέτρος είναι έξω.

-         Κι αν επιστρέψει;    είπε με κάποιο δισταγμό

-         Θα του πεις ότι ήρθες να τον βρεις. Mην ανησυχείς!       Θέλοντας και μη σε μια ώρα βρέθηκε στο φούρνο. Χωρίς καθυστέρηση η κυρά Φρόσω πήρε το λόγο:

-         Καλή μου Αρετή πρέπει να κάνουμε τα πάντα να τον κρατήσουμε στην Ελλάδα. Δεν αντέχω πάλι να τον ξαναχάσω. Από νωρίς τον θεωρώ και δικό μου παιδί. Βλέπεις ότι παρά τη σφοδρή επιθυμία μας να κάνουμε παιδιά με τον άνδρα μου, ο θεός δε μου πρόσφερε αυτήν την ευλογία. Όταν αρρώστησε η μάνα του Πέτρου, που ήταν καλή μου φίλη, μου εμπιστεύθηκε την τύχη του γιού της. Ήταν όμορφο και χαριτωμένο παιδί και το είχα μέσα στην καρδιά μου. Όταν  τυραγνιόταν από τους πόνους της αρρώστιας της, μου το είπε καθαρά. Έγραψα στην αδελφή μου, που είναι στην Αυστραλία να έρθει να τον πάρει. Δεν ξέρω αν θα μπορέσει να έρθει κι αν θα έχει τη δυνατότητα να τον αναλάβει. Αν όχι σε ικετεύω να τον πάρεις εσύ υπό την προστασία σου. Της ορκίστηκα στο Θεό και την Παναγία ότι θα το κάνω. Αμέσως μετά το θάνατο της μάνας του τον ανέλαβα για ένα μικρό διάστημα, αλλά ήρθε η θεία του και δικαιωματικά λόγω συγγένειας τον πήρε μαζί της. Δε μπορούσα και τώρα δε μπορώ να πω κουβέντα. Στάθηκε στο ύψος της. Τον μεγάλωσε, τον σπούδασε και απεδείχθη άξια του καθήκοντος που ανέλαβε. Αλλά τώρα που επέστρεψε στην Ελλάδα είναι η δεύτερη ευκαιρία μου. Ήδη φρόντισα να κάνω διαθήκη. Όλη την περιουσία μου, που μη την υποτιμάς, δεν είναι αμελητέα, την καταλείπω σε αυτόν και έχω σε τράπεζες χρήματα για ότι σε πρώτη φάση χρειαστείτε. Παντρευτείτε εδώ και δημιουργείστε συνθήκες μόνιμης εγκατάστασης. Εγώ θα μετακομίσω στο ισόγειο και όλο το πάνω σπίτι θα είναι δικό σας. Βλέπεις τα έχω όλα σκεφτεί. Εσύ κάνε ό,τι περνάει απ’ το χέρι σου, εφόσον τον αγαπάς και θέλεις να ζήσεις μαζί του.

    Ήταν μια μακρόσυρτη κι αναλυτική περιγραφή των προθέσεων της. Δεν είχε το θάρρος να την διακόψει, μα έβλεπε και το αγνό της ενδιαφέρον για τον άνθρωπο που κι εκείνη αγαπά. Ίσως να την ενοχλούσε η άμεση επέμβαση της στη δική τους πορεία, αλλά έπρεπε να αναγνωρίσει τις καλές τις προθέσεις. Της είπε:

-         Σ’ ευχαριστώ κυρά-Φρόσω για την αγάπη σου προς τον Πέτρο και  δε μπορώ παρά να το εκτιμήσω. Μια ερώτηση έχω να σου κάνω. Όλα αυτά τα σημαντικά που μου εξομολογήθηκες είναι μυστικά για μας τους δυο ή μπορώ να ενημερώσω και τον Πέτρο;

-         Ό,τι κρίνεις εσύ κορίτσι μου καλύτερο για την επιτυχία των επιδιώξεών μας. Εγώ σου είπα τι θέλω. Εκείνο που θέλω και σου το τονίσω πάλι είναι να μείνει ο Πέτρος στην Ελλάδα. Στην περίπτωση αυτή όλοι θα βγούμε κερδισμένοι. Κι αν θέλεις να το πω πιο συγκεκριμένα ένας γάμος μεταξύ σας θα στερέωνε με τις υποχρεώσεις που δημιουργεί αυτή η περίπτωση.

-         Μήπως όμως αυτό θα είναι κάτι βιαστικό; Έπειτα κάτι τέτοιο δε μπορώ να το προτείνω εγώ εκβιάζοντας τα πράγματα. Πρέπει να έρθει φυσιολογικά από μόνο του και οπωσδήποτε με δική του πρωτοβουλία.

-         Σε μια σχέση, Αρετή μου, η γυναίκα μπορεί να χειριστεί καταστάσεις. Μπορεί να δημιουργήσει κατάλληλες συνθήκες.

Άντε τώρα στο καλό και μην ξεχνάς τον κύριο στόχο μας!





26.



    Το πρωί  ξύπνησε την Αρετή το τηλέφωνο της φίλης της Ειρήνης:

-         Ο Πιτ αργά χθες μου είπε ότι σήμερα θα ξαναβγούμε. Η γνωστή τετράδα. Αυτός είπε θα συνεννοηθεί με τον Πέτρο σου. Σήμερα το μεσημέρι ξεκινάμε για το Θέατρο της Επιδαύρου. Θα παρακολουθήσουμε μια παράσταση του Εθνικού θεάτρου στα πλαίσια του ετήσιου Φεστιβάλ. Εμείς πέρσι ξαναπήγαμε στην Ορέστεια του Αισχύλου.

-         Για μένα θα είναι η πρώτη φορά! Φαντάζομαι πρώτη φορά θα είναι και για τον Πέτρο. Ωραία! Ποιο είναι αυτή τη φορά το έργο;

-         Νομίζω, οι Ικέτιδες του Ευριπίδη.

    Στη διάρκεια του ταξιδιού ο πάντα χαμογελαστός Πιτ τους ενημέρωσε:

-         Είστε οι πρώτοι που ενημερώνουμε. Σε δέκα μέρες εγώ και η Ειρήνη παντρευόμαστε. Θα κάνουμε πρώτα πολιτικό γάμο μέσα στην πρεσβεία με μάρτυρα τον πρέσβη και μια Ελληνίδα υπάλληλο της πρεσβείας κοινή μας φίλη. Όμως μετά από παράκληση των γονέων της Ειρήνης θα κάνουμε τη μεθεπόμενη Κυριακή και θρησκευτικό γάμο στην εκκλησία της γειτονιάς της σε κλειστό οικογενειακό κύκλο. Εκεί, θα είναι τιμή για μας είστε κι εσείς παρόντες.

    Με χαρούμενα επιφωνήματα υποδέχτηκαν το νέο το ζευγάρι Αρετή και Πέτρος:

-         Μπράβο! Μπράβο παιδιά. Τιμή μας, θα είμαστε οπωσδήποτε…»    είπε ο Πέτρος

    Η μέρα πέρασε όμορφα με έντονες εντυπώσεις για τον Πέτρο και την Αρετή από το επιβλητικό τοπίο του θεάτρου κι από  την παράσταση. Μια ατμόσφαιρα που υποβάλλει στον καθένα σεβασμό και περηφάνια. Στην επιστροφή έκαναν μια στάση για φαγητό σε μια ταβέρνα και μετά επέστρεψαν στην Αθήνα. Κατόπιν επιθυμίας τους, τους τους άφησαν στην πλατεία Καραϊσκάκη. Ήταν φανερό ότι ο Πέτρος από κάτι βασανιζόταν. Μόλις έμειναν μόνοι, ο Πέτρος πέταξε αυτό που τριβέλιζε το μυαλό του εδώ και ώρες:

-         Θέλω να κάνουμε μια αναλυτική συζήτηση για εμάς τους τους δυο. Να δούμε μαζί και να αποφασίσουμε για τα επόμενα βήματά μας. Τώρα είναι αργά και θα σε πάω σπίτι να σε αφήσω σώα στη μάνα σου.

    Δεν έφερε καμιά αντίρρηση. Από το ύφος και την ένταση της φωνής κατάλαβε ότι πρόκειται για κάτι σοβαρό. Το μόνο που βρήκε να πει:

-         Εντάξει Πέτρο. Που και πότε θα βρεθούμε;

-         Αύριο έλα σπίτι μου το πρωί κατά τις 10





27.



   Το σκέφτηκε καλά η Αρετή. Υποπτευόταν την κρισιμότητα αυτού του ραντεβού και στην ώρα της ήταν έξω από το φούρνο. Σκέφτηκε πως είναι καλύτερα να ενημερώσει την κυρά-Φρόσω. Μπήκε πρώτα στο φούρνο και την ενημέρωσε για τις εξελίξεις. Η φουρνάρισσα ενθουσιάστηκε:

-         Να θυμάσαι τι σου είπα. Το χρηματικό πρόβλημα μην το σκέφτεσαι. Εδώ είμαι εγώ!

    Ανέβηκε πάνω στο σπίτι κι ο Πέτρος την υποδέχθηκε αγκαλιάζοντάς την θερμά και δίνοντάς την ένα θερμό φιλί. 

-         Καλώς ήρθες Αρετή μου. Κάτσε σου ετοίμασα πρωινό με φρέσκα κουλουράκια, που κατέβηκα κάτω και μου έδωσε η κυρά-Φρόσω. Ο καφές είναι έτοιμος και ζεστός. Ηρέμησε και νιώσε άνετα. Έχω ενημερώσει ότι σήμερα θα είσαι εδώ.    Ευτυχώς χωρίς να το ξέρει πέρασε από εκεί και η ίδια να την ενημερώσει. Ψύχραιμη του απάντησε:

-         Είμαι άνετα. Για πες μου τι σκέφτηκες να μου πεις…     - Έχουμε όλο το χρόνο στη διάθεσή μας. Τι κάνουν οι δικοί σου;

-         Μια χαρά είναι κι έχεις χαιρετίσματα!

    Ο Πέτρος πήρε μια βαθιά ανάσα και λες κι ήταν καλά προετοιμασμένος άρχισε να μιλάει:

-         Για μένα η απόφαση ότι εσύ είσαι ο άνθρωπος με τον οποίο θα ζήσω τη ζωή μου είναι οριστική κι αμετάκλητη. Μη με διακόψεις θα τα πεις μετά. Ελπίζω ότι στην ίδια απόφαση παραμένεις πιστή κι εσύ. Υπάρχουν κάποιες εκκρεμότητες κι ορισμένα προβλήματα. Πρώτον η άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος στην Ελλάδα. Βρίσκομαι κοντά στην ολοκλήρωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών. Προηγουμένως πρέπει να αποφασίσουμε σε ποια χώρα θα ζήσουμε. Αναγνωρίζω ότι εσύ έχεις εδώ κάποιες υποχρεώσεις με την αδελφή και τη μάνα σου. Όμως έχω κι εγώ αφάνταστες υποχρεώσεις στη δεύτερη οικογένεια μου. Με μεγάλωσαν όμορφα και με σπούδασαν από το υστέρημά τους. Καταλαβαίνεις την υποχρέωση που νιώθω, ιδιαίτερα στον άνδρα της θείας μου. Με περιμένουν με αγωνία και, πριν τα βρούμε εμείς, τους υποσχέθηκα ότι σύντομα θα γυρίσω πίσω. Είναι αλήθεια ότι εκεί με πιο άνετο τρόπο θα μπορούσα να κάνω σταδιοδρομία. Όμως δεν είναι αυτό το βασικό μου κριτήριο. Είμαστε ενήλικο, έχουμε αποφασίσει να ζήσουμε μαζί και το μέλλον μας ανήκει. Άρα είναι ώριμες οι συνθήκες για να επισημοποιήσουμε τη σχέση μας με γάμο!

   Ακούστηκε κάτι σα λυγμός κι ο Πέτρος ανήσυχος τη ρώτησε:

-         Τι έγινε κορίτσι μου; Ποιο πράγμα σε στεναχώρησε;

-         Μην ανησυχείς! του είπε εκείνη,  Ήταν επιφώνημα χαράς κι ευτυχίας. Ναι! Με όλη την καρδιά μου σου λέω ναι. Θέλω με σένα να ζήσω!

   Ο Πέτρος χαμογέλασε ευχαριστημένος κι απτόητος συνέχισε:    - Το πού, πότε και ποιο είδος γάμου θα κάνουμε, θα το αποφασίσουμε μαζί. Να σου πω τη δική μου γνώμη, χωρίς να αποκλείω άλλες λύσεις που εσύ θα προτείνεις. Ο Πιτ και η Ειρήνη μας έδωσαν το παράδειγμα. Θα κάνουμε πολιτικό γάμο στην Αθήνα. Για θρησκευτικό εσύ θ’ αποφασίσεις. Υπάρχει θέμα οικονομικής στενότητας και πρέπει οι ενέργειές μας να λαβαίνουν υπόψη κι αυτόν τον παράγοντα. Αν μείνουμε εδώ θα ρωτήσω την κυρά-Φρόσω αν μπορούμε προσωρινά να εγκατασταθούμε εδώ μέχρι να αρχίσω να βγάζω δικά μου χρήματα. Πρέπει οπωσδήποτε να ενημερώσω τους δικούς μου στην Αυστραλία για τις τελικές μας αποφάσεις.

    Από μέσα της χαιρόταν που οι επιθυμίες της, αυτές που κάθε κοπέλα έχει βρίσκονται ενώπιον των οφθαλμών της. Τη στιγμή αυτή αποφάσισε να τον ενημερώσει για τις προθέσεις της σπιτονοικοκυράς του. Έτσι με μια πρωτόγνωρη για την ίδια σιγουριά πήρε το λόγο:

-         Ξέρεις ότι κι εγώ αποφάσισα οριστικά εσύ, ο Πέτρος Δάλλας, θα είσαι ο άνδρας της ζωής μου. Μη βάζεις ερωτήματα λοιπόν στα αυτονόητα. Δέχομαι μ’ όλη  την καρδιά μου να σε παντρευτώ. Θα προτιμούσα ένα θρησκευτικό γάμο, χωρίς πολυτέλειες κι άσκοπα έξοδα, στην εκκλησία της γειτονιάς μου. Το οφείλω στη δύσμοιρη μητέρα μου, που η ζωή της επιφύλαξε μεγάλες πίκρες. Ας νιώσει κι αυτή λίγη χαρά και περηφάνια στη ζωή της. Μπαίνει λογικά το ερώτημα: Με τι χρήματα; Θα σου απαντήσω ότι ο καλός θεός φρόντισε για σένα. Υπάρχουν πέρα από μένα καλοί άνθρωποι που σε αγαπάνε ιδιαίτερα!

   Τη διέκοψε λέγοντας:

-         Τι εννοείς;

     Με μια σειρά άρχισε να του περιγράφει πως ήρθε σε επαφή με την κυρία Φρόσω, κατόπιν επιθυμίας της και την εξομολόγηση των προθέσεων της:

-         Σε αγαπάει σαν παιδί της και απλώς θέλει να μείνεις στην Ελλάδα. Η γνώμη μου είναι να δεχθείς την άδολη προσφορά της. Να παντρευτούμε και για μήνα του μέλιτος να πάμε στην Αυστραλία. Έχεις όλο το δίκιο με το μέρος σου, για την οφειλή σου απέναντι στη δεύτερη οικογένειά σου. Θα μπορούσαμε στο μέλλον να τους καλέσουμε εδώ για τις διακοπές τους και να τους φιλοξενήσουμε στο σπίτι για όσο διάστημα επιθυμούν.     Αν και  ο Πέτρος το υποπτευόταν γιατί υπήρξαν πολλές ενδείξεις γι’ αυτό, από μέσα του ένιωθε λίγο αμήχανα. Λεφτά που μάζεψε ο άλλος με κόπο μέσα στα τόσα χρόνια να τα εκμεταλλευθεί αυτός χωρίς να κοπιάσει καθόλου. Όμως ήταν τα πράγματα ξεκάθαρα. Για να πραγματοποιήσουν τα σχέδιά τους κάποια χρήματα έπρεπε ούτως ή άλλως να βρεθούν. Έπρεπε να αντιμετωπίσει το πρόβλημα κατά πρόσωπο. Μια συζήτηση με την ίδια την κυρά-Φρόσω ίσως διευκόλυνε τα πράγματα





28. 



    Δε χρειάστηκε να περιμένουν πολύ. Ούτε να πάρουν οι ίδιοι κάποια πρωτοβουλία. Η περιέργεια ή η αγωνία νίκησε την κυρά-Φρόσω. Περίμενε με τις ώρες κάτω να μάθει τι έγινε και η Αρετή δεν κατέβαινε να την ενημερώσει. Έτσι δε βάστηξε άλλο. Ανέβηκε η ίδια και τους βρήκε προβληματισμένους κι αναποφάσιστους:

-         Λοιπόν, ορίσατε ημερομηνία;

     Έβαλαν τα γέλια. Μια που ήταν κι οι δυο μαζί, η φουρνάρισσα με αποφασιστικότητα μην αφήνοντας κανένα περιθώριο αντιρρήσεων, σχεδόν αυταρχικά είπε:

-         Αφήστε τους χαζούς συναισθηματισμούς και προσγειωθείτε στην πραγματικότητα. Σας αγαπώ και τους δυο και σας θέλω κοντά μου. Αυτό που βλέπετε είναι το σπίτι σας. Εδώ μέσα θα στεγάσετε την αγάπη σας, εδώ μέσα θα ακουστούν για πρώτη φορά οι ευλογημένες φωνούλες των παιδιών σας. Δε θα μου οφείλετε τίποτα. Για το καλό μου θα είναι. Δε θέλω να γεράσω μαγκούφα μέσα σ’ αυτό το μεγάλο σπίτι. Άλλωστε δε θα μ’ έχετε μέσα στα πόδια σας. Εγώ κάτω δίπλα στο εργαστήρι έχω το γιατάκι μου. Εκεί θα γηροκομήσω…    Τη διέκοψε με φόρα η Αρετή:

-         Αυτό δε θα το επιτρέψουμε. Να σε βγάλουμε από το σπίτι σου. Εσύ είσαι η αρχόντισσα   αυτού του σπιτιού. Θα κρατήσεις την κρεβατοκάμαρά και το σαλόνι σου. Αλίμονο. Την κουζίνα θα την αναλάβω εγώ. Ξέρω απ’ τη μάνα μου όλες τις δουλειές!     Ο Πέτρος  αμήχανος άκουγε τη συζήτηση. Τι να πει και τι να κάνει; Η κυρά-Φρόσω ξαναρώτησε: - Τι αποφασίσατε;     Μίλησε ο Πέτρος:

-         Θα παντρευτούμε σύντομα. Η Αρετή θέλει για το χατίρι της μάνας της να γίνει ο γάμος στην εκκλησία της γειτονιάς της.

-         Με την ευχή μου. Θα είμαι κι εγώ εκεί!

    Ο Πέτρος με κάποιο δισταγμό έβαλε το θέμα που τον έκαιγε:     - Θέλω κυρά-Φρόσω να είμαι ξεκάθαρος απέναντί σου. Έχω από την πρώτη στιγμή εκτιμήσει την αγάπη με την οποία με αγκάλιασες, όταν πρωτοήρθα στην πρώτη πατρίδα μου. Κι αυτό δε θα το ξεχάσω ποτέ. Όμως έχω μια ηθική εκκρεμότητα απέναντι και στους δεύτερους γονείς μου που με μεγάλωσαν, με σπούδασαν και με περιμένουν να γυρίσω πίσω. Πράγματι λίγο πριν γνωρίσω την Αρετή μου, τους είχα υποσχεθεί ότι σύντομα θα πάω κοντά τους. Η γνωριμία με την Αρετή άλλαξε τα δεδομένα. Να την παρατήσω και να φύγω δεν υπάρχει περίπτωση. Ξέρεις εσύ καλύτερα από τον οποιονδήποτε τρίτο ποιο σχοινί μας έδεσε σφικτά κι άλυτα. Η μάνα της είπε ήταν θέλημα θεού. Υπήρχε η λύση να την πάρω μαζί μου στην Αυστραλία. Το συζητήσαμε αυτό κι Αρετή το απέκλεισε κάθετα. Δε μπορώ είπε να παρατήσω ξέσκεπους τους δικούς μου. Έτσι εκ των πραγμάτων η λύση αυτή αποκλείστηκε. Ήδη σχεδόν τελείωσαν οι γραφειοκρατικές διαδικασίες να μπορώ να εργαστώ ως δικηγόρος στην Ελλάδα. Θα ανοίξω γραφείο εδώ στην Αθήνα και θα ψάξω να βρω πελάτες. Όμως η εκκρεμότητα με τους δικούς μου παραμένει. Είπα λοιπόν στην Αρετή πως μπορώ να καλύψω κάπως αυτό το θέμα. Μετά το γάμο για μήνα του μέλιτος να πάμε εκεί, να γνωρίσουν και τη γυναίκα μου και να τους ευχαριστήσω για όλα τα καλά που μου έκαναν. Ξέρω ότι έτσι δε ξεχρεώνω τη συμβολή τους στη ζωή μου, αλλά κι αυτό είναι μια ένδειξη σεβασμού κι εκτίμησης.

   Όλη την ώρα οι δυο γυναίκες τον άκουγαν με προσοχή. Η κυρά-Φρόσω κι μ’ ένα μικρό φόβο. Η κατάληξη ήταν ανακουφιστική:

-         Μπράβο παιδί μου! Σέβομαι την επιθυμία σου. Είναι μια ακόμα επαλήθευση της καθαρότητας του χαρακτήρα σου. Να πάτε και να περάσετε καλά. Το σπίτι κι εγώ θα περιμένουμε με ανυπομονησία την επιστροφή σας!







29.



Όπως απ’ την αρχή συμφώνησαν, ο γάμος έγινε σε στενό οικογενειακό κύκλο στην εκκλησία της γειτονιάς της Αρετής. Παρόντες ήταν η οικογένειά της, η κυρά Φρόσω, η φίλη της Ειρήνη, ο Πιτ και δυο-τρεις οικογενειακοί φίλοι. Μάλιστα η Ειρήνη ήταν κι η κουμπάρα του γάμου. Ο Πέτρος ενημέρωσε τον Πιτ για το ταξίδι στη Μελβούρνη κι εκείνος φρόντισε τα γραφειοκρατικά ζητήματα για το ζεύγος. Μέσω του Skype είχε ενημερώσει την οικογένειά του στη Μελβούρνη. Μετά από την αρχική έκπληξη για το νέο ακολούθησαν τα θερμά συγχαρητήρια. Τους πληροφόρησε για το σχέδιο του μήνα μέλιτος:

-         Θα σας τη φέρω να τη γνωρίσετε. Είναι το καλύτερο κορίτσι και είμαι πολύ τυχερός, που το παντρεύομαι!

-         Σε περιμένουμε με χαρά!  του είπε η θεία του

    Πράγματι το ταξίδι έγινε και στο αεροδρόμιο τον υποδέχθηκε σύσσωμη η οικογένεια Δάλλα. Και εδώ στο διάστημα της απουσίας του είχαν συμβεί αλλαγές. Ο θετός του πατέρας Νίκος είχε επάνω του πιο έντονα τα σημάδια του χρόνου. Βλέπεις μια ζωή, από το πρωί ως το βράδυ, δούλευε χωρίς διακοπή για να εξασφαλίσει στην οικογένειά του και σ’ αυτόν που ήταν ανιψιός της γυναίκας του, ανεκτούς όρους ζωής, σπούδασε αυτόν και τα παιδιά του και με αξιοπρέπεια έφτασε σε ηλικία που κανονικά θα του έπρεπε μια ξεκούραστη ζωή ενός απόμαχου. Εκείνος όμως με πείσμα συνέχισε την εργασία, ίσως όχι στους παλαιότερους ρυθμούς, μια και στην επιχείρηση είχε μπει ο γιος του Κώστας και σιγά-σιγά ανελάμβανε όλο τον όγκο της δουλειάς κι ο θείος Νίκος περιοριζόταν - όχι και ευχαρίστως- στη θέση του επιβλέποντος και συμβούλου. Η Νίκη σχεδίαζε το γάμο της  μ’ έναν τριανταπεντάρη Σέρβο, τον Ντούσαν, που είχε έρθει μικρός από τη σπαρασσόμενη Γιουγκοσλαβία και σπούδασε μαζί της στο ίδιο πανεπιστήμιο. Η μόνη που ήταν ίδια κι απαράλλαχτη ήταν η θεία Χαρούλα, ο βράχος και στήριγμα όλων μέσα στην οικογένεια. Αυτή πρώτη αγκάλιασε τον Πέτρο θερμά και του είπε:

-         Καλωσόρισες παιδί μου! Μαύρα μάτια κάναμε μέχρι να σε δούμε. Αυτό το όμορφο κορίτσι δίπλα σου είναι η Αρετή; Καλώς έφτασες και εσύ Αρετή. Να ξέρεις ότι παντρεύτηκες το καλύτερο παλικάρι που υπάρχει!

    Η Αρετή λίγο ντροπαλά απάντησε:

-         Γι αυτό τον παντρεύτηκα θεία Χρυσούλα!

    Ο Πέτρος μετά τη θεία του πήγε στο θείο Νίκο και του φίλησε το χέρι:

-         Να μπορούσα πατέρα να ξεπληρώνω σε είδος την καλοσύνη σου. Όπως σου είπα είμαι ένας Δάλλας και μ’ αυτό το όνομα παντρεύτηκα τη γυναίκα μου!

-         Δε μου χρωστάς τίποτε Πέτρο μου. Ξεπλήρωσες τα πάντα με τις χαρές που μας έδωσες. Ενώ σε λογαριάζω σαν τρίτο παιδί μου!

    Αργότερα στο πλούσιο τραπέζι που ήταν ήδη στρωμένο ο Πέτρος τους διηγήθηκε όλες τις περιπέτειες που έζησε στην Ελλάδα. Εκεί τους μίλησε αναλυτικά για την κυρά-Φρόσω, τη σωτήρια φιλοξενία στο σπίτι της, την οικονομική αρωγή της στα έξοδα του γάμου και του ταξιδιού μέλιτος και τις τελικές της προθέσεις για την προσωπική της περιουσία:

-         Αρχίζω στην Ελλάδα την άσκηση του δικηγορικού επαγγέλματος κι ελπίζω στο σύντομο μέλλον να γίνω γνωστός και να εξασφαλίζω μόνος μου τα αναγκαία χρήματα για να βιοπορίζεται η οικογένεια που θα χτίσω με τη γυναίκα μου Αρετή. Πάντως έτσι κι αλλιώς έχω να πω το εξής. Το σπίτι που μου παραχώρησε η κυρά Φρόσω είναι μεγάλο και έχει άνετους χώρους για να φιλοξενήσει κι άλλα άτομα. Η άποψη μου είναι, τώρα που είστε υγιείς πατέρα Νίκο και μάνα Χρυσούλα, να κάνετε μια επίσκεψη στην πρώτη πατρίδα σας. Εγώ θα σας φιλοξενήσω, σαν ένα μικρό κομμάτι αντίδωρου της δικής σας προσφοράς. Η ίδια πρόσκληση είναι για την Νίκη και τον Κώστα. Ευκαιρία να γνωρίσουν την πατρίδα των γονέων τους. Τώρα που επίκειται ο γάμος της Νίκης είναι ευκαιρία να κάνει το μήνα μέλιτος στην Ελλάδα! 

    Στη διάρκεια του μήνα που έμειναν στην Αυστραλία ο Πέτρος με την Αρετή επισκέφτηκαν όλα τα αξιοθέατα της πόλης. Ταξίδευσαν σε άλλες πόλεις της χώρας, έμειναν σε ξενοδοχεία, χάρηκαν ο ένας τον άλλον κι ευχήθηκαν ο σπόρος του πρώτου τους παιδιού να ρίζωσε σε αυτές τις μέρες. Έστειλαν φωτογραφίες και γράμματα στην κυρά-Φρόσω, γιατί αυτή δεν είχε μπει στις νέες τεχνολογίες, με τη διαβεβαίωση ότι   περισσότερες λεπτομέρειες θα ειπωθούν από κοντά. Κάποια στιγμή ήρθε η ώρα της επιστροφής. Δάκρυα συγκίνησης και επανάληψη της πρόσκλησης για σύντομο ταξίδι του ζεύγους Νίκος- Χρυσούλα στην Ελλάδα:

-         Ξέρω ότι το επιθυμείτε. Δώστε στον εαυτό σας αυτήν την ευκαιρία τώρα που έχετε την υγεία σας. Θα μου δώσετε μεγάλη χαρά. Θα σας περιμένω…

    Επέστρεψαν στην Ελλάδα γεμάτοι με εντυπώσεις, ιδιαίτερα για την Αρετή. Πρώτη φορά έβγαινε από τα σύνορα της χώρας και μάλιστα μ’ ένα τόσο μακρινό ταξίδι. Όμως κυρίως ήταν η άλλη πλευρά του ταξιδιού. Η ερωτική συνεύρεση της με τον Πέτρο βρήκε το δρόμο της ολοκλήρωσης, απαλλαγμένη από τους φόβους, τις αναστολές κι αγωνίες της πρώτης, προ του γάμου περιόδου. Πάντα έτρεφε αισθήματα αγάπης για τον Πέτρο, μα τώρα αυτά τα αισθήματα έγιναν δυνατότερα και θεωρούσε ευλογημένη τη στιγμή που συναντήθηκαν οι δρόμοι τους. Μια τυχαία κι απρόσμενη στιγμή σφράγισε τελικά για πάντα τη ζωή της. Τώρα ελπίδα της είναι ο γάμος της να στεφανωθεί με την έλευση του πρώτου παιδιού.

     Με ιδιαίτερη χαρά τους υποδέχθηκε η κυρά Φρόσω, έχοντας κάνει κάποιες βολικές αλλαγές στο σπίτι ανακαινίζοντας τα ηλεκτρικά και τα υδραυλικά συστήματα του σπιτιού και ένα φρεσκάρισμα όλης της πρόσοψης του σπιτιού. Όταν τους έδειξε τις αλλαγές εξήγησε:

-         Δεν επενέβην στο εσωτερικό του σπιτιού, αναμένοντας την νέα νοικοκυρά να το ανακαινίσει σύμφωνα με το δικό της γούστο!

    Τι μπορούσαν να πουν σε τέτοιες προσφορές και διακριτικότητα; Απλώς για μια ακόμα φορά να την ευχαριστήσουν και να νιώσουν τυχεροί που συναντήθηκαν οι δρόμοι τους μαζί της.





30.



Ο Πέτρος το ήξερε καλά. Πρέπει να προετοιμαστεί για την άσκηση δικηγορίας στην Ελλάδα. Αυτός σπούδασε στην Αυστραλία κι εδώ το δίκαιο ήταν αρκετά διαφορετικό. Βεβαίως οι βασικές αρχές ήταν ίδιες, αλλά οι διαφορές υπήρχαν κι έπρεπε να ενημερωθεί. Προς το παρόν θα επικεντρωθεί στο αστικό δίκαιο.  Το ερώτημα που έβαζε στον εαυτό του ήταν. Θα ανοίξει δικό του γραφείο ή θα γίνει συνεργάτης σε μια ήδη καθιερωμένη δικηγορική εταιρία. Για αφετηρία προτιμούσε τη δεύτερη λύση κι άρχισε να ερευνά το χώρο. Στο θέμα ζήτησε και τη βοήθεια του φίλου του Πιτ, που αρκετές φορές πρόθυμα τον είχε βοηθήσει.

-         Ευχαρίστως Πέτρο. Σαν πρεσβεία συνεργαζόμαστε με μια δικηγορική εταιρεία για υποθέσεις Αυστραλών υπηκόων και κυρίως με υπηκόους με χώρα προέλευσης την Ελλάδα.  Ίσως να είσαι ο άνθρωπος που χρειάζονται γιατί σπούδασες το δικό μας δίκαιο και είμαι βέβαιος ότι θα γίνεις ενήμερος και των Ελληνικών ιδιαιτεροτήτων.

     Δεν χρειάστηκε να περιμένει πολύ. Σε λίγες ημέρες τον ειδοποίησαν να περάσει από τα γραφεία της. Εκεί τον δέχτηκε ο επικεφαλής του γραφείου. Του συστήθηκε: Αντώνης Πετρόχειλος:

-         Η εταιρεία μας έχει ζωή μιας δεκαπενταετίας, αλλά προσωπικά είμαι στο επάγγελμα 32 χρόνια. Ενδιαφερόμαστε για την Αυστραλία γιατί η πρεσβεία αυτής της χώρας είναι από τους καλύτερους πελάτες μου. Ο κύριος Πιτ Πάουερ σας σύστησε με τα πιο ενθαρρυντικά λόγια. Ελπίζω να τα επαληθεύσετε με την απόδοσή σας. Οι αρχές μας είναι: εντιμότητα απέναντι στους πελάτες, η κατάκτηση της εμπιστοσύνης τους και τα θετικά γι αυτούς αποτελέσματα. Αυτό μπορεί να γίνει πραγματικότητα μόνο με την εργατικότητα όλων μας, τη συνέπεια στις υποχρεώσεις απέναντι στην εταιρεία. Το αρχικό σας μισθολόγιο είναι ίσως μη ικανοποιητικό. Είναι στο χέρι σας να εκτιμήσουμε την απόδοσή σας και να το προσαρμόσουμε αντίστοιχα. Σας το εύχομαι!

    Ο Πέτρος άκουσε με προσοχή τον επικεφαλής της εταιρίας και έδωσε την υπόσχεσή του:

-         Άκουσα προσεκτικά ότι μου είπατε και σας υπόσχομαι ότι θα δώσω όλες μου τις δυνάμεις για να τιμήσω την εμπιστοσύνη που μου δείξατε!

    Από την επόμενη μέρα άρχισε με εντατικούς ρυθμούς η ενημέρωση του Πέτρου σ’ όλα τα θέματα της εταιρείας.

Γνωριμία χώρων, ανθρώπων, ανάγνωση παλαιότερων δικογραφιών, αλλά και των τρεχουσών υποθέσεων. Μπήκε με φόρα και με φουσκωμένα ωράρια, πράγμα που εκτιμήθηκε από τους παλαιότερους συνεργάτες. Η γυναίκα του Αρετή και η κυρά-Φρόσω του επέστησαν την προσοχή ότι με τέτοιο ρυθμό σύντομα να κλατάρει. Ιδιαίτερα η Αρετή, που αισθανόταν αλλαγές στον οργανισμό της και σχεδίαζε επίσκεψη σε γυναικολόγο.

    Ο Αντώνης Πετρόπουλος, επικεφαλής της εταιρείας έκανε ένα τεστ στον Πέτρο. Του έδωσε ένα χοντρό φάκελο μιας από τις πολλές υποθέσεις και του είπε:

-         Κάτσε με την άνεση του χρόνου  και μελέτησε την υπόθεση. Θέλω σε δέκα μέρες να μου φέρεις μια πρόταση για τον καλύτερο χειρισμό της. Άσε στη μπάντα όλα τ’ άλλα.

    Κατάλαβε το κρίσιμο σημείο της προσωπικής του εξέλιξης κι έπεσε με τα μούτρα στη μελέτη όλων των στοιχείων της συγκεκριμένης υπόθεσης. Αναζήτησε μέσα απ’ το αρχείο παρόμοια περιστατικά και την οριστική κατάληξή τους, διάβασε όλους τους νόμους που σχετίζονταν άμεσα ή έμμεσα με την υπόθεση, πάντα κρατώντας σημειώσεις κι όταν θεώρησε ότι εξάντλησε το θέμα έκανε την τελική του αναφορά στην οποία περιλαμβάνονταν και οι προτάσεις των μετέπειτα χειρισμών. Χωρίς περιττές φλυαρίες, ένα στιβαρό κείμενο, που με την προφανή αγωνία το παράδωσε στο αφεντικό του. Με αγωνία περίμενε την κρίση του, γνωρίζοντας ότι εδώ διακυβεύεται και το μέλλον του στην εταιρεία.

Στη διάρκεια  των ημερών της αναμονής, ένα από τα πρωινά λίγο πριν καλοξυπνήσουν για ύπνο η Αρετή του πέταξε τη βόμβα:

-         Αγάπη μου. Να ετοιμάζεσαι. Σε εφτά μήνες, πρώτα ο θεός, θα γίνεις πατέρας !

   Από το μισοκοιμισμένο Πέτρου πέτασε ένας κεραυνός και τον ξύπνησε πλήρως. Πετάχτηκε όρθιος και συγκίνηση τη ρώτησε:

-         Είσαι σίγουρη γλυκιά μου;

-         Χθες μου το επιβεβαίωσε ο γιατρός. Δεν στο είπα τα βράδυ για να σ’ αφήσω να κοιμηθείς. Σε είδα τόσο κουρασμένο και δεν ήθελα να σε αναστατώσω.

-         Χαίρομαι! Χαίρομαι πολύ!

    Την αγκάλιασε τρυφερά, της έδωσε ένα ρουφηχτό φιλί και της είπε:

-         Από σήμερα αλλάζει η ζωή μας. Στεφανώνεται ο γάμος μας με την έλευση του παιδιού και νιώθω γεμάτος από αγάπη για σένα, γλυκιά μου Αρετή!

    Υπήρξε κινητοποίηση γενική. Η μάνα της με την προσδοκία ότι σε λίγους μήνες θα γίνει γιαγιά, η κυρά-Φρόσω που κι αυτή με τη σειρά της τους θεωρούσε πλέον παιδιά της, η αδελφή της. Όλοι προσφέρθηκαν να βοηθήσουν αυτήν την κρίσιμη περίοδο. 

    Η ίδια η Αρετή με τη σκέψη ότι μέσα της κυοφορείται μια νέα ζωή ένιωσε πιο γεμάτη. Περίμενε δικό της παιδί και μάλιστα με τον έρωτα της ζωής της. Τον αγαπημένο της Πέτρο. Όσο περνούσε ο καιρός η αγάπη τους ωρίμαζε και τους έκανε να νιώθουν πιο υπεύθυνοι άνθρωποι. Η Αρετή για τον Πέτρο της ήταν διατεθειμένη να δώσει τη ζωή της. 

    Αλλά κι ο Πέτρος, από τη στιγμή, που έμαθε ότι πρόκειται να γίνει πατέρας, πλημμύρισε από χαρά και μια νέα βαριά ευθύνη. Πρέπει να κάνει τα πάντα, που περνάει από το χέρι του, έτσι ώστε τα δικά του παιδιά να μην έχουν τις τραγικές περιπέτειες που συνάντησαν στη ζωή τους αυτός και η αγαπημένη του Αρετή. Ενημερώθηκε και η οικογένεια στην

Αυστραλία και η προσδοκία για το ευτυχές γεγονός έγινε κοινός τόπος. Στην εγκυμοσύνη η Αρετή είχε κάποιες δυσκολίες, αλλά με κουράγιο ακολουθούσε τις συμβουλές του γιατρού της και στο τέλος με φυσιολογική γέννα είχε την ανταμοιβή της. Ένα υγιέστατο αγοράκι 3 κιλών ήρθε στη ζωή να γεμίσει όλους με χαρά κι ελπίδα για το μέλλον. Το νέο μέλος της οικογένειας έγινε το κέντρο της ζωής όλων


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου